Tuesday, May 17, 2022

Στην Κρεμαστή σε λένε Παπαμιχαλόπουλο. Στη Μοντρεάλη είσαι ο Παμέλ, μπορεί και ο Πάππας!

 


Της Ιουστίνης Φραγκούλη-Αργύρη

 

Περνώντας από δρόμους φιδωτούς, με την άβυσσο να απλώνεται στα πόδια σου φτάνεις επιτέλους στην Κρεμαστή, το περίφημο χωριό της Λακωνίας, που υπήρξε πατρίδα πολλών Ελλήνων αποδήμων και δή ευεργετών.

Ο Παντελής Παπαμιχαλόπουλος πριν από λίγο καιρό μου ενεχείρισε ένα μικρό βιβλιαράκι με τίτλο :Κρεμαστή, Οι Ρίζες μιας Γενιάς. Πρόκειται για ένα μικρό τοσοδούλικο βιβλίο που όμως περιέχει την ιστορία της γενιάς των Παπαμιχαλόπουλων , που ξεκίνησαν στην Κρεμαστή από τον παπα- Μιχάλη , γιό του παπα Ανδρέα του Μπούφη για να καταλήξουν στα πέρατα της γής ως Παμέλ ή με περικεκομμένο το επίθετο ως Πάππας.

Το βιβλίο αναφέρεται στο γραφικό χωριό που είναι χωμένο στις παρυφές του Πάρνωνα. Ήταν άγονο, στερημένο από της φύση αλλά σε αυτό βρήκαν καταφύγιο διάφοροι περιπλανώμενοι Έλληνες που ήρθαν αναζητώντας ασφάλεια απο τον Τουρκικό ζυγό. Η γεωργία και η κτηνοτροφία ήταν οι κύριες ασχολίες των κατοίκων μα όταν άνοιξε ο δρόμος για την ξενητειά πήραν των ομματιών τους να πάνε στην Αμερική να βρούν τύχη καλύτερη γι αυτούς και τα παιδιά τους.

Πολλοί μετανάστευσαν στη Μεγάλη Αμέρικα αποκτώντας περιουσίες, μερικοί έγιναν ευεργέτες του χωριού και των συγχωριανών τους. Έκτισαν σχολείο, εκκλησία και ενίσχυαν με κάθε τρόπο τους συγγενείς που είχαν ξεμείνει στο χωριό.

Μέχρι και υπουργό, το Δημήτριο Παπαμιχαλόπουλο, απέκτησε το 1951 επί κυβερνήσεως του Κωνσατντίνου Καραμανλή, η μακρινή Κρεμαστή. Μάλιστα εκείνος εξασφάλισε τη χρηματοδότηση της διάνοιξης αυτοκινητόδρομου που ένωσε το χωριό με την υπόλοιπη περιοχή.

Το βιβλίο στο τρίτο μέρος του αναφέρεται στους διακριμένους απόγόνους της οικογένειας Παπαμιχαλόπουλου, αρχής γενομένης από τον Νικόλαο Παπαμιχαλόπουλο που το 1856 εκλεχθηκε βουλευτής του ελεύθερου ελληνικού κράτους και αναδείχθηκε σε αντιπρόεδρο της Εθνικής Συνέλευσης.

Ο Αλέξανδρος Παπαμιχαλόπουλος, ο Κωνσταντίνος Παπαμιχαλόπουλος αργότερα , και οι δυό ασχολήθηκαν με την πολιτική στις αρχές του 20ου αιώνα.

Ιδιαίτερη σημασία δίνεται στην Μαριγούλα Παπαμιχαλοπούλου -Ματθαίου που ξενητεύτηκε και παντρεύτηκε στην Αμερική κάνοντας τεράστια περιουσία με τον άντρα της. Η ίδια επέστρεψε στον τόπο της, ανακαίνισε την εκκλησία του χωριού κι έλαβε πολλές διακρίσεις για την αξιοσύνη και τη συμμετοχή της στις ναυτιλιακές επιχειρήσεις του συζύγου της.

Στο βιβλίο αναφέρεται και ο πατέρας του σημερινού δικαστού Πίτερ Παμέλ, ο Οδυσσέας Παμέλ, ο οποίος  έδωσε το όνομά του στον εγγονό του Οδυσσέα. Ο ίδιος έγινε επιχειρηματίας , απέκτησε τρία παιδιά και καμαρώνει εξ ουρανού τις επιτυχίες των απογόνων του.

Σπουδαίο πρόσωπο με μεγάλη θέση και επιρροή είναι ο Ανδρέας Παπαμιχαλόπουλος του Γιώτη, ο οποίος είναι αδελφός του δικού μας Παντελή Παπαμιχαλόπουλου. Γεννημένος στην Κρεμαστή το 1947 έγινε ηλεκτρολόγος, μηχανολόγος και εργάζεται στο υπουργείο Εθνικής Άμυνας των ΗΠΑ. Ο ίδιος είναι υπεύθυνος της έκδοσης προδιαγραφών που είναι επίκαιρες  για τη χρήση σε στρατιωτικά προγράμματα, ενώ έχει τιμηθεί για την εξειδικευσή του στα επικοινωνιακά συστήματα, Εχει λαβει βραβείο για την ανακάλυψη ενός ιδιαίτερου συστήματος (διαιρέτη ψηφιακής συχνότητας), που αποτελεί μια συσκευή η οποία ανιχνεύει λάθη στην ψηφιακή επικοινωνία.

Είναι ωραίο να διαβάζεις για τα κρυφά μονοπάτια της ιστορίας ενός τόπου. Είναι σπουδαίο να εξερευνείς τις βιογραφίες ανθρώπων που γεννήθηκαν σε άγονο τόπο σαν την Κρεμαστή μα κουβαλάνε με περηφάνεια την καταγωγή τους στους ξένους τόπους.

Εκτός από την μεγάλη και θαυμαστή οικογένεια των Παπαμιχαλόπουλων, σπουδαίο ρόλο έπαιξε στην Κρεμαστή μα και στο Μόντρεαλ η οικογενεια Πριφτάκη. Εδώ βρίσκεται ο Νίκος Πριφτάκης και ο αδελφός του, καθώς και η Αδαμαντία Πριφτάκη στο Λαβάλ.

Να ζήσει η ξακουστή Κρεμαστή με τα γάργαρα νερά της και το πράσινο!

 

Wednesday, May 11, 2022

«ΕΡΗΜΗΝ ΖΩ», ΕΡΗΜΗΝ ΠΟΙΩ

 


«ΕΡΗΜΗΝ ΖΩ», ΕΡΗΜΗΝ ΠΟΙΩ

Της Ιουστίνης Φραγκούλη-Αργύρη

 

Μια ευαίσθητη ποιήτρια μπήκε στη ζωή μου μέσα από την συλλογή της «Ερήμην Ζώ», την οποία μου δώρισε η αδελφή της Καίτη Παγώνη. Πρόκειται για την Τίνα Λαυρεντάκη -Μαργιώκη, η οποία με εντυπωσίασε για το απύθμενο βάθος των ποιημάτων της και για τη μοναξιά τους.

Με έντονη τη χροιά της υπαρξιακής κρίσης στις λέξεις που στροβιλίζονται στα λακωνικά της ποιήματα, η Τίνα Λαυρεντάκη μας περιφέρει στις ανησυχίες της και τις αγωνίες μιάς ανθρώπινης ύπαρξης που ξέρει να μετατρέπει τις ιδέες σε συμβολικό λόγο.

Στο ποίημά της «Περίπου Έτσι» θα πεί:

Περίπου έτσι

Την εζήσαμε τη ζήση μας.

Μέσα σε χείμαρρο

Από κοινότοπες κουβέντες

Κι υπηρεσιακά χαμόγελα,

Με μία βόλτα

Αρκετή για να γεμίσει

Ένα Σαββατοκύριακο

Και με ευγένεια μιας αγωγής

Πολύ περιορισμένης.

Λόγος απλός που όμως σε κόβει βαθειά μέσα σου όταν το μάτι πέσει σε εκείνα τα υπηρεσιακά χαμόγελα, τόσο πραγματικά υπάρχοντα μέσα στην πραγματικότητα του καθενός μας.

Κι αλλού θα γράψει:

Περπατώντας από σοκάκι σε σοκάκι

Είδα το θάνατο της λογικής.

Περπατώντας από πόλη σε πόλη

Είδα το κενό

Που ο θάνατός της δημιούργησε.

Περπατώντας απο πολιτισμό σε πολιτισμό

Είδα τον αδριάντα που της είχαν στήσει.

Μα ποιό το όφελος...

Περπατώντας είδε το θάνατο της λογικής, είδε το κενό, είδε την υπερτίμηση ενός φτιασιδωμένου πολιτισμού...

Και πιό κάτω

Στο ποίημα «Σε σένα» αντιγράφω :

Τα όσα δεν γίνονται σε πονούν

Κι αυτά που γίνονται

Χωρίς να το θέλεις

Σε σπαράσσουν..

«Τα όσα δεν γίνονται σε πονούν, σε σπαράσσουν» έκφραση που από μόνη της δημιουργεί εικόνες της Κόλασης του Δάντη.

Η ποιήτρια Τίνα Λαυρεντάκη γεννήθηκε στην Αθήνα το 1944 και προσπάθησε να χωρέσει όλους τους ρόλους της ζωής της σε ένα σώμα κι ένα μυαλό: να δουλέψει, να κάνει οικογένεια μέσα στην πόλη που αναπτύσσονταν παραμορφωτικά. Η ασχήμια των έμψυχων και των άψυχων την πνίγει. «Ο κόσμος δεν είναι αυτός που κρύβεις ή θάθελες να κρύβεις μέσα στην καρδιά σου», γράφει.

Γι αυτό κι «‘Ερήμην Ζώ» εξομολογείται.Με την ποίηση ασχολείται απο πολύ νωρίς συμμετέχοντας σε ομαδικές ποιητικές συλλογές από το 1968. Οικογενειακές υποχρεώσεις την κρατούν μακριά από την γραφή για μια δεκαετία. Η επιβίωση της οικογένειας γίνεται στόχος «και δεν αφήνει περιθώρια γι ανασασμούς και τρυφερότητες». Ωστόσο, καταγράφει μέσα της όσα της συμβαίνουν και τα εκφράζει στον ποιητικό της λόγο με λέξεις γραμμένες με το πολυτονικό σύστημα. Επειδή οι λέξεις είναι ξεστόλιστες χωρίς ψιλές, δασείες και περισπωμένες, εκείνη τις στολίζει με τα κοσμήματά τους.

Ένα μικρό βιβλιαράκι που χώράει την αγωνία μιας κυματώδους ζωής. Η Τίνα Λαυρεντάκη είναι όντως μια μεγάλη ποιήτρια!