Της Ιουστίνης Φραγκούλη
Μια Χριστουγεννιάτικη ιστορία του 2007
Αφιερωμένη με αγάπη
Στο Μελινάκι που με εγκατέλειψε
Στην Εαρινή που δίνει τη μάχη της με γενναιότητα
Στο Δημοσθένη που είναι στα ξένα
Στo zero που έχει θέμα με τη μοναξιά
Στους γονείς μου εκεί στη μακρινή Λευκάδα
Σε όλους εμάς, που ξέρουμε πως η μοναξιά νικιέται μόνο απο την αληθινότητα των ανθρώπων, απο τη γνησιότητα των αισθημάτων.
Καλά Χριστούγεννα σε όλους, γιατί θέλει αρετή και τόλμη να συμμετέχεις στη γιορτή των άλλων!
Η Κάθυ που μισούσε τις Γιορτές
Εξω το χιόνι είχε πέσει απο τη νύχτα πυκνό ακινητοποιώντας τις συγκοινωνίες. Η βοή του δρόμου πνιγόταν κάτω απο το παχύ λευκό επίστρωμα της φύσης. Τα δέντρα, οι κήποι, τα πεζοδρόμια είχαν καλυφθεί απο το πέπλο του χειμώνα. Η τύχη τόθελε παραμονή Χριστουγέννων να πάρει το τοπίο την αίγλη των καρτ-ποστάλ.Τα έλατα της πόλης με φορτωμένα τα κλαριά τους απ το χιόνι έδιναν την αίσθηση της εξοχής, καθώς οι στέγες των σπιτιών είχαν ασπρίσει χάνοντας το σχήμα τους μπροστά στον όγκο.
Η Κάθυ κοίταξε έξω απο το παράθυρό της με αφηρημάδα. Δεν της δημιουργούσε καμιά ευφορία τούτη η λευκή χιονιά. Αντίθετα της μαύριζε την ψυχή καθώς θα είχε να παλέψει με τα καιρικά φαινόμενα μέχρι να φτάσει στο εμπορικό κέντρο όπου δούλευε , ένα χιλιόμετρο απ’ το διαμέρισμά της. Θα μπορούσε- αν είχε την ηρεμία της ψυχής- να τηλεφωνήσει σήμερα στο κατάστημα ρούχων και να ακυρώσει την παρουσία της λόγω χιονόπτωσης.Η δικαιολογία θα ήταν εύσχημη. Θα μπορούσε να πιάσει το πινέλο της να ζωγραφίσει αυτή την απόλυτη εικόνα που απλωνόταν έξω απο το παράθυρό της καταμεσής του Μόντρεαλ.
Ομως η Κάθυ μισούσε αυτή τη συγκεκριμένη εικόνα, μισούσε κάθε νιφάδα του χιονιού που ισοπέδωνε τα χρώματα της πόλης. Ενιωθε πραγματική απέχθεια για το κρύο , για τα χιόνια, για το χειμωνιάτικο τοπίο που θαρρείς βύθιζε σε απραξία ένα ολόκληρο οικοσύστημα και ακινητοποιούσε ένα πληθυσμό τριών εκατομμυρίων ανθρώπων. Επιπλέον, είχε καλλιεργήσει και μια τεράστια απόρριψη για τις Χριστουγεννιάτικες γιορτές, που ερχόνταν απο τον Οκτώβριο με φιοριτούρες , λαμπιόνια και ζαχαρωτά. Το Μόντρεαλ φάνταζε απίστευτα ψέυτικο μέσα στους βαρείς στολισμούς του, με τα πολύχρωμα φώτα έξω απο τις μονοκατοικίες των αστών. Φάνταζε σχεδόν αστείο με τους Αγιοβασίληδες στα εμπορικά κέντρα να μοιράζουν ψεύτικα χαμόγελα και φρούδες υποσχέσεις στα παιδιά.
«Ενα κακοστημένο τσίρκο!» σκεφτόταν με περιφρόνηση κάθε φορά που πάταγε το πόδι της στο εμπορικό κέντρο. «Τόσο ψεύτικα όλα, κι όμως ο κόσμος βαυκαλίζεται με την αυταπάτη πως τα δώρα και τα στολίσματα θα φέρουν την ευτυχία φέτος!»
Η Κάθυ προοδευτικά με τα χρόνια είχε γίνει εχθρική με τα Χριστούγεννα. Ποτέ δεν είχε χαρεί τις Γιορτές τούτες σαν παιδάκι γιατί ο πατέρας της ήταν ψήστης σε εστιατόριο και ξενυχτούσε τις παραμονές. Η μάννα της ερχόταν ψόφια απο την κούραση του εργοστάσιου. Δεν είχε κουράγιο να φτιάχνει δέντρα κι αηδίες. Μετα βίας και μετά απο παρακαλετά είχε αγοράσει ένα πλαστικό δεντράκι που στόλιζε η Κάθυ με τον αδελφό της για να νιώσουν κάπως μέσα στο κλίμα. Ανήμερα Χριστούγεννα φτιάχνανε γκιουβέτσι, όταν όλοι οι άλλοι ψήναν γαλοπούλα. Οσο για μελομακάρονα και κουραμπιέδες, γνώρισε τη γεύση και τη μυρωδιά τους απο το φούρνο της γειτόνισσας.
Ετσι άρχισε να μισεί τις Χριστουγεννιάτικες γιορτές. Γιατί δεν ήταν σαν τα άλλα παιδιά. Γιατί έμεναν σε διαμέρισμα και δεν είχαν έλατο να στολίσουν στην αυλή. Γιατί ο Santa Claus δεν ήταν δικός τους Αγιος να έρθει παραμονή Χριστούγεννα ν΄αφήσει δώρα κάτω απο το δεντράκι. Ούτε και χώραγαν άλλωστε.
Την τελευταία δεκαετία η οικογένειά της είχε διαλυθεί. Ο πατέρας είχε πεθάνει απο καρδιακό και η μάννα της τράβηξε για την Ελλάδα, να κουρνιάσει πλάι στ΄αδέρφια της. Δεν την χώρεσε ποτέ τούτος ο τόπος, μονολογούσε όλα τα χρόνια που θυμάται την ύπαρξή της η Κάθυ.Κι ο αδελφός της παντρεύτηκε κάπου στο Βανκούβερ. Μόνη της η Κάθυ πάλευε να ζωγραφίζει, να πουλάει τους πίνακές της τα καλοκαίρια στις υπαίθριες αγορές του Μόντρεαλ.
Φόρεσε το παλτό της, έδεσε το λαιμό με το πλεχτό κασκόλ της, έβαλε τις αδιάβροχες μπότες, τα χοντρά γάντια της και βγήκε στο δρόμο. Τα πόδια της βυθιζόνταν στην απαλότητα του χιονιού αλλά εκείνη περπατούσε με μανία πληγώνοντας τη λευκή επιφάνεια, εκδικούμενη θαρρείς αυτή την απόλυτη τελειότητα της φύσης. Ηθελε να βρεθεί σύντομα στο κατάστημα , να δουλέψει, να συναλλαγεί με κόσμο που ήταν στην ίδια μοίρα με κείνη. Επέλεγε στις Γιορτές να κάνει όλες τις υπερωρίες για να μη μένει μόνη στο σπίτι της, να μην έρχεται φατσα με την απόλυτη ξενοσύνη της απο την κουλτούρα του περιβάλλοντος χώρου.
Στο κατάστημα ήταν μόνο άλλη μια υπάλληλος. Αυτές οι δυό είχαν νικήσει το χιόνι. Ξαφνικά άκουσε το όνομά της;
-Κάθυ! Κάθυ!. Γύρισε και είδε την καλοβολεμένη συμμαθήτρια, κομψή και όμορφη με τσάντες γεμάτες ψώνια, με κουτιά πασπαλισμένα με χρυσόσκονη να εισβάλει στο μαγαζί.
-Χρύσα εσύ;Καιρούς και χρόνια έχω να σε δώ! Πώς απ΄τα μέρη μας με τέτοιο χιόνι; Μένεις κάπου στο δυτικό νησί, δεν είναι;
-Είπα να πάρω το τζίπ και να φύγω όσο πιό μακριά γίνεται. Τα παιδιά ήταν σε υστερία. Με ζάλισαν απο τη μέρα που τελείωσε το σχολείο. Τάφησα στη μάννα μου και τόσκασα. Τί ευτυχής σύμπτωση να σε βρώ εδώ.
-Δηλαδή δεν έχεις ψωνίσει ακόμη τα Χριστουγεννιάτικα δώρα σου παραμονή; Δεν σε πιστεύω εσένα την απόλυτα προγραμματισμένη.
-Ναί, έχεις δίκιο. Είχα ψωνίσει, αλλά ήθελα να βγω απο το σπίτι, να δραπετεύσω, να σταματήσω για λίγες ώρες να είμαι η μάννα, η νοικοκυρά, η δούλα κι η κυρά. Ηρθα για να βρεθώ λίγο μόνη μου, μακριά απο τη βουή της οικογενειακής ευτυχίας!
-Θα μπορούσα και να σε λυπηθώ που είσαι νέα, ωραία κι ευτυχής!
Γέλασαν και οι δυό με το σαρκασμό της Κάθυς. Η Χρύσα τη ρώτησε για τα δικά της κι έμαθε πως ζούσε πιά μόνη της σε ένα μικρό διαμέρισμα στην πόλη. Με το τέλος της αφήγησης άνοιξε τα χέρια και έβαλε στην αγκαλιά της τη παλιά συμμαθήτρια απο το ταπεινό Πάρκ Εξτένσιον.
-Απόψε δεν θα φύγω χωρίς εσένα για το Χριστουγεννιάτικο τραπέζι. Σου το δηλώνω πως θα περιμένω να κλείσει το μαγαζί , να σε πάρω εκεί στα δυτικά νε δείς τι τραβάνε οι ευτυχισμένες μαμάδες.
Η Κάθυ χαμογέλασε αμυδρά. Δηλαδή στ αλήθεια θα ζούσε και η ίδια παραμονή Χριστουγέννων το κλίμα της Αγιας Νύχτας; Δηλαδή απόψε- μετα απο μια δεκαετία-θα μοιραζόταν με μια οικογένεια τη Μεγάλη Γιορτή; Δεν θα τραβούσε μετά το μαγαζί ολοταχώς στο σπίτι να σκεπαστεί με την καρό μάλλινη κουβέρτα μέχρι τα αυτιά για να μη βλέπει και να μην ακούει τα Χριστουγεννιάτικα τραγούδια; Δεν ηξερε αν μπορούσε ν’ αντέξει τέτοια ευτυχία!
Η Χρύσα απομακρύνθηκε για να τελειώσει τα ψώνια της με την υπόσχεση πως θα ξαναγύριζε να την πάρει μετά το κλείσιμο του Κέντρου στις 5 η ώρα.
Η Κάθυ ξαφνικά τρόμαξε απο τη χαρά της αλλά και απο τη γενναιοδωρία της παλιάς της φίλης. Ομως δεν άφησε να την προδώσει πάλι η δυσπιστία της. Αρχιζε κιόλας να της μυρίζει ευχάριστα το εμπορικό κέντρο με τα δεκάδες αρωματικά κεριά, που μέχρι πριν απο λίγο σκόρπιζαν το εφιαλτικό τους άρωμα στη μικρή μοναχική γυναίκα του Μόντρεαλ!
Με εκανες και δακρυσα πρωι πρωι. Καλα Χριστουγεννα!
ReplyDeleteΜακριά κι εσύ; Στις ΗΠΑ είδα; Οπως Νέα Υόρκη;
ReplyDeleteΚαλά Χριστούγεννα. Καλή Χρονιά. Οι φωτογραφίες σας υπέροχες.
Οπως Washington DC. Να ευχηθω και για τον καινουργιο χρονο, εκτος απο υγεια, και αστειρευτη ενμπνευση!
ReplyDeleteΕνταξει...
ReplyDeleteΚαταπληκτικο ποστ.
Με φτιαχνεις τωρα, να τελειωσω κατι που με βασανιζει μηνες.
Σε ευχαριστω για την αφιερωση.
Ευχομαι κι'εγω Καλες Γιορτες.
Αα ...για να μην το ξεχασω
ReplyDeleteδεν εχω θεμα με την μοναξια ...ειμαι το θεμα.
χαχαχαχα
την καλησπερα μου.
Από μένα, ευχές για καλές γιορτές με καλή μουσική!
ReplyDeleteΔεσποινάριον,
ReplyDeleteΣε ευχαριστώ για τις ευχές σου. Και σε σάς πολλά υπέροχα ταξίδια εύχομαι.
Φιλικά χαιρετίσματα
Είσαι το θέμα , το κοντινό και μακρινό. Είσαι ΤΟ ΘΕΜΑ αλλά όχι του Θέμου.
ReplyDeleteΧρόνια πολλά κι ευτυχισμένα. Καλή Χρονιά γεμάτα επιθέσεις κατά της μοναξιάς!
Χιονισμένα χαιρετίσματα
Αγαπημένε μου Στέλιο,
ReplyDeleteΣε ευχαριστώ για τη θεϊκή μουσική. Μόλις γύρισα κατακουρασμένη απο τη συνάφεια του κόσμου και χρειαζόμουν τη μουσική σου για να χαλαρώσω.
Νάσαι καλά που ξέρεις να χαρίζεις μαγεία στους μπλογκογείτονες.
Καλά Χριστούγεννα.
Καλή Χρονιά γεμάτη μουσικές και μουσικές, απαλές , χαλαρωτικές, γλυκειές.
Σ΄ευχαριστώ που παίζεις τον αγαπημένο Στράους του στροβιλίσματος.
Εκτός απ' τη ζωγραφική της, είχε άλλο νόημα η ζωή της; Αξίζει να την ζεις έτσι; Αναρωτιέμαι...
ReplyDeleteΑγαπημένε Στράτο,
ReplyDeleteΑς μην θέσουμε το υπαρξιακό ερώτημα To Be or not to Be? μέρες γιορτών γιατί θα κατρακυλήσουμε΄κάποιοι σε πεσιμιστικές σκέψεις.
Πάντως, η Κάθυ είχε κάθε λόγο να μισεί τις Γιορτές γιατί δεν ανήκε στην περιρρέουσα ατμόσφαιρα.
Χρόνια πολλά σε σένα και την οικογενειά σου
Με αγάπη
Καλα Χριστουγεννα.
ReplyDeleteZero μου,
ReplyDeleteΑντεύχομαι Καλά Χριστούγεννα και μια Χρονιά καινούρια, γεμάτη υγεία και ευχάριστες εμπειρίες.
Ιουστινάκι μου γλυκό, "έγραψε" η Κάθυ μέσα μου!Σα να την ξέρω αυτή την κοπέλα!
ReplyDeleteΧρόνια Πολλά Ιουστίνη μου! Να είσαι γερή και ευτυχισμένη και να "γράφεις" πάντα έτσι!
Να περάσεις Χαρούμενα Χριστούγεννα μαζί με την οικογένειά σου, να τους χαίρεσαι και να σε χαίρονται!
Φιλάκια κι αγκαλίτσες αμέτρητες, μέχρι το πρωί!
Κατερινάκι μου,
ReplyDeleteΧρόνια πολλά σε σένα και την οικογένειά σου. Νάστε όλοι σας καλά με υγεία κι ευτυχία.
Εγώ μαγιερεύω τον κούρκο μας τώρα. Σε λίγο θα φάμε- όταν εσείς θα ξεκουράζεστε και αργά τα μεσάνυχτα θα ανοίξουμε τα δωράκια μας.
Φιλιά αγαπητικά
Τα χρόνια μου πολλά :)) Να είσαι πάντα καλά και χαμογελαστή :)
ReplyDeleteΧρόνια πολλά Ιουστίνη μου!
ReplyDeleteΔε μου είπες! Τι είναι ο κούρκος;
Για πες!
Φαντάζομαι ότι πέρασες όμορφα αυτές τις μέρες!
Φιλάκια το κορίτσι μου!
Roadartist,σας ευχαριστώ για την επίσκεψη. Εγώ πάλι δεν βρήκα το μπλόγκ σας.
ReplyDeleteΧρόνια πολλά
Κατερινάκι μου αγαπημένο,
ReplyDeleteΛοιπόν, ο κούρκος βγήκε καταπληκτικός. Εφτιαξα την παραδοσιακή γέμιση της Λευκάδας (μακαρονάκι με εντόσθια πουλιών και καρυκεύματα, αμύγδαλο, καρύδι κλπ) και ο Αλεξανδρίνος μου γλύφεται ακόμη.
Παραμονή περάσαμε οι τρείς μας στην πόλη, ανήμερα κάναμε βόλτες στη λίμνη και σήμερα είμαστε πάλι πίσω.
Είχαμε χθες έξοδο με τα ξαδέλφια. Ηταν ύπέροχα. Τα αγόρια το χάρηκαν πολύ κι εγώ ακόμη περισσότερο.
Αυτά τα δικά μας.
Εσείς περάσατε μαγικά στο Πήλιο των νεραϊδών;
Ιουστινάκι αγαπημένο, ευχαριστώ που με βοήθησες στη μετακόμιση!
ReplyDeleteΦαντάζομαι τον κούρκο και γλείφομαι κι εγώ!
Χαίρομαι που πέρασες ωραία!
Εγώ σπίτι σταθερά αλλά ευτχώς μπαινοβγαίνουν παιδιά και συγγενείς.Κάνω ψυχικές βόλτες που τις χρειάζομαι.
Το περίπτερο δεν έχει αργίες κι ακόμη κι όταν δεν δουλεύω, δεν μπορώ ν' αφήσω τον άντρα μου μόνο του, οπότε... το Πήλιο θα το δω απ' τις φωτογραφίες που θα μου φέρουν τα παιδιά.
Ευτυχώς που τα βουνά δεν μετακομίζουν!
Φιλάκια Ιουστινάκι μου!
Χρόνια σας πολλά! Και εγώ σας ευχαριστώ για τα γλυκά σας λόγια και για τις επισκέψεις σας.
ReplyDeleteΜόλις τώρα βρήκα, όμως, χρόνο να διαβάσω το κείμενο, ήθελα να έχω καθαρό μυαλό για να το απολαύσω. Μη το θεωρήσετε εύκολο κοπλιμέντο, αλλά «πέννες» σαν τη δική σας είναι αυτές που μου αρέσουν.
Να είστε καλά και να μάς χαρίζετε τόσο όμορφα κείμενα...
Κυκλαμινάκι λατρεμένο,
ReplyDeleteΒοήθησα μόνο ηθικά, με ένα γλυκό ποδαρικό. Τη μετακόμιση την έκανες εσύ και μάλιστα πετυχημένα. Καλύτερα όλα μαζί κάτω απο μια στέγη, παρά σκόρπια απο δώ κι απο κεί.
Θυμάμαι όταν σου πρωτοέστειλα φωτογραφίες απο το Μόντρεαλ και δημοσίευσες, δεν είχα μπορέσει να τις εντοπίσω μέσα στα πολλά δωμάτια του σπιτιού σου. Μετά απο καιρό έμαθα καλύτερα και πήγαινα απο δωμάτιο σε δωμάτιο να ψάχνω να βρίσκω τα διάφορά σου.
Φιλιά πολλά και εύχομαι να απολαύσεις κάποια ξεκούραση αυτές τις μέρες.
Φιλιά
Αγαπημένη Πέννυ του Ευρώ (και όχι του υποτιμημένου Δολαρίου!),
ReplyDeleteΜου δίνουν πολλή χαρά τα λόγια σου, γιατί εκφράζεις μια νέα γενιά. Αν η πέννα μου σε αγγίζει, τότε πλημμυρίζω απο αισιοδοξία πως δεν έχω χάσει το τρένο της επαφής με την ανθρώπινη ύπαρξη και τη συνέχειά της.
Νάσαι καλά και να μας τριγυρνάς με αυθορμητισμό στις γειτονιές του κόσμου.
Καλή Χρονιά, γεμάτη ταξίδια και εμπειρίες.
Ευχομαι καλη Πρωτοχρονια, αγαπητη Ιουστινη.
ReplyDeleteZero καλό μου,
ReplyDeleteΕύχομαι καλή Χρονιά, γεμάτη υγεία, ευλογία και αγάπη.
Να περνάς υπέροχα και να κάνεις ποδαρικό στο 2008 με το πιο πρωτότυπο πόστ.