Της Ιουστίνης Φραγκούλη-Αργύρη
Τον τιμώ τον Χρήστο Γιανναρά για τον εκπληκτικό λόγο του εν γένει και για την μη αγκυλωτική του στάση απέναντι στα Ορθόδοξα πράγματα. Ομως η τελευταία αναφορά του στη γλωσσική αδυναμία του Γιώργου Παπανδρέου περι τα ελληνικά ήταν ανάρμοστη ,φθάνοντας σχεδόν στα όρια του ρατσισμού. Παραθέτω το απόσπασμα για να το σχολιάσω περαιτέρω:
«Ναι, το είπε ο ανελλήνιστος: «Και τι κατάφεραν οι αντίπαλοί μας; Μηδέν στο πηλήκιο»!
Υπήρξε υπουργός Παιδείας, υπουργός Εξωτερικών, ετοιμάζεται να είναι αυριανός πρωθυπουργός των Ελλήνων. Και δεν ξέρει να ξεχωρίσει το «πηλίκον» (αποτέλεσμα της διαίρεσης δύο αριθμών) από το «πηλήκιο» (στρατιωτικό κάλυμμα της κεφαλής).
Η Ελλάδα δεν είναι ούτε γεωγραφία ούτε Ιστορία αλλοτριωμένη σε ιδεολόγημα. Είναι στάση ζωής και νόημα ζωής σαρκωμένα και τα δύο στη γλώσσα. Οσο υπήρχαν Ελληνες, πρώτη ανάγκη είχαν: «Ελευθερία και γλώσσα» (Σολωμός). Ελευθερία είναι η κατακτημένη ετερότητα, η ανάγκη να είσαι ο εαυτός σου, να αυτοκαθορίζεσαι, όχι να σε διαφεντεύουν άλλοι. Και η γλώσσα σαρκώνει την ετερότητα, καθιστά τον αυτοκαθορισμό κοινή, κοινωνούμενη πράξη.»
Ο Γιώργος Παπανδρέου, μεγαλωμένος στην ξένη, με δεύτερη γλώσσα την ελληνική , υπήρξε πάντοτε αδύνατος ως προς την έκφρασή του. Οι λεκτικές αδεξιότητές του έχουν σημαδέψει εν πολλοίς το προφίλ του ως αρχηγού του ΠΑΣΟΚ. Ωστόσο, ο άνθρωπος έχει σημειώσει τεράστια πρόοδο τα τελευταία χρόνια κάνοντας υπεράνθρωπη προσπάθεια να ξεπεράσει το έλλειμμά του στην ελληνική.
Είναι όμως ανελλήνιστος, όπως βαρειά τον χαρακτηρίζει ο καθηγητής κ. Γιανναράς; Είναι έτοιμος να παραδώσει Κύπρο, Μακεδονία και κάποια απο τα νησιά μας στον τουρκικό επεκτατισμό επειδή μεγάλωσε αλλού; Είναι άπατρις ή πολύπατρις, όπως θέλει να τον στιγματίσει ο κύριος Γιανναράς;
Προσωπικά, πιστεύω πως ο Γιώργος Παπανδρέου, παρότι σ’ αυτή την προκλογική εκστρατεία χτυπάει στην καρδιά των προβληματισμών του Ελληνα ( που είναι η οικονομική αναρχία της χώρας , τα τεράστια ελλείμματα, το αδιέξοδο τέλμα) έχει αποδείξει στο υπουργείο εξωτερικών πως οι χαμηλοί του τόνοι έχουν φέρει εναργή αποτελέσματα στην εξωτερική πολιτική της Ελλάδας. Τόσο η εισδοχή της Κύπρου στην ΕΕ όσο και η απεμπόληση της πολιτικής βέτο για την Τουρκία στην ΕΕ, άνοιξαν το νέο δρόμο της ελληνικής στάσης για τα χρόνια ζητήματα, τα οποία απο ελληνοτουρκικά έχουν γίνει ευρωπαικού ενδιαφέροντος και συμφερόντων μετα τη δική του εποχή στο υπεξ.
Σ΄αυτή τη στάση πάτησε η Ντόρα Μπακογιάννη για να ετοιμάσει το πυροτέχνημα του βέτο σχετικά την απόρριψη της ΠΓΔΜ στο ΝΑΤΟ, έτσι δεν είναι;
Δεν προσπαθώ να δικαιολογήσω τον Ανδρέα Παπανδρέου, ούτε να απαλείψω τις εντυπώσεις για το γλωσσικό του έλλειμμα, που ναί, είναι συνώνυμο της βορειοαμερικάνικης ανατροφής του. Αυτό όμως δεν τον κάνει λιγότερο Ελληνα απο τους συνέλληνές του.
Αν εμείς οι Ελληνες οι κατοικούντες στο εξωτερικό ενστερνισθούμε την απόλυτη φορμαλιστική στάση του κ. Χρήστου Γιανναρά περι ελληνικότητας και γλώσσας, τότε είμαστε καταδικασμένοι να αποδεχτούμε πως τα παιδιά μας που ανατρέφονται στις εστίες του Ελληνισμού ανα τον κόσμο, είναι προδιαγεγραμμένο να γίνουν ανελλήνιστα, ανοίκεια με την έννοια της πρώτης διαχρονικής και υπέρλαμπρης πατρίδας.
Τότε θα πρέπει να καταθέσουμε τα όπλα απο τώρα, να κλείσουμε κοινότητες και ελληνικά σχολεία, παραδιδόμενοι άνευ όρων στην πεποίθηση πως δεν φτιάχνουμε Ελληνες εδώ στην ξένη αλλά ανελλήνιστους της συμφοράς.
Τότε θα πρέπει να παραδεχτούμε πως τα παιδιά μας δεν έχουν καμία ελπίδα επιβίωσης στο διεθνές γίγνεσθαι μέσα απο την ελληνικότητά τους, πως δεν υπάρχει τελικά κανένας λόγος να επιστρέψουν στην πατρίδα, αφού θα μείνουν για πάντα ξένοι, ελλειπτικοί, στιγματισμένοι ως ανελλήνιστοι!
Ξένοι κι εδώ, ξένοι και στην Ελλάδα, κύριε Γιανναρά; Και τα παιδιά μας ξένα ως προς την καταγωγή τους; Ξένα και ανελλήνιστα; Ετσι προδιαγράφετε τη συνέχεια του Ελληνισμού στις ξένες πατρίδες μέσα απο το παράδειγμα του αυριανού πρωθυπουργού;
Ως μητέρα ομογενούς γιού, θρηνώ για τον αφορισμό σας και ευελπιστώ πως ο Γιώργος Παπανδρέου ως πρωθυπουργός θα αποδείξει τη δύναμη του εκτος συνόρων Ελληνισμού, που έχει την καρδιά και τη μαγκιά να πλάθει αληθινούς Ελληνες!
«Aπ’ όσα έκαμα κι απ’ όσα είπα να μη ζητήσουνε να βρουν ποιός ήμουν». (Κωνσταντίνος Καβάφης)
«Aπ’ όσα έκαμα κι απ’ όσα είπα να μη ζητήσουνε να βρουν ποιός ήμουν». (Κωνσταντίνος Καβάφης)
Wednesday, September 30, 2009
Monday, September 28, 2009
Για την Αγάπη των Αλλων
Ενα καταπληκτικό βίντεο για το μυθιστόρημά μου κυκλοφόρησε στο διαδίκτυο απο τις εκδόσεις Ψυχογιός. Θα ήθελα να ευχαριστήσω όλο το προσωπικό του εκδοτικού μου οίκου , αλλά ιδιαίτερα την Κλειώ Ζαχαριάδη που το επιμελήθηκε με ιδιαίτερη ευαισθησία.
Επίσης ήθελα να ευχαριστήσω και το Νικόδημο της Τέρρα Αμμου που είχει την καλοσύνη να το αναδημοσιεύσει στο μπλόγκ του και να κάνει διαγωνισμό για το βιβλίο.
Το μυθιστόρημα Για την Αγάπη των Αλλων κυκλοφορεί ήδη στα βιβλιοπωλεία της Αθήνας και της επαρχίας.
Εύχομαι με όλη μου την καρδιά να αγαπηθεί απο το αναγνωστικό κοινό!
Επίσης ήθελα να ευχαριστήσω και το Νικόδημο της Τέρρα Αμμου που είχει την καλοσύνη να το αναδημοσιεύσει στο μπλόγκ του και να κάνει διαγωνισμό για το βιβλίο.
Το μυθιστόρημα Για την Αγάπη των Αλλων κυκλοφορεί ήδη στα βιβλιοπωλεία της Αθήνας και της επαρχίας.
Εύχομαι με όλη μου την καρδιά να αγαπηθεί απο το αναγνωστικό κοινό!
Saturday, September 26, 2009
Η καταδίκη του ανδρικού γένους
Της Ιουστίνης Φραγκούλη-Αργύρη
Για τη Σόνια Ζαχαράτου έχω ξαναγράψει στο μπλόγκ. Είναι μια κυρία της δημοσιογραφίας, η οποία έχει υπηρετήσει το επάγγελμά μας με τρομερή αξιοπρέπεια και ταλέντο επι χρόνια.
Την ανακάλυψα πάλι μέσα απο την καινούρια μας απασχόληση με τα μεγάλα κείμενα, αυτά που φυλακίζονται σε εξώφυλλα και γίνονται βιβλία. Αυτό το καλοκαίρι εκδόθηκε η νουβέλα της «Τρείς Νύχτες του Αυγούστου και Μια Μέρα» απο τα Ελληνικά Γράμματα. Είχε την καλοσύνη να μου το στείλει το δύσκολο και σκληρό βιβλίο της, που διαβάζεται όμως με μιαν ανάσα.
Η Σόνια με εξέπληξε με τη γραφή της. Εμεινα άναυδη απο τη σκληρότητα της νουβέλας της, η οποία εστιάζεται στο απύθμενο είναι της σεληνιασμένης Ανέζας, που φορεί το δαχτυλίδι της μητέρας της τις νύχτες του Αυγούστου και τις μετατρέπει σε κόλαση για τους άντρες. Η μάλλον σε σφαγή για το αντρικό γένος.
Ναι, η Ανέζα παρότι παρουσιάζεται ως μια γυναίκα σε ερωτικά παραληρήματα με άγνωστους άντρες, τελικά γίνεται η εκδίκηση του αντρικού επεκτατισμού στη γυναικεία σάρκα. Βγαίνει στους δρόμους βραδιές πανσέληνου του Αυγούστου για να εκδικηθεί τα αρσενικά, που χαρίζουν ηδονή μέσα απο σωματική βιαιότητα. Ο έρωτας δεν είναι πιά παιχνίδι, είναι ένα στάδιο για την κάθαρση που επέρχεται μόνο μέσα απο τη στυγερή δολοφονία.
Στο βιβλίο, που ο παραληρηματικός του λόγος είναι διανθισμένος με λυρικές φράσεις και ρομαντικές σκηνές παρά το αποτρόπαιό τους, η Σόνια Ζαχαράτου παραμορφώνει όλους τους άντρες , απο τον υπομονετικό Βαλέ μέχρι τους εφήμερους εραστές θύματα, μέχρι τον φρικαλέο μπάτσο, σε ανδρείκελα στα όποία αξίζει μόνο ο θάνατος.
Η Ανέζα της μετατρέπει το μόνιμο εραστή της σε ερμαφρόδιτο γύναιο, το μπάτσο σε κρυφό ομοφυλόφιλο, τους τυχαίους εραστές της σε χυδαίους λιγούρηδες. Τους μεταμορφώνει σε πλάσματα, που οφείλουν να πάψουν να υπάρχουν για να καθαρίσει ο τόπος.
Κι όμως, ενώ όσο πορεύεται η ιστορία τόσο πιό άγρια γίνεται, το κείμενο σε κρατάει δεμένο στο άρμα του, γιατί η γλώσσα έχει μια απίστευτη ροή και μια ποιητικότητα μέσα στη σκληρότητα και τον απόλυτο μηδενισμό της ανδρικής ύπαρξης.
Πρέπει να πώ ότι είναι ένα βιβλίο για πολύ γερά νεύρα, που προσωπικά μου άρεσε γιατί κράτησε ζωντανές τις αισθήσεις μου μέχρι το τέλος, αφήνοντάς μου μια αίσθηση πως η Σόνια Ζαχαράτου ήθελε να πεί κάτι για τα σκουπίδια που ξεβράζουν οι παραλίες και στιβάζονται στις μνήμες, κάτι για το συσσωρευμένο θυμό των γυναικών, κάτι για την αγάπη που έχει χαθεί απο τη βιαιότητα και το σκουπιδομάνι των ανθρώπων.
Καλό βιβλίο για εκλεκτικούς αναγνώστες με διάθεση να ψάξουν και να ψαχτούν.
Της Σόνιας Ζαχαράτου
Από τις εκδόσεις «Ελληνικά Γράμματα»
Το δεύτερο πεζογραφικό έργο της Σόνιας Ζαχαράτου είναι μια νουβέλα – θρίλερ με ψυχολογικές προεκτάσεις.
Μια γυναίκα μεγαλώνει με τα παραμύθια ενός δακτυλιδιού, αλλά μετατρέπει τα παραμύθια σε εφιάλτες.
Μια γυναίκα, μια προφητεία. Μία γυναίκα, δύο φόνοι.
Η Ανέζα λεηλατεί την ψυχή της, παίρνει τους δρόμους του φεγγαριού, ερωτεύεται, ποθεί, πονά, ματώνει, ματώνεται, καταστρέφει και αυτοκαταστρέφεται, ελευθερώνει τα πλέον ζοφερά ένστικτά της. Επιλέγει την πιο ιδιότυπη «αποχώρηση» παίρνοντας μαζί τον αγαπημένο της και κλείνοντας τον κύκλο της προφητείας.
Άραγε, τιμωρεί τους νεκρούς της προσφέροντας θυσίες, αυτοτιμωρείται ή εξορκίζει το θάνατο;
Τι την οδηγεί στο σκοτεινό ταξίδι της και στην προσωπική της κόλαση;
Πώς μπορεί να εξαγνισθεί και να κερδίσει την παντοτινή αγάπη;
Όλα συμβαίνουν στα μέσα του Αυγούστου, σε τρεις νύχτες και σε μία ημέρα. Πώς χάνονται όμως από τη ζωή της οι ενδιάμεσες δύο ημέρες;
Η Σόνια Ζαχαράτου είναι δημοσιογράφος και συνεργάζεται με τo περιοδικό «ΒΗmagazino», με ειδικότητά της κεντρικές συνεντεύξεις και θέματα. Υπήρξε διευθύντρια στα περιοδικά «ΕΙΝΑΙ» και «7 ΜΕΡΕΣ TV». Στο παρελθόν παρουσίασε τηλεοπτικές εκπομπές στην ΕΡΤ, μεταξύ των οποίων και την πολιτιστική εκπομπή «Οι τέχνες είναι 7». Το 1998 είχε εκδώσει τα ποιητικά πεζογραφήματα «Πανσέληνος παρά κάτι» (εκδ. «Αστάρτη»).
Thursday, September 24, 2009
Η παρέλαση των δημοσιογράφων
Της Ιουστίνης Φραγκούλη-Αργύρη
Παρακολούθησα μετα πολλής της προσοχής την πολιτική αντιπαράθεση των αρχηγών των κομμάτων της Ελλάδας τη Δευτέρα, ένα απίστευτο μαραθώνιο λόγου και επίδειξης εξυπνάδας εκ μέρους των δημοσιογράφων, μια απόδειξη πως η αναμέτρηση έγινε για να προβληθούν τα «εγώ» των τηλεοπτικών αστέρων και όχι τα προγράμματα των κομμάτων που ζητούν την ψήφο του λαού.
Είναι θλιβερό για την ελληνική πολιτική σκηνή να θέτει τα μέτρα ενός δημόσιου προεκλογικού διαλόγου με βάση τις απαιτήσεις των τηλεοπτικών καναλιών και μέτρο την φιλοδοξία των τηλεοπτικών δημοσιογράφων.
Φυσικά, οι ερωτήσεις των δημοσιογράφων στο μεγαλύτερο μέρος τους ήταν εκτός θέματος και σε επίπεδο ασήμαντης λεπτομέρειας αφού στόχος ήταν να προβληθεί η δική τους τοποθέτηση και δοκισησοφία έναντι του διακυβεύματος, που θάπρεπε να είναι: ποιό κόμμα μπορεί να δώσει τη ρεαλιστικότερη λύση στη λερωμένη και αδιέξοδη σκηνή της πατρίδας.
Φυσικά, υπεύθυνοι δεν είναι οι καναλάρχες και οι δημοσιογράφοι γι αυτή την μαραθώνια κουβέντα των 3,5 ωρών. Ευθύνη φερουν όλα ανεξαιρέτως τα κόμματα, που δέχθηκαν να συμμετάσχουν σε ένα άνευρο διάλογο για να ικανοποιήσουν τις επικοινωνιακές τους αναγκαιότητες κατα την προεκλογική εκστρατεία και μετα απο αυτήν.
Ούτε το ΚΚΕ ούτε το ΣΥΡΡΙΖΑ ούτε το ΛΑΟΣ στάθηκαν στο ύψος των περιστάσεων, να θέσουν δηλαδή τους αυτονόητους όρους μιας τηλεοπτικής αναμέτρησης, που δεν μπορεί να κρατάει 3,5 ώρες με μόνο αντικειμενικό στόχο να παρελάσουν οι πάσης φύσεως αστέρες της τηλεοπτικής αναρχίας του τόπου.
Ζώντας στο δυτικό κόσμο και παρακολουθώντας δεκάδες προεκλογικές τηλεοπτικές αναμετρήσεις, που ποτέ δεν κρατούν πάνω απο ώρα και ποτέ δεν δίνουν το λόγο σε περισσότερους απο ένα δημοσιογράφο για τις ερωτήσεις στους πολιτικούς αρχηγούς, θέλω να πώ ότι ήρθε η ώρα να ωριμάσει το τοπίο στην Ελλάδα και να μπούν όρια και όροι ως προς το μέγεθος της διείδυσης των καναλιών ακόμη και στους προεκλογικούς διαλόγους.
Πρέπει να εκπονηθεί ένα και μοναδικό πλαίσιο προεκλογικού διαλόγου μεταξύ των αρχηγών, το οποίο θα τηρείται σε κάθε περίπτωση και υπο κάθε προϋπόθεση. Θεωρώ πως ήρθε η ώρα, αντί να παρελαύνουν τα τηλεοτπικά εγώ των δημοσιογράφων, να τίθενται επι τάπητος οι προεκλογικές δεσμεύσεις όλων των κομμάτων.
Τέλος, πολιτικά ανορθόδοξη ήταν και η απόφαση να αναμετηρθούν τηλεοπτικά έστω και μεταξύ τους οι αρχηγοί της ΝΔ και ΠΑΣΟΚ. Με την ανοχή των μικρών κομμάτων, που όφειλαν να αντιστέκονται σε τέτοιες πρακτικές, έστι ορίζεται επίσημα το διπολικό τοπίο της ελληνικής πολιτικής σκηνής.
Σε μια χώρα που έχει πολυκομματικό σύστημα, δεν επιτρέπεται η μονομαχία των δύο μεγάλων κομμάτων, εκτός κι αν αποδέχονται οι υπόλοιποι πως δεν έχουν δυναμική εξουσίας!
Πάντως, αρχηγοί ελευθερωθείτε, απαλλαγείτε απο τα δεσμά της τηλεοπτικής διαπλοκής αν επιθυμείτε να ακούγεστε ακόμη καθαρά εις «ώτα ακουόντων»!
Παρακολούθησα μετα πολλής της προσοχής την πολιτική αντιπαράθεση των αρχηγών των κομμάτων της Ελλάδας τη Δευτέρα, ένα απίστευτο μαραθώνιο λόγου και επίδειξης εξυπνάδας εκ μέρους των δημοσιογράφων, μια απόδειξη πως η αναμέτρηση έγινε για να προβληθούν τα «εγώ» των τηλεοπτικών αστέρων και όχι τα προγράμματα των κομμάτων που ζητούν την ψήφο του λαού.
Είναι θλιβερό για την ελληνική πολιτική σκηνή να θέτει τα μέτρα ενός δημόσιου προεκλογικού διαλόγου με βάση τις απαιτήσεις των τηλεοπτικών καναλιών και μέτρο την φιλοδοξία των τηλεοπτικών δημοσιογράφων.
Φυσικά, οι ερωτήσεις των δημοσιογράφων στο μεγαλύτερο μέρος τους ήταν εκτός θέματος και σε επίπεδο ασήμαντης λεπτομέρειας αφού στόχος ήταν να προβληθεί η δική τους τοποθέτηση και δοκισησοφία έναντι του διακυβεύματος, που θάπρεπε να είναι: ποιό κόμμα μπορεί να δώσει τη ρεαλιστικότερη λύση στη λερωμένη και αδιέξοδη σκηνή της πατρίδας.
Φυσικά, υπεύθυνοι δεν είναι οι καναλάρχες και οι δημοσιογράφοι γι αυτή την μαραθώνια κουβέντα των 3,5 ωρών. Ευθύνη φερουν όλα ανεξαιρέτως τα κόμματα, που δέχθηκαν να συμμετάσχουν σε ένα άνευρο διάλογο για να ικανοποιήσουν τις επικοινωνιακές τους αναγκαιότητες κατα την προεκλογική εκστρατεία και μετα απο αυτήν.
Ούτε το ΚΚΕ ούτε το ΣΥΡΡΙΖΑ ούτε το ΛΑΟΣ στάθηκαν στο ύψος των περιστάσεων, να θέσουν δηλαδή τους αυτονόητους όρους μιας τηλεοπτικής αναμέτρησης, που δεν μπορεί να κρατάει 3,5 ώρες με μόνο αντικειμενικό στόχο να παρελάσουν οι πάσης φύσεως αστέρες της τηλεοπτικής αναρχίας του τόπου.
Ζώντας στο δυτικό κόσμο και παρακολουθώντας δεκάδες προεκλογικές τηλεοπτικές αναμετρήσεις, που ποτέ δεν κρατούν πάνω απο ώρα και ποτέ δεν δίνουν το λόγο σε περισσότερους απο ένα δημοσιογράφο για τις ερωτήσεις στους πολιτικούς αρχηγούς, θέλω να πώ ότι ήρθε η ώρα να ωριμάσει το τοπίο στην Ελλάδα και να μπούν όρια και όροι ως προς το μέγεθος της διείδυσης των καναλιών ακόμη και στους προεκλογικούς διαλόγους.
Πρέπει να εκπονηθεί ένα και μοναδικό πλαίσιο προεκλογικού διαλόγου μεταξύ των αρχηγών, το οποίο θα τηρείται σε κάθε περίπτωση και υπο κάθε προϋπόθεση. Θεωρώ πως ήρθε η ώρα, αντί να παρελαύνουν τα τηλεοτπικά εγώ των δημοσιογράφων, να τίθενται επι τάπητος οι προεκλογικές δεσμεύσεις όλων των κομμάτων.
Τέλος, πολιτικά ανορθόδοξη ήταν και η απόφαση να αναμετηρθούν τηλεοπτικά έστω και μεταξύ τους οι αρχηγοί της ΝΔ και ΠΑΣΟΚ. Με την ανοχή των μικρών κομμάτων, που όφειλαν να αντιστέκονται σε τέτοιες πρακτικές, έστι ορίζεται επίσημα το διπολικό τοπίο της ελληνικής πολιτικής σκηνής.
Σε μια χώρα που έχει πολυκομματικό σύστημα, δεν επιτρέπεται η μονομαχία των δύο μεγάλων κομμάτων, εκτός κι αν αποδέχονται οι υπόλοιποι πως δεν έχουν δυναμική εξουσίας!
Πάντως, αρχηγοί ελευθερωθείτε, απαλλαγείτε απο τα δεσμά της τηλεοπτικής διαπλοκής αν επιθυμείτε να ακούγεστε ακόμη καθαρά εις «ώτα ακουόντων»!
Monday, September 21, 2009
Μια παρατεταμένη απουσία
Αγαπημένη μου αδελφή,
Είναι σούρουπο που πιάνω να σου γράψω επι τη θλιβερή επετείω της αναχώρησής σου, εκείνο το Σεπτέμβρη του 2004, στις 22 του μηνός. Το Μόντρεαλ είναι βαμμένο στις κόκκινες αποχρώσεις του δύοντος ήλιου. Τα ιριδίζοντα χρώματα σκορπάνε μια ηρεμία, αυτήν που πολύ αγάπησες στη δική μου πόλη.
Πάνε κιόλας πέντε χρόνια απο τότε που γλύστρησες στα έγκατα τη γής , που μ΄άφησες άναυδη με την οριστική φυγή σου. Εκτοτε δε σταματάς ούτε στιγμή να κυκλοφορείς με τα πολύχρωμα φτερά σου γύρω μου, έξω μου, μέσα μου, δηλώνοντας παρούσα διαρκώς κατα την απουσία σου.
Ηθελα να σου γράψω για να σού διηγηθώ πώς εξελίχθηκε ο πόνος της αναχώρησής σου αυτά τα πέντε χρόνια. Στην αρχή ήταν έντονος, σα να είχε δαγκώσει το πνεύμα μου και την ψυχή μου ένα δηλητηριώδες έντομο ή ένα φίδι, σα να με τρυπούσε μια βελόνα εξακολουθητικά χωρίς σταματημό.
Ερχόσουν διαρκώς στην καθημερινότητά μου καθώς είχες φροντίσει κατα τα χρόνια της ύπαρξής σου να γίνεις αναπόσπαστο κομμάτι της. Οπου κι αν έστρεφα το βλέμμα, όπου κι αν πήγαινα, ήσουν εκεί να μου θυμίζεις πως θα έλειπες εφεξής χωρίς καμιά ελπίδα να ξαναγυρίσεις ποτέ στην υπέροχη κοινή εμπειρία μας.
Κανείς απο τους ανθρώπους γύρω μου δε μπορούσε να καταλάβει το απέραντο κενό που είχες αφήσει. Οι συλλυπητήριες ευχές, οι συμπονετικοί λόγοι των φίλων μού προκαλούσαν θυμό γιατί γνώριζα πως κανείς δεν ένιωθε το βάθος και την οξύτητα του πόνου, που άφησε στο σώμα μου η φυγή σου.
Ηθελα να απομονωθώ, να χαθώ απο τον κόσμο για να μπορώ να σε σκέφτομαι διαρκώς, για νάχω χρόνο να αναπλάθω στη μνήμη όλα αυτά τα μικρά και τα μεγάλα που είχαμε μοιραστεί εσύ κι εγώ. Ο ύπνος ήταν η μόνη παρηγοριά μου καθώς αφηνόμουν στο κενό του, ελπίζοντας πως εσύ θα ξεπρόβαλλες σαν όνειρο εδώ κι εκεί.
Ετσι πέρασε ο πρώτος χρόνος, μέσα στο βαρύ πένθος, που μου κατάργησε κάθε στιγμή χαράς. Οι γιορτές έγιναν εφιάλτης, τα τραγούδια πονούσαν τα ευαίσθητα ώτα μου. Κι όμως ήταν τα ίδια τραγούδια που παίζαμε και χορεύαμε οι δυό μας στο σπίτι μου εδώ, στο σπίτι σου εκεί ή στις ανεπανάληπτες διακοπές μας.
Αγαπημένη μου,
Ο δεύτερος χρόνος πέρασε μέσα σε μια προσπάθεια να βελτιώσω τις αισθήσεις μου προς τον έξω κόσμο. Εμαθα απο την αρχή να βλέπω τα χρώματα, να ακούω τους ήχους, ν’ αγαπάω τους ανθρώπους και να γράφω. Τότε περισυνέλεξα τα κομμάτια σου και τα κομμάτια των φίλων και των μαθητών σου για να σου φτιάξω το βιβλίο σου «Μια πεταλούδα στη ζωή μας». Ηταν μια νότα μνήμης και αγάπης προς εσένα, που ήσουν σύνθετη, πολυδαίδαλη, δυσεύρετη, γενναιόδωρη, πολύτιμη αναφορά όλων μας.
Εκτοτε οι χρόνοι περνούν πάντα με την απουσία σου. Σε βλέπω να προσπαθείς να είσαι διαρκώς γύρω μου μέσα απο τα πετάγματα της τάδε ή της δείνα πεταλούδας. Στις κουβέντες μας έρχεσαι, στα μυστικά μας φτερουγίζεις, στις ομορφιές που συναντάμε κάνεις επιθέσεις παρουσίας.
Εμαθα να σε αναγνωρίζω μέσα στις χιλιάδες αδιάφορες πεταλούδες της φύσης, να σε εντοπίζω όταν έρχεσαι λυπημένη ή χαρούμενη για να βρεθείς στις παρέες μας. Τότε αναρρωτιέμαι γιατί έφυγες, γιατί γλύστρησες στα σωθικά του άλλου κόσμου, αφού η πρόθεσή σου ήταν να είσαι παρούσα.
Οσο περνάει ο χρόνος τόσο εντονότερα κυκλοφορείς στην ύπαρξή μου όχι μέσα απο το αίσθημα του έντονου πόνου όπως στην αρχή αλλά με μια γλυκειά μελαγχολία για την πικρή διαπίστωση πως διάλεξες τη φυγή σαν απο καθαρή πρόθεση να μη ζείς πιά στο σώμα σου.
Δεν έχω παραλείψει ούτε μια μέρα να σου ανάβω το κερί σου σε όποιο μήκος και πλάτος της γής και αν βρεθώ. Με άρωμα κάστανου για το χειμώνα, λεβάντας για την άνοιξη, κερασιού για το καλοκαίρι, κολοκύθας για το φθινόπωρο, η φλόγα ανεβαίνει προς τα ουράνια ανζητώντας να σμίξει για πάντα με το αερικό, που έχεις γίνει τώρα.
Και θέλω να σου πώ πως σ΄αγαπώ κάθε στιγμή παρότι δεν σ΄έχω συγχωρήσει για την απότομη τελεία στη ζωή μας.
Η αδελφή σου
Ιουστίνη
Είναι σούρουπο που πιάνω να σου γράψω επι τη θλιβερή επετείω της αναχώρησής σου, εκείνο το Σεπτέμβρη του 2004, στις 22 του μηνός. Το Μόντρεαλ είναι βαμμένο στις κόκκινες αποχρώσεις του δύοντος ήλιου. Τα ιριδίζοντα χρώματα σκορπάνε μια ηρεμία, αυτήν που πολύ αγάπησες στη δική μου πόλη.
Πάνε κιόλας πέντε χρόνια απο τότε που γλύστρησες στα έγκατα τη γής , που μ΄άφησες άναυδη με την οριστική φυγή σου. Εκτοτε δε σταματάς ούτε στιγμή να κυκλοφορείς με τα πολύχρωμα φτερά σου γύρω μου, έξω μου, μέσα μου, δηλώνοντας παρούσα διαρκώς κατα την απουσία σου.
Ηθελα να σου γράψω για να σού διηγηθώ πώς εξελίχθηκε ο πόνος της αναχώρησής σου αυτά τα πέντε χρόνια. Στην αρχή ήταν έντονος, σα να είχε δαγκώσει το πνεύμα μου και την ψυχή μου ένα δηλητηριώδες έντομο ή ένα φίδι, σα να με τρυπούσε μια βελόνα εξακολουθητικά χωρίς σταματημό.
Ερχόσουν διαρκώς στην καθημερινότητά μου καθώς είχες φροντίσει κατα τα χρόνια της ύπαρξής σου να γίνεις αναπόσπαστο κομμάτι της. Οπου κι αν έστρεφα το βλέμμα, όπου κι αν πήγαινα, ήσουν εκεί να μου θυμίζεις πως θα έλειπες εφεξής χωρίς καμιά ελπίδα να ξαναγυρίσεις ποτέ στην υπέροχη κοινή εμπειρία μας.
Κανείς απο τους ανθρώπους γύρω μου δε μπορούσε να καταλάβει το απέραντο κενό που είχες αφήσει. Οι συλλυπητήριες ευχές, οι συμπονετικοί λόγοι των φίλων μού προκαλούσαν θυμό γιατί γνώριζα πως κανείς δεν ένιωθε το βάθος και την οξύτητα του πόνου, που άφησε στο σώμα μου η φυγή σου.
Ηθελα να απομονωθώ, να χαθώ απο τον κόσμο για να μπορώ να σε σκέφτομαι διαρκώς, για νάχω χρόνο να αναπλάθω στη μνήμη όλα αυτά τα μικρά και τα μεγάλα που είχαμε μοιραστεί εσύ κι εγώ. Ο ύπνος ήταν η μόνη παρηγοριά μου καθώς αφηνόμουν στο κενό του, ελπίζοντας πως εσύ θα ξεπρόβαλλες σαν όνειρο εδώ κι εκεί.
Ετσι πέρασε ο πρώτος χρόνος, μέσα στο βαρύ πένθος, που μου κατάργησε κάθε στιγμή χαράς. Οι γιορτές έγιναν εφιάλτης, τα τραγούδια πονούσαν τα ευαίσθητα ώτα μου. Κι όμως ήταν τα ίδια τραγούδια που παίζαμε και χορεύαμε οι δυό μας στο σπίτι μου εδώ, στο σπίτι σου εκεί ή στις ανεπανάληπτες διακοπές μας.
Αγαπημένη μου,
Ο δεύτερος χρόνος πέρασε μέσα σε μια προσπάθεια να βελτιώσω τις αισθήσεις μου προς τον έξω κόσμο. Εμαθα απο την αρχή να βλέπω τα χρώματα, να ακούω τους ήχους, ν’ αγαπάω τους ανθρώπους και να γράφω. Τότε περισυνέλεξα τα κομμάτια σου και τα κομμάτια των φίλων και των μαθητών σου για να σου φτιάξω το βιβλίο σου «Μια πεταλούδα στη ζωή μας». Ηταν μια νότα μνήμης και αγάπης προς εσένα, που ήσουν σύνθετη, πολυδαίδαλη, δυσεύρετη, γενναιόδωρη, πολύτιμη αναφορά όλων μας.
Εκτοτε οι χρόνοι περνούν πάντα με την απουσία σου. Σε βλέπω να προσπαθείς να είσαι διαρκώς γύρω μου μέσα απο τα πετάγματα της τάδε ή της δείνα πεταλούδας. Στις κουβέντες μας έρχεσαι, στα μυστικά μας φτερουγίζεις, στις ομορφιές που συναντάμε κάνεις επιθέσεις παρουσίας.
Εμαθα να σε αναγνωρίζω μέσα στις χιλιάδες αδιάφορες πεταλούδες της φύσης, να σε εντοπίζω όταν έρχεσαι λυπημένη ή χαρούμενη για να βρεθείς στις παρέες μας. Τότε αναρρωτιέμαι γιατί έφυγες, γιατί γλύστρησες στα σωθικά του άλλου κόσμου, αφού η πρόθεσή σου ήταν να είσαι παρούσα.
Οσο περνάει ο χρόνος τόσο εντονότερα κυκλοφορείς στην ύπαρξή μου όχι μέσα απο το αίσθημα του έντονου πόνου όπως στην αρχή αλλά με μια γλυκειά μελαγχολία για την πικρή διαπίστωση πως διάλεξες τη φυγή σαν απο καθαρή πρόθεση να μη ζείς πιά στο σώμα σου.
Δεν έχω παραλείψει ούτε μια μέρα να σου ανάβω το κερί σου σε όποιο μήκος και πλάτος της γής και αν βρεθώ. Με άρωμα κάστανου για το χειμώνα, λεβάντας για την άνοιξη, κερασιού για το καλοκαίρι, κολοκύθας για το φθινόπωρο, η φλόγα ανεβαίνει προς τα ουράνια ανζητώντας να σμίξει για πάντα με το αερικό, που έχεις γίνει τώρα.
Και θέλω να σου πώ πως σ΄αγαπώ κάθε στιγμή παρότι δεν σ΄έχω συγχωρήσει για την απότομη τελεία στη ζωή μας.
Η αδελφή σου
Ιουστίνη
Sunday, September 20, 2009
Στα αιώνια παγόβουνα της Αλάσκας
Επιτέλους φτάσαμε στην ταπεινή πρωτεύουσα της Αλάσκας,το Τζούνο, εκεί που κατοικοέδρευε η Μις πρώην υποψήφια αντιπρόεδρος της Αμερικής πολλή κυρία Πέιλιν .Η πιο μικρή πρωτεύουσα πολιτείας της Αμερικής με 30.000 κατοίκους είναι θλιβερή και παρηκμασμένη αποπνέοντας τον αέρα των παλιών χρυσορρύχων.
Λίγα χιλιόμετρα πιο έξω όμως η θέα προς το παγόβουνο, που ξεπροβάλλει πίσω απο τη λίμνη είναι μαγική. Το παγόβουνο ηλικίας κάποιων αιώνων, μοιάζει με ένα τεράστιο πρίσμα όπου ο ήλιος αντανακλάται δίνοντάς του μπλέ αποχρώσεις. Το συγκεκριμένο παγόβουνο έχει υποχωρήσει κατα 3 χιλιόμετρα τους τελευταίους τρείς αιώνες, συμβάλλοντας κι αυτό στην υπερθέρμανση του πλανήτη.
Στις παρυφές του παγόβουνου χαζέψαμε μπλέ αρκούδες να βουτάνε στα νερά και να τρώνε περίπου αμέριμνες τους σολωμούς, που κι εδώ ανέβαιναν κατα χιλιάδες.
Η επόμενη μέρα πέρασε μέσα στο πλοίο που περνούσε ξυστά απο τις ακτές προσφέροντας ένα υπερθέμα μέχρι να πλησιάσουμε στο παγόβουνο Σόγιερ, που στέκεται στη μέση ενός φιόρδ. Τα μάτια δε χόρταιναν να κοιτούν αυτό το παρθένο μεγαλείο της φύσης, που δεν χωράει μέσα στην περιγραφή των λέξεων.
Ο τελικός σταθμός μας ήταν το Σκάγκγουέι, ένα κατασκευσμένο χωριό σε στύλ φάρ ουέστ για τουριστική και μόνο κατανάλωση. Η μόνη χαρά ήταν ένα ταξίδι με το παλιό τρένο, αυτό που έναν αιώνα πριν μετέφερε τους χρυσορρύχους κοντά στα ποτάμια για την ανεύρεση του θησαυρού.
Περνούσαμε ξυστά στη χαράδρα κι απο κάτω μας έχασκε ο ποταμός που κατρακυλούσε με βία. Σε μια στιγμή χάλασε το αιωνόβιο τρένο και φοβηθήκαμε πως θα ξεμέναμε εκεί στους λόγγους, να γίνουμε έρμαια των αρκούδων και των λύκων.
Ηταν απλά μια φαντασίωση που κράτησε μόνο όσο νάρθει άλλη μηχανή να μας σύρει πίσω στην πόλη. Οι τουρίστες ποτέ δεν χάνονται, όλα έχουν προβλεφθεί για την καλοπέρασή τους αλλά και για την αμτόσφαιρα του ταξιδιού.
Εξουθενωμένοι απο την ομορφιά και τις εντυπώσεις επιστρέψαμε στο πλοίο, όπου συνεχίσαμε το ταξίδι της επιστροφής στο Βανκούβερ.
Και σ΄άλλα με υγεία!
Στο στουτσου τρέιν της Αλάσκας, στην παγοθραυστική μηχανή μπροστά
Λίγα χιλιόμετρα πιο έξω όμως η θέα προς το παγόβουνο, που ξεπροβάλλει πίσω απο τη λίμνη είναι μαγική. Το παγόβουνο ηλικίας κάποιων αιώνων, μοιάζει με ένα τεράστιο πρίσμα όπου ο ήλιος αντανακλάται δίνοντάς του μπλέ αποχρώσεις. Το συγκεκριμένο παγόβουνο έχει υποχωρήσει κατα 3 χιλιόμετρα τους τελευταίους τρείς αιώνες, συμβάλλοντας κι αυτό στην υπερθέρμανση του πλανήτη.
Στις παρυφές του παγόβουνου χαζέψαμε μπλέ αρκούδες να βουτάνε στα νερά και να τρώνε περίπου αμέριμνες τους σολωμούς, που κι εδώ ανέβαιναν κατα χιλιάδες.
Η επόμενη μέρα πέρασε μέσα στο πλοίο που περνούσε ξυστά απο τις ακτές προσφέροντας ένα υπερθέμα μέχρι να πλησιάσουμε στο παγόβουνο Σόγιερ, που στέκεται στη μέση ενός φιόρδ. Τα μάτια δε χόρταιναν να κοιτούν αυτό το παρθένο μεγαλείο της φύσης, που δεν χωράει μέσα στην περιγραφή των λέξεων.
Ο τελικός σταθμός μας ήταν το Σκάγκγουέι, ένα κατασκευσμένο χωριό σε στύλ φάρ ουέστ για τουριστική και μόνο κατανάλωση. Η μόνη χαρά ήταν ένα ταξίδι με το παλιό τρένο, αυτό που έναν αιώνα πριν μετέφερε τους χρυσορρύχους κοντά στα ποτάμια για την ανεύρεση του θησαυρού.
Περνούσαμε ξυστά στη χαράδρα κι απο κάτω μας έχασκε ο ποταμός που κατρακυλούσε με βία. Σε μια στιγμή χάλασε το αιωνόβιο τρένο και φοβηθήκαμε πως θα ξεμέναμε εκεί στους λόγγους, να γίνουμε έρμαια των αρκούδων και των λύκων.
Ηταν απλά μια φαντασίωση που κράτησε μόνο όσο νάρθει άλλη μηχανή να μας σύρει πίσω στην πόλη. Οι τουρίστες ποτέ δεν χάνονται, όλα έχουν προβλεφθεί για την καλοπέρασή τους αλλά και για την αμτόσφαιρα του ταξιδιού.
Εξουθενωμένοι απο την ομορφιά και τις εντυπώσεις επιστρέψαμε στο πλοίο, όπου συνεχίσαμε το ταξίδι της επιστροφής στο Βανκούβερ.
Και σ΄άλλα με υγεία!
Στο στουτσου τρέιν της Αλάσκας, στην παγοθραυστική μηχανή μπροστά
Το Σκάγκγουεϊ είναι η απόλυτα κατασκευασμένη πόλη για τις ανάγκες του τουρισμού
Το τσού τσου τρέιν στην άκρη του γκρεμού
Κι έτσι φθάσαμε στο Γιούκον, στα σύνορα Αμερικής και Καναδά. Οι δυό σημαίες κυματίζουν πλάι πλάι αλλά τα συμφέροντα για το υπέδαφος της Ανταρκτικής είναι πολλα
Υγρός χρόνος απο το παράθυρο του τρένου
Υγρός χρόνος απο το παράθυρο του τρένου
Ελληνας χρυσοχόος στο Σκάγκγουέι. Σιγά που δεν θα βλέπαμε πατρίδα!!!
Οι αμαξούλες για ρομαντικούς περιπάτους
Σε στύλ φάρ ουέστ το Σκάγκγουέι
Σε στύλ φάρ ουέστ το Σκάγκγουέι
Στς παρυφές του παγόβουνου η αρκούδα βγαίνει για να θηρεύσει σολωμούς στο ποτάμι
Τη φυλακίζω με τον αδύνατο φακό μου. Είμαι ατρόμητη.
Το παγόβουνο έξω απο το Τζούνο είναι συγκλονιστικής θέας
Τζουστινάκι μπροστά απο παγόβουνο
Οι αιώνια χιονισμένες βουνοκορφές της Αλάσκας
Στο πλοίο περνωντας απο τα φιόρδ
Ο Τεντ ποζάρει αγαπημένα
Ο Τεντ ποζάρει αγαπημένα
Ενα κομμάτι του παγόβουνου στη θάλασσα
Η πρώτη θέα εκ του μακρόθεν
Το τρίο των ατρόμητων εξερευνητών, Θάνος και κορίτσια
Παγόβουνο στο βάθος
Παγόβουνο που λιώνει
Εικόνες ασύλληπτης ομορφιάς
Σαν γλυπτική της φύσης
Παγόβουνο που λιώνει
Εικόνες ασύλληπτης ομορφιάς
Σαν γλυπτική της φύσης
Στο Τζούνο ο Ελληνας χρυσοχόος Λάμπρος φτιάχνει πραγματικά αριστουργήματα
Wednesday, September 16, 2009
Στο Κέτσικαν της Αλάσκας
Της Ιουστίνης Φραγκούλη-Αργύρη
Το πλοίο γλρύστησε στα νερά αφήνοντας πίσω το λιμάνι του Βανκούβερ. Ολη τη νύχτα διανύαμε το στενό κατα μήκος του νησιού του Βανκούβερ ανάμεσα σε δεκάδες νησιά που ήταν καταφορτωμένα απο έλατα. Ελάχιστα σημάδια ζωής κι αυτά απο βαρκάρηδες, που ελλιμένιζαν τα ψαροκάϊκά τους σε διάφορα απάνεμα σημεία των ακτών.
Η μέρα ήρθε πάλι ηλιόλουστη, Τώρα είχαμε ξανοιχτεί στον Ειρηνικό Ωκεανό χαράσσοντας πορεία Αλάσκας. Στην ανοιχτή θάλασσα κατα το απογευματάκι ξεπρόβαλαν οι φάλαινες, μεγαλόπρεπες , παιχνιδιάρες και βιαστικές. Πρώτα πετούσαν το νερό τους σαν συντριβάνι , μετά έβγαζαν τα μεγαλόσωμα σκούρα κορμιά τους κι ύστερα χάνονταν στο βυθό αφήνοντας μια τεράστια λωρίδα νερού στο διάβα τους.
Ολοι ορμήσαμε στο μπροστινό ντέκ να θαυμάσουμε τα κήτη αλλά και να απολαύσουμε το ωραιότερο ηλιοβασίλεμα της ζωής μας. Ο αέρας χτυπούσε τα πρόσωπα αλλά εμείς ακάθεκτοι στο μπαλκόνι αφεθήκαμε να μας παρασύρει η δίνη του ωκεανού με τη μαγεία του ιριδίζοντος ήλιου. Στο βάθος μακριά ξεπρόβαλαν τα αιώνια βουνά του τοπίου της Αλάσκας.
Το επόμενο πρωί μας βρήκε στο πρώτο χωριό του προορισμού, το Κέτσικαν. Αποβιβαστήκαμε σε τούτο το παράξενο τόπο με τα σπίτια ανεβασμένα στα δοκάρια θαρρείς ειδικά για να αντικρύζουν όλα τη θάλασσα.
Ενα θαλασσοχώρι με ελάχιστο πληθυσμό, που ασχολείται μόνο με το ψάρεμα του σολωμού αλλά και με την τουριστική βιομηχανία της κρουαζιέρας. Κατεβήκαμε μπουλουκηδόν και πήραμε μια εκδομή, που μας μετέφερε σε ένα πεδίο ινδιάνικων τοτέμ.
Μάταια, είχαμε πιστέψει πως εκεί θα βλέπαμε αληθινούς αυτόχθονες, ένα είδος εσκιμώων. Το χωριό είναι κατοικημένο απο αμερικανούς, που έχουν ως κύριο αντικείμενο την τουριστική κερδοσκοπεία. Χρυσοχοεία και μαγαζιά με είδη δώρων απλώνονται ως την αποβάθρα όπου αποβιβάζονται χιλιάδες τουρίστες καθημερινά.
Η πιο συγκλονιστική στιγμή σε τούτο το απρόσωπο και πληκτικό χωριό ήταν η επίσκεψη στο ποτάμι. Εκεί αντικρύσαμε τους σολωμούς να προσπαθούν να ανέβουν κατα χιλιάδες αντίθετα στο ρεύμα του ποταμού για να πάνε να γεννήσουν στην ήρεμη ακτή του.
Τούτα τα ζωντανά χτυπιόντουσαν για να προσπεράσουν όλα τα εμπόδια να φτάσουν στο σημείο, όπου θα γεννήσουν τα αυγά τους. Κι ως τότε θα έχουν φάει τη σάρκα τους αφενός απο τον αγώνα να πάνε αντίθετα στο ρεύμα αφετέρου επειδή το ποτάμι δεν παρέχει τροφή για κείνους. Οταν θα φτάσουν πιά στην πολυπόθητη ακτή, οι σολωμοί της αναπαραγωγής θα πεθάνουν απο την κούραση και την αδυναμία.
Με συγκλόνισε η διαπίστωση πως η φύση έχει τους δικούς της νόμους, πως οι σολωμοί διανύουν εκατοντάδες ναυτικά μίλια για να γεννήσουν και να πεθάνουν εκεί στο Κέτσικαν της Αλάσκας.
Η αγωνιώδης τους προσπάθεια να πάνε κόντρα στο ποτάμι, να παλέψουν μέχρις εσχάτων για να φτάσουν στον προορισμό της αναπαραγωγής και του του θανάτου τους, έφερε στο νού μου το δικό μας ανθρώπινο είδος. Ματαιότης, ματαιοτήτων, τα πάντα ματαιότης!
Αυτή ήταν η πικρή διαπίστωση στο Κάτσικαν, που είχε επίσης να προσφέρει μια παραποτάμια βόλτα σε σπίτια με χρώμα που κάποτε στέγαζαν πορνεία για τους χρυσορρύχους της περιοχής.
Η περιήγηση στο σπίτι της περίφημης πόρνης Ντόλυ, που έχει μείνει ανέθικτο απο τα χρόνια, ήταν μια μελαγχολική βόλτα στα ήθη της εποχής. Τούτη η Ντόλυ, όταν πέρασε η μπογιά της, διώχτηκε ανελέητα απο την κοινωνία σαν άλογο που γέρασε περνώντας το υπόλοιπο της ζωής της σε θλιβερό γηροκομείο.
Με έπιασε το παράπονο για την ακμή και παρακμή των ανθρώπων. Για την ακμή και παρακμή της ίδιας της φύσης!
Ηλιοβασίλεμα στον Ειρηνικό. Ο ήλιος βουλιάζει σε γκρίζο πέλαγος
Η πανδαισία των χρωμάτων με τρελλαίνει
Το πλοίο γλρύστησε στα νερά αφήνοντας πίσω το λιμάνι του Βανκούβερ. Ολη τη νύχτα διανύαμε το στενό κατα μήκος του νησιού του Βανκούβερ ανάμεσα σε δεκάδες νησιά που ήταν καταφορτωμένα απο έλατα. Ελάχιστα σημάδια ζωής κι αυτά απο βαρκάρηδες, που ελλιμένιζαν τα ψαροκάϊκά τους σε διάφορα απάνεμα σημεία των ακτών.
Η μέρα ήρθε πάλι ηλιόλουστη, Τώρα είχαμε ξανοιχτεί στον Ειρηνικό Ωκεανό χαράσσοντας πορεία Αλάσκας. Στην ανοιχτή θάλασσα κατα το απογευματάκι ξεπρόβαλαν οι φάλαινες, μεγαλόπρεπες , παιχνιδιάρες και βιαστικές. Πρώτα πετούσαν το νερό τους σαν συντριβάνι , μετά έβγαζαν τα μεγαλόσωμα σκούρα κορμιά τους κι ύστερα χάνονταν στο βυθό αφήνοντας μια τεράστια λωρίδα νερού στο διάβα τους.
Ολοι ορμήσαμε στο μπροστινό ντέκ να θαυμάσουμε τα κήτη αλλά και να απολαύσουμε το ωραιότερο ηλιοβασίλεμα της ζωής μας. Ο αέρας χτυπούσε τα πρόσωπα αλλά εμείς ακάθεκτοι στο μπαλκόνι αφεθήκαμε να μας παρασύρει η δίνη του ωκεανού με τη μαγεία του ιριδίζοντος ήλιου. Στο βάθος μακριά ξεπρόβαλαν τα αιώνια βουνά του τοπίου της Αλάσκας.
Το επόμενο πρωί μας βρήκε στο πρώτο χωριό του προορισμού, το Κέτσικαν. Αποβιβαστήκαμε σε τούτο το παράξενο τόπο με τα σπίτια ανεβασμένα στα δοκάρια θαρρείς ειδικά για να αντικρύζουν όλα τη θάλασσα.
Ενα θαλασσοχώρι με ελάχιστο πληθυσμό, που ασχολείται μόνο με το ψάρεμα του σολωμού αλλά και με την τουριστική βιομηχανία της κρουαζιέρας. Κατεβήκαμε μπουλουκηδόν και πήραμε μια εκδομή, που μας μετέφερε σε ένα πεδίο ινδιάνικων τοτέμ.
Μάταια, είχαμε πιστέψει πως εκεί θα βλέπαμε αληθινούς αυτόχθονες, ένα είδος εσκιμώων. Το χωριό είναι κατοικημένο απο αμερικανούς, που έχουν ως κύριο αντικείμενο την τουριστική κερδοσκοπεία. Χρυσοχοεία και μαγαζιά με είδη δώρων απλώνονται ως την αποβάθρα όπου αποβιβάζονται χιλιάδες τουρίστες καθημερινά.
Η πιο συγκλονιστική στιγμή σε τούτο το απρόσωπο και πληκτικό χωριό ήταν η επίσκεψη στο ποτάμι. Εκεί αντικρύσαμε τους σολωμούς να προσπαθούν να ανέβουν κατα χιλιάδες αντίθετα στο ρεύμα του ποταμού για να πάνε να γεννήσουν στην ήρεμη ακτή του.
Τούτα τα ζωντανά χτυπιόντουσαν για να προσπεράσουν όλα τα εμπόδια να φτάσουν στο σημείο, όπου θα γεννήσουν τα αυγά τους. Κι ως τότε θα έχουν φάει τη σάρκα τους αφενός απο τον αγώνα να πάνε αντίθετα στο ρεύμα αφετέρου επειδή το ποτάμι δεν παρέχει τροφή για κείνους. Οταν θα φτάσουν πιά στην πολυπόθητη ακτή, οι σολωμοί της αναπαραγωγής θα πεθάνουν απο την κούραση και την αδυναμία.
Με συγκλόνισε η διαπίστωση πως η φύση έχει τους δικούς της νόμους, πως οι σολωμοί διανύουν εκατοντάδες ναυτικά μίλια για να γεννήσουν και να πεθάνουν εκεί στο Κέτσικαν της Αλάσκας.
Η αγωνιώδης τους προσπάθεια να πάνε κόντρα στο ποτάμι, να παλέψουν μέχρις εσχάτων για να φτάσουν στον προορισμό της αναπαραγωγής και του του θανάτου τους, έφερε στο νού μου το δικό μας ανθρώπινο είδος. Ματαιότης, ματαιοτήτων, τα πάντα ματαιότης!
Αυτή ήταν η πικρή διαπίστωση στο Κάτσικαν, που είχε επίσης να προσφέρει μια παραποτάμια βόλτα σε σπίτια με χρώμα που κάποτε στέγαζαν πορνεία για τους χρυσορρύχους της περιοχής.
Η περιήγηση στο σπίτι της περίφημης πόρνης Ντόλυ, που έχει μείνει ανέθικτο απο τα χρόνια, ήταν μια μελαγχολική βόλτα στα ήθη της εποχής. Τούτη η Ντόλυ, όταν πέρασε η μπογιά της, διώχτηκε ανελέητα απο την κοινωνία σαν άλογο που γέρασε περνώντας το υπόλοιπο της ζωής της σε θλιβερό γηροκομείο.
Με έπιασε το παράπονο για την ακμή και παρακμή των ανθρώπων. Για την ακμή και παρακμή της ίδιας της φύσης!
Ηλιοβασίλεμα στον Ειρηνικό. Ο ήλιος βουλιάζει σε γκρίζο πέλαγος
Η πανδαισία των χρωμάτων με τρελλαίνει
Η Νίνα και ο Θάνος ποζάρουν ρομαντικά
Friday, September 11, 2009
Κρουαζιέρα θα σε πάω!
Της Ιουστίνης
Η βιομηχανία της κρουαζιέρας καλά κρατεί με τα πολυτελή κρουαζιερόπλοια να αυξάνονται και να πληθύνονται και να κατακυριεύουν τους ωκεανούς. Παρότι τα διαφημιστικά γραφεία μας κατακλύζουν με τις προσφορές , εμείς αντισταθήκαμε επι χρόνια στις σειρήνες.
Ωστόσο, η Αλάσκα φάνταζε πάντοτε σαν ποθητός προορισμός, που μάλιστα δεν κατακτιέται με άλλο μέσον πλην του πλοίου. Ανέκαθεν θέλαμε να φτάσουμε στο παρθένο τοπίο της, αλλά όλο το αναβάλλαμε για το μέλλον. Οταν οι φίλοι μας Νίνα και Θάνος Ψυχογιός το πρότειναν κατα την εδώ επίσκεψή τους, αποφασίσαμε πως αυτή ήταν η ευκαιρία!
Ετσι, αρματωθήκαμε με τα βαλιτσικά μας, πήραμε το αεροπλάνο για Βανκούβερ και φτάσαμε στην αποβάθρα , όπου το το πλοίο μας περίμενε για το μεγάλο αλαργινό ταξίδι.
Φυσικά, περιμέναμε στην ουρά για τα σύνορα (περάσαμε έλεγχο διαβατηρίων καθότι η Αλάσκα ανήκει στις ΗΠΑ), κάναμε τεσκ-ιν και αποκτήσαμε μιά κάρτα-κλειδί για τις καμπίνες μας . Οδεύσαμε στο εσωτερικό του κρουαζιερόπλοιου, που μας περίμενε τεράστιο και πολυτελές να μας πλοηγήσει στην περιπέτεια.
Απλωμένο σε δεκατέσσερις ορόφους, με δέκα εστιατόρια, μπάρ, ντίσκο, μαγαζιά, καζίνο και πολλά καταστήματα, σαφώς δίνει την εντύπωση μιας αμερικάνικης στεριανής πολιτείας. Πισίνες, τζακούζια, σπά, κέντρο αθλητισμού, δε διαφέρει σε τίποτε απο τις αστικές συνήθειες.Το πολυπρόσωπο υπαλληλικό προσωπικό σαν τα μυρμήγκια ανεβοκατέβαιναν να εξυπηρετήσουν τους απαιτητικούς πελάτες.
Η μέρα ήταν λαμπρή και ο κόσμος πλατσούριζε στις πισίνες απολαμβάνοντας τον ήλιο και τη ζέστη. Πριν απο την αναχώρηση μας έκαναν πρόβα τζενεράλε για τη χρήση των σωσιβίων και μετά ξαμολυθήκαμε στο ντέκ, όπου μοσχομύριζαν τα ψητά του μπάρμπεκιου.
Αυτή η ανθρώπινη ουρά των συνόρων, τώρα στεκόταν απειλητική μπροστά απο τις ψησταριές, Νόμιζα πως θα λυποθυμούσα απο το πλήθος, καθότι στο βάθος μου είμαι μια μικρή κοσμόφοβη κυρία. Σκέφτηκα, πως αν αντικρύζω αυτό το πλήθος κάθε πρωί, μεσημέρι και βράδυ, θα αποκαμωθώ απο τη συνάφεια του κόσμου!
Ομως τα πράγματα εξελίχθηκαν καλύτερα, καθώς το πολύβουο πλήθος εξαπλωνόταν καθημερινά σε όλα τα επίπεδα και τα εστιατόρια του πλοίου κι έτσι δεν πέφταμε διαρκώς ο ένας στον άλλον.
Γρήγορα βρήκαμε τη βολή μας κι άρχισε να γίνεται συνήθεια, μια άλλη καθημερινή ρουτίνα το πρωινό, το μεσημεριανό , το απογευματικό ποτό, το βραδυνό και η διασκέδαση.
Ξεχωρίσαμε το lounge, όπου απολαμβάναμε εικόνες στην πλώρη του πλοίου με ένα ποτήρι κρασί τα απογεύματα. Η θέα απο κεί , η θάλασσα σε απόλυτη ηρεμία με τις φάλαινες μόνο να σχίζουν τον Ειρηνικό και να παιχνιδίζουν μεταξύ τους , ήταν απο τις ωριαότερες στιγμές της μέρας.
Τα βράδυα συνήθως τρώγαμε σε καθιστά εστιατόρια με μενού αλα κάρτ, καθώς το σπρώξιμο στους μπουφέδες ήταν ένας προκριμένος εφιάλτης. Παίξαμε στο καζίνο και νικηθήκαμε απο το σύστημα, αλλά γελάσαμε μέχρι δακρύων με τα γλυκά παθήματά μας.
Στο πολύκοσμο αμφιθέταρο των 1000 θέσεων απολαύσαμε μερικά ωραία σόους με παραστάσεις χορού και τσίρκου (σαφώς καλύτερο θέαμα απο τα ξενοδοχεία των ρεζόρτς στα νησιά)
Με τη Νίνα κάναμε τα σπά μας για να περάσουμε δημιουργικά το χρόνο μας. Ο Θάνος και ο Τέντ διάβαζαν συνεχώς, ενώ εμείς ανασύραμε όλα τα περιοδικά της μόδας του χειμώνα. Γιατί πρέπει να ξέρουμε τα μάστ, αλλοιώς τί σόι θηλυκά είμαστε;
Πιάσαμε τρείς σταθμούς στην Αλάσκα (θα ακολουθήσουν αναλυτικές περιγραφές και φωτογραφίες), αλλά τελικά το ταξίδι με το καράβι ήταν μαγικό, καθώς γλυστρούσε ανάμεσα σε δεκάδες φιόρδ και νησάκια, όπου τα έλατα κρεμόνταν μέχρι τα νερά. Οι παιχνιδισμοί των φαλαινών με τα συντριβάνια τους, τα ψαράδικα που κατέπλεαν γύρω μας, η μαγεία της φύσης μάς έκανε να αγνοήσουμε τη μαζικότητα του κρουαζιερόπλοιου και να αφεθούμε στο υπέροχο ταξίδι.
Πάντως, για να καταργήσω και τον τελευταίο μύθο περι κρουαζιέρας, πρέπει να πώ ότι δεν θα προτιμήσω κρουαζιερόπλοιο για τις διακοπές μου στο μέλλον, εκτός κι αν η ιδιαιτερότητα του τόπου το καλεί!
Παρόλα αυτά μου λείπει αυτό το ελαφρό κούνημα του πλοίου και προπάντων η απεραντοσύνη της αιώνιας θάλασσας, που απολάμβανα καθημερινά απο το μπλακόνι της καμπίνας μας!
Η τεράστια πλωτή πολιτεία στο λιμάνι
Η βιομηχανία της κρουαζιέρας καλά κρατεί με τα πολυτελή κρουαζιερόπλοια να αυξάνονται και να πληθύνονται και να κατακυριεύουν τους ωκεανούς. Παρότι τα διαφημιστικά γραφεία μας κατακλύζουν με τις προσφορές , εμείς αντισταθήκαμε επι χρόνια στις σειρήνες.
Ωστόσο, η Αλάσκα φάνταζε πάντοτε σαν ποθητός προορισμός, που μάλιστα δεν κατακτιέται με άλλο μέσον πλην του πλοίου. Ανέκαθεν θέλαμε να φτάσουμε στο παρθένο τοπίο της, αλλά όλο το αναβάλλαμε για το μέλλον. Οταν οι φίλοι μας Νίνα και Θάνος Ψυχογιός το πρότειναν κατα την εδώ επίσκεψή τους, αποφασίσαμε πως αυτή ήταν η ευκαιρία!
Ετσι, αρματωθήκαμε με τα βαλιτσικά μας, πήραμε το αεροπλάνο για Βανκούβερ και φτάσαμε στην αποβάθρα , όπου το το πλοίο μας περίμενε για το μεγάλο αλαργινό ταξίδι.
Φυσικά, περιμέναμε στην ουρά για τα σύνορα (περάσαμε έλεγχο διαβατηρίων καθότι η Αλάσκα ανήκει στις ΗΠΑ), κάναμε τεσκ-ιν και αποκτήσαμε μιά κάρτα-κλειδί για τις καμπίνες μας . Οδεύσαμε στο εσωτερικό του κρουαζιερόπλοιου, που μας περίμενε τεράστιο και πολυτελές να μας πλοηγήσει στην περιπέτεια.
Απλωμένο σε δεκατέσσερις ορόφους, με δέκα εστιατόρια, μπάρ, ντίσκο, μαγαζιά, καζίνο και πολλά καταστήματα, σαφώς δίνει την εντύπωση μιας αμερικάνικης στεριανής πολιτείας. Πισίνες, τζακούζια, σπά, κέντρο αθλητισμού, δε διαφέρει σε τίποτε απο τις αστικές συνήθειες.Το πολυπρόσωπο υπαλληλικό προσωπικό σαν τα μυρμήγκια ανεβοκατέβαιναν να εξυπηρετήσουν τους απαιτητικούς πελάτες.
Η μέρα ήταν λαμπρή και ο κόσμος πλατσούριζε στις πισίνες απολαμβάνοντας τον ήλιο και τη ζέστη. Πριν απο την αναχώρηση μας έκαναν πρόβα τζενεράλε για τη χρήση των σωσιβίων και μετά ξαμολυθήκαμε στο ντέκ, όπου μοσχομύριζαν τα ψητά του μπάρμπεκιου.
Αυτή η ανθρώπινη ουρά των συνόρων, τώρα στεκόταν απειλητική μπροστά απο τις ψησταριές, Νόμιζα πως θα λυποθυμούσα απο το πλήθος, καθότι στο βάθος μου είμαι μια μικρή κοσμόφοβη κυρία. Σκέφτηκα, πως αν αντικρύζω αυτό το πλήθος κάθε πρωί, μεσημέρι και βράδυ, θα αποκαμωθώ απο τη συνάφεια του κόσμου!
Ομως τα πράγματα εξελίχθηκαν καλύτερα, καθώς το πολύβουο πλήθος εξαπλωνόταν καθημερινά σε όλα τα επίπεδα και τα εστιατόρια του πλοίου κι έτσι δεν πέφταμε διαρκώς ο ένας στον άλλον.
Γρήγορα βρήκαμε τη βολή μας κι άρχισε να γίνεται συνήθεια, μια άλλη καθημερινή ρουτίνα το πρωινό, το μεσημεριανό , το απογευματικό ποτό, το βραδυνό και η διασκέδαση.
Ξεχωρίσαμε το lounge, όπου απολαμβάναμε εικόνες στην πλώρη του πλοίου με ένα ποτήρι κρασί τα απογεύματα. Η θέα απο κεί , η θάλασσα σε απόλυτη ηρεμία με τις φάλαινες μόνο να σχίζουν τον Ειρηνικό και να παιχνιδίζουν μεταξύ τους , ήταν απο τις ωριαότερες στιγμές της μέρας.
Τα βράδυα συνήθως τρώγαμε σε καθιστά εστιατόρια με μενού αλα κάρτ, καθώς το σπρώξιμο στους μπουφέδες ήταν ένας προκριμένος εφιάλτης. Παίξαμε στο καζίνο και νικηθήκαμε απο το σύστημα, αλλά γελάσαμε μέχρι δακρύων με τα γλυκά παθήματά μας.
Στο πολύκοσμο αμφιθέταρο των 1000 θέσεων απολαύσαμε μερικά ωραία σόους με παραστάσεις χορού και τσίρκου (σαφώς καλύτερο θέαμα απο τα ξενοδοχεία των ρεζόρτς στα νησιά)
Με τη Νίνα κάναμε τα σπά μας για να περάσουμε δημιουργικά το χρόνο μας. Ο Θάνος και ο Τέντ διάβαζαν συνεχώς, ενώ εμείς ανασύραμε όλα τα περιοδικά της μόδας του χειμώνα. Γιατί πρέπει να ξέρουμε τα μάστ, αλλοιώς τί σόι θηλυκά είμαστε;
Πιάσαμε τρείς σταθμούς στην Αλάσκα (θα ακολουθήσουν αναλυτικές περιγραφές και φωτογραφίες), αλλά τελικά το ταξίδι με το καράβι ήταν μαγικό, καθώς γλυστρούσε ανάμεσα σε δεκάδες φιόρδ και νησάκια, όπου τα έλατα κρεμόνταν μέχρι τα νερά. Οι παιχνιδισμοί των φαλαινών με τα συντριβάνια τους, τα ψαράδικα που κατέπλεαν γύρω μας, η μαγεία της φύσης μάς έκανε να αγνοήσουμε τη μαζικότητα του κρουαζιερόπλοιου και να αφεθούμε στο υπέροχο ταξίδι.
Πάντως, για να καταργήσω και τον τελευταίο μύθο περι κρουαζιέρας, πρέπει να πώ ότι δεν θα προτιμήσω κρουαζιερόπλοιο για τις διακοπές μου στο μέλλον, εκτός κι αν η ιδιαιτερότητα του τόπου το καλεί!
Παρόλα αυτά μου λείπει αυτό το ελαφρό κούνημα του πλοίου και προπάντων η απεραντοσύνη της αιώνιας θάλασσας, που απολάμβανα καθημερινά απο το μπλακόνι της καμπίνας μας!
Η τεράστια πλωτή πολιτεία στο λιμάνι
Μ Με τη Νίνα απολαμβάνουμε τα ζεστά ποτά μας
Το πλοίο Norvegian Sun πλουμιστό με ζωγραφιές
Με την πλώρη σκίζουμετα νερά του Ειρηνικού
Περνάμε απο δεκάδες ελατόφυτα νησάκια
Ο Τέντ ασχολείται με το διάβασμα
Τα παράθυρα προς τη θάλασσα ακόμη και στο σπά
Το αμφιθέταρο των βραδυνών θεαμάτων
Κρυώνοντας ελαφρά στο κατάστρωμα
Στο lounge για το απογευματινό κρασί
Η Νίνα στο μπαλκόνι της καμπίνας
Θάνος και Νίνα στο κατάστρωμα
Η φαντασμαγορική είσοδος του καραβιού, κάτι σα λόμπι ξενοδοχείου
Τα απογέυματα ακούγαμε κλασική μουσική
Ενα απο τα πολλά μπαράκια
Ο ήλιος έπεφτε κι εμείς τον βλέπαμε να χάνεται στα νερά δίπλα μας
Ο Τέντ σε πρόβα σωσιβίου
Ο κόσμος απολάμβανε μπάνια στις πισίνες όσο ο καιρός κρατούσε
Πισίνες και τζακούζια γεμάτα
Κι άλλοι ηλιολουόμενοι στα καταστρώματα
Εχε γειά Βανκούβερ, εμείς πάμε Αλάσκα
Το πλοίο Norvegian Sun πλουμιστό με ζωγραφιές
Με την πλώρη σκίζουμετα νερά του Ειρηνικού
Περνάμε απο δεκάδες ελατόφυτα νησάκια
Ο Τέντ ασχολείται με το διάβασμα
Τα παράθυρα προς τη θάλασσα ακόμη και στο σπά
Το αμφιθέταρο των βραδυνών θεαμάτων
Κρυώνοντας ελαφρά στο κατάστρωμα
Στο lounge για το απογευματινό κρασί
Η Νίνα στο μπαλκόνι της καμπίνας
Θάνος και Νίνα στο κατάστρωμα
Η φαντασμαγορική είσοδος του καραβιού, κάτι σα λόμπι ξενοδοχείου
Τα απογέυματα ακούγαμε κλασική μουσική
Ενα απο τα πολλά μπαράκια
Ο ήλιος έπεφτε κι εμείς τον βλέπαμε να χάνεται στα νερά δίπλα μας
Ο Τέντ σε πρόβα σωσιβίου
Ο κόσμος απολάμβανε μπάνια στις πισίνες όσο ο καιρός κρατούσε
Πισίνες και τζακούζια γεμάτα
Κι άλλοι ηλιολουόμενοι στα καταστρώματα
Εχε γειά Βανκούβερ, εμείς πάμε Αλάσκα