«Aπ’ όσα έκαμα κι απ’ όσα είπα να μη ζητήσουνε να βρουν ποιός ήμουν». (Κωνσταντίνος Καβάφης)
«Aπ’ όσα έκαμα κι απ’ όσα είπα να μη ζητήσουνε να βρουν ποιός ήμουν». (Κωνσταντίνος Καβάφης)
Tuesday, March 2, 2010
Φλογισμένες μνήμες
Της Ιουστίνης Φραγκούλη
"Τα μάτια του είχαν στεγνώσει από τα δάκρυα και έτσουζαν. Ο μεσημεριάτικος ήλιος γυάλιζε τις γυμνές στρογγυλές κορφές των βουνών απέναντι και τις έκανε γλιστερές, μεθυστικές, σαν τα αλαβάστρινα στήθια γυναίκας. Δεν μπόρεσε να μην τη σκεφτεί. Χθες βράδυ δεν μπόρεσε να κλείσει μάτι. Όλη νύχτα στριφογύριζε εφιαλτικά στο στρώμα του. Και, παρόλο που η ψυχή του αιμορραγούσε από τα λόγια της, τα μάτια της Άννας έρχονταν συνέχεια μπροστά του, έτσι όπως τα είδε σε κείνα τα δευτερόλεπτα στη βρύση, και του σάλευαν το μυαλό..." Ο Πάνος, φτωχόπαιδο από το χωριό Αγράμπελη της Ναυπακτίας, έχει βάλει στόχο της ζωής του να σπουδάσει, και μέσα από μύρια βάσανα το πετυχαίνει. Συμμαθητής με την Άννα Βλαντή, κόρη της πιο πλούσιας οικογένειας του χωριού, την ερωτεύεται κρυφά. Ο έρωτας χτυπάει και εκείνης την πόρτα, δεν θέλει όμως να το παραδεχτεί, κι έτσι κάνει τη ζωή του Πάνου πολύ δύσκολη... Η ιστορία που ξετυλίγεται στις "Φλογισμένες πέτρες" της Βάνας Κοντομέρκου καλύπτει τον πόλεμο του '40, την Κατοχή και τον Εμφύλιο. Είναι ένα ζωντανό χρονικό, καθώς τα πάθη της εποχής διαμορφώνουν τους χαρακτήρες. Στο τέλος, όμως, η ανθρωπιά ξετρυπώνει δειλά το πρόσωπο της και σώζει τον κόσμο. Ο πόλεμος, όσο κι αν βγάζει απειλητικά τα δόντια του έχοντας ως συμμάχους του τη βία και την ανυποληψία, το μίσος και τη θηριωδία, είναι αυτός που βγαίνει χαμένος, καθώς η ζωή παίρνει την εκδίκηση της μέσα από τα νιάτα και την ελευθερία του νου.»
Αυτή είναι η περίληψη του οπισθόφυλλου του μυθιστορήματος «Φλογισμένες Πέτρες» της Βάνας Κοντομέρκου, η οποία είχε την τύχη να αναγνωσθεί απο τον Βασίλη Βασιλικό και να απολαύσει του λακωνικού αλλά καίριου προλόγου του στην έκδοση των 600 σελίδων, που κυκλοφόρησε απο τις εκδόσεις Ηλέκτρα το 2008.
Το μυθιστόρημα ξετυλίγεται στην κακοτράχαλη γή της ορεινής Ναυπακτίας κατα τα πέτρινα χρόνια του πολέμου, του εμφυλίου σπαραγμού και των κοινονικών ανισοτήτων. Ο Πάνος και η Αγλαϊα, παιδιά μιας φτωχοφαμελιάς ζούν κάτω απο τη βιαιότητα του μέθυσου πατέρα τους στον απόηχο του πρόωρου θανάτου της μάννας τους.
Η ζωή τους διασταυρώνεται με εκείνη των Βλανταίων, που αποτελούν μεγάλη και περιώνυμη οικογένεια του χωριού Αγράμπελη. Ο Πάνος ερωτεύεται κρυφά την αρχοντοπούλα Αννα εισπράττοντας το χλευασμό της, ενώ η Αγλαϊα αψηφάει την κοινωνική συνθήκη και παντρεύεται τον αριστερόφρονα Αρτέμη της ίδιας οικογένειας.
Η γενναιοδωρία των γυναικών του Βλανταίκου αντιπαρατίθεται με τη μιζέρια των γυναικών της υπαίθρου, που ζούν ρουφώντας τα απομεινάρια της καθημερινότητας της πλούσιας αρχοντικής οικογένειας.
Ο Πάνος θα περάσει απο «του λιναριού τα πάθη» για να φοιτήσει στο γυμνάσιο του Επαχτου χάρη στην πατρική αγάπη ενός τυχόντα. Ο έρωτάς του με την Αννα στα χρόνια του πολέμου θα πέσει στο κενό, καθώς εκείνη μπλέκει με ένα κατοχικό προδότη, ο οποίος την ταπεινώνει στο έπακρο.
Ο εμφύλιος σπαραγμός, όπου ανακινούνται τα παλιά μίση και πάθη των χωριατών, η δίψα για εκίδκηση ενός τσοπάνου του υποστατικού, θα προκαλέσουν τον αλισυδωτό χαμό των αρσενικών της οικογένειας Βλαντή. Η οικογένεια ξεκληρίζεται και μαζί χάνεται το πέτρινο σπιτικό, σύμβολο του πλούτου και της ευημερίας των λίγων.
Ο έρωτας του μορφωμένου και πετυχημένου κοινωνικά Πάνου για την Αννα δεν πεθαίνει ακόμη κι όταν μετά τον πόλεμο εκείνη αναχωρεί για την Αμέρικα. Το μίσος του για τους προδότες συνεχίζει να πλανιέται δεκαετίες μετά τον σπαραγμό. Ο Πάνος ανατριχιάζει στην ιδέα πως ο γιός του ερωτεύθηκε την κόρη ενός γερμανοτσολιά που πρόδωσε, απίστησε, βιαιοπράγησε εναντίον των συγχωριών του αλλά και της πολύτιμης Αννας στα πέτρινα χρόνια του κοινωνικού μίσους.
Η Βάνα Κοντομέρκου αριστοτεχνικά πλέκει το μυθιστόρημα με τα στέρεα υλικά του μύθου, του ιστορικού υπόβαθρου και μιας ηθικής που διαπερνάει τον κορμό όλου του έργου χωρίς να υποβάλει ηθικοπλαστικές προτροπές.
Οι εικόνες της απο την πατρώα γή της Ναυπακτίας είναι θαρρείς ζωγραφιές σε ένα πίνακα, όπου κυριαρχεί το πράσινο σε όλες του τις αποχρώσεις διανθισμένο με τα γάργαρα νερά της περιοχής.
Οι χαρακτήρες κτίζονται αργά και σταθερά, αντέχουν στο χρόνο και τα δεινά που προκύπτουν κυρίως απο την άβυσσο της ανθρώπινης θηριωδίας.
Η Βάνα Κοντομέρκου χωρίς εμπάθεια παρουσιάζει την πιό ευαίσθητη εποχή της Ελλάδας κρατώντας αποστάσεις απο τα γεγονότα και οδηγώντας τον αναγνώστη σε μια κάθαρση μέσα απο την πολυκύμαντη ιστορία των ηρώων της.
Απόλαυσα κάθε λέξη αυτού του μεγάλου έργου, που δυστυχώς δεν έτυχε ευρείας κυκλοφορίας λόγω της περιορισμένης διακίνησης του εκδοτικού οίκου. Ωστόσο, το βιβλίο μπορείτε να το παραγγείλετε απο το βιβλιοπωλείο Ελευθερουδάκης στην ηλετκρονική διεύθυνση http://www.books.gr/ViewShopProduct.aspx?Id=4970534
Το συστήνω ανεπιφύλακτα δηλώνοντας ευθαρσώς ότι είναι ένα απο τα στερεότερα μυθιστορήματα που διάβασα τον τελευταίο καιρό. Αξίζουν πολλά συγχαρητήρια στη συγγραφέα για το έργο, που έγραψε ζώντας μακράν του τόπου της κάπου μακριά στην επίπεδη καρποφόρα γή του Κονέκτικατ.
Νιώθω τυχερή που γνώρισα τη Βάνα Κοντομέρκου μέσω του αγαπημένου φίλου μου Στράτου Δουκάκη. Νιώθω πλήρης που διάβασα αυτό το επικό μυθιστόρημα με μια ανάσα γεμίζοντας τα πνευμόνια μου με την ευωχία της καλής γραφής.
Πολύ ενδιαφέρουσα πρόταση... Σπεύδω να την αξιοποιήσω
ReplyDelete(με την ταυτόχρονη αποστολή της πρωινής μου καλημέρας)
Στις 9 του Δεκέμβρη του 2008, αφού διάβασα το βιβλίο της Βάνας που ομολογώ με γοήτευσε, έγραψα στο άρθρο μου, στην εφημερίδα Εμπρός τούτα τα λόγια:
ReplyDelete«Η Βάνα Κοντομέρκου, είναι μια προικισμένη πεζογράφος της Διασποράς που, ομολογώ δεν γνώριζα. Κι εννοώ ούτε τη γραφή της, ούτε εκείνη προσωπικά,
παρά μόνο μέσα από τη διαδικτυακή μας επικοινωνία.
Η Βάνα, ας μου επιτραπεί τούτη η οικειότητα, είναι από εκείνους τους ανθρώπους που χαράζουν από την πρώτη στιγμή στην καρδιά μας γλυκά μηνύματα και γίνονται -άθελά τους ίσως- διδάχοι του καλύτερου και του ωραίου.
Δεν τους γνωρίζεις προσωπικά, δεν έχεις δει ποτέ τη μορφή τους κι όμως… τους θεωρείς δικούς σου. Κι εδώ δε διστάζω να πω πως είναι ευλογία Θεού το… συναπάντημά μας».
Μένω στην τελευταία σειρά: «Κι εδώ δε διστάζω να πω πως είναι ευλογία Θεού το… συναπάντημά μας» κι αυτό το διαπίστωσα, όταν είχα την τύχη να γνωρίσω, προσωπικά πλέον, τη Βάνα και τον Αντρέα της, στο Κονέκτικατ, αλλά και το περασμένο φθινόπωρο εδώ στην Ελλάδα για να γίνει πράγματι «ευλογία Θεού» το συναπάντημά μας. Από τότε δεθήκαμε με μια αληθινή φιλία και αλήθεια νιώθω τυχερός που αυτοί οι ωραίοι άνθρωποι είναι φίλοι μου αγαπημένοι, που τους αντάμωσα κι αντάλλαξα τόσα μαζί τους.
(Πώς να ξεχάσω τη συνεύρεσή μας, Ιουστίνη, στου Ελευθερουδάκη και τις όμορφες στιγμές που μοιραστήκαμε).
Για τη γραφή της που είναι αξιοθαύμαστη, αν και ανεκμετάλλευτη κατά τη γνώμη μου, γράφεις εσύ, έχουν γράψει (και θα γράψουν) κι άλλοι, εγώ δεν είμαι ο ειδικός.
Μόνο λίγες λέξεις: Αξίζει να διαβάσετε το βιβλίο «Φλογισμένες πέτρες» της Βάνας Κοντομέρκου!!!
Το συστήνω ανεπιφύλακτα δηλώνοντας ευθαρσώς ότι είναι ένα από τα στερεότερα μυθιστορήματα που διάβασα τον τελευταίο καιρό.
ReplyDeleteΑυτή σου η φράση με δικαιώνει… Θυμάσαι που επέμενα;
Καλημέρα στη Θεσσάλονίκη απο ηλιόλουστο Μόντρεαλ. Ναι, προτείνω να το διαβάσετε αυτό το βιβλίο, αξίζει να μείνει στις βιβλιοθήκες ως ορόσημο μιας εποχής που άφησε σημάδια.
ReplyDeleteΜε εκτίμηση και καλώς ορίσατε στο μπλόγκ μου.
Στράτο μου γλυκέ,
ReplyDeleteΓι αυτό σε αναφέρω στο κείμενο, επειδή αποτέλεσες την αφορμή να γνωρίσω τη Βάνα Κοντομέρκου και να διαβάσω το εξαιρετικό της βιβλίο. Χαίρομαι που είναι λογοτέχνις της Διασποράς, άξια των λογοτεχνών της Ελλάδας κι ας παραμένει στα μετόπισθεν.
Βλέπεις, η λογοτεχνία στην πατρίδα είναι ένας εσωστρεφής, πεισματικά αυτιστικός κύκλος.
Φιλί με ηλιαχτίδες
Όταν ήρθε απ' την Ελλάδα η αγαπητή μου Βάνα μου έφερε ένα δώρο, το βιβλιο της, πάνε σχεδόν δυο χρόνια από τότε !2/07 Ομολογώ ότι δεν τα διάβασα αλλά το ρούφηξα, τέτοια πλοκή τέτοιες μνήμες, την συγχαίρω που μονο αυτή είναι ικανή να να τις αποτυπώσει στο χαρτί με τέτοια ζωντάνια και αληθοφάνεια...
ReplyDeleteΜαζί με τον σύζυγό της Ανδρέα το θεωρώ τιμή μου που είναι φίλοι μου
Πάντα με την φιλία μου-μας αγαπητή μου Ιουστίνη
..θα ήταν μεγάλη παράληψη,
ReplyDeleteΙουστίνη μου,
να μη συμπληρώσω κι εδώ,
-μαζί με τις τόσες άλλες φορές που έτυχε να αναφερθώ στην Βάνα, την πανάξια σύζυγο του αγαπητότατου Ανδρέα-
και να επαναλάβω τις πλέον τιμητικές για την γραφή της, απόψεις μου.
Δεν είναι το πρώτο της μυθιστόρημα,βέβαια, κι η γραφή της σφιχτή και καλοπλασμένη, σίγουρα παραβγαίνει με πολλές και πολλούς στην Ελλάδα.
Καιρός είναι να καταλάβουν οι "εκεί"
ότι
υπάρχουν και οι..."εδώ"...
όχι απλώς άξιοι -μα με την απόσταση, την διατήρηση της Γλώσσας, την μηδενική ζήτηση κι ενδιαφέρον αναγνωστικού κοινού, όπου συχνά επιδρούν ανασταλτικά-
είναι δέκα φορές πιο άξιοι!
Βάνα μου, και πάλι συγχαρητήρια,
καλή δραστηριότητα κι εμπνεύσεις.
Πάντα με αγάπη,
Υιώτα Στρατή,
αστοριανή,
ΝΥ
Ευχαριστω Ιουστινη μου για την συσταση του βιβλιου. Θα φροντισω να το προμηθευτω, διοτι το θεμα με αγγιζει πολυ.
ReplyDeleteΦιλια πολλα με λιακαδες αλλα και με συννεφιες..!
Μου θύμισε χίλια πράγματα της άγιας εκείνης γής της ορεινής Ναυπακτίας τα πάθη ,τους καημούς της, αλλά και την αρχοντιά της και την ντομπροσύνη της.
ReplyDeleteΤους ανθρώπους που μπορούν να ατενίζουν και να ζούν με πίστη τον καημό του ονείρου τους.
Αγαπημένε Γαβρίκη.
ReplyDeleteΣυμφωνούμε εν πολλοίς για την ωραιότητα του βιβλίου της Βάνας Κοτνομέρκου. Παραστατικό και υπογραμμιστικό εποχής και ανθρώπινων χαρακτήρων!
Φιλί ηλιόλουστο
Γιώτα μου,
ReplyDeleteΤυχερή η λογοτεχνία της ομογένειας που έχει ακομη γνήσιους λογοτέχνες πουλεύουν τη γλώσσα στην τελειότητά της. Δεν μας αγγίζει η αφυγή και η απόσταση, σωστά;
Κι εσύ είσαι μια απ΄αυτές τις σπάνιες ελληνικές πέννες.
Φιλί με ήλιο
Αγαπημένη Ορφια,
ReplyDeleteΑν σε αγγίζει η περιρρέουσα ατμόσφαιρα, η εποχή, οι χρατκήρες, σίγουρα θα το απολαύσεις το βιβλίο σελίδα σελίδα.
Φιλί με αγιγή ήλιο χωρίς το παραμικρό σύννεφο
Αλμπους καλώς ήλθες στο μπλόγκ μου.
ReplyDeleteΦαίνεται σαν να τόχεις διαβάσει αυτό το κομψοτέχνημα που κρύβει μέσα του ανθρώπους και πατρίδα κακοτράχηλη σε δύσκολους καιρούς.
Σου εύχομαι πάντοτε να διαβάζεις βιβλία αντάξια των προσδοκιών σου.
Χαιρετίσματα απο εαρινό Μόντρεαλ
Καλή μου Ιουστίνη,
ReplyDeleteΗ χαρά είναι απόλυτα δική μου που σε γνώρισα. Θαυμάζω πάντα το ξεχωριστό δημοσιογραφικό και λογοτεχνικό σου ταλέντο, καθώς και την αυθορμητοσύνη και το μπρίο του ζεστού χαρακτήρα σου.
Θέλω να σ'ευχαριστήσω θερμά για την εξαιρετική αξιολόγηση που έκανες στο βιβλίο μου.
Εκτιμώ πολύ το γεγονός, πως παρά το στένεμα του χρόνου που έχεις μεταξύ των ταξιδιών καιτων προσωπικών σου ασχολιών,βρήκες τον καιρό να κάτσεις να το διαβάσεις, να το αγκαλιάσεις με αγάπη, να το νοιώσεις.. Αυτό το τελευταίο, με συγκινείιδιαίτερα, γιατί καταλαβαίνω, πως σε άγγιξε. Είναι πραγματικά μεγάλη ικανοποίηση για μένα να ξέρω, πως τα δάκρυα που έτρεχαν αυθόρμητα και μερικές φορές ανεξέλεγκτα ενώ γράφονταν αυτές οι τραγικές σελίδες, άφησαν την αόρατη στάμπα τους στον αναγνώστη, στο μέτρημα του πόνου της ανθρώπινης ψυχής.
Επίσης, θα ήθελα να ευχαριστήσω
ειλικρινά, τους αγαπητούς μας φίλους, Στράτο Δουκάκη, Γαβρίλη Παναγιωσούλη και Γιώτα Στρατή για τα καλά τους λόγια, που πάντα έγραφαν και γράφουν για το γράψιμό μου. Πρέπει να πω με το χέρι στην καρδιά, πως ο καθένας τους στον τομέα του, είναι αξιόλογος χειριστής της πέννας στην τέχνη του Λόγου. Είτε μένουν στο εξωτερικό, είτε στην Έλλάδα, η φλόγα των συναισθημάτων που αναβλύζει μέσα από τα γραπτά τους και η ομορφιά της γραφής τους, τους κάνει πανάξιους πρεσβευτές του Ελληνισμού παντού.
Έρμαιο Επέκεινα Λερναίας Εμμονής, με το πρωτότυπο ψευδώνυμο, σε σένα, καθώς και στην Όρφια και στον Άλμπους Τζίνιους, σας ευχαριστώ πολύ για το ενδιαφέρον σας για το βιβλίο μου. Ελπίζω να σας ικανοποιήσει. Η εμπειρία της γραφής του, ήταν για μένα παιδεία ζωής.
'Αλμπους Τζίνιους, μήπως κατάγεσαι και συ από αυτά τα Άγια χώματα;
Ιουστίνη μου, και πάλι ένα μεγάλο ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ, για την ωραία φιλοξενία που προσέφερες στο βιβλίου μου μέσω της ανάρτησης του μπλόγκ σου. Καθώς και για όλη την αγάπη σου.
Εύχομαι να είσαι πάντα γερή, λαμπερή, πάντα να χαμογελάς και να δημιουργείς.
Σε φιλώ
Βάνα
Υ.Γ
Καλό ταξίδι. Ρούφηξε τον ήλιο και τις μυρουδιές της γης μας.
Βάνα μου,
ReplyDeleteΔεν έχω καλή σύνδεση γι αυτό δε μπορώ να γράψω κατεβατό. Πάντως, θέλω να ξέρεις πως το βιβλίο σου μού άρεσε γιατί ήταν γραμμένο απο άνθρωπο με ταλέντο και ψυχή.<εχει τη γνησιότητα της προσωπικής εμπειρίας γι αυτό πλουτίζει τα αναγνωστικά μας κενά.
Να γράφεις πάντοτε υπέροχα και να μας ταξιδεύεις με τη λιτή σου έκφραση, την καλοδουλεμένη.
Φιλί της Αθήνας