Tuesday, June 17, 2014

Ξυπόλυτες στην Αμμο με τη μαγική ματιά της δρος Βιβής Κοψιδά-Βρεττού

Παρασκευή Κοψιδά-Βρεττού: Ένα ψυχογράφημα της γυναικείας ενηλικίωσης

 Ευτύχησα να παραδίδω τα πονήματά μου στη δρα Βιβή-Κοψιδά Βρεττού κι εκείνη να τα διαβάζει με τη γνώση και τη γενναιοδωρία της επιστήμης της.Ενα διεισδυτικό κείμενο για το τελευταίο πόνημα, γραμμένο με μαεστρία και φιλολογικό βάθος.

Ξυπόλυτες στην Αμμο: Ενα Ψυχογράφημα της Γυναικείας Ενηλικίωσης!
Της δρος Βιβής Κοψιδά-Βρεττού

Σημειώσεις πάνω στο νέο μυθιστόρημα της Ιουστίνης Φραγκούλη-Αργύρη, Ξυπόλυτες στην άμμο, εκδ. Αρμός, Αθήνα 2014. Η Ιουστίνη Φραγκούλη-Αργύρη, γεννημένη στη Λευκάδα, ζει από το 1989 στον Καναδά και τιμά την πατρίδα της τόσο με το δημοσιογραφικό όσο και με το λογοτεχνικό της έργο αλλά και με την πολυεπίπεδη κοινωνική και πολιτισμική της δραστηριότητα.

 
Πολίτις του κόσμου, με τις εμπειρίες πολλών τόπων και ανθρώπων στην ανήσυχη σκέψη της, μεταμορφώνει αυτό το απείθαρχο υλικό σε υπάκουες ανθρώπινες λογοτεχνικές αφηγήσεις, ξαναγυρίζοντας νοσταλγικά στις μικρές πατρίδες της αφετηρίας της. Οι χρόνοι αλληλοδιαπλέκονται και συνεργούν στην κατανόηση του παρόντος των ηρώων της. Και επιλεκτικά των ηρωίδων της. Ανθρώπινες σχέσεις, φιλίες, προσδοκίες, σχέδια –ένας ιστός καλοδουλεμένων με τη σκέψη και το όνειρο προοπτικών- συγκρούεται με τις ματαιώσεις, τις διαψεύσεις, την παντοδυναμία κάποτε του τυχαίου.

Tο νέο μυθιστόρημα της Ιουστίνης Φραγκούλη-Αργύρη «Ξυπόλυτες στην άμμο» (εκδόσεις Αρμός, Αθήνα 2014), αποτελεί συνέχεια του μυθιστορήματός της «Ψηλά τακούνια για πάντα» (εκδ. Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα 2006 και εκδ. Αρμός, Αθήνα 2014). Θα το χαρακτήριζα ως τη μυθιστορική μετάπλαση του νόστου της συγγραφέως, όχι μονάχα της πατρώας γης, αλλά και των Ψηλών τακουνιών της πρώτης νεότητας, αυτής που γευτήκαμε ανάμεσα στις έξι συμμαθήτριες: τη Τζούλια, τη Νάνσυ, την Έμυ, τη Μαρία, την Αθηνά, την Καίτη, στο τρικυμισμένο χρονικό προς μιαν αιφνίδια και οδυνηρή ενηλικίωση, με την αποτρόπαια αυτοκτονία του Τηλέμαχου Παπαμηνά, του πατέρα της Τζούλιας, τη μέρα ακριβώς της αποφοίτησής τους από το σχολείο του νησιού τους.
Τότε που είχαν αρχίσει να σμιλεύουν με χαρούμενα χρώματα το «έπος» της απελευθέρωσής τους και να αφήνονται στο ονειροπόλημα που ύφαιναν για το μέλλον τους . Έκτοτε μια λίμνη αίματος μέσα στην ηχηρή αντίθεση της λευκής πορσελάνινης μπανιέρας, θ'ανοίξει το διαμέτρημα ενός πελώριου εφιάλτη για τη Τζούλια, που η σκιά του θα βαραίνει τη ζώσα μνήμη όλων τους. Και θα προσθέσει στη ζωή τους, μαζί με του χρόνου τις «έντεχνες» επιλογές, όχι μόνον πρόσωπα και καταστάσεις αλλά και τόπους, περισσότερο ή λιγότερο μακρινούς, εμπλουτίζοντας τον οικείο πολιτισμό του νησιού τους με τις εμπειρίες και τις διαψεύσεις άλλων προσμονών, που προσπαθούν να φιλιώσουν μέσα στους αλλότριους χρόνους τους.

Έξι γυναίκες –με προεξάρχουσα τη Τζούλια- οι πρωταγωνίστριες και στα δυο μυθιστορήματα της συγγραφέως. Συμμαθήτριες και φίλες στο σχολείο, «κολλητές» σε όλη τη μαθητική τους ζωή υπόσχονται τη μέρα της αποφοίτησής τους να μη χαθούν ποτέ και να βρεθούν ξανά όλες μαζί εκεί στη στροφή για τα σαράντα τους χρόνια. Και τότε θα έχουν τόσα πολλά να πουν...
Και πράγματι βρέθηκαν. Στο Κεμπέκ του Καναδά, όπου η Τζούλια, η πληγωμένη καίρια από το αποτρόπαιο τέλος του πατέρα της, φυγαδεύεται αμέσως μετά την οικογενειακή τραγωδία ώστε να μπορέσει να επουλώσει τα ψυχικά της τραύματα και να δημιουργήσει συνθήκες συνέχειας στη ζωή της.

Η συνάντησή τους θα δώσει έξι διαφορετικά σενάρια της ατομικής ενηλικίωσης και ταυτόχρονα το ψυχολογικό οδοιπορικό της συνολικής γυναικείας ενηλικίωσης. Γιατί το έργο της Ιουστίνης Φραγκούλη, Ξυπόλυτες στην άμμο-πέρα από τις συναισθηματικές επιστροφές και τους απολογισμούς ενώπιον του χρόνου-δεν είναι παρά η σπουδή της ωρίμανσης, μια μακρά διάρκεια φεμινιστικής και μάλλον μεταφεμινιστικής αφήγησης, που υπογράφει το ελεγείο των αλληλοδιάδοχων διαψεύσεων.

Σαν χρονικό των διαψεύσεων μοιάζει το μυθιστόρημα, με προεξάρχουσα εμπειρία την ερωτική-συζυγική. Σ'αυτό το πεδίο συγκρούεται η πρώτη παραμυθική σύλληψη του κόσμου των γυναικών με την εμπράγματη αποδοχή του. Πελώρια αντίθεση η ποιητική ιδανίκευση του έρωτα στην εφηβική φαντασίωση με το ανατρεπτικό σκηνικό της πεζής καθημερινότητας της συζυγικής συμβίωσης. Χαοτικές διαφορές χαρακτήρων και προσμονών, ανοίκειες και άφιλες εμπειρίες, αποξένωση, συμβιβασμός. Ανοχή. Ανάκληση στη μνήμη όσων δραματοποιούν τις ζωές τους. Μια εμπειρική ψυχολογία, με διεισδύσεις στα ενδότερα της ψυχής και ερμηνείες , ενοχές και απενοχοποιήσεις κατακλύζει το έργο, καθώς εστιάζει σε ψυχικά συμβάντα και ψυχολογικά τοπία μιας ήσυχα τρωμένης ψυχικής και συναισθηματικής ενδοχώρας.

Oι συμμαθήτριες της Τζούλιας δεν είναι ικανοποιημένες από την αναμέτρηση με τη ζωή και τις προσδοκίες τους. Οι γάμοι τους προπάντων-πέντε διαφορετικά σενάρια-και οι συζυγικές τους σχέσεις έχουν περάσει προ πολλού σε μια προϊούσα κόπωση, που διαβιβρώσκει τα κύτταρα και τα αισθήματά τους και αναρριπίζει συγκρουσιακές καταστάσεις, ανάμεσα στην καριέρα και την οικογένεια, ανάμεσα στα παιδιά και τους συζύγους, ανάμεσα στις συζυγικές και τις αθέμιτες εξωσυζυγικές σχέσεις, με ακραία περίπτωση εκείνη της Καίτης και του φαλλοκράτη συζύγου της γιατρού, σχέση που τελικά θα καταλήξει σε διαζύγιο. Διάχυτος ερωτισμός κατακλύζει τις σελίδες του βιβλίου, πότε με τη μορφή της εφηβικής φαντασίωσης, καθώς οι πενηντάχρονες πια γυναίκες αναμιμνήσκονται τη νεότητα. Και πότε με τη μορφή τυχαίων συναντήσεων και περιστατικών που τις ωθούν να ξαναζήσουν τον έρωτα στην όποια του εκδοχή, αναζητώντας το ξανάνιωμα μιας ζωής που έχει προ πολλού χαθεί στην πλήξη και στην ανυπόφορη frustration.

Ακραία περίπτωση εκείνη της Καίτης και του φαλλοκράτη συζύγου της μεγαλογιατρού, "του άντρα πολλών γυναικών», ένα διαρκές μαρτύριο αναξιοπρέπειας και ταπείνωσης για την Καίτη, που τελικά θα καταλήξει σε διαζύγιο. Και της ασυγκράτητης Νάνσυς, που μετά από κάθε ερωτική περιπέτεια ξαναγυρίζει ανανεωμένη στον στωικό σύζυγο. «Μα ναι, οι άνθρωποι ερωτεύονται, θα πει η Νάνσυ, συναρμολογώντας την ηχηρή ρητορική της γύρω από τον παράνομο έρωτα, «και θεωρούν πως ήρθε το τέλος του κόσμου. Πως μπορούν να ζήσουν αιώνια με το ίδιο ταίρι, πως το πάθος τους θα προσυπογράψει το γάμο τους. Αστεία υπόθεση! Μετά από μια τριετία καταλήγουν να αδιαφορούν ο ένας για τον άλλο, να βαριούνται αφόρητα, καταφεύγοντας στον καναπέ του σαλονιού και βλέποντας τηλεόραση. Όταν έρθουν και τα παιδιά, εκεί ο γάμος γίνεται κανονικό πλυντήριο της αναπαραγωγής...»

Η συνήθεια, και η διαβρωτική πλήξη. Κι αυτό είναι ακόμη ένα από τα στοιχεία που αναδεικνύει η συγγραφέας καθώς πορεύεται εκμυστηρευτικά και ενσυναισθητικά στα μυστικά των ώριμων πια συμμαθητριών: η δραματικότητα της πλήξης. Η απλή διεκπεραίωση της ζωής χωρίς εξάρσεις, προσμονές και κορυφώσεις, η γεωγραφία των ψυχικών συμβάντων της καθημερινότητας, που γίνεται το ευθύγραμμο ψυχογράφημα της πλήξης, ισοδύναμης του καθημερινού θανάτου, όχι της βιολογίας, αλλά ενός διαβρωτικού εμποτίσματος της ψυχής που τιτρώσκει τις βασικές ψυχικές και συναισθηματικές λειτουργίες ακυρώνοντας το νόημα. Και που οδηγεί στην εκ νέου αναζήτηση του έρωτα-του απαγορευμένου έρωτα πια- ο οποίος λειτουργεί ως καθαρτήρια πράξη από την τοξικότητα της καθημερινής τους ζωής.

Σ'αυτή τη φάση της ζωής τους επιθυμούν τη συμφιλίωση με το είναι τους, τη συνδιαλλαγή των αλληλοσυγκρουόμενων χρόνων τους, την ενσυνείδητη αποδοχή της πραγματικότητας του παρόντος, αποκαθαρμένης από βιώματα και χαμένες προσδοκίες. Το νησί τους, ο τόπος που γεννήθηκαν και έζησαν την ανέμελη εφηβεία τους, ο τόπος που βίαια τις ενηλικίωσε, θα επιλεγεί για να παιχτεί το επιλογικό σενάριο της λύτρωσης, αλλά και το καθαρτήριο «τέλος», ο κεντρικός μυθιστορικός στόχος της συγγραφέως, που κινεί πίσω από όλους τους ελάσσονες εγκιβωτισμούς, τον κύριο ρυθμό της «ιστορίας» της.

Όλα τα ψυχικά συμπαρακόλουθα των επιλογών τους θα παρελαύνουν πίσω από ένα διαρκές και αήττητο gros plan που θα φιλοξενεί τις συγκλίνουσες αναμνήσεις τους και κύρια θα εστιάζει στο πελώριο κόκκινο ηφαίστειο της αυτοκτονίας του Τηλέμαχου Παπαμηνά. Η Τζούλια θα επιστρέψει μετά από τριάντα δύο χρόνια ξενιτιάς και κει στη γενέτειρα θα τολμήσει τη λύση και την επώδυνη συμφιλίωση με το παρελθόν της. Έχει, ωστόσο, προηγηθεί μια επίπονη ψυχική προετοιμασία.

Η Τζούλια θα ξεπεράσει τους μακροχρόνιους ενδοιασμούς και τους φόβους της και θ'αρχίσει ψυχοθεραπεία στον Έλληνα ψυχίατρο, κατακτώντας την αυθεντικότητα του υποσυνειδήτου της μέσ'από την ελληνική, τη μητρική της γλώσσα. Ό,τι έχει τραυματίσει ανεπούλωτα την ψυχή της είναι συνυφασμένο με την πατρίδα και τη γλώσσα της, κι αυτές ως μέσον θεραπευτικό μπορούν να την οδηγήσουν στη λύτρωση, στην τελική κάθαρση των παθών της. Οι ψυχολογικές κορυφώσεις, οι εσωτερικοί μονόλογοι, οι διαλογισμοί με το παρελθόν και το παρόν, τα ψυχικά πάθη και η συναισθηματική διατάραξη και η διαρκής σύγκρουση ανάμεσα στην απόφαση και την πράξη, συνθέτουν στην πορεία προς τη λύτρωση, το στημένο πάνω στην ψυχαναλυτική σπουδή ευπαθές σκηνικό των ψυχικών μεταμορφώσεων της πρωταγωνίστριας και των παράλληλων ιστοριών των άλλων γυναικών της μυθιστορικής αφήγησης.

Κορυφαίες στιγμές συναισθηματικής φόρτισης, γνήσιες ψυχαναλυτικές-φροϋδικές οντότητες, είναι τα όνειρα της Τζούλιας, η μεταγραφή και ταυτόχρονα η απελευθέρωση του αιχμάλωτου στις πληγές της υποσυνειδήτου. Είναι η γνωριμία με την προσωπική τραγωδία του πατέρα της, του πρωταγωνιστή της ψυχικής της βασάνου, που δεσπόζει πάντοτε σαν μια κόκκινη αιμάτινη κηλίδα στη σκέψη και στην τέχνη της.

Η συγγραφέας ξέρει να αναγιγνώσκει και να αναλύει την ψυχική ενδοχώρα, παίζοντας με αντιθέσεις και συγκρούσεις, με ισχυρή και ασθενική βούληση, με την ισορροπία και την αυτοκαταστροφή, με τα όρια ανάμεσα στο φυσιολογικό και τις υπερβάσεις του, τις ψυχοπαθολογικές αποκλίσεις του. Ξέρει, επίσης, την ευάλωτη ψυχολογία των ηλικιακών μεταβάσεων, στην οποία ενδίδει με συμβολικές χειρονομίες τόσο περιεκτικές νοήματος! Οι συμμαθήτριες, 32 χρόνια μετά το σχολείο και δέκα χρόνια μετά το ραντεβού με την πρώτη ενηλικίωση στο Κεμπέκ του Καναδά, χαμηλώνουν συμβολιστικά τα τακούνια τους, εγκαταλείποντας τον αισθησιακό ερωτισμό της νεότητας και ακολουθώντας τον στέρεο βηματισμό της ώριμης γυναικείας ενηλικίωσης.

Θα βαδίσουν στις παραλίες του νησιού τους, πάνω στην άμμο ξυπόλυτες, έχοντας βιώσει πολλαπλά πένθη και απώλειες: βιολογικοί θάνατοι γονιών-η μητέρα της Αθηνάς-, νοητικοί θάνατοι-το αλτσχάιμερ της Τζένης Παπαμηνά, της μητέρας της Τζούλιας, θάνατοι της συζυγίας-συμβιβασμοί και διαζύγια, θάνατοι συν-αισθημάτων-η αήττητη ταυτότητα της εφηβείας-. Θα συντροφέψουν τη Τζούλια στην ψυχική της περιπέτεια –προετοιμασία πολλών χρόνων-να αντικρίσει κατάματα την αστείρευτη ροή του κόκκινου αίματος, που θα πραϋνθεί μέσ'από τη σκέπη των κόκκινων τριαντάφυλλων που στεγάζουν στο παραμυθητικό όνειρό της το ζεστό ακόμα σώμα του πατέρα της. Ο γενέθλιος τόπος αναγεννιέται στο συναπάντημά τους εκεί, η συνείδησή τους αποκαθαίρεται γαλήνια από το τυραννικό φορτίο της μνήμης.

Στο καφενείο των Πλατανιών, στη λιμνοθάλασσα, στους Μύλους, στα σοκάκια της γειτονιάς, στον κορυφαία δραματικό μονόλογο των αναμνήσεων της Τζούλιας στο κοιμητήριο, και στον συγκλονιστικό επίλογο στη Δημόσια Βιβλιοθήκη, που θα φιλοξενήσει τη μεγάλη σκηνοθεσία της έκπληξης- επιτομή του θριάμβου της φιλίας και της ανθρώπινης εγγύτητας.

 Και η μικρή Γιολάντα, σύμβολο των ανανεούμενων επιστροφών της ζωής, θα παίζει στο στενό το παραμύθι της παιδικής φαντασίωσης που χρόνια μετά θα μετατρέπεται στους ρεαλισμούς της πραγματικότητας. Και η συγγραφέας θα ζωγραφίζει με την αφηγηματική της μαεστρία και την ψυχική της ενσυναίσθηση το χρονικό αυτών των μεγάλων διαδρομών-που είναι η ίδια η αλήθεια της ανθρώπινης ζωής. Και θα αφήνει στη φιλία και στην ομορφιά της αγάπης το μυστικό της διαφυλικής προσέγγισης, το μυστικό της κάθαρσης από τις τοξίνες της καθημερινής ματαίωσης.

1 comment:

  1. Αυτό το θαύμα της γραφής, αυτός ο χορός των λέξεων. Πόσο τυχερή είμαι Βιβή Κοψιδά-Βρεττού, Πόσο τυεχερή είναι η Λευκάδα που σε έχει!!! Όι λέξεις είναι μικρές για να περιγράψουν την χορευτική ερμηνεία της διλογίας των Συμμαθητριών και της Λευκάδας! Υποκλίνομαι!

    ReplyDelete