Η επιστροφή στην τάξη με
το μαυροπίνακα είναι μια εσωτερική διαδικασία που ανακατεύει μνήμες, φέρνει στο
νού πρόσωπα και σκορπίζει την ομίχλη της λήθης.
Ο Τάσος Κοντομίχης δεν
ήταν απλώς ένας συμμαθητής. Ηταν ο γείτονας στον κήπο των Αγίων Αναργύρων και
τον ένιωθα απο παιδί να βρίσκεται πάντα γύρω μου, πότε κοιτώντας μέσα απο τις
γρίλιες του παράθυρού του, πότε πετώντας τα μικρά πολύχρωμα μπαλάκια του στον
κήπο.
Ο Τάσος ήταν διαρκώς
παρών στη ζωή μου μέσα απο τη σχέση του πατέρα μου με τους γονείς του, Πανταζή
Κοντομίχη φιλόλογο και διαπρεπή συγγραφέα και τη μητέρα του κα Σταματέλου,
επίσης φιλόλογο και αγαπημένη φίλη των γονιών μου.
Ο Τάσος ήταν
μικροσκοπικός εκ φύσεως και προσπαθούσε να περνάει απαρατήρητος στην τάξη. Ηταν ο τύπος του παιδιού που δεν προκαλούσε
καταστάσεις, που έδειχνε επιμέλεια και παρακολουθούσε γύρω του με εκείνα τα
σκούρα πονηρά ματάκια του. Οι ατάκες του όμως έχουν μείνει μνημειώδεις, καθώς
πεταγόταν απο το πουθενά στις μικρές απουσίες των δασκάλων κι έλεγε τα δικά
του, προκαλώντας παράφορο γέλιο στην τάξη.
Ο Τάσος ήταν ένα παιδί
που δεν έκανε παρέα με τα κορίτσια. Είχε τη δική του κλίκα των αγοριών και μας
αγνοούσε επιδεικτικά, χαράσσοντας τα όρια των δύο φύλων. Δεν ανοιγόταν μαζί
μας, δεν έπαιζε κυνηγητό στην αυλή, προσπαθούσε να περιχαρακωθεί στη συνοικία
των αρσενικών.
Ως γιός καθηγητών αλλά
και ως γείτονας του σχολείου είχε πάντοτε την εύνοια των δασκάλων μας αλλά ποτέ μα ποτέ δεν έκανε χρήση,
αποστασιοποιώντας εαυτόν απο τη λαμπρή καταγωγή του. Στην πραγματικότητα , αυτή
η φυσική του σεμνότητα και δειλία μπορεί να εκπήγαζε ακριβώς απο το βαρύ φορτίο
των γονέων του που είχε επικαθήσει στους τρυφερούς τους ώμους απο νωρίς.
Πάντως, τον θυμάμαι για
το οξύ, καυστικό, σαρκαστικό του χιούμορ. Ελεγε με απόλυτη φυσικότητα τα πιό
αστεία πράγματα και παρότι δεν ανήκα στο στενό του κύκλο, έπιαναν τα αυτιά μου
τα κύματα της οξυδέρκειάς του.
Ο Τάσος ακολούθησε το
δρόμο των γονιών του, έγινε φιλόλογος και σήμερα είναι διευθυντής της
Χαραμόγλειας Βιβλιοθήκης, όπου φυλάσσονται τα έργα των Λευκαδίων συγγραφέων και
ποιητών και κάθε τί πολύτιμο γύρω απο τη Λευκάδα.
Συχνά στον επισκέπτομαι
στη Βιβλιοθήκη και μιλάμε επί παντός επιστητού με επίκεντρο κυρίως τη
γενέτειρα. Ο Τάσος αποτελεί ένα σπουδαίο συνομιλητή με εκείνο το καυστικό
χιούμορ του να διαπερνά τα κόκκαλα και να μου θυμίζει τα διαλείμματα όπου τα
αγόρια γύρω του χτυπιόνταν στα γέλια.
Δίπλα του στο θρανίο
καθόταν πολλές φορές ο Πέρις Βλάχος. Α! Ο Πέρις με το ξενικό όνομα, σύντμηση
του Περικλής, ήταν ένα πλάσμα που είχε βγεί καθαρά απο την αριστοκρατική κοπή
της μακαριστής μητέρας του. Πάντοτε ντυμένος με τα ωραία του κοντά παντελόνια ,
τα πόλο του, τα πουκαμισάκια του σίγουρα έδειχνε την αστική καταγωγή του.
Ο Πέρις ήταν πολύ
κοντινός στην οικογένεια γιατί ήμασταν κουμπάροι. Μην με ρωτάς πού και πώς,
αλλά γνωρίζω ότι ο λαμπρός έμπορος παππούς του, Περικλής Βλάχος, αποκαλούσε τη
μητέρα μου «κουμπάρα» κάθε φορά που πήγαινε να ψωνίσει στο μεγαλομπακάλικο.
Ο πατέρας του Πέρι είχε
επίσης εμπορικό κατάστημα στην αγορά, ένα κατάστημα που πουλούσε κι ακόμη
πουλάει είδη γάμου και βάφτισης και το οποίο σήμερα διατηρεί ο αδελφός του
Πέρι, ο Χρήστος. Είχε πάντοτε τις πιό καλοβαλμένες και πρωτότυτες βιτρίνες με
ειδικό ντεκορατέρ που ερχόταν απο την Αθήνα για το στολισμό άνοιξη, καλοκαίρι,
φθινόπωρο, χειμώνα.
Ο Πέρις ήταν σεμνός,
γλυκός, ευγενικός με ένα ύφος που δεν επέτρεπε ούτε καν παρατηρήσεις απο τους
δασκάλους. Ηταν καλός μαθητής ,μου φαίνεται με ιδιαίτερες επιδόσεις στα
μαθηματικά και ποτέ δεν προκαλούσε τη μήνι των συμμαθητών του, συμμετέχοντας
πάντοτε στην παρέα των παιδιών που είχε επιλέξει ως κύκλο του με τη σοβαρότητα
της αστικής καταγωγής του.
Δεν ήταν φλύαρος, μάλλον
λακωνικός θα έλεγα ήταν στο λόγο του. Νομίζω πως η μητέρα του διοργάνωνε σπουδαία
πάρτυ στα γενέθλιά του, στα οποία ποτέ δεν ήμουν καλεσμένη αλλά άκουγα τις
συζητήσεις των άλλων την επόμενη μέρα και ζήλευα.
Ο Πέρις, βέβαια,
κυριολεκτικά απογειωνόταν στον αποκριάτικο χορό του σχολείου. Φορούσε
καταπληκτικές στολές ιππότη, βασιλιά, Ρομπέν των Δασών και γενικά ήταν
προχωρημένος, φένοντας καινούρια ήθη στην σχολική αυλή της επαρχίας. Ηταν ένα
παιδί-μπιμπελό, που το θαύμαζες γιατί δεν ανήκε στα συνηθισμένα. Ηταν
ξεχωριστός και σπάνιος, σκορπίζοντας τον ευγενή αέρα της μητέρας του στον πεπερασμένο
χώρο της μικρής μας πόλης.
Ο Πέρις βρήκε δουλειά
στην Εθνική Τράπεζα κι έτσι έμεινε στην ωραία Λευκάδα. Σήμερα, μετά τη δουλειά του, απολαμβάνει τις μέρες του φωτογραφίζοντας υπέροχα τοπία και κάνοντας
διάφορα ηλεκτρονικά επιτεύγματα.
Είναι ο συμμαθητής που
μας ενώνει όλους και όλες καθώς στην ατζέντα του κυκλοφορούν τα ονόματά μας και
είναι εκείνος που μαζί με τη Λίνα Μασμανίδη οργανώνουν τις συνευρέσεις των
συμμαθητών μας.
Ο Πέρις πάντα θα μου
θυμίζει πως τον θαύμαζα για όσα δεν ήξερε πως έφερνε στην αισθητική μου,
εμπλουτίζοντάς την με την αριστοκρατική παρουσία του!
Ο Καναδός πρωθυπουργός μίλησε για το λαό του Ευαγγελισμού που είναι μια γροθιά, Ι.Φ.
ReplyDeleteΑνάμοικτες εντυπώσεις, Ιουστίνη μου,
έστω κια αργοπορημένη... ξέρει ότι παρακολουθώ κάθε τι που γράφεις, πάντα με την αγάπη μου.
Φιλιά στους.. ωραίους άνδρες της ζωή σου,
Υιώτα και Δημήτρης
ΝΥ