Monday, August 7, 2017

Η Κουλίτσα της Αγάπης



Με πήρε τηλέφωνο Κυριακή μεσημέρι ο Σπύρος. Δεν το απάντησα αλλά όταν είδα το νούμερό του κατάλαβα. Η Κουλίτσα μας είχε φύγει. Ναι η Κουλίτσα, η πιο αγαπημένη φίλη της μαμάς ανελήφθη εις ουρανούς, μου επιβεβαίωσε όταν συνομιλήσαμε αργότερα.

Θα έλεγα ότι η Κουλίτσα μας πέθανε από βαθιά γεράματα, άγγιζε τα 90 ή μπορεί και να τα είχε περάσει. Η Κουλίτσα πέθανε πασπαλισμένη από την άφατη αγάπη της αδελφής της, της Μαρίας Καφαράκη που έμεινε ακοίμητη στο πλευρό της από τον περασμένο Μάρτιο για να απαλύνει τον πόνο της σωματικής φθοράς της.

Η Κούλα Καρύδη ήταν η καλύτερη φίλη της μαμάς μου, ήταν η κολλητή της. Η παιδική μου ζωή άρχισε με την Κουλίτσα γύρω μας, ήταν σα μια αγαπημένη συγγενής μας. Περνούσε σχεδόν καθημερινά από το σπίτι και τα έλεγαν με τη μαμά. Εκείνη πήγαινε για ενέσεις στους άπορους Λευκαδίτες οργώνοντας όλη τη Λευκάδα. Υστερα περνούσε από την εκκλησία , άναβε το κερί της, βοηθούσε αν υπήρχε οποιαδήποτε ανάγκη.

Η Κουλίτσα ήταν ενορίτισσα στο Μητροπολιτικό ναό της Ευαγγελίστριας και ήταν δεμένη με το θείο παπα-Νίκο, τον αδελφό της μαμάς. Θα έλεγα ότι ήταν ένα τρίο που είχαν μεταξύ τους μυστικά, γιατί σιγοψιθύριζαν ανάμεσά τους λόγια κι όταν φτάναμε τα παιδιά έκοβαν την κουβέντα απότομα.Δεν ξέρω τι ακριβώς έλεγαν αλλά αντιλαμβανόμουν ότι αποτελούσαν ένα κονκλάβιο αποφάσεων σχετικά με την εκκλησιαστική ζωή της πόλης μας.

Η Κουλίτσα είχε γνωριστεί με τη μαμά από τα κατηχητικά την εποχή της νεότητάς τους. Εκεί έσμιξαν οι πανέμορφες κοπέλες, η μαμά με τα πράσινα μάτια και η Κουλίτσα με το καταγάλανο βλέμμα. Μόνο που η Κουλίτσα είχε δηλώσει ότι δεν την ενδιέφερε ο γάμος και η οικογένεια, ήθελε να αφιερωθεί στο Θεό, στην Εκκλησία, στην υπηρεσία του απλού ανθρώπου που υπέφερε εκείνα τα φτωχά μεταπολεμικά χρόνια στο στερημένο νησί μας.


Ετσι έκανε πάντα το καλό. Ηταν το ηθικό στήριγμα για αδύναμες γυναίκες, ήταν η παρηγοριά για τους πενθούντες, ήταν εκείνη που μοίραζε τα δέματα στους φτωχούς και στους μη έχοντες. Με έπαιρνε μαζί της και με μάθαινε τον αγώνα της αρετής, της προσφοράς, της γενναιοδωρίας. Μου έλεγε πως θα μου τα έδινε σε δώρα ο Θεός μια μέρα κι εγώ παραπονιόμουν που τα δώρα δεν έφταναν ποτέ στην πόρτα μου κι ας έκανα τα χιλιάδες θελήματα μαζί της. Μου έμαθε την ανιδιοτέλεια, την αγάπη για τον πλησίον, την άδολη προσφορά, την πληθωρικότητα στα συναισθήματα.

Η Κουλίτσα ήταν η δεύτερη μαμά μας, ποτέ δεν ζήλεψε που δεν έκανε οικογένεια, μας είχε οικειοποιηθεί σαν παιδιά της. Μας λάτρευε και μας τόδειχνε με χίλιους τρόπους καθημερινά και προπάντων με το γάργαρο γέλιο της που κάλυπτε όλες τις ζαβολιές μας. Μας δικαιολογούσε στους γονείς μας νουθετώντας μας στα κρυφά, έπαιρνε το ρίσκο να είναι η προστάτις μας στην κοινωνική ζωή μας.

Μας έπαιρνε μαζί της στη θάλασσα και μας έμαθε μπάνιο καθότι ήταν δεινή κολυμβήτρια. Θάλεγα ότι η μεγάλη της αγάπη ήταν  η υγρή αγκαλιά του Ιονίου πελάγους για αυτό δεν έχανε ποτέ ούτε ένα μπάνιο τις μέρες του καλοκαιριού. Τη θυμάμαι με το ωραίο ψάθινο καπέλο της να κάθεται στην παραλία και να μας φωνάζει να βγούμε επιτέλους απ΄τη θάλασσα γιατί θα χάναμε το λεωφορείο.

Η Κουλίτσα είχε δύο επίσης αδελφές. Την Ελένη που έμενε στην Αθήνα και ήταν καθηγήτρια αγγλικών και την Μαρία που είχε φύγει με τον άντρα της Μενέλαο Καφαράκη για μετανάστευση στην ωραία Ουάσιγκτον. Οι φωτογραφίες με την οικογένεια της Μαρίας και τα γράμματα πηγαινοέρχονταν κάθε μήνα Ουάσιγκτον-Λευκάδα και τανάπαλιν. Κι εμείς ακούγαμε αχόρταγα τις ιστορίες των Αμερικάνων.

Εμείς σμίγαμε κάθε καλοκαίρι με τα δυό ανήψια της Κουλίτσας, τον Φίλιππα και το Σπύρο που έρχονταν από την αμερικάνικη πρωτεύουσα και δεν τα ξεχωρίζαμε από τα ξαδέλφια μας. Ηταν τόσο συνεκτική η αγάπη της Κουλίτσας που μας είχε ενώσει με ένα θεϊκό τρόπο στον ιστό μιας μεγάλης αγαπητικής οικογένειας. Είχε το χάρισμα να  δένει τους δικούς της ανθρώπους στο άρμα της με την ευγένεια της ψυχής της. Είχε την ικανότητα να κατακτάει τους συνομιλητές της με εκείνη τη γαλανή ευθύβολη της ματιά που έσταζε χριστιανική αγάπη.

Η Κουλίτσα ήταν η ενσάρκωση της χριστιανικής αλληλεγγύης, της αυταπάρνησης, της προσφοράς στον πλησίον. Και τούτη η αγάπη της δεν ήταν στείρα ούτε κριτική ούτε απαιτητική. Ηταν η αληθινή, η άφοβη αγάπη που έμαθε από το Ευαγγέλιο και τους Μεγάλους Πατέρες της Εκκλησίας.

Αν κλείσω τα μάτια θα τη δω να περπατάει στη Λευκάδα με το αδύναμο από την εγχείρηση πόδι της, να χαιρετάει, να μαθαίνει πού βρίσκονταν οι ανήμποροι για να τρέξει σε συμπαράσταση.

Την λάτρεψα την Κουλίτσα μου για όλα αυτά που με έμαθε με ένα τρόπο χωρίς αγκυλώσεις, πίεση ή συναισθηματικούς εκβιασμούς. Με ένα τρόπο ελεύθερο και γενναίο σαν το ασυμβίβαστο πνεύμα της. Ημουν η αγαπημένη της γιατί ήμουν επαναστάτρια κι αυτό μου το τόνιζε πάντα στις συνομιλίες μας.

Τώρα εκείνη έφυγε στους ουρανούς, αλλά χαίρομαι γιατί πάει να βρεί την αδελφή της την Ελένη και τον υπέροχο γαμπρό της , το Μενέλαο. Πάει να συναντήσει τη μαμά μου , την τσατσούλα της, δηλαδή την αδελφή της… Και θα ξαναβρεθεί με το θείο παπα-Νίκο και τη θειά Δήμητρα , με τον κυρό Μητροπολίτη Νικηφόρο και θα τα πούν εφ όλης της ύλης. Και κανένας πιά δεν θα τους διακόψει… Ισως η Πεταλούδα μου για να της πει το «καλώς όρισες ».

Καλό ταξίδι Κουλίτσα μου και να τους χαιρετήσεις όλους, έναν-έναν με εκείνη την απόλυτη αγάπη, που  μας είχε δέσει και μας είχε κάνει μια μεγάλη αγαπημένη οικογένεια!
Η Ιουστινούλα σου!

No comments:

Post a Comment