Της Ιουστίνης
Φραγκούλη-Αργύρη
“Αν η
υποψία που έχεις, πως ο τάφος
ανήκει στον Φίλιππο, είναι αληθινή -και η χρυσή λάρνακα
ερχόταν να ενισχύσει την ορθότητα αυτής της υποψίας- κράτησες
στα χέρια σου τη λάρνακα με τα οστά του. Είναι απίστευτη και
φοβερή μια τέτοια σκέψη, που μοιάζει εντελώς εξωπραγματική”. Νομίζω πως δεν έχω
δοκιμάσει ποτέ στη ζωή μου τέτοια αναστάτωση, ούτε και θα δοκιμάσω ποτέ
άλλοτε…». (Μ. Ανδρόνικου, Το Χρονικό της Βεργίνας, ΜΙΕΤ, Αθήνα 1997).
Για την προστασία των βασιλικών τάφων
κατασκευάστηκε το 1993 υπόγειο κτίριο που εγκιβωτίζει και προστατεύει τα αρχαία
μνημεία, διατηρώντας σταθερές τις συνθήκες θερμοκρασίας και υγρασίας, πράγμα
απαραίτητο για την διάσωση των τοιχογραφιών.
Το κτίσμα αυτό εξωτερικά έχει τη μορφή χωμάτινου
τύμβου, ενώ στο εσωτερικό του εκτίθενται από το Νοέμβριο του 1997 οι θησαυροί
που βρέθηκαν μέσα στους βασιλικούς τάφους.
Το δέος μπροστά στο θάνατο, η αίγλη της βασιλικής
λάμψης, η συγκίνηση που γεννά το τραγικό τέλος του βασιλικού οίκου των
Τημενιδών, είναι ιδέες σύμφυτες με το χώρο των βασιλικών τάφων των Αιγών.
Οι ιδέες αυτές καθόρισαν το σενάριο της έκθεσης,
ενώ οι βασικές αισθητικές επιλογές στηρίχτηκαν στην αντίληψη ότι σε ένα χώρο
ουδέτερο και σκοτεινό πάμφωτα και θερμά πρέπει να κυριαρχούν μόνο τα αρχαία
αντικείμενα.
Ο επισκέπτης που κατηφορίζει στον υπόγειο χώρο των
τάφων ξεκινά την περιήγησή του με την αναπαράσταση της Μεγάλης Τούμπας, του
μνημείου που σημάδευε τη θέση των βασιλικών ταφών και δεν υπάρχει πια.
Επιτύμβιες στήλες και ευρήματα από τάφους απλών
Μακεδόνων, που μετά το θάνατό τους έγιναν γείτονες του βασιλιά, δίνουν το μέτρο
σύγκρισης.
Ο κατεστραμμένος τάφος του 3ου αιώνα π.Χ., το
γκρεμισμένο ηρώο, τόπος νεκρικής λατρείας των βασιλιάδων, η γοητεία και η θλίψη
που αποπνέει η αρπαγή της Περσεφόνης προετοιμάζουν τον επισκέπτη να προσεγγίσει
το νεκρό βασιλιά.
Τότε έρχεται στο προσκήνιο ο Φίλιππος. Τα λαμπρά
όπλα δίνουν την αίσθηση της δύναμης του ηγεμόνα. Ο σωρός των υπολειμμάτων της
νεκρικής πυράς που βρέθηκαν όλα μαζί ριγμένα επάνω στον τάφο θυμίζει το τραγικό
ολοκαύτωμα και συγχρόνως υπαινίσσεται το πέρασμα σε μία άλλη διάσταση.
Ακολουθεί η χρυσή λάρνακα που περιείχε τα οστά του
αφηρωισμένου βασιλιά Φιλίππου Β΄ και το στεφάνι βελανιδιάς που φορούσε ο
νεκρός. Η χρυσή λάρνακα που ζύγιζε 11 κιλά είναι διακοσμημένη στο κάλυμμά της
με το μακεδονικό αστέρι και στις πλευρές της με φυτικά κοσμήματα και επίθετους
ρόδακες. Το χρυσό στεφάνι βελανιδιάς είναι το πιο βαρύτιμο στεφάνι που σώθηκε
από την ελληνική αρχαιότητα. Αποτελείται από 313 φύλλα και 68 βελανίδια.
Ζυγίζει 714 γραμμάρια.
Στον ίδιο χώρο βρίσκεται η χρυσή λάρνακα με τα
οστά της βασιλικής συζύγου και το χρυσοκέντητο ύφασμα που τα τύλιγε, και οι δυο
χρυσελεφάντινες κλίνες, διαχρονικοί μάρτυρες των λαμπρών βασιλικών συμποσίων.
Οι κλίνες, που ήταν χρηστικά αντικείμενα, είχαν
σκελετό από ξύλο και ήταν πλούσια διακοσμημένες με ελεφαντόδοντο, γυαλί και
χρυσό. Κατασκευασμένες από το χέρι σπουδαίων αρχαίων καλλιτεχνών, αποτελούν δύο
μοναδικά αριστουργήματα της ελληνικής μικροτεχνίας. Στην κλίνη του θαλάμου, στη
ζωφόρο της μακριάς πλευράς, υπάρχει ανάγλυφη παράσταση βασιλικού κυνηγιού, στο
οποίο συμμετέχει ο ίδιος ο Φίλιππος και ο νεαρός γιός του Αλέξανδρος μαζί με
Μακεδόνες αυλικούς.
Στην κλίνη του προθαλάμου, που ήταν διακοσμημένη
με ελεφαντοστέινα ανάγλυφα, σε όλες της τις πλευρές, στις μεγάλες ζωφόρους
παριστάνονταν μάχες Ελλήνων και βαρβάρων. Με τη συμμετοχή ενός πολύ σημαντικού
σύγχρονου ΄Ελληνα καλλιτέχνη, του Χρήστου Μποκόρου, τα αριστουργήματα αυτά που
είχαν εντελώς διαλυθεί, ανασυντέθηκαν σε φυσικό μέγεθος και παρουσιάζονται στο
κοινό.
Στην τελευταία ενότητα της έκθεσης συναντά
κανείς τα ευρήματα από τον τάφο ΙΙΙ, που ανήκει πιθανότατα στον Αλέξανδρο Δ΄,
τον γιό του Μεγαλέξανδρου και της Ρωξάνης, που δολοφονήθηκε από τον Κάσσανδρο
το 310 π.Χ.
Στο επίκεντρο βρίσκεται η ασημένια τεφροδόχος με
τα οστά του νεαρού νεκρού, πλαισιωμένη από τα αριστουργηματικά ελεφαντοστέινα
ανάγλυφα της κλίνης.
Η μυθική αρχιτεκτονική των τάφων του Φιλίππου και του νεαρού
εφήβου (λένε πως ήταν εγγονός του Μεγάλου Αλεξάδνρου), τα σημάδια του
ατέλειωτου πλούτου σφραγισμένου με τις
χρυσές οστεοθήκες μα και τα στεφάνια και τα κοσμήματα, βρίσκονται εκεί για να
διατρανώνουν σε όλους πως η Μακεδονία είναι ελληνική καθώς όλες οι επιγραφές
είναι γραμμένες στην αρχαιοελληνική γλώσσα.
Αντιγράφω από τον χώρο των ευρημάτων για να δοθεί η πλήρης εικόνα της
διαδικασίας της ταφής των Μακεδόνων βασιλέων:
‘Σύμφωνα με την αρχαία παράδοση, που στις Αιγές ήταν ακόμη ζωντανή τον 4ο
προχριστιανικό αιώνα, ο νεκρός βασιλιάς, όπως και οι ήρωες του Ομήρου, κάηκε σε
μεγαλοπρεπή νεκρική πυρά. Τα υπολείμματά της, μιαρά και ιερά συγχρόνως αφού
ανήκαν στο νεκρό, ρίχτηκαν, όπως ήταν συνήθεια, επάνω από τον τάφο και μας
δίνουν μια εικόνα εντυπωσιακής χλιδής που και μόνο αυτή θα έφτανε για να
αποδείξει πως ο νεκρός ήταν «έξοχος άλλων».
Επάνω σε πόδια απο ωμά πλιθιά επιχρισμένα με λευκό κονίαμα, στήθηκε
μνημειώδες ξύλ
Μετά την καύση τα οστά του νεκρού συγκεντρώθηκαν προσεκτικά, πλύθηκαν με
κρασί και τυλιγμένα σε πορφύρα εναποτέθηκαν σε λάρνακα χρυσή μαζί με το
στεφάνι. Η λάρνακα ασφαλίστηκε σε μαρμάρινη σαρκοφάγο, η βαριά πόρτα έκλεισε
και ο τάφος σφραγίστηκε για πάντα.
Το θνητό σώμα παραδίδεται στις φλόγες. Το πυρ εξαγνίζει καταλύοντας ό,τι
φθαρτό. Σαν άλλος Ηρακλής ο νεκρός περνά στη σφαίρα του άφθαρτου, στον κόσμο των
θεών και των ηρώων. Τα δώρα των ζωντανών, τα ρούχα του, τα όπλα του, τα
στολίδια του, ό,τι αγάπησε και και ό,τι χρειάστηκε στη γήινη ζωή του, τον
ακολουθούν στην πυρά. Η φωτιά έχει τη δύναμη να μετουσιώνει. Μέσα από το
ολοκαύτωμα τα υλικά αντικείμενα μπορούν να παραδοθούν και πάλι χρήσιμα σε αυτόν
που πέρασε στην άλλη μεριά.
Η μεγαλοπρέπεια της τελετής συνεπαίρνει το πλήθος, η κηδεία του εκλεκτού
του αρχηγού, γίνεται υπόθεση όλων, το κοινό πένθος, ο θρήνος, ο πόνος που όλοι
μοιράζονται οδηγεί στην κάθαρση, ο νεκρός γίνεται πρότυπο, σημείο αναφοράς,
πόλος επανασύνδεσης των μελών της ομάδας. Απομένουν εκείνοι που έχασαν άνθρωπο
δικό τους αγαπημένο, απομένει το δάκρυ τους και ο αναστεναγμός τους»
No comments:
Post a Comment