Ο θάνατος του Ντέιβιντ Μπόουι με ταρακούνησε γερά, καθώς συνειδητοποιώ ότι ένας-ένας χάνονται όλοι αυτοί που έκτισαν την μουσική πραγματικότητα της δικής μας γενιάς, μιας γενιάς που ρόκεψε ακόμη κι αν βρισκόταν στην Ελλάδα της επαρχίας.
Θα ξεκινήσω τις μουσικές
μου θύμησες απο νωρίς. Στο σπίτι- ευτυχώς- η μαμά άκουγε στο ραδιόφωνο τα
μελωμένα τραγούδια της εποχής της, Αττίκ. Βέμπω, Κλειώ Δενάδρου κλπ, που
κυριολεκτικά με αηδίαζαν ως παιδάκι. Εκείνη παρατούσε τις δουλειές και στηνόταν
δίπλα στο ραδιόφωνο αν κάποιο απο τα τραγούδια της άρεσε πολύ. Κι εγώ έτρεχα στο
στενό να παίξω κρυφτούλι.
Βέβαια, σε σύγκριση με
τα δημοτικά που έπαιζαν άλλα ραδιόφωνα της γειτονιάς, σαφώς ήμασταν κερδισμένα
ως παιδιά στα ακούσματά μας, δεδομένου πως η επαρχία προσέφερε αυστηρώς τους
περιφερειακούς σταθμούς της πάλαι ποτέ ΕΡΤ και ΥΕΝΕΔ.
Πάντως, η μουσική έκανε
πραγματική εισβολή στο σπίτι μας, όταν ο πατερούλης αγόρασε το πρώτο
στερεοφωνικό National Panasonic, ένα υπέροχο μηχάνημα που διέθετε ραδιόφωνο και πικ-άπ
σε 32,45 και 33 1/3 στροφές. Το στέρεο ήρθε απο τα καράβια μέσω του ξαδέφλου
Κωτσοπάτσου που δούλευε εκεί απο πολύ νωρίς και έκανε τη γετονιά να τρέμει απο
τα ντεσιμπέλ.
Οταν εγκαταστάθηκε το
στέρεο στο δωμάτιο του αδελφού μου (πάντοτε προνομιούχος ο μοναχογιός της
οικογένειας) στη γειτονιά (1968) έγινε χαρά μεγάλη, καθώς ήμασταν η πρώτη
οικογένεια που διέθετε ηχητικό μηχάνημα τελευταίας τεχνολογίας.
Ο πρώτος δίσκος 33 1/3
στροφών ήταν ένα άλμπουμ του Κώστα Χατζή το «Αναγέννησις Αλόννησος» σε μουσική
και ενορχήστρωση του ίδιου. Απο το «Βρε
δε βαριέσαι αδελφέ», μέχρι τον «Στρατή» , ο δίσκος έλιωσε καθώς τον παίζαμε
νυχθημερόν αναστενάζοντας με την μουσική και τους υπέροχους στίχους της Σωτηρίας Τσώτου.
Εκτοτε και για μια
πενταετία, μέχρι τα μέσα της εφηβείας μας δηλαδή δεν πάτησε ελληνικός δίσκος
στο σπίτι μας. Χωμένοι βαθειά στη ρόκ (πού την είχαμε μάθει μην με ρωτάς) από
το στέρεο και την βελόνα που καθαρίζαμε με θρησκευτική ευλάβεια πέρασαν μόνο οι
“Beatles”, “Creedence Clearwater Revival”, “Eagles”, “Rolling Stones”, Tom Jones, Bob Dylan, Janice Joplin και άλλα ονόματα της εποχής. Πλαστήκαμε
ροκάδες με τρομερή αφοσίωση στους στίχους και τις μουσικές των Αμερικανών και
των Αγγλων πρωτοπόρων. Τα αυτιά μας ολόκλειστα σε όλα τα ελληνικά ακούσματα της
εποχής, που ήταν του νέου κύματος.
Γύρω στα 1973 περίπου
μπήκε στη ζωή μου και στα μουσικά μου ακούσματα ο Διονύσης Σαββόπουλος με το «Φορτηγό
του». Τον ανακάλυψα στο σπίτι του ξαδέλφου μου του Κωτσομώτσου στην Αθήνα κι
έγινε ο μουσικός προφήτης μου. Ολοι οι δίσκοι του Σαββόπουλου αγοράστηκαν στο
σπιτικό μας απο τον Αποστόλη κυρίως, που κι εκείνος περίπου ταυτόχρονα είχε
γνωρίσει τη ροκιά και την βαθειά στιχουργική παρεμβατική δύναμη του Διονύση.
Μετά βίας ακούγαμε τα
ροκ εν ρόλ του Πασχάλη και των συγκροτημάτων της εποχής, κυρίως στους εφηβικούς
χορούς του Λυκείου εκεί στο λαμπρό περίπτερο του Κάστρου, όπου γνωρίσαμε το
πρώτο σφιχταγκάλιαμα με τα μπλούζάκια...κάτω απο τη νεανική ορχήστρα και την
κιθάρα –φωνητικά Ανδρέα Σγουρόπουλου.
Ετσι πέρασαν τα γυμνασιακά
χρόνια, αγνοώντας επιδεικτικά τους Πουλόπουλους και τους Βιολάρηδες της εποχής
μας και περιφρονώντας μετά βδελυγμίας Καζαντζίδη, Μαρινέλλα, Χιώτη, Τσιτσάνη...
Ωσπου μπήκαμε στο πανεπιστήμιο
και άρχισε η λαμπρή περίοδος των ντισκοτέκ. Εκεί μάθαμε το ρυθμό των καρεκλάδικων
και των φάνκυ τραγουδιών, απο James Brown μέχρι Donna Summers κλπ., που έκαναν τα καλοκαιρινά βράδυα στις μοναδικές ντίσκο του Κοτουλα
και του Σπαγέτου να απογειώνουν τα όνειρά μας. Παραθέτω ορισμένες επιτυχίες της
εποχής μας.
Kurtis Blow – The breaks James Brown – Sex machine
Strech – Why did you do it
Sugarhill gang – Rapper’s delight
Indeep – Last night a dj saved my life
George Clinton – We got the funk
B.T.Express – Do it (till you’re satisfied)
Wild Cherry – Play that funky music
The Gap band – Burn Rubber
Grandmaster Flash – The message
Την ίδια περίοδο μάθαμε
να χορεύουμε τα κολλητά των Γάλλων και των Ιταλών. Ε! Ναι το στέρεο που τώρα
είχε μεταφερθεί στην Αθήνα των σπουδών μας αναστέναζε με Adamo, Christophe, Joe Dassin, Albano και λοιπά τραγούδια του φεστιβάλ του Σαν Ρέμο. Ημουν βαθειά χωμένη σε
έρωτους ανεκπλήρωτους και μουσικές που τους κατασκεύαζαν μεγαλύτερους στην
καρδιά και το μυαλό μου.
Ετσι πέρασαν τα
φοιτητικά χρόνια με τους”Doors” και τους Fleedwood Mac να συμπληρώνουν τη ροκιά μου. Θάλεγα ότι
στα μέσα της φοιτητικής ζωής μας εισέβαλαν κανονικά οι Pink Floyd, Scorpions, οι Dire Straights, SuperTramp και άλλα συγκροτήματα της εποχής, που έπαιζαν στο
ιστορικό πικάπ της νεότητας συνεχώς και αδιαλείπτως, τρελαίνοντας τους γείτονες
στην πολυκατοικία.
Εκείνη την περίοδο γνώρισα
τον Elton John, Bryan Adams, David Bowie, Phil Collins, με καθένα απ΄αυτούς να καταλαμβάνει μια τεράστια μερίδα στα ακούσματα και
την καρδιά μου.
Την ίδια εποχή ανακάλυψα
τον Μάνο Χατζηδάκι, το Μίκη Θεοδωράκη, τον Σταύρο Ξαρχάκο και άλλους μέγιστους Ελληνες
συνθέτες που έβγαζαν την επαναστατικότητα, την κρυμμένη μέχρι το 74 κάτω απο το
μαύρο πέπλο της Χούντας.
Το τέλος των φοιτητικών
χρόνων με βρήκε να λιώνω σε ολονύκτια πάρτυ, γνωρίζοντας τις βαθειές ελληνικές
παρουσίες: Καζαντζίδης, Τσιτσάνης, Χιώτης, Βαμβακάρης έγιναν οι καινούριοι
μουσικοί θεοί μου. Η ροκιά μου πέρασε σε μια άλλη πιό αυθεντική φάση που την
είχα αρνηθεί όλα τα χρόνια της εφηβείας.
Μετά άρχισα να εργάζομαι
στην εφημερίδα Πρώτη όπου έγραφα το μουσικό ρεπορτάζ κι έτσι γνώρισα κι έκανα
συνεντεύξεις με όλα τα ινδάλματα τους ξένου μουσικού ρεπερτορίου της εποχής
χτιζοντας ένα προσωπικό θησυαρό. Παράλληλα ευλογήθηκα να πάρω συνεντεύξεις απο
όλα τα ιερά τέρατα της Ελληνικής μουσικής σκηνής ( Χατζηδάκι, Θεοδωράκη, Μούτση
κλπ), ενώ μέσα μου αναβίωνε μια νοσταλγία για όσα ακούσματα είχα χάσει λόγω
ροκιάς. Ετσι μέσα μου γεννήθηκε ξαφνικά η αγάπη για το ρετρό Νέο Κύμα της
μπαλάντας και των μπουάτ.Ξεχώρισα εξ αρχής και λάτρεψα την Αρλέτα.
Τα τέλη του 80 κύλησαν
με εναλλαγές στα μουσικά μου ακούσματα, με πρωταγωνιστή τώρα τον Bob Marley, τον οποίο μου είχε διδάξει ο ξάδελφος Νιόνιος. Βέβαια ο Michael Jackson και η Madonna σημάδεψαν την μουσική μου λίμπιντο.
Κι απο ελληνικά είχα
πρόσβαση σε δισκογραφικές εταιρείες, μουσικές και συνεντεύξεις ξεχωρίζοντας ευθαρσώς
τον Δήμο Μούτση, τον Μάριο Τόκα, τα Κατσιμιχάκια, την Αλκηστι Πρωτοψάλτη, και λοιπούς μουσικούς της περιόδου με φόντο
πάντα την Χαρούλα Αλεξίου και τον Γιώργο Νταλάρα.
Ζώντας στον Καναδά απο
την αρχή του 90 μέχρι σήμερα, έπαψα σχεδόν να ακούω ξένα τραγούδια κι άρχισα να
επανακαλύπτω την ελληνική μουσική. Η Χαρούλα Αλεξίου στα τραγούδια του Νίκου Αντύπα,
ο Γιώργος Νταλάρας με τις μεταλλάξεις του, η Αλκηστις με τους δίσκους σε
μουσική Κραουνάκη και στίχους Νικολακοπούλου, ο Λαυρέντης Μαχαιρίτσας
αποτέλεσαν παραμυθία στον ξένο τόπο.
Σήμερα ακούω μόνον Adelle και όλα τα καλά ελληνικά τραγούδια, που δεν έχουν
ηλικία!!! Μισώ θανάσιμα όλη αυτή τη γλυκανάλατη μουσική μπαλάντα της Αμερικής
που εκφράζεται απο Celine Dion μέχρι Mariah Carey. Φυσικά στα στικάκια μου παίρνω πάντα μαζί μου τον Bowie, Jagger, Collins, Adams, κλπ που αποτελούν μέρος
αναπόσταστο της ιστορικής μου μνήμης και που δεν αντικαθίστανται με κανένα νέο
μουσικό ρεύμα.
Ακούω και ραπ καθώς
θεωρώ πως είναι η μόνη γνήσια αυθεντική μουσική έκφραση τη Βόρειας Αμερικής αλλά
και γιατί μόνο αυτά τα cds προσφέρονται απο τον Αλεξ στα στερεοφωνικά των αυτοκινήτων μας.
Πάντως, θέλω να πώ ότι
όλη αυτή την μουσική πληρότητα και ευφορία τη χρωστάω σε εκείνο το γυαλιστερό
γκρί στέρεο National Panasonic της Λευκάδας. Εκεί παίξαμε τις μουσικές του κόσμου,
προσκαλώντας κι άλλους πολλούς φίλους στις μουσικές μας!!!
Χρόνια λατρεμένα!
Justinaki!!!
Συχνά -πολύ συχνά θα έλεγα, αφού ζω με τα τραγούδια- ανοίγω κι εγώ το μουσικό κουτί των αναμνήσεων και μια μια πετάγονται έξω οι μελωδίες που μας συντρόφευαν και τότε. Φέρνουν το χτες στο παρόν, αναποδογυρίζοντας ημερολόγια και χρόνους. Το κάθε τραγούδι και μια ιστορία, έναν έρωτα, μια απογοήτευση, ένα μακρόσυρτο «αχ»... Ταξιδεύει ο νους, φίλη μου, με όχημα τη μουσική και γίνεται ένα τραγούδι δρόμος που καθρεφτίζει κάτι από τη ζωή του καθενός μας.
ReplyDelete«Τη μουσική μας πληρότητα» όλοι μας κάπου τη χρωστάμε…
Και διαπιστώνω, αγαπημένη μου Ιουστίνη, πως η μουσική μας συγγένεια είναι… εμφανής!
Ναι, πόσο ποιητικά τα λες όπως τα έγραφες και στα χρονογραφήματα. Πάντως, εμείς είμαστε δεμένοι με μια εκλεκτική συγγένεια, είτε προέρχεται από την αποδημία,είτε από τις λέξεις είτε από τις μουσικές.
ReplyDeleteΧαίρε από χιονισμένο ολόλευκο Μόντρεαλ!
...τρομερή!!!!!!!!!
ReplyDeleteκαι σε αγαπούμε.
Φιλιά
Υιώτα-Δημήτρης
ΝΥ