Μεγάλωσα ακούγοντας κάθε χρόνια στα γενέθλιά μου την ίδια ιστορία. Η μαμά ανήμερα στα γενέθλιά μου αναθυμόταν τη γέννησή μου, που μάλλον την έζησε με αγωνία καθώς την ίδια μέρα κοιλοπονούσε και η Μέλπω Μελά γυναίκα του Μάκη Μελά και συνοδοιπόρος της στις βόλτες.
Ναι, η μαμή έφυγε
βιαστική να προλάβει τη Μέλπω γιατί κοιλοπονούσε το πρώτο της παιδί και όφειλε
να της δώσει χρόνο… Η μαμά μου μπορούσε να περιμένει. Έτσι έγιναν τα γεγονότα,
η Μέλπω έτεκεν πρώτη τη Νανά στις 30 Ιουλίου και μετά η μαμή έτρεξε στο σπίτι μας
να προλάβει τη δική μου γέννα, μια γέννα που κατέληξε να ολοκληρωθεί στις 5 τα
χαράματα της 31ης Ιουλίου.
Δυό κοριτσάκια γεννήθηκαν
την ίδια νύχτα, η Νανά Μελά πλην ολοκληρωθεί ο κύκλος της 30ης
Ιουλίου και η αφεντιά μου με το χάραμα της
επόμενης 31ης Ιουλίου. Το Μελέικο υποδέχτηκε την πρωτόγεννη κόρη με ενθουσιασμό
(άλλωστε είχαν εμπορικό και μπορούσαν να την προικίσουν) ενώ το δικό μας σπιτικό δέχτηκε το δεύτερο
παιδί γένους θηλυκού, εμένα δηλαδή, με
δισταγμό προκαλώντας απογοήτευση στους πατρικούς συγγενείς μας.
Η Νανά, λοιπόν, ως μύθος
υπήρξε στη ζωή μου και προ της γέννησής μου, καθότι αυτή η ιστορία της διπλής
γέννησης με την ίδια μαμή ήρθε κι έδεσε τις
δύο μαμάδες , τη Μέλπω και τη Μαρία, που μας έβγαζαν βόλτες με τα καροτσάκια μας
στην παραλία, όπως συχνά τις άκουσα να διηγούνται μη χορταίνοντας αυτή την
υπέροχη ιστορία τους.
Η Νανά, επειδή το σπίτι της
βρισκόταν στην παραλία, πήγε στο Δεύτερο Δημοτικό Σχολείο Λευκάδας κι έτσι δεν
είχαμε επαφές στην πρώιμη σχολική ηλικία. Θυμάμαι βέβαια το όμορφο κοριτσάκι
που συναντούσαμε στο δρόμο συχνά με τις μαμάδες να μας θυμίζουν πως είχαμε
γεννηθεί την ίδια βραδυά.
Ύστερα μεγαλώσαμε και
πήγαμε στο Γυμνάσιο Θηλέων Λευκάδας, κοντά στο Μητροπολιτικό ναό της Λευκάδας.
Η Νανά λόγω Μ και δικού μου Φ στο
επίθετο, βρέθηκε στο δεύτερο τμήμα της ίδια τάξης. Αλλά πρέπει να πω ότι εμείς
τα κορίτσια του πρώτου δημοτικού ήμασταν κάπως πιο συντηρητικά από εκείνα της παραλίας
και μια απόσταση μεγάλη μας χώριζε, που δεν ήταν ταξική ούτε κοινωνική αλλά μια
απόσταση διαφορετικής νοοτροπίας. Η Νέλλη, η Δήμητρα και η Νανά ήταν πιο μοντέρνες,
πιο προχωρημένες στο λουκ αλλά και στη στάση ζωής.
Η Νανά μεγάλωνε και
ομόρφαινε, το πιο όμορφο στοιχείο του προσώπου της -εκτός από τα πράσινα μεγάλα
μάτια της- είναι τα ζυγωματικά της που έκαναν το πρόσωπό της να μοιάζει με
κουκλίστικο. Το σώμα της ήταν υπέροχο σαν της ελαφίνας και τα πόδια της ήταν
χυτά και σμιλεμένα σαν από γλύπτη.
Η Νανά επιπλέον ντυνόταν
και σούπερ μοντέρνα καθότι ο πατέρας της είχε τους Νεωτερισμούς Μελάς, ένα
μαγαζί που εκείνη μετέτρεψε σε οίκο μόδας φέρνοντας καινούρια κοριτσίστικα και
νεανικά ρούχα. Επιπλέον, κλεισμένη στη μπλε ποδιά, ήταν εκείνη που αποφάσισε να
κάνει ρήξη με το κατεστημένο εισάγοντας τις ποδιές του Γιάννη Τσεκλένη στη
Λευκάδα και καθιερώνοντας ένα στυλ πιο μοδάτο από εκείνες τις βαρετές στολές της
σχολικής μας εφηβείας.
Δεν θα έλεγα ότι είχαμε
ιδιαίτερη χημεία, παρότι μας έδενε εκείνη η καλοθύμητη ιστορία της γέννησης την
ίδια νύχτα. Μάλλον, η Νανά με έβλεπε ως βαρετή καλή μαθήτρια, που προφανώς θα
την ενοχλούσε καθώς εκείνη είχε αναπτύξει ένα πνεύμα πιο ελεύθερο κι ανάλαφρο από
το δικό μου.
Ώσπου στην Τετάρτη
Γυμνασίου η κα Ρουμπίνα, που λάτρευε τη Νανά έτσι για την ομορφιά της και την
τσακπινιά της (μου το έχει ομολογήσει η ίδια) έβαλε τη Νανά να καθήσει στο ίδιο
θρανίο με μένα κάνοντας τα στραβά μάτια αν της υπαγόρευα τις απαντήσεις στα Αρχαία
και τα Νέα. Η Νανά πήγαινε φροντιστήριο στον μακαρίτη τον Τάκη Προδρομίτη και
ήταν πάντα προετοιμασμένη για το επόμενο κεφάλαιο των Αρχαίων με όλες τις άγνωστες
λέξεις και τη μετάφραση γραμμένα. Η Νανά μου άνοιγε το τετράδιό της στο οποίο
εκείνη δεν έδινε σημασία κι εγώ άρπαζα τις γνώσεις κι όταν χρειαζόταν βοήθεια της
ψιθύριζα τις απαντήσεις. Έτσι, αρχίσαμε η μια να συμπληρώνει την άλλη και να
γινόμαστε αλληλοαπαραίτητες.
Η Νανά ήταν όμορφη,
όμορφη, όμορφη. Σου κοβόταν η ανάσα να την βλέπεις ακόμη και μέσα στην χαριτωμένη
ποδιά του Τσεκλένη. Έκανε όλα τα αγόρια να την ποθούν και να την φλερτάρουν.
Εγώ ήμουν ακόμη χρυσαλλίδα με μαλλιά
αλογορουρά κι ένα λίγο αγορίστικο στυλάκι. Θαύμαζα τη θηλυκότητα της Νανάς, που
είχε μεγάλη επίδραση στον αρσενικό πληθυσμό της Λευκάδας και έξω από αυτήν.
΄’Ωσπου την είδε και την
ερωτεύθηκε ο Κώστας Μπίλίρης, τότε υπάλληλος του ΟΤΕ, που ξημεροβραδιαζόταν στο
παράθυρο απέναντι από το Γυμνάσιο για την ομορφιά της. Την αγάπησε, τον αγάπησε
και παντρεύτηκαν νωρίς όταν η Νανά ήταν δεν ήταν 21 χρόνων.
Η Νανά και ο Κώστας
είναι ένα λατρεμένο ζευγάρι που έδωσαν ζωή στην Μελίνα και την Ανδριανή. Είναι
αιώνιοι έφηβοι και γιορτάζουν καθημερινά εκείνη τη μαγική γειτνίαση που τους ένωσε
και τους κρατάει αγαπημένους μέχρι σήμερα.΄Μας επισκέφθηκαν πριν από χρόνια στο
Μοντρεάλ κι εξαντλήσαμε την ομορφιά της Βόρειας Αμερικής μαζί!
Μετά από 60 χρόνια αποφασίσαμε
να ξαναθυμηθούμε με τη Νανά εκείνη τη νύχτα της γέννησης που ένωσε την ύπαρξή μας
για πάντα. Χρόνια πολλά Νανά της Ωραιότητας.
Με αγάπη
Τζουστινάκι
Να τα εκατοστησετε και οι δυο σας.να ειστε γερες κα δυνατες.και χρονια πολλα να ζησετε την ομορφη φιλια σας.
ReplyDelete