H Μάγδα μας ήταν δεύτερη ξαδέλφη, αλλά πολύ κοντά στην οικογένειά μας καθώς η μητέρα της Μαρία Φραγκούλη ήταν πρώτη ξαδέλφη του πατέρα μας από την Εγκλουβή και κολλητή της μαμάς μας.
Η Μάγδα μας γεννήθηκε με μεσογειακή αναιμία καθώς οι δυό γονείς της, η δυναμική Μαρία και ο πράος θείος ο Πάνος Δευτεραίος, είχαν στίγμα μεσογειακής αναιμίας το οποίο δεν γνώριζαν καθώς εκείνα τα χρόνια δεν υπήρχαν οι εξετάσεις για να το εντοπίζουν.
Έτσι ήρθε στον κόσμο η Μάγδα με αυτή τη βαρειά κληρονομική ασθένεια. Κάθε μήνα από τη γέννησή της έπρεπε να της αλλάζουν αίμα και η μητέρα της έτρεχε στο νοσοκομείο με το νεογέννητο, Ένα κοριτσάκι που δεν γνώρισε ανεμελιά καθώς από τα σπάργανα έπρεπε να του τρυπάνε τα χεράκια για να του αλλάζουν το αίμα.
Έτσι μεγάλωσε η Μάγδα με μεταγγίσεις, νοσοκομεία, αγωνία αν βγήκε κάποιο νέο μηχάνημα που θα μπορούσε μα σταθεροποιήσει το αίμα της. Και η μάνα της να τρέχει από νοσοκομείο σε νοσοκομείο για να της προσφέρει την καλύτερη υποστήριξη, για να την κρατήσει στη ζωή για πάντα. Η μάνα της η ηρωίδα που κεντούσε λευκαδίτικα κεντήματα για να τα βγάζει πέρα με την απαιτητική ασθένεια της κόρης της. Και να περνάει από το σπίτι μας κάθε πρωί να ακουμπάει τον πόνο στη μαμά μας.
Για την ασθένεια της Μάγδας μας είχαν πει εκείνα τα χρόνια πως θα μπορούσε να φτάσει μέχρι 30 ετών, άλλοι γιατροί έλεγαν λιγότερο, αλλά εμείς την είχαμε σα μπιμπελό μην χτυπήσει η Μάγδα , μην αρρωστήσει η Μάγδα, μην επιβαρυνθεί η Μάγδα.
Η μαμά μας είχε πει να προσέχουμε τη Μάγδα σαν κόσμημα, σα λουλούδι, σαν πορσελάνινο βαζο που δεν έπρεπε ποτέ να πέσει κάτω. Κι εμείς τα παιδιά την είχαμε μη μου άπτου, ήταν η μικρή εύθραυστη ξαδελφούλα μας.
Εκείνη πήγε στο σχολείο, πρόσεχε τον εαυτό της, κάθε μήνα στο νοσοκομείο για μεταγγίσεις. Εκείνη δεν είχε μάθει κάτι άλλο από το τρύπημα της σύριγγας κι έτσι πορευόταν σκεπασμένη κάτω από την προστατευτική φτερούγα της μητέρας της , του πατέρα της αλλά και του αδελφού της.
Ζούσε τον προσωπικό της Γολγοθά κι όμως ποτέ δεν έδωσε σε μας τα ξαδέλφια της την παραμικρή λαβή να την λυπηθούμε. Αντίθετα με γενναιότητα προχώρησε στο γυμνάσιο, λύκειο, έγινε νηπιαγωγός , βρήκε δουλειά. Έγινε μια δεσποινίς σαν ένα κανονικό κορίτσι και κανείς ποτέ δεν καταλάβαινε την αγωνία της, τα βουβά της δάκρυα, την παραμικρή βαρυγγώμια στη ζωή και το Θεό.
Και η θειά Μαρία με το κέντημα , ο θείος Πάνος με το ψάρεμα της στέκονταν σε κάθε σημείο της ζωής της, σε κάθε βήμα που έπρεπε να πηδήσει περνώντας πανύψηλα εμπόδια. Κι ο Γιάννης ο αδελφός της τη στήριξε όλα τα χρόνια της νεότητας και με την οικογένειά του όταν παντρεύτηκε κι έφερε στον κόσμο παιδιά.
Η αλήθεια είναι πως η Μάγδα με την γενναιότητα και την υπερηφάνεια της δεν άφησε κανένα, ούτε τις πιό στενές της φίλες, να αντιληφθούν την προσωπική της μάχη με τη ζωή. Και είχε πολλές κι αγαπημένες φίλες. Και έβγαιναν βόλτες και χαιρόνταν τη ζωή σα να μην υπήρχε εκείνο το βαθύ αυλάκι του αίματος που τη χώριζε από την κανονικότητα. Σα να μην ήταν διαρκώς υποψήφια στο θάνατο.
Η Μάγδα μεγάλωσε, πέρασε την εφηβεία, πέρασε την ενηλικίωση , έφτασε στην ωριμότητα. Κι εδώ έμελλε να περάσει μια άλλη περιπέτεια υγείας, που την ταλαιπώρησε, την πόνεσε, την γονάτισε. Και παρόλο που η οικογένειά της τη στήριξε με κάθε τρόπο θυσιάζοντας τα πάντα, η Μάγδα δεν άντεξε. Υπέκυψε, πέταξε ψηλά στον ουρανό. Είπε ‘φτού ξελεφτερία!»
Τώρα απαλλαγμένη από το πονεμένο σώμα της πετάει ανάλαφρα να συναντήσει τον πατέρα της και άλλα αγαπημένα πρόσωπα που έφυγαν πριν από εκείνη κι ας μην είχαν προγραφή θανάτου. Τώρα στη γειτονιά του ουρανού θα είναι ισότιμη με όλους τους άλλους χωρίς μεταγγίσεις, βελόνες, σήριγγες , αγωνία για το αύριο.
Στη θειά Μαρία, το Γιάννη, τη γυναίκα του και τα παιδιά τους εύχομαι κουράγιο.
Μάγδα, να δώσεις χαιρετίσματα στους ενοίκους του ουρανού κι ένα φιλί στην Πεταλούδα μας.
Ώσπου να ξαναβρεθούμε στον άυλο κόσμο της αιωνιότητας!
Η ξαδέλφη σου
Ιουστίνη