ΚΟΡΙΤΣΙΑ ΣΤΗ ΒΕΡΑΝΤΑ

ΚΟΡΙΤΣΙΑ ΣΤΗ ΒΕΡΑΝΤΑ
Το συγκλονιστικό μυθιστόρημα για τις γυναίκες στην ωριμότητα, για τη γυναικεία φίλία, για τις ακυρώσεις και τις αναπτερώσεις!

Wednesday, November 28, 2018

Ο Κώστας που έλειπε συχνά απ΄τη ζωή...





Έφυγε ο Κώστας Πολυχρονόπουλος, ο παιδικός μου φίλος απο τη Λευκάδα με τον οποίο περάσαμε χρόνια αθωότητας, γέλιου και άδολης φιλίας. Εφυγε νικημένος απο τον καρκίνο μετά από άνιση μάχη πολλών ετών.

Ο Κώστας ήταν γειτονόπουλο όχι ακριβώς απο το δικό μας το σοκάκι, καθώς έμενε στο σοκάκι της Λισάβως και του Ηλία, δηλαδή πέντε στενά πιό νότια. Ωστόσο, λόγω της αδελφής του της Ντίνας που ήταν συμμαθήτρια του αδελφού μου του Αποστόλη αλλά και λόγω των συχνών επισκέψεων στο σπίτι των θείων μου είχαμε καταφέρει να χτίσουμε μια ιδιαίτερη φιλία.

Η φιλία μας δεν ήταν αυτή καθαυτή παιχνίδια στη γειτονιά, δηλαδή κρυφτό, κυνηγητό και τέτοια. Αυτά τα εξαντλούσε στη δική του γειτονιά ο Κωστάκης. Εμείς είχαμε χτίσει ένα διάλογο αστειότητας, έχοντας εφεύρει μεταξύ μας κάποιους τρελούς κωδικούς επικοινωνίας.

Είχαμε κατασκευάσει με τη φαντασία μας ένα κόσμο απο ανθρώπους που είχαν μπομπόνια, δεν ξέρω γιατί μας είχε εντυπωσιάσει τόσο πολύ αυτή η ιδιατερότητα της ανθρώπινης φύσης και μέσα σ’ αυτόν πλάθαμε αστείες ιστορίες.

Και περπατούσαμε στην αγορά μαζί να πάμε στου Στρατηγάκη για αγγλικά που βρισκόταν στην πλατεία, δηλαδή πολύ μακριά απο το σπίτι για τα παιδικά μας ποδαράκια και λέγαμε μεταξύ μας ιστορίες Μπομπόνων. Και ξεγκαρδιζόμασταν στα γέλια, μη με ρωτήσεις γιατί. Ο Κώστας είχε αυτή την ικανότητα να μου βγάζει τον αστείο εαυτό μου σε μια εποχή που κυκλοφορούσα με αρκετή σοβαρότητα. Στο τέλος λεγόμαστε μεταξύ μας Μπομπόνες. Ο Μπομπόνας και η Μπομπόνα.

Θυμάμαι όταν μας άκουγαν οι άλλοι να αυτοαποκαλούμαστε ‘μπομπόνες’ δεν καταλάβαιναν κι έτσι εμείς απομακρυνόμασταν απο το πλήθος και ζούσαμε τα μαγικά μυθεύματα των μπομπόνων μας.

Ναι ο Κώστας ήταν ιδιαίτερος και αγαπούσε να λείπει απο τη ζωή όπως κι εγώ τελικά. Βλέπεις,τα παιδιά βρίσκουν τρόπους να δραπετεύουν απο την πραγματικότητα όταν αυτή τα ενοχλεί και τα πληγώνει.

Ο Κώστας μεγάλωσε, πήγε στο Αρρένων, εγώ πήγα στο Θηλέων. Χαθήκαμε απο τις συχνές συνευρέσεις μας καθώς αυτός ο διαχωρισμός των σχολείων άνοιξε ακόμη περισσότερο το κενό ανάμεσα στα αγόρια και τα κορίτσια της εφηβείας.

Ο Κώστας μπήκε στο Πολυτεχνείο των Αθηνών καθότι ήταν άριστος στα θετικά μαθήματα αλλά άργησε να το τελειώσει διότι αγάπησε την άνετη φοιτητική ζωή. Πιστεύω πως περισσότερο ήταν αυτή η ανάγκη του να μείνει μακριά απο τα ωραία ίδια της Λευκάδας.

Ωστόσο, ολοκλήρωσε τις σπουδές του στην κορυφή της οικοδομικής ανάπτυξης του νησιού κι έτσι οπισθοχώρησε επιστρέφοντας στο γενέθλιο τόπο. Πολλές φορές όταν τον συναντούσα τα καλοκαίρια μου έκανε παράπονα για το ασφυκτικό περιβάλλον της μικρής πόλης, αλλά μου έλεγε πως υπήρχε ο Μύλος, ο Αη Γιάννης κι αυτή η ανάσα εξισορροπούσε το έλλειμμα της μεγάλης πόλης.

Ο Κώστας είναι αδελφός της Ντίνας που έχει τον υπέροχο μύλο Ορλώφ στην παραλία των Μύλων , εκεί που πετούν οι αητοί, τα κάιτς, εκεί που το καλοκαίρι συγκεντρώνεται η ζωή των καλοκαιρινών σπόρτς. Ο Κώστας λάτρευε το ηλιοβασίλεμα, αγαπούσε την αγριάδα της θάλασσας, ρουφούσε τις μουσικές μιλώντας με παλιούς του φίλους.

Ο Κώστας επιπλέον ήταν φίλος με τον άλλο αγαπημένο μου το Στάθη Λάζαρη, το Γοργονούλη της καρδιάς μας. Κι όταν τα καλοκαίρια σμίγαμε στη Λευκάδα γελούσαμε μέχρι τελικής πτώσεως οι τρείς μας, ανέμελοι για όλα τα κακά που θα μας συνέβαιναν.

Πρώτα έφυγε η Πεταλούδα μου κι εκείνοι την έκλαψαν βαθειά στα φυλλοκάρδια τους, ύστερα έξαφνα αναχώρησε ο Στάθης ο Γοργονούλης και να τώρα ο Κωστάκης είπε να πάει να τους ξαναβρεί.

Ο Κώστας ήταν απο τα πλάσματα που ξεχώριζες για την απόλυτη εσωτερικότητα, την ομορφιά του χαρακτήρα, την ακεραιότητα, το έξυπνο χιούμορ και την ανθρωπιά.

Δεν τον πέτυχα το περασμένο μακρύ καλοκαίρι στην πόλη αλλά έμαθα πως χειροτέρευε από την ασθένεια. Δεν ήθελα να πάω να τον βρω και να πληγωθώ με όσα του συνέβαιναν. Ηξερα πως το τέλος ήταν εγγύτατο, αλλά προτίμησα να τον θυμάμαι όμορφο, αψηλό, ανέμελο με μια τούφα να πέφτει άχαρα στο μικρό του μετωπάκι, όπως τότε που παίζαμε μικροί.

Μπομπονάκο μου, να δώσεις χαιρετίσματα στην Πεταλούδα, στο Γοργονούλη και να μη μας ξεχνάτε... Γιατί εμείς δεν σας ξεχνάμε ούτε μία μέρα, να το ξέρεις.

Καλό ταξίδι αγαπημένε μου

Η παιδική σου φίλη η Μπομπόνα

Ιουστίνη για τους υπόλοιπους!











Sunday, November 25, 2018

Η Μαρία Πολυδούρη σε θεατρικό έργο από τη δρα Βιβή Κοψιδά-Βρεττού



Της Ιουστίνης Φραγκούλη-Αργύρη
Η δρ. Βιβή Κοψιδά-Βρεττού είναι μια πολυγραφότατη και ιδιοφυής λογοτέχνις που μπορεί να αλλάζει στυλ περνώνταςμε άνεση απο την έρευνα, στο πεζογράφημα, στην ποίηση. Η πρόσφατη λογοτεχνική φόρμα στην οποία δοκιμάζει το ταλέντο της είναι το θέατρο.
Η δρ. Βιβή Κοψιδά-Βρεττού επέλεξε να κάνει θεατρικό έργο τη Μαρία Πολυδούρη, ένα γυναικείο πρόσωπο, μυθικό στο λογοτεχνικό κόσμο για το σπασμένο έρωτα με τον Κώστα Καρυωτάκη, για την εύθραυστη υγεία , για τους πόνους που έγιναν ποίηση.
Το έργο της ΜΑΡΙΑ ΠΟΛΥΔΟΥΡΗ θα κάνει πρεμιέρα στη Λευκάδα στις 7 Δεκεμβρίου με πρωταγωνιστές τους Φωτεινή Φιλοσόφου (Μαρία Πολυδούρη) και Νίκος Γιάννακας (Κώστας Καρυωτάκης), ενώ οι παραστάσεις θα συνεχιστούν στην Αθήνα στο θέατρο Αλκμήνη απο τις 23 Ιανουαρίου.

Βιβής Κοψιδά-Βρεττού,  «ΜΑΡΙΑ ΠΟΛΥΔΟΥΡΗ»
Δεν πρόκειται απλώς για μια θεατρική μετάπλαση της ζωής και της εποχής της Μαρίας Πολυδούρη, για την τραγική περιπέτεια του ανολοκλήρωτου έρωτα δύο μεγάλων ποιητών του μεσοπολέμου, της Μαρίας Πολυδούρη (1902-1930) και του Κώστα Καρυωτάκη (1896-1928). Δεν πρόκειται επίσης για μια μεταποιημένη, ελεύθερη σύλληψη, που προσφέρει το υλικό της ολιγόχρονης συνοδοιπορίας τους στη ζωή και στην ποίηση.
 Ανήκουν και οι δύο στην ιστορία, μετέχουν και μορφοποιούν την ιστορία, και πλήττονται απ’αυτήν. Ζουν την εποχή τους και κρίνουν αμείλικτα  την κοινωνία τους, εκτοξεύουν τη σκέψη τους στην αναπηρία και την ανεπάρκεια αυτής της κοινωνίας να συνομιλήσει με το ποιητικό τους όραμα για τον κόσμο. Σπαράγματα του λόγου τους-ποιητικού και εξομολογητικού- και της πράξης τους, μελαγχολικά αγωνιστικής και απελπισμένα ηρωικής, μέσα στην παρακμιακή ατμόσφαιρα των decadents, αναφαίνουν την αξιοπρέπεια και την τιμιότητα του αγωνιστή ποιητή, που επωμίζεται για λογαριασμό όλων το βάρος της ιστορίας. Γιατί η ποίηση είναι ο άνθρωπος στρατευμένος στην αλήθεια.
Στο έργο «ΜΑΡΙΑ ΠΟΛΥΔΟΥΡΗ» ακριβώς την ουσία και το περιεχόμενο αυτής της αλήθειας θέλησα να διασώσω. Δεν ήταν μέσα στις προθέσεις μου να δημιουργήσω μιαν άλλη, ευρηματική ίσως, πλασματική «ιστορία» με αφορμή μόνο τη δική τους. Έδωσα ρόλο πρωταγωνιστή στη Μαρία αυτή τη φορά. Και τον άξιζε, τον δικαιούνταν η απίστευτη δύναμή της να ενθουσιάζεται και να υποφέρει. Ν’αγαπά και να απορρίπτει. Να ψηλώνει την αλήθεια της μέχρι ν’ακουστεί. Και να ταπεινώνει το ψέμα μέχρι να το αφανίσει. Να είναι ώριμη μέσα στη μοναδική παιδικότητά της. Να είναι επαναστατημένη κι αγωνιστική και μέσα στην επίθεση της αρρώστιας της. Να είναι παράφορα δοτική και παράφορα συγκρατημένη. Να πορεύεται τολμηρά προς τη ζωή και να κυριεύεται άθελά της απ’το θάνατο-θύμα πικρών καταστάσεων και αντίξοων διαπλοκών τους.
Αυτούς τους εσωτερικούς κραδασμούς της σκέψης και της ψυχής της, τις ψυχικές και συναισθηματικές της μεταπτώσεις ήθελα προπάντων να χαρτογραφήσω, στα σημεία που τέμνονται με πρόσωπα και καταστάσεις της ζωής της, της μοίρας της. Έτσι, μια σπαρακτική γεωγραφία ψυχικών «γεγονότων», που συναντώνται με γεγονότα-σταθμούς της ζωής της (κι αυτά με γεγονότα της ιστορίας)-αυτό είναι τελικά το έργο «ΜΑΡΙΑ ΠΟΛΥΔΟΥΡΗ».
Ένα πυκνό ελεγείο, γραμμένο με την αυθεντική φωνή της ηρωίδας, με θραύσματα από δικά της κείμενα και αισθαντικές εξομολογήσεις σ’επιστολές και στα ημερολόγιά της, καθώς η ίδια ήξερε να πράττει την ομορφιά, να μεταμορφώνει την ποίηση σε ηθική, υπερβαίνοντας με τόλμη ό,τι η εποχή της ήταν ανάπηρη να δεχτεί και να κατανοήσει. Γι’αυτό η Μαρία Πολυδούρη έμεινε ακίνητη μέσα στο κάδρο της αδούλωτης εφηβείας της. Κι ήταν αυτό το διαρκέστερο και γνησιότερο ποίημά της.
Πιστεύω πως το έργο αυτό -με την εμπνευσμένη κι έντιμη σκηνοθετική δουλειά του Γιάννη Νικολαΐδη, τη μοναδική ερμηνεία της Φωτεινής Φιλοσόφου και την αυστηρή, δωρική ερμηνεία του Νίκου Γιάννακα, καθώς και με τη συμβολή των άλλων σημαντικών συντελεστών της παράστασης -, θα δώσει το ήθος και την ουσία της υπέρτατης τιμιότητας που εκπροσωπούν οι πρωταγωνιστές του.
                                                                                    Βιβή Κοψιδά-Βρεττού

Μαρία Πολυδούρη - Ἀνεπίδοτη ἐπιστολὴ
Ἀγαπητοὶ φίλοι!
Ἴσως τὸ γράμμα αὐτὸ νὰ μὴν διαβαστεῖ ποτέ, ἀπὸ κανέναν, ἀλλὰ στ᾿ ἀλήθεια δὲ μὲ νοιάζει. Ἴσως μέχρι νὰ φτάσει στὰ χέρια σας νἄχω πειὰ ὁλότελα ξεχαστῆ ἀπ᾿ ὅλους. Ἀλλά, οὔτε δὰ κι᾿ αὐτὸ τὸ τελευταῖο μὲ νοιάζει. Ἐξάλλου, δὲν ἔχω καὶ πολλὰ νὰ σᾶς πῶ, θέλω μόνο νὰ σᾶς θυμίσω ὅτι κάποτε ὑπῆρξα. Κάποτε ὑπῆρξα κι᾿ ἤμουν καὶ ζωὴ καὶ θάνατος μαζί. Καὶ ζωὴ καὶ Χάρος ἤμουν!
Ἔζησα, τὁμολογῶ, μιὰ ζωὴ δηλητηριασμένη, γι᾿ αὐτὸ θαρρῶ ἀποφάσισα νὰ τὴν ἐγκαταλείψω. Ἐκεῖνο ποὺ γιὰ τοὺς ἄλλους ἤτανε ζωή, γιὰ μένα θάνατος ἦταν. Γεννιόμουνα καὶ πέθαινα κάθε μέρα, ὥρα καὶ στιγμή. Ζοῦσα μὲ τὸ θάνατο, ζοῦσα γιὰ νὰ πεθάνω, μὰ τουλάχιστον δὲ ζοῦσα νεκρὴ ὅπως οἱ γύρω μου, τὰ μικρὰ ἀστεῖα ἀνθρωπάκια ποὺ λέγαν πὼς μ᾿ ἀγάπησαν, κι᾿ ἂς μὴν μπόρεσαν ποτέ, κι᾿ ἂς μὴν τόλμησαν ποτὲ νὰ διαβάσουν τὴν ψυχὴ ποὔκρυβε περίσσιο φῶς καὶ σκοτάδι μέσα της. Κατὰ βάθος μὲ φοβόντουσαν καὶ δὲν ἀργοῦσαν νὰ τραποῦν εἰς ἄτακτον φυγήν. Δὲν ἄντεχαν νὰ μὲ κοιτοῦν κατάμματα, μὴν τύχει καὶ τοὺς κλέψω τὴν ψυχή τους(…)
Remaining Time-0:00
Fullscreen
Mute
 Πολλοὶ λέγαν ὅτι ζοῦσα μεσ᾿ στὸ κεφάλι μου. Κάτι ἔπρεπε νὰ ποῦν κι᾿ αὐτοί... Πῶς ἄλλως θὰ μὲ κατέτασσαν σὲ συγκεκριμένη κατηγορία ἀνθρώπων; Ἄνθρωποι, ἀνθρωπάκια! Ἡ ζωὴ ἕνα τεράστιο ψέμα ποὺ ἄλλοι τὸ ἀγαπᾶνε κι᾿ ἄλλοι - οἱ λίγοι - προσπαθοῦν νὰ τὸ κάνουν ἀληθινὴ ζωή. Ἐσεῖς, ἀγαπητοὶ ἄγνωστοί μου φίλοι, πῶς ζεῖτε; Ζεῖτε; Μιὰ φάρσα, αὐτὸ ἦταν ἡ δικιά μου ζωή. Κανεὶς δὲν τὴν κατάλαβε. Γεννήθηκα χωρὶς νὰ τὸ θέλω, ἔζησα στὸ περίπου, καὶ σκηνοθέτησα τὸ θάνατό μου. Κι᾿ ὅμως ἀγαποῦσα τὴ ζωή, ἀλλὰ πάντα αὐτὴ μοὔπαιρνε ὅ,τι ἄλλο ἀγαποῦσα(…) Ἤμουνα σὰν παράσιτο, σὰν μαῦρο ξωτικὸ ποὺ ἔχασε τὸ δρόμο κι᾿ ἀντὶ νὰ ταξιδέψει στὸν ὀνειροκόσμο του, ξέπεσε σὲ τούτη δῶ τὴ γῆ. Μάλιστα, κάποια φορά, κάποιος μὲ ρώτησε κρυφὰ ἂν εἶμαι χήρα σὰν φοροῦσα μαῦρα βαρειά. Ἐγέλασα. Ἀλήθεια ἦταν! ἂν μάντεψε τὴν ψυχή μου, καλὰ τὴν ὠνόμασε χήρα...
(…)Ἔζησα ἀνάμεσα σὲ μιὰ γενειὰ ἡττημένη. Κάποιοι ἀπό μας κάναν τὸν πόνο στίχο, τὴν ὀργὴ τραγούδι, ἀλλὰ κανεὶς δὲν τόλμησε... - οὔτ᾿ ἀπὸ μᾶς οὔτ᾿ ἀπ᾿ τοὺς ἄλλους - δὲν τόλμησε νὰ ξεφύγει ἀπ᾿ τὸ χαραγμένο μονοπάτι, δὲν τόλμησε νὰ πεῖ ὅ,τι στ᾿ ἀλήθεια σκεφτότανε, δὲν τόλμησε νὰ κάνει ὅ,τι στ᾿ ἀλήθεια ἤθελε νὰ κάνει. Οἱ περισσότεροι ἦταν - εἴμασταν - δειλοὶ ποὺ ᾿ψαχναν ἁπλὰ ναύρουν τὴν αὐτοεπιβεβαίωσή τους. Κάτι νέοι σκυθρωποὶ κι᾿ ἀνάπηροι. Ὀλίγοι γέροι μὲ κακόβουλο ὕφος. Κάτι δεσποινίδες σαλατολόγοι καὶ ὑπερφίαλοι... Ἀπόκληροι της ἀντίληψης... Κι᾿ ὅμως ἀνάμεσα σ᾿ αὐτοὺς ἦταν καὶ ὁ Κ., ὁ μόνος ποὺ θὰ μποροῦσε ποτὲ νὰ μὲ καταλάβει, ἀλλὰ οὔτε καὶ κεῖνος τόλμησε(...)Τὄχε ἡ ἐποχή, κανεὶς δὲν ἦταν ὁ ἑαυτός του! Γι᾿ αὐτὸ θαρρῶ καὶ ἔζησα τόσο μόνη, κι᾿ ἂς εἶχα πάντοτε κάποιους νὰ μὲ συντροφεύουν, ἀδέλφια μου σένα πόνο ποὺ δὲ θὰ μποροῦσαν ποτὲ νὰ συλλάβουν. Ἔκαναν τὰ πάντα γιὰ μέ, ἀλλὰ ἡ ἀγάπη τους ἦταν μιὰ θυσία ποὺ ποτὲ δὲν δέχτηκα μὲ εὐμένεια κι᾿ οἱ ἀνησυχίες τους χειροπέδες γιὰ μένα. “Πόσο εἶνε ἀστεία ἡ ζωὴ μὰ καὶ πόσο ἀστειότεροι εἴμαστε μεῖς ποὺ τὴν ἀνεχόμαστε τέτοια”, ἔγραψα, θυμᾶμαι, κάποτε στὸ ἡμερολόγιό μου...
Μά, ἀπὸ τότε ἔχουν πειὰ περάσει χρόνια. Πόσα, δὲν ξεύρω, ἀφοῦ ὁ χρόνος δὲν ἔχει πειὰ γιὰ μὲ καμμία σημασία. Τώρα, εἶμαι κάπου ἀλλοῦ καὶ ζῶ - ἂν τούτη δῶ ἡ κατάσταση θεωρεῖται ζωὴ - μέσ᾿ ἀπ᾿ τὶς ἀναμνήσεις μου. Ξεφυλλίζω τὰ τετράδια τοῦ μυαλοῦ καὶ κυττάζω πίσω. Ὅλα ζητάω τὰ χαμένα, τὶς μικρὲς στιγμές, τὸν ἀγαπημένο... Γυρνῶ τὸ βλέμμα καὶ τὸν κυττάζω πάντα στὸ δρόμο ποὺ ἀφήσαμε. Εἶνε μακρύς, σκοτεινός, γεμάτος δυσκολίες καὶ φρίκη... εἶνε τόσο μακρύς, τόσο δύσκολος... κι᾿ ὅμως - θεὲ συγχώρεσέ με - θὰ τὸν ἔπερνα μὲ τὴν καρδιὰ γεμάτη δάκρυα καὶ μεταμέλεια... Μὲ τὴν καρδιὰ δεμένη μὲ τὰ σίδερα τῆς ἁμαρτίας θὰ ξεκινοῦσα νὰ σ᾿ εὕρω μοναδικὴ κι᾿ ἀξέχαστή μου ἀγάπη... Δὲ θέλω τίποτε ἄλλο, μόνο νὰ φτάσω, νὰ σταθῶ κοντά σου τόσο ποὺ φτάνει γιὰ νὰ ἰδῶ... νὰ ἰδῶ τὸ πρῶτο βλέμμα σου ἐκεῖνο ποὺ μοῦ ᾿ριχνες σὰν ἔφτανα(... )Εἶνε τόσο μεγάλος ὁ καϋμὸς καὶ εἴμεθα τόσο μικροὶ ἕνας-ἕνας ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι ποὺ τὸν ἀποτελοῦμεν...
Τὰ λόγια αὐτὰ ἴσως νἀκούγονται σὰν παραλήρημα ἑνὸς ἑτοιμοθανάτου, μά, ἀλοί, δὲν μπορῶ νὰ πεθάνω ἀφοῦ εἶμαι ἀπὸ χρόνια πειὰ νεκρή. Ὅσο ζοῦσα, ὅσο ἔζησα, ἤμουνα παιδί. Ἤμουνα ἕνα παιδὶ ἄμυαλο, μπορῶ νὰ τὸ παραδέχωμαι ἀλλὰ καὶ ποιὸ παιδὶ δὲν εἶνε ἄμυαλο; Ἕνα παιδὶ εἶμαι ἀκόμη... Ἕνα παιδὶ ποὺ γράφει σὲ σᾶς, τοὺς ἄγνωστούς του φίλους, γιὰ νὰ τοὺς πεῖ: νὰ μείνετε πάντα παιδιά(…)
Αὐτὸ εἶναι τὸ γράμμα μου στὸν κόσμο ποὺ ποτὲ δὲν ἔγραψε σὲ μένα, ὅπως λέει κι᾿ ἡ καλή μου φίλη.
Μὲ ἀγάπη
Μαρίκα Πολυδούρη


Friday, November 23, 2018

Το Χριστουγεννιάτικο γκάλα του ΛΕΜ με την αύρα της Αργυρώς Μπαρμπαρίγου!


Το Χριστουγεννιάτικο γκάλα του Λυκείου των Ελληνίδων Μοντρεάλ φέτος θα φωτισθεί απο την λαμπερή προσωπικότητα της Αργυρώς Μπαρμπαρίγου αγαπημένης ελληνίδας σεφ, που έχει αναδειχθεί σε διεθνή πρέσβειρα της Ελληνικής κουζίνας καθώς και σε πρέσβειρα της κουζίνας του Νοτίου Αιγαίου για το 2019.
Η Αργυρώ Μπαρμπαρίγου στις 16 Δεκεμβρίου, 6μ.μ. πλαισιωμένη από ντόπιους σεφ θα μαγειρέψει ζωντανά για τους καλεσμένους στο γκάλα του ΛΕΜ στη νέα ανοιχτή κουζίνα με τους πολυελαίους του Embassy Plaza.Το μενού της βραδυάς θα είναι βασισμένο στις συνταγές της διάσημης Ελληνίδας σεφ, που εντυπωσιάζει με την απλότητά της στη μαγειρική τέχνη.

Θα ακολουθήσουν αιγαιοπελαγίτικοι χοροί απο το Syrtaki Group Folklorique, ενώ τη μουσική επιμέλεια έχει αναλάβει ο all time classic dj Μανώλης Σγουράκης. Ο Νίκος Αναστασίου με την ορχήστρα του θα παίξει ζωντανή μουσική γιανα κρατήσουν οι χοροί.
Η παρουσία της Αργυρώς Μπαρμπαρίγου στο γκάλα του ΛΕΜ τελεί υπό την ευγενική χορηγία του Ελληνικού Οργανισμού Τουρισμού.

Η βραδυά θα είναι αφιερωμένη στην κουζίνα της Περιφέρειας Νοτίου Αιγαίου, που έχει αναδειχθεί σε Γαστρονομικό Προορισμό της Ευρώπης για το 2019.
Το περιοδικό του ΛΕΜ με τίτλο «’Αρωμα χριστουγέννων με την Αργυρώ» αποτελεί χορηγία του εκδοτικού οίκου ΩΚΕΑΝΟΣ. Την καλλιτεχνική επιμέλεια των διαφημίσεων έχει αναλάβει η Αθηνά Κυριακού και την εμπορική επιμέλεια των διαφημίσεων διευθύνει ο Νίκος Αργυρόπουλος.

Ραντεβού στις 16 Δεκεμβρίου, 6μ.μ. στο Embassy Plaza για κουβέντες με την Αργυρώ, ωραία ελληνική κουζίνα και πολύ χορό!
Για εισιτήρια τηλεφωνείστε στη Βίκυ Γεωργιάδου στο (514) 814-3064

ή στο (438) 822-7047.



Απο το Διοικητικό Συμβούλιο του Λυκείου των Ελληνίδων Μοντρεάλ










Monday, November 19, 2018

Μια Λευκαδίτισσα σεφ στην καρδιά του Μιλάνο


Της Ιουστίνης Φραγκούλη-Αργύρη






Ακριβώς στην καρδιά του Μιλάνου μια ανάσα απ΄τον καθεδρικό ναό Ντουόμο ένας Ελληνας γεννημένος στην Ιταλία, ο Κριστιάνο Μαυροειδής, αποφάσισε να στήσει ένα ελληνικό εστιατόριο προσκαλώντας τους Ιταλούς αλλά και τους επισκέπτες της πόλης στις αυθεντικές ελληνικές γεύσεις.

Το όνομά του Vero Sapore Greco (Αληθινή Ελληνική Γεύση) και είναι διακοσμημένο με ωραία εσωτερικά παραθυρόφυλλα σε πάλ χρώματα, ενώ στους τοίχους κυριαρχούν τα ελληνικά κρασιά απο πολλούς παραγωγούς της Ελλάδας.

Ο Κριστιάνο σ’ αυτό το γευστικό ταξίδι προσέλαβε τη Βάσια Κολόκα για καπετάνισσα, μια εκπληκτική σεφ με σπουδές μαγειρικής στην Ιταλία και με εμπειρία χρόνων στα εστιατόρια, καθώς ο πατέρα της διατηρεί ταβέρνα στην Κατούνα της Λευκάδας.

Ο Κριστιάνο Μαυροειδής δεν είναι πρωτάρης στη βιομηχανία της γαστρονομίας. Ο πατέρας του ίδρυσε την «Πανεμπορική», εταιρεία εισαγωγής ελληνικών προϊόντων απο το 1986 στο Τρέντο της Ιταλίας, όπου άρχισε δειλά με την εισαγωγή λαδιού απ΄τους Μολάους Λακωνίας και κουραμπιέδων του περίφημου Ιωσηφίδη.

Όπως αφηγείται ο Κριστιάνο σε άψογα ελληνικά καθότι πήγαινε τα καλοκαίρια στην Ελλάδα μαθαίνοντας τον τρόπο ζωής στο χωριό του πατέρα του:

«Μετά την κατάργηση των δασμών λόγω της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η εταιρεία αναπτύχθηκε πολύ. Η Πανεμπορική στην οποία στρατεύθηκα κι εγώ απο τα 20 χρόνια μου άρχισε να πολλαπλασιάζει τις  εισαγωγές πολλών ελληνικών προϊόντων τα οποία διέθετε σε χοντρέμπορους αλλά και κατευθείαν στα εστιατόρια της Ιταλίας.

Ο πατέρας μου με πήρε μαζί του όπου στην αρχή δούλευα σαν αποθηκάριος, οδηγός και πωλητής. Σιγά-σιγά έμαθα τη δουλειά και κατάφερα να την αναπτύξω προσθέτοντας κατεψυγμένα προϊόντα. Σήμερα η εταιρεία πουλάει ελληνικά προϊόντα σε όλες τις θερμοκρασίες κι αυτό είναι κατάκτηση». 

Τώρα η Πανεμπορική προμηθεύει την Ιταλία με ελληνικά κρασιά, έξτρα παρθένο ελαιόλαδο, κρέατα , πίτες για σουβλάκι, βρώσιμες ελιές, γλυκά, όσπρια , φάβα, μαυρομάτικα φασόλια, λουκούμια, κουραμπιέδες...

Οπως λέει ο Κριστιάνο:  «Θεωρούμε χρέος μας να στηρίξουμε τις μικρές επιχειρήσεις στην Ελλάδα , ενισχύουμε τους ντόπιους παραγωγούς, αγοράζουμε αρνί γάλακτος απο μικρές φάρμες, γιαούρτι απο την Κόρινθο, φέτα Καλαβρύτων,λάδι Λακωνίας , φάβα Σαντορίνης...»

Ο Κριστιάνο Μαυροειδής δεν περιορίσθηκε μόνο στην εισαγωγική εταιρεία τροφίμων, ασχολήθηκε και με την ελληνική κουζίνα ανοίγοντας δύο εστιατόρια στη Μπρέσια και πρόσφατα στο Μιλάνο.

Η σέφ Βάσια Κολλόκα παίρνει το λόγο. Η ίδια με σπουδές μαγειρικής στο Τορίνο δεν εγκαταλείπει την αυθεντική ελληνική κουζίνα. Μαγειρεύει καθημερινά εκεί στην καρδιά του Μιλάνου γεύσεις που καθόρισαν την γαστρονομική ιστορία της Ελλάδας:

«Είμαι ρομαντική στη μαγειρική. Επιμελούμαι με την καρδιά τα πιάτα. Διαλέγω αυτά που θάθελα να φάμε η οικογένειά μου. Εχω την τύχη να μαγειρεύω με λαχανικά που εισάγονται απο την Ελλάδα, με βιολογικά όσπρια απο τα χώματα της πατρίδας, με κρέατα που έρχονται φρέσκα απο τις φάρμες της Ελλάδας. Για μένα είναι μεγάλη υπερηφάνεια να μπορώ να μεταφέρω στην καρδιά του Μιλάνου τις πατροπαράδοτες γεύσεις της Ελλάδας».

Η Βάσια Κολλόκα θα μπορούσε να μιλάει με τις ώρες για τους κολοκυθανθούς που ήρθαν φρέσκοι απο την Ελλάδα και τους μαγείρεψε με τον λευκαδίτικο τρόπο, γεμίζοντάς τους με διάφορα μυρωδικά και με λίγο ρύζι. Μιλάει για τα γλυκά του κουταλιού που φτιάχνει με μεράκι, για τα λικέρ που παρασκευάζει εμπνεόμενη απο ήρωες βιβλίων.

Είναι μια σέφ που δεν προσποιείται αλλά γνωρίζει σε βάθος την ελληνική κουζίνα και την παρουσιάζει χωρίς φιοριτούρες στο ελληνικό εστιατόριο Vero Sapore Greco μια ανάσα απο το Ντουόμο.

‘Οσο για τον Κριστιάνο έχει μεγάλα όνειρα για το εστιατόριο αλλά και για την επέκταση των ελληνικών προϊόντων σε όλη την Ιταλία και στην οικουμένη. Τώρα σχεδιάζει να φτιαξει μια μικρή μπουτίκ με αυθεντικά ελληνικά προίόντα εκεί μέσα στο μαγαζί προκειμένου η πελατεία του να έχει τη δυνατότητα να αγοράζει τα συστατικά των εδεσμάτων που μαγειρεύει η Βάσια με το ταλέντο της και το μοναδικό της μπρίο.

Ο Κριστιάνο στη Βάσια βρήκε την εμπνευσμένη σέφ, και η Βάσια βρήκε στον Κριστιάνο τον οραματιστή για την προώθηση της ελληνικής κουζίνας και των συστατικών της!



Vero Sapore Greco, Via delle Ore 2, Milano!





Wednesday, November 14, 2018

Όλοι οι άνθρωποι του πατερούλη στους Αγίους Αναργύρους!



Της Ιουστίνης Φραγκούλη-Αργύρη



Από τον καιρό που θυμάμαι τον εαυτό μου, κοριτσάκι δηλαδή, η ζωή μας ήταν γεμάτη με τους ωραίους ανθρώπους της εκκλησίας μας, αυτούς που βοηθούσαν τον πατερούλη στα ιερά του καθήκοντα.

Η βασίλισσα της εκκλησίας μας ήταν η Ερμήνεια, η γυναίκα που καθάριζε το ναό, που έστρωνε τα χαλιά, έκανε τα καντήλια να αστράφτουν και ήταν ο κορμός των Αγίων Αναργύρων.

Η Ερμήνεια είχε πολύ δυνατό χαρακτήρα και συχνά κοντραριζόταν με τον πατερούλη γιατί είχε δικό της τρόπο να κάνει τις δουλειές. Ο πατερούλης την έλεγε χαϊδευτικά «τζόγια μου» όταν μαλώνανε και τα ξαναφτιάχνανε. Η Τζόγια μας αγαπούσε σαν παιδιά της και μας κανάκευε με πολλή αγάπη.Ερχόταν συχνά στο σπίτι κι έλεγε τα παράπονά της στη μαμά που την παρηγορούσε και μεσολαβούσε στον πατερούλη να τα ξαναβρούν! Η Τζόγια ήταν όμορφη και άξια γυναίκα! Έφυγε απο την εκκλησιά όταν δε μπορούσε να δουλέψει πλέον στα βαθειά της γεράματα και όλοι μας την αναπολούσαμε.

Ο κυρ Μπάμπης ο Ορφανός ήταν ο νεοκόρος των Αγίων Αναργύρων. Λεπτός και με ελαφριά καμπουρίτσα κανόνιζε απο τα σήμαντρα, τα καντηλανάμματα, το σβήσιμο των κεριών μέχρι την τελευταία γραμματειακή λεπτομέρεια της εκκλησίας μας.

Περνούσε σπαρεγκλίτως καθημερινά απο το σπίτι, έφερνε τα απολείτουργα και μιλούσε με τη μαμά επί παντός του επιστητού. Ήταν γλυκός, ευγενικός, αφοσιωμένος στην κατάκοιτη σύζυγό του και μας θεωρούσε οικογένειά του. Κι εμείς τον αγαπούσαμε τον μπάρμπα Μπαμπς καθότι ήταν σαν παππούς μας.


Το επιτροπικό ήταν το δυνατότερο χαρτί της εκκλησίας μας. Κυρίαρχος αρχιεπίτροπος όσο θυμάμαι τον εαυτό μου ήταν ο κυρ Λάμπρος ο Γουρζής. Ο κυρ Λαμπράκης όπως τον αποκαλούσαν στη Λευκάδα ήταν ο έμπιστότερος άνθρωπος του πατερούλη.

Έβγαζε το μεγάλο δίσκο στη δεξιά πτέρυγα και μετρούσε τα λεφτά μέχρι την τελευταία δεκάρα μην χαθεί ο λογαριασμός. Τοποθετούσε τα νομίσματα σε ντάνες των 20, τα τύλιγε, έγραφε το ποσόν απέξω και μέχρι να τελειώσει η λειτουργία τα είχε όλα έτοιμα. Ήταν ο τραπεζίτης του πατερούλη. Είχε τρείς κόρες , τη Μαίρη που έγινε νηπιαγωγός, την Άννα που καλοπαντρεύτηκε και τη μικρή του που δεν θυμάμαι το όνομά της. Η γυναίκα του ήταν εξ Εγκλουβής γι αυτό ο πατερούλης είχε ιδιαίτερη αδυναμία στο ζευγάρι. Ο κυρ Λαμπράκης μας φώναζε τα παιδιά όταν κάναμε φασαρία αλλά δεν πείραζε γιατί έπρεπε να κρατάει την τάξη!

Ένας άλλος επίτροπος που μου έχει μείνει χαραγμένος στις αναμνήσεις ήταν ο κυρ Γιάννης ο Πολίτης. Αεικίνητος, ευγενικός είχε ως ιερό καθήκον να καθίζει τους επισήμους στις θέσεις τους. Επίσης, τακτοποιούσε το πλήθος τις γιορτές φτιάχνοντας διαδρόμους κι βάζοντας τα παιδάκια στην πρώτη σειρά. Τον αγαπούσαμε ιδιαίτερα διότι ποτέ δεν μας μάλωνε ούτε όταν κάναμε αταξίες και γελάκια την ώρα που κήρυττε ο πατερούλης απο τον άμβωνα.Ήταν φίλος μας!


Βεβαίως υπήρχαν και οι ψάλτες μας. Στο αριστερό ψαλτήρι όσο θυμάμαι τα παιδικά μου χρόνια είχαμε τον κυρ Κώστα τον Κατσουνά, ένα λεβέντη άντρα ψηλό μέχρι εκεί πάνω με στεντορεία φωνή. Είχε το δικό του τρόπο να ψέλνει αλλά ο πατερούλης δεν του έκανε ποτέ παρατήρηση γιατί σεβόταν το γεγονός πως ερχόταν κάθε πρωί χαράματα απο το Καλλιγόνι πάνω στο γάιδαρο του -βρέχει χιονίσει- κι ας ήταν ένα χιλιόμετρο και βάλε δρόμος.Ερχόταν αφοσιωμένα όποτε τον χρειαζόταν ο πατερούλης διότι ήταν αγρότης και μπορούσε να αφήσει τις καλλιέργειες στη μέση για χάρη των Αγίων Αναργύρων.

Ο αγαπημένος ψάλτης μας ήταν ο Πάνος ο Ορφανός, πρωτοψάλτης της πολυφωνικής χορωδίας των Αγίων Αναργύρων. Όμορφος, λεπτός με μια φωνή βελούδινη συμπλήρωνε την χορωδία για την οποία ο ναός μας ήταν διάσημος στη Λευκάδα και αλλαχού. Ο Πάνος έμεινε μέχρι τις τελευταίες μέρες της ενορίας του πατερούλη στους Αγίους Αναργύρους. Ταίρι του στο ψαλτικό ήταν ο Θοδωράκης ο Αραβανής. Όταν κλείνω τα μάτια μου τους θυμάμαι πρώτη δεύτερη φωνή να χαϊδεύουν τα αυτιά μου με τη μελωδική ψαλμωδία τους.

Αγαπημένος του πατερούλη  ήταν και ο κυρ Γιάννης ο Παταλέας για τον οποίο θα μιλήσω σε άλλο ιδιαίτερο κείμενο καθώς ήταν μια ξεχωριστή προσωπικότητα της Λευκάδας. Ο κυρ Γιάννης ο Παταλέας έψελνε απο καιρού εις καιρόν στο δεξί ψαλτικό μας και μάλιστα όταν ήταν σε καλές σχέσεις με τον πατερούλη και τον Πάνο τον Ορφανό του έδιναν να διαβάζει τον Απόστολο τις Κυριακές!

Τα θυμάμαι όλα αυτά τα ωραία που έζησα ως κοριτσάκι... τα έζησα διότι ο πατερούλης ήταν ένα σπουδαίος ιερέας κι ένας μοναδικός εφημέριος!

Μου λείπει τόσο ο πατερούλης μου, αλλά μου άφησε πλούσια παρακαταθήκη … Τώρα νοσταλγώ εκείνες τις αθώες μέρες!



Ο Πικρός Εξωγήινος Προσγειώνεται στην Αθήνα!




Της Ιουστίνης Φραγκούλη-Αργύρη

Ένας σπουδαίος άνθρωπος των γραμμάτων, ένας ιστορικός με βάθος, ένας λογοτέχνης πέρα από τα καθιερωμένα, ο Σπύρος Βρεττός έχει γράψει ένα ακόμη προφητικό μυθιστόρημα.

Τίτλος του «Πικρός Εξωγήινος» (εκδόσεις Βακχικόν)  και αποτελεί την συμβολική παρακαταθήκη ένός νέου Μικρού Πρίγκηπα. Γιατί επανέρχεται στον πλανήτη Γη ένα εξωγήινο πλάσμα; Είναι μόνον η βαθιά του επιθυμία να ξαναζήσει την ευτυχία, έστω και για λίγο, από τη μοναδική για το Σύμπαν ομορφιά της γήινης φύσης; Και γιατί σε μια ειδυλλιακή τοποθεσία συναντάει γνωστή, παγκοσμίως, καθηγήτρια της Γεωλογίας; Είναι για να της αποκαλύψει, κυρίως, την άγνωστη προϊστορία του ανθρώπινου όντος ως προς τις εγκληματικές πράξεις και την καταστροφικότητα; Και με ποιες ιδανικές Πολιτείες συγκρίνει τις γήινες Πολιτείες; Σκοπός της αποστολής του είναι να διερευνήσει πλήρως, αν ο άνθρωπος επιτέλους, έχει κατακτήσει τη θαυμαστή δυνατότητα να μπορεί να καταστρέψει και ολόκληρο το Σύμπαν; Η αφανής επιθυμία του είναι και να συνδράμει, με τον τρόπο του, το ανθρώπινο ον, πέραν της πλάνης, ν' ανακαλύψει ασφαλείς διόδους προς την απαρασάλευτη ομορφιά της ζωής και της ύπαρξης; Και τελικά, γιατί η γήινη περιπέτειά του, που σε μια στιγμή αναστατώνει και μάλλον συγκλονίζει την Ευρώπη και ολόκληρο τον πλανήτη, έχει ως απόληξη το ίδιο να βρεθεί από το CERN και τους χώρους του Μεγάλου Επιταχυντή της Γενεύης, σιδηροδέσμιο, μπροστά στο Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο της Χάγης;

Αυτό το αριστουργηματικό εγχειρίδιο της αιώνιας ανθρώπινης διερώτησης για το σύμπαν, θα παρουσιαστεί τη Δευτέρα 19 Νοεμβρίου 8 μ.μ. στο Polis Art Café απο μια πλειάδα ανθρώπων της Τέχνης και των Γραμμάτων παρουσία του συγγραφέως Σπύρου Βρεττού.



ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ

Oι εκδόσεις Βακχικόν σάς προσκαλούν στην παρουσίαση του νέου βιβλίου του Σπύρου Βρεττού «Πικρός Εξωγήινος».

Για το βιβλίο θα μιλήσουν οι: Βιβή Κοψιδά-Βρεττού, Διδάκτωρ Φιλολογίας, συγγραφέας, Πρόεδρος Συνδέσμου Φιλολόγων Λευκάδας, Αναστασία Γεωργάκη, Αναπληρώτρια Καθηγήτρια - Τμήμα Μουσικών Σπουδών, ΕΚΠΑ, Φιόρη-Αναστασία Μεταλληνού, Αστροφυσικός - Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών, μονωδός, Ματούλα Τομαρά-Σιδέρη, Καθηγήτρια Παντείου Πανεπιστημίου και ο συγγραφέας.

Μουσικό πρόγραμμα: Αναστασία Γεωργάκη, Φιόρη-Αναστασία Μεταλληνού

Στο Polis art cafe Πεσμαζόγλου 5 Στοά του Βιβλίου, Αθήνα.

ΔΕΥΤΕΡΑ 19.11.18 στις 20.00 μ.μ.

ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΒΙΒΛΙΟΥ

ΠΙΚΡΟΣ ΕΞΩΓΗΙΝΟΣ

εκδόσεις

ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΟ ΤΟΥ ΒΑΚΧΙΚΟΝ ΑΣΚΛΗΠΙΟΥ 17 ΑΘΗΝΑ| 210 3637867  info@vakxikon.gr | ekdoseis.vakxikon.gr



Βιογραφία συγγραφέα: Βρεττός Σπύρος
Ο Σπύρος Βρεττός γεννήθηκε στους Τσουκαλάδες Λευκάδας όπου τελείωσε το δημοτικό. Το γυμνάσιο τελείωσε στη Λευκάδα. Σπούδασε στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Το 1987 αναγορεύτηκε διδάκτορας στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων. Ζει και εργάζεται στη Λευκάδα. Έχει δημοσιεύσει τα μυθιστορήματα "Υποψήφιος σπουδαστής" (Καστανιώτης, 1980), "Ανάπαυλα, Κάθαρση" (Καστανιώτης, 1987), "Αγωνία επιβίωσης ή μελέτη θανάτου" (Λογοθέτης, 1994), το δοκίμιο "Ανθρωπισμός, διαλεκτική φιλολογίας και θετικών επιστημών" (1974), τα "Θέματα σύγχρονου προβληματισμού για την έκθεση" (Καστανιώτης, 1990) και τη μελέτη "Οι λαϊκοί ποιητές της Λευκάδας ως κοινωνικό φαινόμενο" (Καστανιώτης, 1994) κ.ά..






Sunday, November 11, 2018

Ο Καφές της Κυριακής στον Αη Γιώργη



Ο Καφές της Κυριακής είναι μια καινούρια ιδέα του ιερατικού προϊσταμένου του Καθεδρικού Ναού του Αγίου Γεωργίου, π. Δημήτριου Αντωνόπουλου που έχει διακρίνει το κενό στην επικοινωνία των ενοριτών του.

Έτσι οι γενναιόδωρες κυρίες της Φιλοπτώχου ετοιμάζουν σπιτικά γλυκά και καφέ μετά την Κυριακάτικη λειτουργία, καλώντας όλους τους ενορίτες να κατέβουν κάτω στην μεγάλη αίθουσα του ναού για κουβεντούλα, καφεδάκι και γλυκό. Πρόκειται για μια καινούρια ιδέα που σκοπό έχει να συγκεντρώσει νέους και γέρους σε μια ωραία αγαπητική επικοινωνία.

Ο καφές και τα γλυκά είναι δωρεάν για όλους και υπάρχει ένα μικρό πανεράκι για όποιον θέλει να ρίξει τον οβολό του για την αποπεράτωση των έργων του ναού.

Η Παναγιώτα Τσίτουρα, μέλος της Φιλοπτώχου είναι ενθουσιασμένη με το Καφέ της Κυριακής, για το οποίο φτιάχνει κέικς κάθε Σάββατο. Μου λέει ψιθυριστά: «Ξέρεις τα γεροντάκια που δεν έχουν τόσο μεγάλη κοινωνική ζωή μπορούν να μαζεύονται μετά την εκκλησία και να περνούν τις ώρες τους κουβεντιάζοντας και πίνοντας τον καφέ τους. Είναι μια ιδέα για να συγκεντρωνόμαστε όλοι (πέρα απο τα μνημόσυνα) και να ανταλλάσσουμε λόγια κι ελπίδες. Είμαι πολύ χαρούμενη που μπορώ να συμμετέχω σ΄αυτή την ωραία παρέα, την οποία καλεί ο αρχιμανδρίτης μας π. Δημήτριος».

Πραγματικά ήταν κάτι που έλειπε απο την κοινοτική/ ενοριακή μας δράση. Ο  Καφές της Κυριακής δεν είναι μόνο για ηλικιωμένους αλλά και για νέους που θέλουν να βρεθούν με άλλους Ελληνες της Μοντρεάλης μετά την Κυριακάτικη λειτουργία.

Εύχομαι κάθε επιτυχία στη Φιλόπτωχο του Καθεδρικού μας που πραγματοποιεί μια όμορφη πρωτοβουλία του παπα-Δημήτρη της καρδιάς μας.

 Τζουστινάκι





Wednesday, November 7, 2018

Ο θάνατος Ενός Ήρωα. Η Τραγική Ιστορία του Βορειοηπειρωτικού!



Εμείς δεν ξεχνάμε της Ιστορία μας
Της Ιουστίνης Φραγκούλη-Αργύρη
Αργοπαίζει μέσα μου ο θυμός αυτές τις μέρες , αργοπαίζει η αγανάκτηση για όλα τα πολιτικά παιγχνίδια που συνέθεσαν την τραγωδία της εκχώρησης της Βόρειας Ηπείρου στην Αλβανία το τραγικό έτος 1914.
Θεωρώ πως αυτή η εκχώρηση αποτελεί τεράτια προδοσία των συμμαχικών δυνάμεων στην Ελλάδα εξαιτίας του επάρατου βασιλιά Κωνσταντίνου που δεν ήθελε να συμμετέχει κατ΄αρχάς στις δυνάμεις της ΑΝΤΑΝΤ κατά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Ο Ελληνας της Βόρειας Ηπείρου, Κωνσταντίνος Κατσίφας πέθανε σαν ήρωας καρφώνοντας την ελληνική σημαία στον τόπου όπου ζει ακόμη Ελληνισμός.
Δεν είναι αλυτρωτισμός να ξέρεις την ιστορία σου. Δεν είναι αλυτρωτισμός να την διεκδικείς με ειρηνικό τρόπο! Μπερδευτήκαμε τελευταία και λησμονήσαμε την ιστορία μας.

«Στο πατρικό του σπίτι στους Βουλιαράτες έφτασε, μετά από 11 ημέρες, η σορός του Κωνσταντίνου Κατσίφα. Τη σορό του 35χρονου Βορειοηπειρώτη συνόδευσαν συγγενείς και φίλοι του ενώ...
προπορευόταν η ελληνική σημαία. Η κηδεία του θα τελεστεί αύριο στις 13:00’ τοπική ώρα (Αλβανίας).»

Ο Κωνσταντίνος Κατσίφας είναι σύμβολο ηρωισμού. Στη μνήμη του καταθέτω ένα κεφάλαιο απο το βιβλίο μου «ΠΕΤΑΕΙ, ΠΕΤΑΕΙ το ΣΥΝΝΕΦΟ», το οποίο είναι βασισμένο στα απομνημονεύματα του μακαριστού παππού μου παπα-Κώστα Κακαβούλη.



Μυθιστορηματική αδεία ο παπα-Κώστας Κακαβούλης στο μυθιστόρημα φέρει το όνομα Κωστάγγελος:



"Με το νέο του λόχο στρατοπέδευαν σε χωριά της Βορείου Ηπείρου, σιγουρεμένοι πως ήταν πιά δικαιούχοι του τόπου όπου πλήθαινε ο Ελληνικός λαός. Ο σκληρός χειμώνας με τις βροχές, τα χιόνια και την παγωνιά, πέρασε κάτω από τ’ αντίσκηνα. Οι κουβέρτες, λίγες και τραχειές στην αφή, στάθηκε αδύνατο να ζεστάνουν τ’ ανδρικά κορμιά. Τα πόδια ερμητικά κλεισμένα μέσα στις μπότες υπέφεραν απ’ τα κρυοπαγήματα.

Το αίσθημα της νίκης κόπηκε στα δύο όταν αναγγέλθηκε η αυτονομία της Βορείου Ηπείρου το Μάρτη του 1914. Εκείνοι πάλευαν μέσα στις κακουχίες για το αύριο της Ελλάδας και οι Μεγάλες Δυνάμεις υπέγραφαν για έναν άλλο κόσμο, κομμένο και ραμμένο στα δικά τους μέτρα. Ο στρατός παρέδωσε σε πλήρη ταπείνωση τη Βόρειο Ηπειρο στην Ιταλική Καραμπινερία, προκειμένου να προστευθούν τα δικαιώματα του νέου Αλβανικού κράτους που ξαφνικά ξεφύτρωσε απ’ το πουθενά.

Η απογοήτευση έτρωσε κυριολεκτικά το κορμί και την ψυχή του Κωστάγγελου. Τα μάτια του πλημμύρισαν από δάκρυα θυμού καθώς έβλεπε τους Ελληνες να ολοφύρονται για την τραγωδία, να εγκαταλείπουν μαζικά τα σπιτικά τους μαζεύοντας τ’ απαραίτητα της προσφυγιάς σε μπόγους.

Σπάραζε η ψυχή του που η Ελληνική ηγεσία δέχθηκε τούτη την ταπείνωση και την ιστορική αδικία. Σύντομα οι Βορειοηπειρώτες βγήκαν στο αντάρτικο για ν’ανακτήσουν τη χαμένη πατρίδα. Τους πλαισίωσαν στελέχη του Ελληνικού στρατού στον αγώνα για την ανάκληση της ιστορικής αδικίας. Ο Κωστάγγελος ζήτησε απ’ το λοχαγό του να τον αφήσει να καταταγεί στους ανάρτες. Κι εκείνος πήρε πάνω του το ηθικό βάρος της προσφοράς του:

-Κωστάγγελε, παιδί μου, γύρνα πίσω στον τόπο σου, στους γονείς σου, στ’ αδέρφια σου. Σε λίγο τελειώνει η θητεία σου και θα είσαι ελεύθερος πολίτης. Θα πάω εγώ στη θέση σου στο αντάρτικο, που είμαι επαγγελματίας στρατιωτικός. Για μένα δεν είναι μόνο ιδεολογία η πατρίδα, είναι καριέρα και γαλόνια. Για τον απλό φαντάρο τελειώνει το χρέος όταν προδίδεται ο αγώνας!

Αβάσταχτη του αξιωματικού η ειλικρίνεια! Τον έπεισε όμως να κατηφορίσει στην Κόνιτσα με τον υπόλοιπο λόχο του. Το Πάσχα του 1914 ήταν ένα μαρτύριο για τον Κωστάγγελο. Η φύση πανηγύριζε την ανάδυσή της απ’ το χειμώνα κι εκείνος άφηνε πίσω του τή χίμαιρα της Μεγάλης Ελλάδας. Τα χαμομήλια κι οι παπαρούνες μέσα στις καταπράσινες πλαγιές για πρώτη φορά δεν τον χαροποιούσαν. Παραδινόταν με πόνο στην ιδέα ότι αυτή η γή που μόλις εγκατέλειπε δεν θα γινόταν ποτέ πιά Ελληνική. Η σφραγίδα των ξένων είχε μπεί για τα καλά στον απελευθερωτικό αγώνα της μικρής του πατρίδας.

Η μέρα του απολυτηρίου απ’ το στρατό ήρθε γρηγορότερα απ’ τις αντοχές του. Με απάθεια ο νέος λοχαγός του παρέδωσε το άψυχο χαρτί που τον έστελνε μ’ εύφημη μνεία στην αγκαλιά της οικογένειας και του χωριού του. Στις 20 Μαίου 1914 ο στρατιώτης Κωστάγγελος Αργυρίου έπαιρνε το ξανασφριγηλεμένο υγιές κορμί και τα λιγοστά υπάρχοντά του για να κατηφορίσει προς το νησί του. Αφηνε πίσω του τ’ όπλο, τη χλαίνη και την εποχή της αθωότητάς του. Η πατρίδα είχε στρογγυλοποιηθεί μέσα στον κριτικό του νού, χάνοντας τη μυθική διάσταση της αλάθητης δύναμης που τον καθοδηγούσε άκριτα στον όποιο αγώνα. "


Monday, November 5, 2018

Ο Αύγουστος που της χρωστούσα της Λευκάδας μου!




Μου το θύμισε ο φίλος μου ο Μπαμπίνος Φον Γκούρμεν σήμερα το ωραίο καλοκαίρι στη Λευκάδα, στέλνοντάς μου μια φωτογραφία όπου είμαι ηλιοκαμμένη απο τον ήλιο του Κάστρου.

Πέρασα τον Αύγουστο στο νησί και στην πόλη μου, συναντώντας τους φίλους και τις φίλες μου καθημερινά, σμίγοντας με παλιούς γνωστούς, ανακινώντας τις αναμνήσεις που με έπλασαν αυτήν που είμαι.

Θα αρχίσω απο την συγκατοίκηση με τον αδελφό μου τον Αποστόλη, τη γυναίκα του την ¨Εφη και τον υπέροχο γιό τους το Νικόλα. Ήταν απόλαυση να κάνουμε σχέδια πώς να είμαστε ελεύθεροι απο ωράρια ,πώς να απαλλαγούμε  απο τα πρέπει κι απο τα μη. Τα μπάνια στο Κάστρο, οι βόλτες τα βράδυα στην αγορά και οι περιπλανήσεις μας στα πολιτιστικά δρώμενα της πόλης στόλισαν τις μέρες του καλοκαιριού μου.

Η άφιξη του Αλεξανδρίνου μου απο τη Νέα Υόρκη, τα υπέροχα ξενύχτια του στην Taratsa Open, οι ύπνοι του μέχρι το απόγευμα μου θύμισαν την ωραία και ανέμελη νιότη μου, τότε που καταφθάναμε Κυριακή χαράματα κατά τις 6 την ώρα που ξυπνούσε ο πατερούλης για την εκκλησία και μας έλεγε πως σε δύο ώρες θάπρεπε να πάμε στους Αγίους Αναργύρους.

Βεβαίως, η μόνιμη σύντροφος στις βραδινές περιπλανήσεις μου ήταν η Μαριάννα, η αγαπημένη των εφηβικών χρόνων με την οποία ανυποψίαστες σαν κοριτσάκια γελούσαμε και μιλούσαμε και αναθυμόμασταν μέρες αθωότητας τότε που τίποτε δε σκίαζε τη ζωή μας. Ήταν σα να ξαναβουτούσαμε στις αναμνήσεις απο τους γονείς μας που δέθηκαν για πάντα μέσα απο τη δημιουργία και λειτουργία του Γηροκομείου Λευκάδας.

Το μεγάλο δείπνο των συμμαθητριών με θέα το πέλαγος ήταν μια ρουφηξιά από νιότη καθώς η Δήμητρα Καράμπαλη, η Μαριάννα Καρφάκη, η Αγγελική Σπηλιά, η Νέλλη Κατωπόδη, η Μόλυ Φλωρίου, η Σία Καμινάρη και η αφεντιά μου αφεθήκαμε σε εκείνα τα μύρια όσα λόγια για τις μικρές χαρές αλλά και τις αγωνίες που συνθέτουν τις ζωές μας ένθεν κακείθεν του Ατλαντικού.

Η γειτονιά μου με την κυρά Λάμπρω να κρατάει τα σκήπτρα της ιστορίας της , με τη Μαρία να καμαρώνει για τα εγγόνια της και την Τασούλα να αφήνει τις εγγονές της να αυτοσχεδιάζουν πασαρέλες μόδας, με τη Σταυρούλα να κεντάει ασταμάτητα τα Λευκαδίτικα και με την Αλεξάνδρα να ποτίζει τα λουλούδια μας ήταν μια όαση αναβάπτισης στις παιδικές μνήμες.

Υστερα ήρθαν ο Ηλίας ο Φρούφαλος με τη γυναίκα του τη Μαρία Ζαχαρή και ο Ηλίας ο Γεωργάκης με τη γυναίκα του Σοφία Αναγνωστοπούλου. Και γελάσαμε τόσο πολύ με τόσες ιστορίες που οι δύο Ηλίες ήξεραν να αφηγούνται με τη λευκαδίτικη χροιά του λόγου τους, με την ξεχωριστή ιδιωματική τους αφήγηση. Γελάσαμε σαν παιδιά και αποτοξινωθήκαμε από όσα μας είχαν ίσως πληγώσει τα χρόνια που πέρασαν χωρίς να τα ξεχνάμε.

Ο Φίλιππος ο Μεσσήνης ήταν ο καθημερινός μου συνομιλητής, τον συναντούσα με το ποδήλατο να ανεβοκατεβαίνει την αγορά και να παθιάζεται με την ιδέα να μιλήσουμε κάποια στιγμή ιδιαίτερα για την πολιτική του τόπου. Κι αυτή η στιγμή δεν έφτασε ποτέ αλλά δεν πειράζει γιατί θάρθει μια άλλη στιγμή σύντομα να πούμε αυτά που αφήσαμε στη μέση.

Ο Μπαμπίνος όμως ήταν η αποκάλυψη του καλοκαιριού, πάντα με το χιούμορ του, πάντα με τα ωραία του αστεία, πάντα με το χαμόγελο να χαιρετάει και να υπαινίσσεται ετούτο κι εκείνο. Και να γλιστράει σπίτι του νωρίς τα βράδυα για να περιποιηθεί τη γυναίκα του. Και το πρωί πάλι καφέδες στο Μερκάντο και κόσμος και κουβέντες και πολιτικές υποθέσεις και νέα, πολλά νέα. Ανέβηκα στο μηχανάκι του και με ταξίδεψε ως την πλατεία όπου ψώνισα λουκούμια κι άλλα καλούδια λευκαδίτικα της αγοράς.

Κι ένας φίλος μου απ΄τα παλιά μου είπε να πάμε για καφέ και τα είπαμε εφ΄όλης της ύλης, πολιτικά , θρησκευτικά, είπαμε για παρελθόντα γεγονότα, για αναμνήσεις που έχτισαν μια νιότη ξέφρενη με πολλά όνειρα για ταξίδια μακρινά.

Τη Βίκυ Μαζανίτη την πανέμορφη με το λυγερό σώμα τη συναντούσα στη γειτονιά και στα μπαράκια κι όλο μιλούσαμε για τα ωραία κοσμήματα που σχεδίαζε στο εργαστήριό της στα Γιάννενα κι όλο γελούσαμε δυνατά και αγοράζαμε φρέσκα φρούτα απο την αγορά.

Και βέβαια, συναντούσα συχνά στη Λευκάδα την κουμπάρα μου τη Μαριλένα Μελά και τη Χριστινούλα μας που έχει γίνει πανέμορφη και τον κουμπάρο τον Σάκη και την Κατρινούλα, την πρωτοκόρη τους. Και ξαναγαπήσαμε την παραλία του Κάστρου και κολυμπούσαμε σα να μην είχε περάσει μια μέρα από τότε που ήμασταν παιδιά.

 Aνέβηκα και στους κουμπάρους την Κατερίνα και το Δημήτρη Πετρόπουλο και απόλαυσα τη Νικολέτα μου που έχει γίνει δεσποινίς. Και έπαιξα με την καλοσυνάτη μας Μαρία που χαμογελούσε διαρκώς και χαιρόταν με τα πάντα. Και πήγαμε στο λούνα πάρκ όλοι μαζί και μας άρεσε γιατί τα παιδιά είναι η αφορμή της χαράς και της ευτυχίας.
Χτενίστηκα στο λατρεμένο Σπύρο μου με το εκλεκτικό γούστο και χάρηκα την στιλπνότητα των μαλλιών μου μόνο για λίγο καθώς η αρμύρα της θάλασσας τα ρουφούσε λαίμαργα στα μπάνια μου.

Είδα φίλους που είχα χρόνια να συναντήσω, είδα αγαπημένα πρόσωπα που είχα ξεχάσει πόσο μεγάλο ρόλο είχαν παίξει στη ζωή μου. Είδα με τα μάτια της ωριμότητας τον τόπο μου και τους ανθρώπους.

Αυτό το καλοκαίρι ξαναλάτρεψα τη Λευκάδα. Της έδωσα τον Αύγουστο που της χρωστούσα κι εκείνη μου ξαναχάρισε το αγαθό που λέγεται «κάθαρση»! Αυτό το καλοκαίρι θα το θυμάμαι πάντα για τη γλύκα του, για την ελευθερία του, για την ανεμελιά του.

Και του χρόνου!

  
Justinaki