Ο Γεώργιος Γεωργής από την Αγιογραφία μέχρι τη μετεξέλιξή
του στη ζωγραφική, πιστεύει στην Τέχνη και στη μετουσίωσή της μέσα από την
ιδεολογία και την πνευματικότητα. Αρνείται να ταυτισθεί με μεγάλα πρότυπα
ζωγράφων και επικρίνει τους Ελληνες, που δεν τιμούν τα έργα του μετά από τόση
μεγάλη και επίπονη πορεία στην ζωγραφική.
Είναι ένας αιρετικός καλλιτέχνης ταγμένος να
υπηρετεί τα όνειρά του χωρίς συμβιβασμούς.
Αυτή την εποχή εκθέτει τα έργα του στο Σινεμά
Ντι Πάρκ στο πλαίσιο του 4ου Φεστιβάλ Ελληνικού Κινηματογράφου του
Μόντρεαλ. Απόψε μαζί με την εκδήλωση των Ποντίων στο φεστιβάλ θα γίνει κι ένα
μίνι-γκαλά προς τιμήν του.
Q: Κύριε
Γεωργή πότε αποφασίσατε να ασχοληθείτε με την αγιογραφία;
A: Ως αυτοδίδακτος ζωγράφος άρχισα
ζωγραφική στη τρυφερή ηλικία των έντεκα ετών, αν και απο πολυ μικρός
σχεδιαζα ακατάπαυστα σε οτι λευκή επιφάνεια έβρησκα. Ποτέ δεν
πήρα μαθήματα στη ζωγραφική ή σχέδιο, εκτός από πολύ
αργότερα που παρακολούθησα μια καλοκαιρινή τάξη σχεδίου, μετά τη στρατιωτική μου θητεία,
προκειμένου να δώσω εισαγωγικές εξετάσεις στην
σχολή Καλών Τεχνών του Πολυτεχνείου
Αθηνών. Όχι πολύ καιρό αργότερα αποφάσισα να πάρω πολύ επιθετικά
βήματα για το μέλλον μου ως καλλιτέχνης, έτσι βρήκα έναν Αγιογράφο επαγγελματία, τον Γιώργο Χοχλιδάκη, έναν απο τους μαθητές του
μεγαλου μας Κόντογλου, ο οποίος με δέχθηκε αμέσως ως μαθητευόμενο βοηθό με
μισθό. Ήταν πνευματικός
μου πατέρας και του οφείλω όλες τις γνώσεις μου στην Αγγειογραφική Τεχνη.
Τότε, σ’αυτό το μικρό χρονικό διάστημα μαζι, γιατι εφυγα
για Καναδα μετά, αποφάσισα ότι θα ακολουθούσα
το επάγγελμα του Αγιογράφου δια βίου, αλλά είχα και τις επιφυλάξεις μου, για το κατά
πόσο το ύφος αυτό μου επέτρεπε να αναπτύξω μια καλλιτεχνική
έκφραση με πολύ πιο ελεύθερη μορφή, το Βυζαντινό υφος όπως ήταν εκείνη την
εποχή ειναι καπως περιορισμένο με την ακαμψία του ως εκφραση.
Στον Καναδά αμεσως,
απελευθερομένος απο τους περιορισμούς του Ελληνικου κύκλου, επήρα τη δεύτερη και πιο τολμηρή απόφασή μου
να το κρατήσω ως
βάση και επάγγελμα,
αλλά και να το αναπτύξω μορφολογικά μαζι
με το δικό του προσωπικό ύφος μου ως καλλιτέχνης. Το προσωπικό μου υφος εχει άμεση επιρροή απο
τη Βυζαντινή Τεχνη και κατ’έπεκταση, για όσους γνωριζουν πραγματικά, και με την
Ελληνιστική Τεχνη η οποία γέννησε την Βυζαντινή.
Οι σπουδές μου στην Ιστορία Τέχνης στο
Μόντρεαλ μου ανοιξαν νέους ορίζοντες με τις γνώσεις μου επι του θέματος και
ειδα οτι η Βυζαντινή τέχνη σου δινει πολυ περισσότερα ερεθίσματα ύφους και
δυνατότητες απ’ οτι ο κοινός και αδαείς κόσμος νομίζει.
Q: Ποιά
ήταν τα κίνητρα αυτής της συγκεκριμένης τοποθέτησής σας απέναντι στην εικαστική
τέχνη;
A: Τα κίνητρα ειναι πολλα και διάφορα, γεννήθηκα σε οικογένεια με Ιεραρχη και
ιερέα, και απο τις δυο οικογενειες, μεγαλωσα κυριολεκτικα στην εκκλησία μεσα
και μεχρι εφηβος σκεπτομουν να γινω δεσπότης. Το καλλιτεχνικο μου ταλεντο ηταν
εκεί στη φύση μου και δεν μπορεί κανεις να το αγνοησει. Οι εικόνες ηταν το
κέντρο λατρείας γυρο μου αλλα δεν τις εβλεπα σαν μελοντικό ειδος τεχνηκής για
μένα. Αυτό αναπτυχθηκε αργότερα μετα οταν στον στρατο μου ζήτησαν να αγιογραφισω,
με εναν αλλο στρατιώτη, την εκκλησια του στρατοπέδου. Αυτη ηταν μια αμυδρή
κίνηση προς την Αγιογραφία. Μετα οταν αποφάσισα να επιβαλλω στον πατέρα μου οτι
θα γινω καλλιτέχνης παση θυσία. Εργαστηκα «επαγγελματικά» σαν ζωγράφος
στην Αγιογραφία που μου εδωσε την
δυνατότητα αυτή της οικογενιεακής επανάστασης. Ευλογημένη να ειναι η τόλμη
αυτή. Κατοπιν υπαρχουν και αλλα κίνητρα
που υποβοηθούν την πρωταρχική τοποθετηση όσον αφορά την τέχνη αυτή, σπουδές,
φιλοσοφικές πεποιθήσεις, και πολλα αλλα. Σαν αρχιτεκτων θα σας πω κάτι ως
μεταφορικό παραδειγμα. Ενα κτίριο δεν ειναι μονολιθικό, αποτελείται απο πολλα
«λιθάρια μικρά ή μεγάλα και διαφορα υλικά» που κανουν το σύνολο αλλά το αποτέλεσμα
ειναι αυτό που προέχει. Ετσι είναι και τα κίνητρα σε ολα στη ζωή.
Q: Πώς αντιμετώπισαν οι Καναδοί
την αγιογραφία ως τέχνη (όχι εντός των εκκλησιαστικών τειχών ;)
A: Μεχρι στιγμής οι Καναδοί (οι μη
Ελληνες) με προσεγγιζουν με θαυμασμό γιατί δεν γνωρίζουν κατ’αρχήν το είδος
αυτό τέχνης εν γένει, ή αυτοί που
γνωρίζουν αναγνωριζουν τις αλλαγές στο ιδιο το Βυζαντινό υφος μου και τις
επιρροες στο προσωπικό μου υφος κατ’ επεκταση. Απο Ελληνικής πλευράς δεν
ασχολουμαι διότι αντιμετωπιζω μια φοβερη αγνοια και νεοπλουτισμό που ασχολείται
με τις τιμές αναλογα με το μεγεθος και τις ωρες μια καλλιτεχνικής εργασίας. Οι
περισσότεροι πελάτες μου ειναι ξενοι που βλεπουν την αξία ενος εργου. Ισως
ακουγομαι λιγο αυστηρός απο τους συμπατριωτες μου, αλλα η αληθεια ειναι αυτή.
Τα Πανεπιστημιακά διπλωματα δεν σε κανουν καλλιεργημέν, απλως σου δινουν μια
επαγγελματικη κατευθυνση και γι’αυτο οι Ελληνες εδω ειναι ακομη ουραγοί σε
πολιτιστικα θεματα. Υπαρχουν περισσοτερες εικόνες και εργα μου σε ξενα σπίτια
μεχρι την Νεα Υορκη και Τεξας παρα σε ελληνικα σπιτια ή εκκλησίες εδώ στο Μοντρεαλ.
Ντροπή.
Οι ξένοι και πολλοι οργανισμοί μου εζήτησαν να κάνω κατά καιρούς
και διαλέξεις επι της Βυζαντινής τεχνης, και αυτό με εκανε υπερήφανο σαν Ελληνα
πέραν της προσωπικής μου ευχαρίστησης.
Q: Γιατί
υπάρχει η εμμονή της Αρχαίας Ελλάδας στα έργα σας; Τί σας καταδιώκει
περισσότερο η Ελληνική σας κληρονομιά ή η βυζαντινή / εκκλησιαστική τοιαύτη;
A: Η Ελλάδα ειναι το είναι μου
είτε στην αρχαία είτε στη σύγχρονη μορφή της. Δεν με καταδιώκει σαν κληρονομιά,
αν και βαρειά. Ο αρχαίος ελληνικός πολιτισμός είναι οικουμενικός πολιτισμός, μόνον ενας πνευματικά τυφλός δεν μπορεί να το
δεί, ο συσχετισμός της αρχαιας Ελληνικής τέχνης και της Βυζαντινής είναι φοβερά
δυνατός και ας μη φαίνεται, ο πραγματικά γνωστης του πολιτισμού το γνωρίζει. Η ζωγραφική,
η γλυπτική, η ποίηση, το θεατρο, η μουσική, η αρχιτεκτονική, και εν γένει ολλες
οι τέχνες ειναι σε μία σφαίρα με συνοχή και συνέχεια, ομοούσιες και αδιαίρετες κατ’
ουσίαν, και συνεχιζεται μεχρι τωρα. Και αυτό ειναι εκδηλο απο πανάρχαια χρόνια
στον πολιτισμό μας, ενα μικρό παράδειγμα ειναι η Πλατυτέρα σαν εικόνα και
εννοια η οποία είναι η συνέχεια του προϊστορικού αναθηματικού γυναικείου είδώλου Μινωϊκής και Μυκηναϊκής περιόδου. Η εμμονή μου
οπως το τοποθετείτε λοιπόν δεν είναι εμμονή αλλά η φυσική συνέχεια στο οικουμενικό
πνεύμα ενός διαχρονικού πολιτισμού μέσα απο την τέχνη του και των καλλιτεχνών
μια χώρας οπως η δική μας. Βέβαια υπάρχουν άτομα ή καλλιτέχνες που προσπαθούν
να αγνοήσουν αυτούς τους παράγοντες χάρην παρεξηγημένου
μοντερνισμού προς οφελός τους. Οχι ομως εγώ.
Q: Τί σας ενέπνευσε για να περάσετε στην καθαρή
ζωγραφική και μάλιστα με αφαιρετική στάση;
A: Τίποτα! Ενας καλλιτέχνης πρέπει
να ασκείται συνεχώς με τις διαφορετικές
μορφές ύφους στην τέχνη του τουλάχιστον προς αποφυγήν τελματισμού. Ο
καλλιτεχνης ειναι ενας αθλητης διαφορετικης μορφής και στο στιβο αυτό υπαρχουν
πολλα αθληματα που θα πρέπει να τα γνωρίζει για να υποστηρίξει τα αλλα. Η Τεχνη ειναι πολυμορφη και πολυπρισματική,
δεν υπαρχουν μικρα διαμερισματα που πρεπει να μπουμε μεσα για λογους ασφαλείας,
θα ηταν θανατηφόρο λάθος. Το αποτέλεσμα ειναι η πνευματική και καλλιτεχνική
απολιθωση.
Τα αφηρημένα μου έργα βεβαια δεν ειναι υποδαιέστερα των αλλων αλλα ειναι μια ανάπαυλα
διασκεδαστική, ενα σκέρτσο
στα Ιταλικά, το έχουμε και σε μουσικές συνθέσεις αυτό, στην αφαιρετική μου τοποθετηση
οι χρωματισμοί κάνουν ενα συμφωνικό διάλογο με ενα στόχο...την αρμονία. Το
βλέπουμε και σε μια συναυλία μουσικής με τους άπειρους χρωματισμους και τον
διάλογο μεταξύ διαφορετικών μουσικων οργανων. Μη ξεχναμε ομως ενα πράγμα, η
Βυζαντινή Τεχνη περιλαμβανει ολα τα καλλιτεχνικα κυματα οπως τα -ισμς ειναι η μανα των τεχνων. Εκει θα βρεί κανείς αφαίρεση, σουρεαλισμό, ιμπρεσιονισμό,
κυβισμό, εξπρεσιονισμό, κολάζ, και πάει λέγοντας. Οτι ειναι ο Μπαχ για του
Μουσουργούς ειναι η Βυζαντινη τεχνη στην ουσία για την ζωγραφική, αρκει να
εχεις το «μάτι» το «μυαλό» και την θέληση να το δείς. Μόνο ο ανιδεος κολάει σε
μερικούς «γνωστούς» καλλιτέχνες για ευκολη πρόσβαση κατανόησης κάποιου
καλλιτεχνικού υφους.
Q: Πώς θα περιγράφατε τα στάδια της εξέλιξής σας
από την αγιογραφία έως τη σημερινή φάση της δουλειάς σας;
A: Φυσικό επόμενο, οπως και είπα
προηγουμένως το προσωπικό μου υφος ειναι γέννημα της Βυζαντινής ζωγραφικής και
δεν υπάρχει σημερινή ή χθεσινή φάση σε κανένα καλλιτέχνη, όλα ειναι
συσχετισμένα, παρελθόν, παρόν, ή μελλον, τα γονίδια ειναι τα ίδια, απλώς δεν είναι προφανείς
πάντα στον κοινο άνθρωπο και ειδικά στους τεχνοκρίτες, οι περισσότεροι απ’αυτούς
ειναι άσχετοι τύποι που λατρεύουν την κριτική για να κάνουν θόρυβο..
Q: Τί εξακολουθεί να σας εμπνέει σήμερα;
A: Τα
πάντα. Ειδικά ό’τι εχει να κανει με τον ανθρωπο, και τη βλακεία του ή την
εξυπνάνδα του. Είμαστε τα πιό παραξενα οντα του ζωικου βασιλείου.
Q: Ποιά είναι τα ερωτήματα που αποτυπώνετε στη
σύγχρονη τέχνη σας;
A: Πολυ
βαρύγδουπο αυτο σαν ερώτηση, φίλη μου. Η σωστή διανόηση ειναι απλή και ευθεία.
Και η τέχνη μου είναι ακριβώς αυτό, χωρίς καρυκευματα και μπιχλιμπιδια. Οπως οι
Αγγλοι λενε αντιγραφοντας τους αρχαιους μας (στο λίγο το πολύ) τα υπολοιπα
ειναι ψευτοδιανοητικα. Το Λακωνικό της αρχαίας Ελληνικής τέχνης καθε μορφής
ειναι το κέντρο σε ολα. Αυτό ειναι το μυστικό που κανείς δεν εχει δικαίωμα να
ξεσκεπάζει σε ενα καλλιτέχνη, ούτε δημοσιγραφος, ή ιστορικός Τεχνης, ή τεχνοκρίτης
μπορουν ή πρέπει να εξιχνιασουν τα αδηλα και τα κρύφια του ψυχισμού σε ενα
καλλιτέχνη χωρίς την αδεια του. Ας σταματήσουμε εδω και να κρατήσουμε λιγο το
μυστηριο που παντα δίνει ομορφια στη ζωή μας.
Q: Τί θα σας δικαίωνε ως αγιογράφο και ως
καλλιτέχνη;
A: Α! Αυτή ισως να είναι η
εσφαλμένη και παραπλανητικη ερώτηση που κάνουν οι περισσότεροι στους καλλιτέχνες.
Δεν πιστεύω σε φιλοφρονήσεις επι οποιουδητε επιπεδου. Αλλά αν και ο πραγματικός
καλλιτεχνης χρειάζεται την αναγνώριση του κοινού δεν ζει με αέρα κοπανιστό. Η πραγματική
αναγνώριση έρχεται με την αγοραστικοτητα γιατί θα ηταν βλακεία να νομίζουμε οτι
οι καλλιτέχνες δεν θέλουν το χρήμα και την άνεση για να δημιουργήσουν αλλα και
το κοινό πρέπει να καταλάβει οτι δεν μπορει να εχει έργα τεχνης δωρεάν.....η
φιλανθρωπία μας ειναι πνευματική μια και προσπαθούμε να καλλιεργήσουμε και εν
συνεχεία να ανυψώσουμε τον πνευματικό κόσμο του ανθρώπου. Οταν κάποιος αρχιζει
τα παζάρια γυρίζω την πλατη μου γιατί σημαίνει ο’τι δεν ξερει τίποτα απο τέχνη
και ψάχνει να διακοσμήσει το καθιστικό του/της ανάλογα με το χαλι ή καναπέ που
εχουν. Η δικαίωση μου ειναι και ηθική
και υλική.
Q: Ποιούς θαυμάζετε από τη μεγάλη των ζωγράφων
παλέτα;
A: Οταν είμουν πολυ μικρός μου άρεσε
φοβερά ο Θεοτοκόπουλος (El Greco) και ο Μιχαήλ Αγγελος (Michelangelo Buonarroti) και ακόμη τους θαυμάζω και τους μελετώ,
και στους δυο βρίσκω τον πνευματισμό, το υπερβατικό της Τεχνης. Μερικοί
άσχετοι θέλουν να με παρομοιάζουν, για δικη τους ευκολία, με Νταλί (Dali) και άλλους
της σειράς του....εκει κάνουν φοβερά λάθος και αποδεικνύουν την άγνοια τους.
Δεν είμαι υπερρεαλιστής (σουρεαλιστής) αλλά
μεταφυσικός (metaphysical / transcendentalist)
καλλιτέχνης.
Εχω
πάει πέραν του Νταλί και την εκκεντρικότητα του, σαν άτομο και καλλιτέχνη, ο
Θεός να φυλάει. Ο Νταλι δεν ηταν πραγματικά καλλιτέχνης ηταν επιχειρηματείας και
τεχνίτης με φοβερη εμπορικότητα για τους νεόπλουτους στο πνεύμα και πορτοφόλι.
Ε καί; και η Βουγιουκλάκη είχε
εμπορικότητα αλλα δεν ηταν καλλιτέχνις. Η εμπορικότητα δεν ειναι τεκμήριο
τέχνης.
Q: Ποιά συμβουλή θα προσφέρατε στους νέους
καλλιτέχνες;
A: Εαν κατανοήσουν οτι το να τους αρέσει
να τυρανάνε τα πινέλα είναι το μονο ταλέντο που διαθέτουν γιατί ίσως τους
αρέσει η τεχνη, να σταματησουν και να κοιταξουν να βρουνε μια αλλη δουλειά, δεν
σημαίνει οτι επειδη ενος του αρεση η τεχνη ειναι και καλλιτέχνης. Εαν ομως η πνευματική
και διανοητική δημιουργικότητα τους ειναι το επίκεντρο και η κινητήριος δύναμις στη ζωή τους σαν καλλιτέχνες και άτομα τότε
ας μη σταματήσουν με το τίποτα. Ισως αυτό να είναι η πηγή της υπαρξής τους. Ο καλλιτέχνης πρέπει να είναι σε αρμονία με τον εαυτό
του και να βρει ευδαιμονία
στην τέχνη του.
Γεωργής Γεώργιος