Το να βρίσκεσαι με τα παιδιά είναι από
τις κορυφαίες εμπειρίες ενός ανθρώπου των γραμμάτων. Η τύχη τόφερε να με πλησιάσει
το 1ο Γενικό Λύκειο Καισαριανής μέσω της αδελφικής μου φίλης φιλολόγου
Αγγελικής και να μου ζητήσει συνέντευξη για το πρόγραμμα Erasmus.Τα παιδιά
ήρθαν στο διαμέρισμα της Αθήνας κι ανοιχτήκαμε σε μια ξέφρενη συζήτηση...
Οι ερωτήσεις τους καίριες, τα
βλέμματα υγρά και πανέξυπνα, η συνομιλία μας σε βάθος. Είμαι περήφανη που
υπήρξα αντικείμενο συνέντευξης μιας ομάδας μαθητών που ψάχνονται κι ελπίζουν σ’
ένα καλύτερο μέλλον.
Σας ευχαριστώ 1ο Γενικό
Λύκειο Καισαριανής !
Συνέντευξη
μαθητών του 1ου Γενικού Λυκείου Καισαριανής με τη συγγραφέα , Ιουστίνη Φραγκούλη- Αργύρη
Μαθητής: κα Φραγκούλη, ευχαριστούμε πολύ που μας δίνετε την ευκαιρία
να σας γνωρίσουμε από κοντά και που
δεχτήκατε να μας παραχωρήσετε αυτή τη συνέντευξη.
1.«Η μοναξιά
ενός ασυμβίβαστου», «Πετάει πετάει το σύννεφο», «Ψηλά τακούνια για πάντα», «Για
την αγάπη των άλλων», «Η Τρικυμία», είναι μερικοί τίτλοι από την πλούσια
συγγραφική σας δράση! Αλήθεια, τι σας οδήγησε να γίνετε συγγραφέας; Ήταν ένα όνειρο
από τα παιδικά σας χρόνια ή προέκυψε στην πορεία;
Συγγ: Να σας πω.. ΄Οπως λέει και ο Φίλιπ
Ροθ, ο μεγάλος αμερικανός συγγραφέας, « νομίζεις πως είναι έμπνευση ή ταλέντο
το να γράφεις». Το να γράφεις πραγματικά με ευκολία είναι ένα δώρο της φύσης,
αλλά το να γράφεις τα μεγάλα έργα, τα μυθιστορήματα δηλαδή, που χρειάζονται
τρομερή αφοσίωση, είναι δουλειά. Εγώ, όπως πολλά παιδιά, είχα μια ευχέρεια στο
γράψιμο στο σχολείο. Όταν τελείωσα το Πανεπιστήμιο, συγκεκριμένα το πολιτικό
τμήμα της Νομικής, ασχολήθηκα με τη δημοσιογραφία, όχι μόνο γιατί είχα ευκολία
στο γράψιμο, αλλά επειδή ήταν ένα επάγγελμα που αναπτυσσόταν εκείνη την εποχή
και ήταν εύκολο να βρεις μια καλή δουλειά με καλή αμοιβή. Άρχισα, λοιπόν, να
δημοσιογραφώ, μετά έφυγα για τον Καναδά, έγινα ανταποκρίτρια του Αθηναϊκού
Πρακτορείου Ειδήσεων ,όπου ασχολήθηκα με πολιτικά κυρίως κείμενα, και μου
έλειπε κάτι να «γεμίσω» κάπως ή μάλλον να «αποχυμωθώ»… ,γιατί το να γράφεις
πολιτικά κείμενα είναι δύσκολο-εύκολο, αλλά στεγνό.
Έτσι
λοιπόν, καθώς κάλυπτα την Ομογένεια της Βόρειας Αμερικής , το 1999 γνώρισα τον
πρώην Αρχιεπίσκοπο Αμερικής Σπυρίδωνα, ο οποίος είχε μια δραματική πολιτική
περιπέτεια στην Αρχιεπισκοπή Αμερικής. Μου εμπιστεύθηκε λοιπόν το αρχείο του κι
έτσι έκανα το πρώτο μεγάλο έργο μου, που είναι μια βιογραφία, με τον τίτλο «Η
μοναξιά ενός ασυμβίβαστου». Εκεί κατάλαβα ότι μπορώ να γράψω το μεγάλο έργο.
Όπως
σας είπα, το μεγάλο έργο είναι δουλειά, είναι αφοσίωση, είναι αυτοπειθαρχία.
Είναι ένα 10% ταλέντο κι ένα 90% δουλειά. Επομένως, αυτό που θα σας πω είναι
ότι ξεκίνησα από μια ευκαιρία να γράψω τη βιογραφία του Αρχιεπισκόπου και μετά
προχώρησα στα μεγάλα έργα, τα μυθιστορήματα, τα οποία, επειδή είμαι
δημοσιογράφος, πάντα βασίζονται σε πραγματικές ιστορίες, δηλαδή μυθοποιώ,
πλάθω, αλλά μόνο βασισμένη σε πραγματικά γεγονότα και ιστορίες
Μαθήτρια :Από
πού αντλείτε τα θέματα για τα βιβλία σας
και γενικά την έμπνευσή σας; Έχουν τα έργα σας αυτοβιογραφικά στοιχεία και κατά
πόσο υπάρχει ο γενέθλιος τόπος σας, η Λευκάδα, στα μυθιστορήματά σας;
Συγγρ: Όπως ξέρετε το μεγαλύτερο μέρος του
χρόνου κατοικώ στο εξωτερικό, στο Μόντρεαλ, αλλά γράφω πάντα για την Ελλάδα και
για τη Λευκάδα, επειδή είναι ο γενέθλιος τόπος που με όρισε ως βιωματική
πραγματικότητα. Αυτή η γενετική καταγωγή έχει παρεισφρύσει μέσα μου και αποτελεί
μέρος του DNA μου που με όρισε και ως συγγραφέα, διότι όλες αυτές οι εικόνες που
κουβαλάμε από μικρά παιδιά, οι λέξεις, όλα αυτά
συμβαίνουν σε μια πάρα πολύ μικρή και ανύποπτη ηλικία. Δεν προκύπτουν
αργότερα, απλώς εξελίσσονται .
Είμαι
τυχερή, γιατί είμαι και κόρη ιερέως και εγγονή ιερέως και πρέπει να σας πω ότι μέρος του λεξιλογίου
μου, ο τρόπος θα’λεγες γραφής μου, ο γραμμικός, προέρχεται και έχει επηρεαστεί
από τους ψαλμούς της εκκλησίας μας και τα Ευαγγέλια. Μεγάλωσα ακούγοντας αυτές
τις λέξεις και βλέποντας αυτές τις εικόνες. Κι επίσης, θυμάμαι , αν έγινα
συγγραφέας, μπορεί να έγινα για δύο λόγους. Διότι έβλεπα ένα έρημο καράβι
βυθισμένο στην παραλία της Λευκάδας για χρόνια πολλά και σιγά σιγά βυθιζόταν..
Κι επειδή δεν μπορούσα να το ζωγραφίσω, έλεγα πως θα ‘θελα να γράψω την ιστορία
του μια μέρα. Ακόμα δεν ήξερα να γράφω, όμως το σκεφτόμουν πως θα μπορούσα να
αφηγηθώ την ιστορία του. Έτσι λοιπόν η Λευκάδα έχει παίξει σημαντικό ρόλο στην
εξέλιξή μου, στη βιωματική γραφή μου και τα μυθιστορήματά μου, όπως σας είπα
και πριν, έχουν πάντα αφορμή αληθινές ιστορίες ανθρώπων. Πιστεύω ότι η
μυθοπλασία είναι πολύ μικρότερη από την αληθινή ιστορία των ανθρώπων.
Μαθητής:
Υπήρξαν πρόσωπα ή αναγνώσματα που σας
επηρέασαν βαθιά στη ζωή σας γενικά και ειδικότερα στην πορεία σας ως συγγραφέως;
Συγγρ: Βεβαίως! Εννοείται! Ήμουν ένα παιδί
που διάβαζε πολύ. Από την παιδική μου ηλικία έβρισκα την ικανοποίηση στο
διάβασμα, γεγονός που με έκανε, όπως λένε οι Αμερικάνοι, “the laughing stock”,δηλαδή το περίγελο και τον παρία
στη συντροφιά των ξαδερφιών μου. Ήμαστε λοιπόν συντροφιά στη Λευκάδα επτά
πρωτοξάδερφα. Πηγαίναμε στο περιβόλι κι , ενώ οι άλλοι έπαιζαν, λασπώνονταν
κλπ, εγώ καθισμένη σαν κυρία στο κρεβάτι ή στην πολυθρόνα διάβαζα Ξενόπουλο,
γιατί τα έργα του ήταν τότε αγαπητά εφηβικά αναγνώσματα, all;a και άλλους συγγραφείς.
Αυτός όμως
που θα πω ότι με επηρέασε καθοριστικά, όχι στη γραφή αλλά στη σκέψη και στην
αναζήτηση ενός υποστρώματος κάτω από την περιγραφή και την επιφάνεια ενός
έργου, είναι ο Νίκος Καζαντζάκης από τους Έλληνες και ο Ντοστογιέφσκυ, από τους
ξένους. Ο Νίκος Καζαντζάκης για μένα έπαιξε καθοριστικό ρόλο, γιατί σε μια
εποχή που αναζητούσα να βρω απαντήσεις στα υπαρξιακά μου ερωτήματα, όταν
διάβασα την Ασκητική του και άλλα έργα του, μέσα στα οποία έβλεπα πως τις
μεγάλες αλήθειες τις έλεγαν στόματα απλών ανθρώπων, όπως ο Ζορμπάς για
παράδειγμα, αυτά ήταν έργα που έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην αναζήτηση της δικής
μου γραφής.
Μαθητής:.Είναι γνωστό ότι ξεκινήσατε την επαγγελματική σας πορεία ως
δημοσιογράφος. Πόσο σας βοήθησε ή σας δυσκόλεψε η προηγούμενη ιδιότητά σας στη
συγγραφή των βιβλίων σας;
Συγγρ: Όπως σας είπα και προηγουμένως,
ξεκίνησα ως δημοσιογράφος κι αυτό σου δίνει, σου ασκεί μια επαγωγική σκέψη. Στη
δημοσιογραφία δεν μπορείς να περιττολογείς, δεν μπορείς να λες ανακρίβειες, δεν
μπορείς να λες «φούμαρα» τέλος πάντων.
Αυτό είναι
για το συγγραφέα από τη μια καλό αλλά κι από την άλλη περιοριστικό την ίδια
ώρα. Δηλαδή, το καλό είναι ότι πάντα έμπαινα σε μια νόρμα, δηλ δεν πλατείαζα
στα γραπτά μου. Αυτό μου προσέφερε η δημοσιογραφία, όπως επίσης και το ότι
αντλώ τα θέματά μου από αληθινές ιστορίες. Δεν μπορώ να γράψω μια μυθοπλασία
αφ’εαυτής, γιατί δεν με ενδιαφέρει να το κάνω. Με ενδιαφέρει να δώσω τα πρόσωπα
, τον τόπο, την εποχή, την ιστορία. Να έχει το έργο έναν «κάμπο» ,από πίσω,
ιστορικό, ηθογραφικό.
Επομένως η
δημοσιογραφία με οδήγησε προς τα εκεί. Ίσως αυτό, δηλαδή τη βιωματική
μυθοπλασία, κάποιοι να το θεωρούν αμάρτημα. Εγώ το θεωρώ ευεργέτημα! Αλλά στη λογοτεχνική συζήτηση, ξέρετε,
υπάρχουν πάντοτε αντιρρήσεις, συζητήσεις, διάφορες εξελίξεις της γραφής και
άλλοι υποστηρίζουν ότι το να γεννάς με τη φαντασία σου το μυθιστόρημα είναι προτέρημα και ότι το
βιωματικό έργο είναι αμαρτία. Εγώ το θεωρώ ευλογία.
Μαθήτρια:. Λέγεται
πως η γραφή αποτελεί μια εσωτερική ανάγκη για το συγγραφέα. Τι έχετε να μας
πείτε επ’ αυτού;
Συγγρ: Είναι μια εξάρτηση, όπως είναι όλες
οι εξαρτήσεις. Είναι αυτό που λέμε «έξις». Και «έξις» δευτέρα «φύσις». Εάν δεν
γράφω, έστω κι ένα σχόλιο στο face book,, νιώθω στέρηση. Εάν
είμαι μακριά από τη γραφή, είναι σαν να μου έχεις κόψει το ποτό, το τσιγάρο…
έχω δηλαδή πλήρη εξάρτηση. Και χθες άκουγα τον Φίλιπ Ροθ που έλεγε «writing is an addiction», η γραφή είναι εξάρτηση. Τέλος! Όποιος γράφει δεν μπορεί να
ξεφύγει απ’ αυτό. Είναι η φύση του. Μερικές φορές όταν πάμε ταξίδια στο Νότο,
στην Καραϊβική, προσπαθώ να μην γράφω. Πρέπει να σας πω, αισθάνομαι σαν να είμαι απούσα από τη ζωή μου. Μπορεί να
φαίνεται υπερβολή, αλλά αυτό είναι.
Μαθήτρια: .Ποιες δυσκολίες αντιμετωπίζει στην Ελλάδα του σήμερα ένας
συγγραφέας;
Συγγρ: Ο συγγραφέας του σήμερα στην Ελλάδα
αντιμετωπίζει πολλές δυσκολίες. Πρώτα πρώτα η αγορά του βιβλίου έχει
συρρικνωθεί πολύ. Εκδοτικοί οίκοι κλείνουν, βιβλιοπωλεία κλείνουν, πουλιούνται
πολύ λιγότερα βιβλία από όσα πουλιούνταν πριν από μερικά χρόνια. Πιστεύω όμως
ότι το μεγάλο πρόβλημα του ΄Έλληνα συγγραφέα είναι ότι βλέπει τα πράγματα λίγο
κοντόφθαλμα, δηλαδή βλέπει την πραγματικότητα γύρω από την οποία κινείται η ζωή
στην Ελλάδα, που δεν είναι μια οικουμενική πραγματικότητα. ‘Ισως γι’αυτό δεν
έχουν κάνει και διείσδυση τα βιβλία της ελληνικής λογοτεχνίας στην ξένη αγορά.
Μαθητής.Πόσο
κοντά στην καθημερινή ή ιστορική πραγματικότητα βρίσκονται τα έργα σας και πόση
σημασία δίνετε σ’ αυτό;
Συγγρ: Σχετικά με την ιστορική
πραγματικότητα, όπως προανέφερα, κάνω ενδελεχή έρευνα κάθε φορά. π.χ. το έργο «Για
την αγάπη των άλλων» διαδραματίζεται στη Νίσυρο στα χρόνια του μεσοπολέμου και
του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, το «Έρωτας στη ομίχλη» αφορά τα χρόνια του 70, όπως
και τα «Ψηλά τακούνια..». Για μένα είναι πρόκληση, αλλά είναι και ευχαρίστηση,
γιατί μαθαίνω την ιστορία της Ελλάδας ή
την Ιστορία του κόσμου, γιατί πάντα, αν διαβάσετε το έργο μου με συνέχεια, θα
δείτε ότι μεταφέρω στα βιβλία μου και τον δεύτερο κόσμο στον οποίο ζω, δηλαδή
τον κόσμο της αποδημίας. Προσπαθώ να περιλαμβάνω μέσα στα έργα μου ιστορίες
μεταναστών, προσφύγων και το γεγονός ότι είμαι απόδημη μεταφέρεται μέσα σε όλα
μου τα έργα.
Μαθήτρια:.Πώς
αισθάνεσθε κάθε φορά που ολοκληρώνετε ένα έργο σας και μάλιστα όταν το βλέπετε
να παίρνει τη θέση του στα ράφια των
βιβλιοπωλείων;
Συγγρ: Λοιπόν, εκεί που νομίζεις ότι
αισθάνεσαι λυτρωμένος, γιατί: «να! Το τέλειωσες , τι ωραίο το εξώφυλλο, το
οπισθόφυλλο, το δελτίο τύπου, οι παρουσιάσεις κι όλα αυτά τα χαρούμενα», έχει
ήδη αρχίσει να “σκάβεται” μέσα σου η αγωνία αν θα τα καταφέρεις κι αν θα
μπορέσεις να γράψεις το επόμενο έργο. Δεν ολοκληρώνεις δηλαδή ποτέ! Είναι μία
διαρκής τραγωδία! Όπως είπαμε και πριν είναι έξις, αν δεν γράφεις, νομίζεις ότι
δεν υπάρχεις.
Μαθητής. Γνωρίζοντας
το βιογραφικό σας, αλλά βλέποντας τώρα κι από κοντά τα έργα σας, διαπιστώνουμε
ότι είστε πολυγραφότατη. Ετοιμάζετε κάτι καινούριο αυτή την περίοδο;
Συγγρ: Ναι, ετοιμάζω ένα καινούριο
μυθιστόρημα (μάλιστα το τελείωσα και είναι υπο έκδοση). Λέγεται « η Κοντυλένια του Νησιού» βασισμένο
πάνω σε αληθινή ιστορία και αναφέρεται σε μια γυναίκα που πλήρωσε την
τελειότητα της ομορφιάς της. Διαδραματίζεται στο Μεγανήσι, ένα μικρό νησάκι της
Λευκάδας. Είναι ηθογραφικό μυθιστόρημα θα λέγαμε. Πιστεύω ότι είναι ένα ωραίο
έργο και θα κυκλοφορήσει το Μάιο απο τις εκδόσεις Ωκεανός, αλλά σύμφωνα με αυτά
που σας είπα προηγουμένως, ήδη έχω αρχίσει να γράφω μια πολιτική βιογραφία ,
γιατί ο συγγραφέας δεν σταματά ποτέ.
Μαθήτρια:.Στην
εποχή μας τείνει να επικρατήσει η «μόδα» του e-book (ηλεκτρονικού βιβλίου). Τι γνώμη έχετε εσείς γι’ αυτό;
Συγγρ. Εγώ πιστεύω πως όσο υπάρχουν
άνθρωποι κανονικοί, σαν εμάς δηλαδή, που δεν είναι “Αρειανοί”, το e-book θα έχει απήχηση σε ένα μικρό
ποσοστό, όπως και μέχρι σήμερα. Θεωρώ ότι το να πιάσεις το βιβλίο, να το
μυρίσεις, να το σημειώσεις, να το αγαπήσεις, να το βάλεις στη βιβλιοθήκη σου,
να το βλέπεις, να ξαναγυρνάς εκεί, όλο αυτό δε θα σταματήσει εύκολα. Απ’ ό τι
βλέπουμε και στο ΑΜΑΖΟΝ, τα ηλεκτρονικά βιβλία έχουν υποχωρήσει έναντι των τρισδιάστατων
βιβλίων.
Μαθήτρια:.Διάφορες
έρευνες που γίνονται κατά καιρούς δείχνουν πως οι νέοι σήμερα έχουν
απομακρυνθεί από το βιβλίο. Πιστεύετε πως αυτό είναι αλήθεια, κι αν ναι, ποιοι
κατά τη γνώμη σας είναι οι λόγοι;
Συγγρ: Πιστεύω ότι είναι αλήθεια πως οι νέοι έχετε
απομακρυνθεί από το βιβλίο. Κι έχετε απομακρυνθεί, χωρίς να φταίτε εσείς.Φταίει
ο περιβάλλων χώρος. Η εύκολη ανάγνωση του istagram, του facebook, τόσες προκλήσεις στα κοινωνικά
μέσα, η ελευθερία του να βγαίνεις έξω εύκολα κλπ.Θεωρώ ότι αυτή τη γενιά από
15μέχρι 25 τη χάσαμε, δηλ. εσάς, και τη χάσατε κι εσείς, χωρίς ,όπως
προανέφερα, να φταίτε οι ίδιοι. Η
περιρρέουσα ατμόσφαιρα είναι η αιτία για τη μείωση των αναγνωστών στην
εφηβεία και την αρχή της νεότητας.
Ευελπιστώ
όμως ότι μετά τα 30, που καταλαγιάζεις και δεν αφιερώνεις τόσο χρόνο στα
προαναφερθέντα (αν και δεν το έχουμε δει ακόμα), ότι αυτά τα παιδιά θα ξαναγυρίσουν στο βιβλίο,
γιατί θα αναζητήσουν αυτή τη συγκέντρωση και την εσωστρέφεια, που όσο να πεις,
κάθε άνθρωπος τη χρειάζεται. Είναι η μόνη ώρα που μπορείς να είσαι αντιμέτωπος
με τον εαυτό σου και που δεν έχεις συνεχώς ερεθίσματα απ’ έξω. Πιστεύω λοιπόν
ότι τη δικιά σας τη γενιά ( γιατί εσείς είστε τώρα στο “pick” της τρέλας με τα
ηλεκτρονικά μέσα) θα την κερδίσουμε σεμια 10/ετία, αλλά βέβαια προς το παρόν
σας έχουμε χάσει.
Μαθητής:. Και
μια τελευταία ερώτηση:Τι θα είχατε να συμβουλεύσετε, να συστήσετε σε μας, τους
νέους της εποχής μας;
Συγγρ. Σε σας, τους νέους, έχω να συστήσω
το εξής: Πρέπει να μάθετε να είστε οι εαυτοί σας, όχι με αλαζονεία,
επιβάλλοντας θέληση παράλογη στους
άλλους, αλλά να μάθετε να σκύβετε στα εσώψυχά σας, γιατί όπως είπαμε, εσείς
είστε παρασυρμένοι από όλα αυτά τα κοινωνικά μέσα και τα ηλεκτρονικά. Κάθε τόσο
να γυρνάτε μέσα σας και να λέτε: «πώς προχωράω;» Αν καθαρίζεις μέσα σου τα
σκόρπια σκουπιδάκια σα να έχεις μια ηλεκτρική σκούπα, μόνο έτσι μπορείς να
προχωρήσεις στη ζωή. Και τις σχέσεις σας με τους ανθρώπους πρέπει να τις επαναπροσδιορίζετε
και τη σχέση με τον εαυτό σας. Αυτό το
θεωρώ σημαντικό, κι επίσης σας
συμβουλεύω ότι πρέπει να είστε σοβαροί, συνεπείς και υπεύθυνοι, με όποια
δραστηριότητα κι αν καταπιάνεστε. Πρέπει αυτό να είναι τρόπος ζωής, γιατί
αλλιώς δεν πετυχαίνει κανείς το στόχο του!
Μαθητής: κ. Φραγκούλη, σας ευχαριστούμε πολύ
για την εγκάρδια υποδοχή σας και για όσα ενδιαφέροντα μας είπατε. Φεύγουμε
πραγματικά σοφότεροι! Σας ευχόμαστε πάντα επιτυχίες στη συγγραφική σας πορεία.