Πρόσφατα βρέθηκαν οι
συμμαθητές της τάξης 1965-1971 του 1ου Δημοτικού Σχολείου Λευκάδας,
τιμώντας τις μνήμες μιας παιδικής ηλικίας, που έπλασε και διαμόρφωσε τις ζωές
και το είναι μας. Δεν θα αναφερθώ στο σχολικό κτίριο που έχει κατεδαφιστεί
συμπαρασύροντας τα γέλια, τα κλάματα, τα παιχνίδια, τις απαγγελίες, τις
παραστάσεις, τα κυνηγητά πολλών γενεών στην ανυπαρξία της λήθης.
Θα σταθώ στους δασκάλους
που μας σμίλεψαν διαμορφώνοντας τις συνειδήσεις μας, ορίζοντας τις
προσωπικότητές μας αλλά και την περαιτέρω πορεία μας στο μέλλον.
Η πρώτη μας δασκάλα, τη
θυμάμαι σαν τώρα, ήταν η κυρία Ελλη. Μια γηραιά κυρία με άσπρα μαλλιά και μαύρα
ρούχα πένθους. Η παρουσία της στην τάξη δεν κράτησε πάνω απο μερικές εβδομάδες
καθώς πήρε σύνταξη κι έτσι εγκατέλειψε το διδασκαλικό καθήκον της μεταβαίνοντας
στην Αθήνα.
Η αντικαστάτριά της ήταν
η κα Αθανασία, μια νεοδιορισμένη δασκάλα με σεμνό ύφος, ένα αδιόρατο χαμόγελο
στα χείλη και μια αυξημένη αίσθηση καθήκοντος. Η κυρία Αθανασία με μελιά μάτια
και μελιά μαλλιά δεμένα σφιχτά σε ένα κότσο ήταν ένα μια δασκάλα σχεδόν περαστική
απο την ύπαρξή μας καθώς με το τέλος της σχολικής χρονιάς μετατέθηκε αλλού κι
έτσι δεν φέρω περισσότερες μνήμες.
Στη Δευτέρα Δημοτικού η
μαθητική μας ζωή πήρε χρώμα, ναί χρώμα και γυναικεία γοητεία. Δασκάλα μας
ορίσθηκε η κυρία Ελπίδα Ρομποτή, μια γυναίκα με αστική καταγωγή απο την πόλη,
όμορφη με ένα χαμόγελο σάπιου μήλου-ναι σάπιο μήλο ήταν το κραγιόν της- και δυό
σειρές λευκά δόντια σαν μαργαριτάρια.
Η κυρία Ελπίδα θα ήταν
περασμένα σαράντα αλλά η γοητεία της ήταν μοναδική. Τα μαλλιά της πάντα
χτενισμένα στο κομμωτήριο, στο πέρασμά της απέπνεε γυναικεία αρώματα σώματος
και κώμης. Ηταν αυτό που λέμε η ενσάρκωση της κομψότητας και της φινέτσας.
Η κυρία Ελπίδα είχε ένα
γέλιο, ένα απέραντο γάργαρο γέλιο που έσμιγε με το γέλιο των άλλων δασκάλων κι
έφτανε μέχρι την τάξη μας καθώς έμπαινε μέσα πάντοτε καθυστερημένα.
Η κυρία Ελπίδα τη
δεύτερη κιόλας μέρα της παρουσίας της στην τάξη, μας έδωσε προς ανάγνωση ένα
κεφάλαιο που έλεγε ότι η τάξη έπρεπε να εκλέξει αρχηγό. Τα παιδιά με μια φωνή
είπαν «Ιουστίνη» κι έτσι πήρα αυτή την πολύτιμη διάκριση που βέβαια σε εκείνη
την ηλικία δεν ήξερα τι ακριβώς σήμαινε , ποιές χαρές και ποιές υποχρεώσεις
κουβαλούσε ένας τέτοιος τίτλος. Θυμάμαι όμως που εκείνη υπογράμμισε πως
περίμενε να εκλέξουμε ένα αγόρι για αρχηγό, υπαινισσόμενη την υπεροχή του άλλου
φύλου...
Ωστόσο, πολύ σύντομα
διέγνωσε τον ατίθασσο χαρακτήρα , την επιχειρηματολογία κι έτσι ενώπιον όλων
των παιδιών προέβλεψε :«μια μέρα εσύ θα μπείς στη Νομική, θα γίνεις δικηγόρος».
Τα λόγια της αποτέλεσαν για μένα την πιό δυνατή παρακαταθήκη στην πορεία και
τις στροφές της ζωής μου.
Η κυρία Ελπίδα ήταν
αλέγρα, μας αγαπούσε και μας έδινε πολύ ελεύθερο χρόνο να ζωγραφίσουμε, να
αυτοσχεδιάσουμε, να μιλήσουμε, να αναπτύξουμε την άγουρη προσωπικότητά μας. Επί
της εποχής της γίνονταν υπέροχα μασκέ πάρτυ στην αυλή του σχολείου, πάρτυ που
σύντομα κατάργησε ο εφιάλτης της δικτατορίας.
Στην Τετάρτη Δημοτικού,
η τάξη όφειλε να παραδοθεί σε δάσκαλο γένους αρσενικού. Ετσι μπήκε στη ζωή μας
ο κυρ-Τάκης ο Αλβανίτης, γνωστός και ως Καζάζης. Ο κύρ-Τάκης ήταν ενορίτης μας,
φίλος του πατέρα μου κι ενίοτε ψάλτης στην πολυφωνική χορωδία των Αγίων
Αναργύρων. Ετσι τον ένιωθα οικείο, πολύ οικείο, κάτι σαν γείτονα.
Ο κυρ Τάκης ήταν ένας
εξαιρετικός δάσκαλος, η μεταδοτικότητά του στην ελληνική γλώσσα αλλά και την
αριθμητική ήταν φαινομενική. Ετσι απλά, μιλώντας σαν δικός μας άνθρωπος μας
έκανε κοινωνούς της φυσικής, της χημείας, των μαθηματικών, της γραμματικής...
Η μεγαλύτερή του στιγμή
ήταν όταν ερχόταν η παραμονή της 28ης Οκτωβρίου, η παραμονή του
μεγάλου και περήφανου ΟΧΙ. Τότε ως χείμαρρος αναφερόταν στις περιπέτειες του
Ελληνικού στρατού στο αλβανικό μέτωπο, περιπέτειες είχε βιώσει ο ίδιος ως
στρατιώτης του μετώπου και που διηγιόταν με χιούμορ και πάθος, εμβάλλοντάς μας την
ιδέα του ηρωισμού.
Ο κυρ Τάκης ήταν ένας
δάσκαλος που σαφώς δεν άντεχε τη μετριότητα. Υπήρξε άτεγκτος και αυστηρός με τα
παιδιά που είχαν μαθησιακές δυσκολίες, ίσως γιατί η εκπαίδευση δεν γνώριζε τότε
τα περί δυσλεξίας, δυσανεξίας, έλλειψης συγκέντρωσης κλπ . Ισως γιατί το εκπαιδευτικό σύστημα
κονιορτοποιούσε τις ιδιαιτερότητες και τα ελλείμματα των αδύνατων μαθητών.
Ο κυρ Τάκης υπήρξε
καθοριστικός στην διαμόρφωση του χαρακτήρα μας παράλληλα με την προώθησή μας
στην παιδεία. Δεν έκανε διαχωρισμούς ανάμεσα στα παιδιά των φίλων του και τα
υπόλοιπα παιδιά της τάξης. Δεν δίσταζε να μας επιπλήξει και να μας τιμωρήσει εις
επήκοον όλων αν του περνούσε απο το μυαλό ότι τεμπελιάσαμε , ότι δεν είχαμε
διαβάσει το μάθημά μας, ότι προσπαθούσαμε να τον κοροίδέψουμε.
Πιστεύω ότι πάντα πάλευε
με αυτή την πονηράδα των παιδιών που τελικά μπορεί να ήταν απλώς μαθησιακή δυσκολία
ή έστω μια πρόσκαιρη έκφραση διαφυγής απο το καθήκον.
Τον κυρ Τάκη τον
λατρέψαμε για την μεταδοτικότητα της γνώσης, για τον πληθωρικό του χαρακτήρα,
για την δικαιοσύνη του απέναντι σε όλους. Απο το αλεστήρι της αυστηρότητας δεν
έμεινε κανένας απέξω. Ούτε καν ο λατρεμένος του Θοδωρής Μαυρομάτης, ούτε αυτός
τη γλίτωσε απο τα πυρά του.
Και πάντως όταν πήρε
βαθμό και έγινε διευθυντής σε μεγαλύτερο σχολείο της Κέρκυρας, όλα τα παιδιά
θρηνήσαμε την απομάκρυνσή του απο το σχολείο , το οποίο είχε βουτηχτεί στη δική
του αύρα. Το γραφείο των δασκάλων, η αυλή ορφάνεψαν απο τα γέλια και τις αυστηρές
φωνές του.
Προσωπικά, νιώθω
ευγνώμων προς τους δασκάλους μου, που με ενέπνευσαν ως προς την άμιλλα και την
αριστεία. Τους χρωστώ το εύ ζήν κι αυτό είναι ίσως η μεγαλύτερη ανταποδοτικότητα
του επαγγέλματος του εκπαιδευτικού.
Οσο για τους συμμαθητές μου, μια άλλη φορά θα γράψω τις ιστορίες μιας τάξης!
No comments:
Post a Comment