ΚΟΡΙΤΣΙΑ ΣΤΗ ΒΕΡΑΝΤΑ

ΚΟΡΙΤΣΙΑ ΣΤΗ ΒΕΡΑΝΤΑ
Το συγκλονιστικό μυθιστόρημα για τις γυναίκες στην ωριμότητα, για τη γυναικεία φίλία, για τις ακυρώσεις και τις αναπτερώσεις!

Sunday, September 21, 2025

Αν υπάρχει ουρανός είσαι εκεί....




 Αν υπάρχει ουρανός είσαι εκεί....

Της Ιουστίνης Φραγκούλη-Αργύρη

Γλυκειά μου Πεταλούδα,

Πάνε 21 χρόνια απο εκείνη την αποφράδα μέρα που πέταξες ψηλά στον ουρανό κι άφησες τα σύννεφα να βρέξουν αλύπητα τον τόπο, ποτίζοντας με νερό το δικό σου κενοτάφιο. Η κηδεία σου στη Λευκάδα με εκατοντάδες φίλους και συγγενείς από τα πέρατα της οικουμένης ηχεί ακόμη στα αυτιά μου μέσα από τους ήχους της Φιλαρμονικής που σε συνόδευε  με αργό νεκρώσιμο βηματισμό στην τελευταία σου κατοικία.

Η μαμά, ο μπαμπάς, ο Αποστόλης, εγώ, σέρναμε τα βήματά μας έχοντας πλήρη επίγνωση πως ορφανέψαμε για πάντα εκείνη την ημέρα που αποθέσαμε το άψυχο σώμα σου στην ποτισμένη από το φθινόπωρο γή.

Σήμερα είναι σαν εκείνη τη μέρα, μόνο που είναι ηλιόλουστη αλλά μυρίζει φθινόπωρο. Τα φύλλα αρχίζουν να χορεύουν το αποχαιρετιστήριο βαλς τους, κι εγώ κάθομαι να σου γράψω. Όχι για να σε αποχαιρετήσω — γιατί δεν φεύγεις ποτέ από εκεί που έχεις ριζώσει — αλλά για να σου μιλήσω όπως τότε, όταν οι λέξεις μας ήταν ποτάμια ζωής και όχι μνήμες.

Ήσουν η Πεταλούδα μου. Όχι μόνο γιατί πέταξες ψηλά, αλλά γιατί γεννήθηκες μέσα από τη σιωπή, από την κάμπια της ζωής, και άνθισες. Ήσουν χρώμα σε μονόχρωμο κόσμο. Ήσουν φως σε μέρες που δεν τολμούσαν να ξημερώσουν. Ήσουν το κορίτσι  που δεν φοβήθηκε να αγαπήσει, να δώσει, να χάνεται συχνά για να ξαναβρίσκει τον εαυτό της.

Θυμάμαι τα πρωινά μας στη Λευκάδα, με το φως να μπαίνει από τις γρίλιες και να ζωγραφίζει τα πρόσωπά μας. Θυμάμαι τις κουβέντες μας, τις σιωπές μας, τις μικρές μας επαναστάσεις. Θυμάμαι πώς κρατούσες το φλιτζάνι με τα δύο χέρια, σαν να ήθελες να ζεστάνεις όλο τον κόσμο. Θυμάμαι πώς γελούσες — όχι απλώς με ήχο, αλλά με ψυχή. Γελούσες και εύρισκες χαρά σε κάθε μικρό πράγμα. Πάντα αισιόδοξη και συγχωρητική για τα λάθη των ανθρώπων. Πάντα υπεράνω της σκληρής πραγματικότητας.

Ήσουν πολύχρωμη Πεταλούδα που όταν ήρθε η αρρώστια έχασες τα χρωματιστά φτερά σου. Κι έγινες ασπρόμαυρη. Κι εκεί όμως γελούσες κι έλπιζες πως θα άλλαζε το ριζικό σου, το ριζικό μας. Κι όμως η ασθένεια σε κύλησε άσπλαγχνα στο κρεβάτι, προσπάθησε να σε ταπεινώσει. Μα εσύ λεβέντισσα με το κεφάλι ψηλά ,με στήθος αλαβάστρινο της αντιστεκόσουν. Κι όλο με ρωτούσες αν υπήρχε ελπίδα. Αν υπήρχε ελπίδα να ξαναγίνουν πολύχρωμα τα φτερά σου, να πετάξεις ψηλά...

Στο blog μου σε αποκάλεσα «μονόχρωμη κάμπια που έγινε πολύχρωμη πεταλούδα». Και το πιστεύω. Γιατί είδα την μεταμόρφωσή σου. Είδα πώς η ζωή σε δίδαξε να πετάς, πώς ο πόνος έγινε φτερό, πώς η αγάπη έγινε κατεύθυνση. Εσύ δεν περπάτησες απλώς τη ζωή — την χόρεψες.

Ναι τη χόρεψες τη ζωή, την ταρακούνησες, την ανέτρεψες. Δεν στάθηκες σε μιά δουλειά, σε ένα τόπο, σε μια αγάπη. Πετούσες κι έπαιρνες γύρη που τη μετέφερες εδώ κι εκεί και παραπέρα σα νάσουν μέλισσα. ‘Ησουν η πηγή της ζωής που δεν την κράτησες ζηλόφθονα για σένα. Τη μοίραζες με γενναιοδωρία σε όλους σα νάξερες που δεν θα σου έμενε πολλή ακόμη.

Περάσαμε υπέροχα, συναρπαστικά, γυρίσαμε όλη την Κούβα, την Τζαμάικα, το Σάν Ντομίνικαν. Και ρούφαγες άπληστα τα χρώματα, τις εικόνες, τις μικρές χαρές σαν να μην υπήρχε αύριο. Και το αύριο δεν υπήρχε γιατί του ξέφυγες. Τα φτερά σου είχαν δυναμώσει κι είχες αποφασίσει να πετάξεις ψηλά τινάζοντας όλη την επίγεια σκόνη.

Και τώρα, που το σώμα σου έγινε ανάμνηση, η ψυχή σου είναι παντού. Στο άρωμα του βασιλικού, στο χρώμα του δειλινού, στο φτερούγισμα μιας πεταλούδας που περνά ξαφνικά μπροστά μου και με κοιτάζει — ναι, με κοιτάζει. Είσαι εσύ.

Μικρή μου μόβ βεντάλια, δεν σε θρηνώ. Σε τραγουδώ. Σε γράφω. Σε κουβαλώ. Είσαι το ποίημα που δεν τελειώνει, η σελίδα που δεν γυρίζει, η ανάσα που δεν ξεχνάει να είναι δική σου.

Αν υπάρχει ουρανός, είσαι εκεί. Αν υπάρχει φως, είσαι μέσα του. Αν υπάρχει αγάπη, είσαι η πηγή της.


No comments: