«Ο ασθενής έχει το δικαίωμα του σεβασμού του προσώπου του και της ανθρώπινης αξιοπρέπειάς του.»
(σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 47 του Ν. 2071/ 1992)
«Να γίνουν εξαίρεση οι αλμπάνηδες ρε παιδιά, όχι ο κανόνας...»
(Αμαλία Καλυβίνου, 1977-2007)
Συνεχίζοντας την προσπάθεια που ξεκίνησε η Αμαλία, διαμαρτυρόμαστε δημόσια και απαιτούμε:
* ΝΑ ΛΗΦΘΟΥΝ ΑΜΕΣΑ ΜΕΤΡΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΟΛΙΤΕΙΑ ΩΣΤΕ ΝΑ ΣΤΑΜΑΤΗΣΟΥΝ ΤΑ ΦΑΚΕΛΑΚΙΑ ΚΑΙ Η ΑΝΙΣΟΤΗΤΑ ΠΟΥ ΕΠΙΦΕΡΟΥΝ ΣΤΗΝ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΤΩΝ ΑΣΘΕΝΩΝ
* ΝΑ ΓΙΝΕΙ ΠΙΟ ΕΥΕΛΙΚΤΟΣ Ο ΚΡΑΤΙΚΟΣ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΩΣΤΕ ΝΑ ΜΗ ΘΡΗΝΗΣΟΥΜΕ ΞΑΝΑ ΘΥΜΑΤΑ ΤΩΝ ΧΡΟΝΟΒΟΡΩΝ ΓΡΑΦΕΙΟΚΡΑΤΙΚΩΝ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΩΝ
* ΝΑ ΕΠΙΒΛΗΘΕΙ ΑΥΣΤΗΡΟΤΕΡΟΣ ΕΛΕΓΧΟΣ ΣΤΗ ΔΙΑΠΛΟΚΗ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΩΝ ΕΤΑΙΡΕΙΩΝ ΚΑΙ ΙΑΤΡΙΚΟΥ ΚΑΤΕΣΤΗΜΕΝΟΥ
* ΝΑ ΑΞΙΟΠΟΙΗΘΟΥΝ ΟΙ ΑΝΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΤΕΣ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΑΚΕΣ ΥΠΟΔΟΜΕΣ ΚΑΙ ΝΑ ΥΠΑΡΞΕΙ ΣΥΝΕΧΗΣ ΚΑΙ ΑΡΤΙΑ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΚΑΤΑΡΤΙΣΗ ΓΙΑ ΟΛΟΥΣ ΤΟΥΣ ΓΙΑΤΡΟΥΣ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΝΟΣΗΛΕΥΤΕΣ ΤΟΥ Ε.Σ.Υ.
* ΝΑ ΚΑΘΙΕΡΩΘΕΙ Η ΨΗΦΙΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΙΑΤΡΙΚΟΥ ΦΑΚΕΛΟΥ ΤΟΥ ΑΣΘΕΝΟΥΣ ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΩΣ, ΩΣΤΕ ΝΑ ΕΠΙΣΠΕΥΔΕΤΑΙ Η ΣΩΣΤΗ ΔΙΑΓΝΩΣΗ ΚΑΙ ΘΕΡΑΠΕΙΑΑΣ ΠΑΨΕΙ ΠΛΕΟΝ Η ΥΠΟΚΡΙΣΙΑ ΤΩΝ ΚΥΒΕΡΝΩΝΤΩΝ, ΠΟΥ ΠΡΟΤΙΜΟΥΝ ΝΑ ΛΑΔΩΝΟΝΤΑΙ ΟΙ ΓΙΑΤΡΟΙ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΑΣΘΕΝΕΙΣ ΠΑΡΑ ΝΑ ΑΜΕΙΒΟΝΤΑΙ ΑΞΙΟΠΡΕΠΩΣ ΑΠΟ ΤΟ ΚΡΑΤΟΣ.
* ΟΧΙ ΑΛΛΑ ΦΑΚΕΛΑΚΙΑ
* ΟΧΙ ΑΛΛΗ ΓΡΑΦΕΙΟΚΡΑΤΙΑ
* ΟΧΙ ΑΛΛΟΣ ΕΜΠΑΙΓΜΟΣΔΙΚΑΙΟΥΜΑΣΤΕ ΔΩΡΕΑΝ ΚΑΙ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΗ ΠΕΡΙΘΑΛΨΗ. ΓΙΑ ΟΛΟΥΣ.
Την επόμενη φορά που θα χρειαστεί να δώσετε φακελάκι, μην το κάνετε. Προτιμήστε καλύτερα να κάνετε μια δωρεά.
Η τελευταία επιθυμία της Αμαλίας ήταν η ενίσχυση της υπό ανέγερση Ογκολογικής Μονάδας Παίδων
(Σύλλογος Ελπίδα, τηλ: 210-7757153, e-mail: infο@elpida.org,
λογαριασμός Εθνικής Τράπεζας: 080/480898-36,
λογαριασμός Alphabank: 152-002-002-000-515.
Θυμηθείτε να αναφέρετε ότι η δωρεά σας είναι "για την Αμαλία").
ΔΙΑΔΙΚΤΥΑΚΗ ΚΙΝΗΣΗ ΦΙΛΩΝ ΤΗΣ ΑΜΑΛΙΑΣ
«Aπ’ όσα έκαμα κι απ’ όσα είπα να μη ζητήσουνε να βρουν ποιός ήμουν». (Κωνσταντίνος Καβάφης)
Thursday, May 31, 2007
Sunday, May 27, 2007
Το πένθος δεν ταιριάζει στην Αμαλία
Ολως εκτάκτως σήμερα αλλάζω το μπλογκ μου αφιερώνοντάς στην Αμαλία, αφιερώνοντάς το σε όλες τις γυναίκες και τους άντρες που έπεσαν θύματα της εκδικητικής νόσου που ονομάζεται καρκίνος.
Ολες οι ψυχοβόρες μνήμες κατέκλυσαν πάλι την υπάρξή μου. Η Αμαλία μέσα απο την ανηφορική πορεία της νόσου της παρά τους ακρωτηριασμούς που υπέστη απο το ιατρικό κατεστημένο και απο την ίδια την αδυσώπητη αρρώστεια, κατάφερε να κρατηθεί συναισθηματικά επειδή ήταν μια μπλόγκερ με εκατοντάδες φίλους στο διαδίκτυο.
Ας είναι ελαφρύ το χώμα που θα την σκεπάσει. Και το μπλόγκ της ας μείνει για πάντα στις καρδιές μας! Να μπαίνουμε όλοι εμείς καθημερινά να της αφήνουμε σταγόνες αγάπης. Να το φροντίζουμε το σπίτι της κι ας το εγκατέλειψε εκείνη παντοτινά. Θα πετάει σαν την άλλη πεταλούδα μου, απαλλαγμένη απο το βάρος του σώματος και θα μας βλέπει απο ψηλά, απελευθερωμένη απο εξαρτήσεις.
Καλό ταξίδι Αμαλία. Να μου φιλήσεις την Κωνσταντίνα και να της πείς ότι την αγαπώ.
Ιουστίνη
http://fakellaki.blogspot.com/
Saturday, April 07, 2007
ΕΞ ΑΙΤΙΑΣ ΣΟΥ, "ΓΙΑΤΡΕ ΜΟΥ".....
Έχω πονέσει αφόρητα, έχω νιώσει τον πανικό νιώθοντας τον ανυπέρβλητο πόνο να έρχεται, έχω σκεφτεί αμέτρητες φορές ν'αυτοκτονήσω λόγω του πόνου, έχω περάσει άπειρες ώρες στο κρεββάτι ουρλιάζοντας απ'τον πόνο, έχω χρειαστεί για μεγάλα διαστήματα τη βοήθεια των άλλων, έχω καταστραφεί οικονομικά, έχω καταστρέψει οικονομικά την οικογενειά μου, έχω υπάρξει βάρος για την οικογένειά μου, έχω υπάρξει βάρος για τους φίλους μου, έχω υποστεί το όποιο ρίσκο δεκάδων χειρουργικών επεμβάσεων, έχω κάνει τραύματα κατακλίσεως, έχω χάσει απολαύσεις αμέτρητες, έχω στερηθεί διασκεδάσεις , έχω διακόψει τις σπουδές μου πάνω από τρεις φορές, έχω χάσει εκδρομές, έχω στερηθει ταξίδια, έχω στερηθεί την ξενοιασιά στις κινήσεις λόγω του πόνου ή του φόβου του πόνου, δεν έπαιξα επαγγελματικά βόλλευ, δε φόρεσα ποτέ μίνι φούστα λόγω της ατροφίας-λόγω του πόνου, αντιμετώπισα την αμφισβήτηση του πόνου μου από τους γιατρούς, αντιμετώπισα την αμφισβήτηση του πόνου μου από τους γονείς μου ήδη πριν από την εφηβεία μου μεχρι τα 25 μου, το παιδικό μου παιχνίδι έχει διακοπει έξι φορές από άμεση εισαγωγή στο νοσοκομείο με μεταφορά από ασθενοφόρο, έχω νιώσει ντροπή για την εικόνα του σώματός μου, έχω αντιμετωπίσει παραλογη γραφειοκρατεία, έχω υπάρξει θύμα οικονομικής εκμετάλλευσης από γιατρούς, έχω υπάρξει υποψήφιο θύμα σεξουαλικής εκμετάλλευσης από γιατρό, έχω νοσηλευθεί σε βρώμικα νοσοκομεία με αδιάφορους γιατρούς και νοσοκόμες, έχω νοσηλευθεί σε καθαρά νοσοκομεία οπου ήμουν πελάτισσα και το βλέμμα ήταν πάντα στην τσέπη που μπορούσε και όχι στο πόδι που πονούσε,έχω δει την τύχη της υγείας μου να εξαρτάται από αδιάφορα πρόσωπα και αμόρφωτους "επιστήμονες", έχω περιμένει άπειρες ώρες σε ουρές νοσοκομείων ή ΙΚΑ για μια σφραγίδα, έχω υπάρξει άθυρμα του κάθε αμόρφωτου δημοσιοϋπαλληλίσκου, τις ώρες του πόνου έχω νιώσει τους γιατρούς όχι δίπλα μου αλλά απέναντί μου, έχω καλλιεργήσει ήδη από την παιδική μου ηλικία κυνισμό και έλλειψη εμπιστοσύνης στο κράτος και τον κάθε "αρμόδιο", έχω ζητήσει βοήθεια από ανθρώπους που ούτε θα καταδεχόμουν να κοιτάξω επειδή με λύγισε ο πόνος, δε μπόρεσα ποτέ να θέσω την εργασία μου σε μακροπρόθεσμες βάσεις λόγω της ασταθούς υγείας μου, συχνά οι σεξουαλικές μου επαφές υπήρξαν επώδυνες, έχω κάνει άπειρα ξενύχτια λόγω του πόνου,υπήρξα θύμα κατηγοριών από την οικογένειά μου επειδή δεν ακολουθούσα τις (άσχετες) οδηγίες των γιατρών, έχω αντιμετωπίσει σηψαιμία, έχω "δει" και άλλες φορές το θάνατο δίπλα μου, έχω δει τον πόνο των αγαπημένων μου όταν με βλέπουν να λιώνω, έχω δει το πρόβλημά μου να γίνεται πηγή ευτυχίας για άλλους (γιατρούς, ιδιοκτήτες κλινικών,φυσιοθεραπευτές, ορθοπεδοτεχνικούς που μού έφτιαξαν το τεχνητό μέλος,κλπ) , έχω χάσει την πλήρη αυτονομία μου, δεν εργάζομαι κανονικά εδώ και τρία χρόνια, έχω προσπαθήσει πολύ σκληρά για να δεχτώ τη νέα εικόνα του σώματός μου, έχω αναγκαστεί να μάθω τουλάχιστον τα στοιχειώδη ιατρικά ζητήματα για να αναπληρώσω την άγνοια των γιατρών και ιδίως των ανεπιβλεπτων ειδικευομένων, έχω χάσει αρκετές φορές τα μαλλιά μου αναγκαζομενη έτσι να ανέχομαι τα ηλίθια βλέμματα πολλών περαστικών (επειδή αποφάσισα να μη χαροποιήσω με τον καρκίνο μου ΚΑΙ αυτούς που πουλούν περρούκες), και η πιο απλή μου κίνηση απαιτεί μεγάλη προσπάθεια, ενίοτε και ανοχή πόνου, έχω περάσει εφιαλτικές ώρες ως δέσμιο κομμάτι κρέας χωρίς καν φωνή σε εντατικές, συχνά θέλω συνοδό ακόμη και για να κατεβω τις σκάλες του σποτιού μου, κάποιες φορές έχω παραλύσει πλήρως λόγω του πόνου, κάποιες άλλες φορές έχω χάσει εντελώς τη φωνή μου λόγω των κοντινών όγκων και νιώθω και το βάσανο της στέρησης της επικοινωνίαςείμαι αναγκασμένη να φροντίζω και για την ψυχολογία των γύρω μου ώστε να μπορέσουν να χειριστούν την παρούσα κατάστασή μου ή και τον επικείμενο θάνατό μου, τις περισσότερες φορές δε μπορώ να γελάσω γιατι με πιάνει ελεεινός βήχας που εξελίσσεται σε εμέτους, δε μπορώ να θυμώσω πολύ γιατί έτσι κλείνει η φωνή μου για τουλάχιστον μια ημέρα, έχουν κορεστεί οι αισθήσεις μου όλες από τις συνεχεις επισκέψεις σε νοσοκομεία,από τις ατέλειωτες εξετάσεις, από τα αμέτρητα φάρμακα κι έχω αρχίσει να έχω πλέον ψυχοσωματικά συμπτώματα, αποφεύγω τη συναναστροφή με παιδιά όπως πχ τα λατρεμένα μου ανήψια ώστε να μη τους λείψω πολύ αν πεθάνω σύντομα, αδιαφορώ για τους πόνους και τις ταλαιπωρίες των άλλων επειδή έχω κουραστεί τόσο που μόλις και μετά βίας αντέχω τις δικές μου, πρέπει να συναναστρέφομαι μόνο τους μη έχοντες μεταδοτικά νοσήματα λόγω του αδύναμου πλέον ανοσοποιητικού μου, η μόνη προγραμματισμένη εξέλιξη στη ζωή μου είναι η ανά 21 ημέρες ταλαιπωρία της χημειοθεραπείας, ακόμη κι όταν η φυσική μου κατάσταση είναι σχετικά καλή το να βγω κάποια βόλτα είναι ρίσκο λόγω του φόβου των εμέτων και τον αιμοπτύσεων, έχω νιώσει το "μαρτύριο" του να είμαι πλέον συνοδηγός στο δικό μου αυτοκίνητο, παρατάω τα φλερτ μου "στη μέση" επειδή δε μπορώ να υποσχεθώ τίποτα, δε μπορώ να πάρω αγκαλιά ένα μωρό, έχω στερηθει για μεγάλα χρονικά διαστήματα και πλέον δια παντός τη μεγάλη μου αγάπη,το χορό , έχω ακούσει τρεις φορές (λόγω ακτινοβολιών) το εφιαλτικό "κρακ" που κάνει ένα οστό όταν σπάζει, αναγκάζομαι συχνά να παρηγορώ τους γύρω μου κάθε που παίρνω στα χέρια μου μια βιοψία ή κακά αποτελέσματα άλλων εξετάσεων πράγμα που έχω βαρεθει, έχω δει αμέτρητες απλές απολαύσεις να με προσπερνούν, δε μπορώ να ουρλιάξω.......ΕΞ ΑΙΤΙΑΣ ΣΟΥ, "ΓΙΑΤΡΕ ΜΟΥ"
Ολες οι ψυχοβόρες μνήμες κατέκλυσαν πάλι την υπάρξή μου. Η Αμαλία μέσα απο την ανηφορική πορεία της νόσου της παρά τους ακρωτηριασμούς που υπέστη απο το ιατρικό κατεστημένο και απο την ίδια την αδυσώπητη αρρώστεια, κατάφερε να κρατηθεί συναισθηματικά επειδή ήταν μια μπλόγκερ με εκατοντάδες φίλους στο διαδίκτυο.
Ας είναι ελαφρύ το χώμα που θα την σκεπάσει. Και το μπλόγκ της ας μείνει για πάντα στις καρδιές μας! Να μπαίνουμε όλοι εμείς καθημερινά να της αφήνουμε σταγόνες αγάπης. Να το φροντίζουμε το σπίτι της κι ας το εγκατέλειψε εκείνη παντοτινά. Θα πετάει σαν την άλλη πεταλούδα μου, απαλλαγμένη απο το βάρος του σώματος και θα μας βλέπει απο ψηλά, απελευθερωμένη απο εξαρτήσεις.
Καλό ταξίδι Αμαλία. Να μου φιλήσεις την Κωνσταντίνα και να της πείς ότι την αγαπώ.
Ιουστίνη
http://fakellaki.blogspot.com/
Saturday, April 07, 2007
ΕΞ ΑΙΤΙΑΣ ΣΟΥ, "ΓΙΑΤΡΕ ΜΟΥ".....
Έχω πονέσει αφόρητα, έχω νιώσει τον πανικό νιώθοντας τον ανυπέρβλητο πόνο να έρχεται, έχω σκεφτεί αμέτρητες φορές ν'αυτοκτονήσω λόγω του πόνου, έχω περάσει άπειρες ώρες στο κρεββάτι ουρλιάζοντας απ'τον πόνο, έχω χρειαστεί για μεγάλα διαστήματα τη βοήθεια των άλλων, έχω καταστραφεί οικονομικά, έχω καταστρέψει οικονομικά την οικογενειά μου, έχω υπάρξει βάρος για την οικογένειά μου, έχω υπάρξει βάρος για τους φίλους μου, έχω υποστεί το όποιο ρίσκο δεκάδων χειρουργικών επεμβάσεων, έχω κάνει τραύματα κατακλίσεως, έχω χάσει απολαύσεις αμέτρητες, έχω στερηθεί διασκεδάσεις , έχω διακόψει τις σπουδές μου πάνω από τρεις φορές, έχω χάσει εκδρομές, έχω στερηθει ταξίδια, έχω στερηθεί την ξενοιασιά στις κινήσεις λόγω του πόνου ή του φόβου του πόνου, δεν έπαιξα επαγγελματικά βόλλευ, δε φόρεσα ποτέ μίνι φούστα λόγω της ατροφίας-λόγω του πόνου, αντιμετώπισα την αμφισβήτηση του πόνου μου από τους γιατρούς, αντιμετώπισα την αμφισβήτηση του πόνου μου από τους γονείς μου ήδη πριν από την εφηβεία μου μεχρι τα 25 μου, το παιδικό μου παιχνίδι έχει διακοπει έξι φορές από άμεση εισαγωγή στο νοσοκομείο με μεταφορά από ασθενοφόρο, έχω νιώσει ντροπή για την εικόνα του σώματός μου, έχω αντιμετωπίσει παραλογη γραφειοκρατεία, έχω υπάρξει θύμα οικονομικής εκμετάλλευσης από γιατρούς, έχω υπάρξει υποψήφιο θύμα σεξουαλικής εκμετάλλευσης από γιατρό, έχω νοσηλευθεί σε βρώμικα νοσοκομεία με αδιάφορους γιατρούς και νοσοκόμες, έχω νοσηλευθεί σε καθαρά νοσοκομεία οπου ήμουν πελάτισσα και το βλέμμα ήταν πάντα στην τσέπη που μπορούσε και όχι στο πόδι που πονούσε,έχω δει την τύχη της υγείας μου να εξαρτάται από αδιάφορα πρόσωπα και αμόρφωτους "επιστήμονες", έχω περιμένει άπειρες ώρες σε ουρές νοσοκομείων ή ΙΚΑ για μια σφραγίδα, έχω υπάρξει άθυρμα του κάθε αμόρφωτου δημοσιοϋπαλληλίσκου, τις ώρες του πόνου έχω νιώσει τους γιατρούς όχι δίπλα μου αλλά απέναντί μου, έχω καλλιεργήσει ήδη από την παιδική μου ηλικία κυνισμό και έλλειψη εμπιστοσύνης στο κράτος και τον κάθε "αρμόδιο", έχω ζητήσει βοήθεια από ανθρώπους που ούτε θα καταδεχόμουν να κοιτάξω επειδή με λύγισε ο πόνος, δε μπόρεσα ποτέ να θέσω την εργασία μου σε μακροπρόθεσμες βάσεις λόγω της ασταθούς υγείας μου, συχνά οι σεξουαλικές μου επαφές υπήρξαν επώδυνες, έχω κάνει άπειρα ξενύχτια λόγω του πόνου,υπήρξα θύμα κατηγοριών από την οικογένειά μου επειδή δεν ακολουθούσα τις (άσχετες) οδηγίες των γιατρών, έχω αντιμετωπίσει σηψαιμία, έχω "δει" και άλλες φορές το θάνατο δίπλα μου, έχω δει τον πόνο των αγαπημένων μου όταν με βλέπουν να λιώνω, έχω δει το πρόβλημά μου να γίνεται πηγή ευτυχίας για άλλους (γιατρούς, ιδιοκτήτες κλινικών,φυσιοθεραπευτές, ορθοπεδοτεχνικούς που μού έφτιαξαν το τεχνητό μέλος,κλπ) , έχω χάσει την πλήρη αυτονομία μου, δεν εργάζομαι κανονικά εδώ και τρία χρόνια, έχω προσπαθήσει πολύ σκληρά για να δεχτώ τη νέα εικόνα του σώματός μου, έχω αναγκαστεί να μάθω τουλάχιστον τα στοιχειώδη ιατρικά ζητήματα για να αναπληρώσω την άγνοια των γιατρών και ιδίως των ανεπιβλεπτων ειδικευομένων, έχω χάσει αρκετές φορές τα μαλλιά μου αναγκαζομενη έτσι να ανέχομαι τα ηλίθια βλέμματα πολλών περαστικών (επειδή αποφάσισα να μη χαροποιήσω με τον καρκίνο μου ΚΑΙ αυτούς που πουλούν περρούκες), και η πιο απλή μου κίνηση απαιτεί μεγάλη προσπάθεια, ενίοτε και ανοχή πόνου, έχω περάσει εφιαλτικές ώρες ως δέσμιο κομμάτι κρέας χωρίς καν φωνή σε εντατικές, συχνά θέλω συνοδό ακόμη και για να κατεβω τις σκάλες του σποτιού μου, κάποιες φορές έχω παραλύσει πλήρως λόγω του πόνου, κάποιες άλλες φορές έχω χάσει εντελώς τη φωνή μου λόγω των κοντινών όγκων και νιώθω και το βάσανο της στέρησης της επικοινωνίαςείμαι αναγκασμένη να φροντίζω και για την ψυχολογία των γύρω μου ώστε να μπορέσουν να χειριστούν την παρούσα κατάστασή μου ή και τον επικείμενο θάνατό μου, τις περισσότερες φορές δε μπορώ να γελάσω γιατι με πιάνει ελεεινός βήχας που εξελίσσεται σε εμέτους, δε μπορώ να θυμώσω πολύ γιατί έτσι κλείνει η φωνή μου για τουλάχιστον μια ημέρα, έχουν κορεστεί οι αισθήσεις μου όλες από τις συνεχεις επισκέψεις σε νοσοκομεία,από τις ατέλειωτες εξετάσεις, από τα αμέτρητα φάρμακα κι έχω αρχίσει να έχω πλέον ψυχοσωματικά συμπτώματα, αποφεύγω τη συναναστροφή με παιδιά όπως πχ τα λατρεμένα μου ανήψια ώστε να μη τους λείψω πολύ αν πεθάνω σύντομα, αδιαφορώ για τους πόνους και τις ταλαιπωρίες των άλλων επειδή έχω κουραστεί τόσο που μόλις και μετά βίας αντέχω τις δικές μου, πρέπει να συναναστρέφομαι μόνο τους μη έχοντες μεταδοτικά νοσήματα λόγω του αδύναμου πλέον ανοσοποιητικού μου, η μόνη προγραμματισμένη εξέλιξη στη ζωή μου είναι η ανά 21 ημέρες ταλαιπωρία της χημειοθεραπείας, ακόμη κι όταν η φυσική μου κατάσταση είναι σχετικά καλή το να βγω κάποια βόλτα είναι ρίσκο λόγω του φόβου των εμέτων και τον αιμοπτύσεων, έχω νιώσει το "μαρτύριο" του να είμαι πλέον συνοδηγός στο δικό μου αυτοκίνητο, παρατάω τα φλερτ μου "στη μέση" επειδή δε μπορώ να υποσχεθώ τίποτα, δε μπορώ να πάρω αγκαλιά ένα μωρό, έχω στερηθει για μεγάλα χρονικά διαστήματα και πλέον δια παντός τη μεγάλη μου αγάπη,το χορό , έχω ακούσει τρεις φορές (λόγω ακτινοβολιών) το εφιαλτικό "κρακ" που κάνει ένα οστό όταν σπάζει, αναγκάζομαι συχνά να παρηγορώ τους γύρω μου κάθε που παίρνω στα χέρια μου μια βιοψία ή κακά αποτελέσματα άλλων εξετάσεων πράγμα που έχω βαρεθει, έχω δει αμέτρητες απλές απολαύσεις να με προσπερνούν, δε μπορώ να ουρλιάξω.......ΕΞ ΑΙΤΙΑΣ ΣΟΥ, "ΓΙΑΤΡΕ ΜΟΥ"
Friday, May 25, 2007
Η Ανοιξη Που Βρήκα
Της Ιουστίνης Φραγκούλη
Είχα αφήσει το Μόντρεαλ καταχωμένο και κοιμισμένο στη λευκάδα του χιονιού του. Πήγα στην Αθήνα, όπου συνάντησα την άνοιξη των εσπεριδοειδών. Πέταξε η καρδιά μου σαν τις πεταλούδες που ζυγώνουν για να σπείρουν την ευγονία των ανθισμένων λουλουδιών στη φύση. Υστερα ο δρόμος με οδήγησε στην Τοσκάνη των απαλών λόφων, όπου οι κάμποι άγγιζαν την ωτοστράτα ακουμπώντας την ευφορία τους στην άκρη του αδηφάγου ματιού μου. Γέμισα την ψυχή μου με τόσες εικόνες που πίστευα πως ήμουν χορτασμένη απο ομορφιά ανατολής, απο λαμπράδα Ευρώπης.
Κι όμως όταν επέστρεψα στο Μόντρεαλ, ο ανεμοστρόβιλος του ανθισμένου Μάη με συνεπήρε. Ακυρώθηκαν θαρρείς όλες οι διαφορετικές άνοιξες που μόλις είχα γευθεί. Κι ανέβηκα στο ποδήλατο τριγυρνώντας στους δρόμους με τις καταπράσινες αλέες, τα πλούσια γρασίδια , τα πολύχρωμα λουλούδια τα στοιχημένα στους κήπους με απόλυτη αρμονία. Οι τουλίπες, ρόζ, κόκκινες, κίτρινες, δίχρωμες, οι πανσέδες ταπεινοί και παράτολμοι , οι πασχαλιές και τα νυχτολούλουδα να χύνουν αρώματα μοναδικά. Ενιωσα μια διαφορετική ανάταση στα φυλλοκάρδια μου.
Το Σαββατοκύριακο της άφιξης ανεβήκαμε με τον Αλεξανδρίνο στο βουνό. Η λίμνη που είχα αφήσει ένα μήνα πριν ακίνητη και παγερή, είχε μεταμορφωθεί σε γαλάζια αλλάζοντας αποχρώσεις στο κάθε φύσημα του ανέμου, ανάλογα με τη φορά που έπαιρναν τα έλατα καθώς έγερναν πάνω της. Δεν το σκέφτηκα δεύτερη φορά, έβαλα το μαγιό και κολύμπησα σ΄αυτή την αγκαλιά του γλυκού νερού που μοιάζει να χαϊδεύει όλο το σώμα με χέρι μαγικό.
Ετσι έκανα το πρώτο μπάνιο μου, όχι βουτώντας στο γαλάζιο Ιόνιο της Λευκάδας μου αλλά στο μπλέ της λίμνης Ρεϊμόντ.
Ομως παρασύρθηκα πάλι απο τις άνοιξες- με έχουν αποπροσανατολίσει εντελώς φέτος- ενώ θάθελα να σταθώ στις δυο εκθέσεις ελληνικού βιβλίου, που έτυχαν αυτή την εποχή στην Ελλάδα. Η πρώτη της Αθήνας με τα περίπτερα των εκδοτικών οίκων απλωμένα στο φρύδι της Ακρόπολης επί της Αρεοπαγείτου ήταν πραγματική απόλαυση, καθώς ο κόσμος κυριολεκτικά πλημμύρισε τον τόπο αγοράζοντας τα αγαπημένα του βιβλία. Βέβαια, παρά το εκπληκτικό τοπίο θα πρέπει να σημειώσω ότι ο χώρος ήταν εξαιρετικά μικρός για τον κόσμο που συγκεντρωνόταν κάθε απόγευμα και ιδιαίτερα τα Σαββατοκύριακα. Το σκηνικό γινόταν πνιγηρό τις ώρες της μεγάλης προσέλευσης. Τα πάνελς των συζητήσεων ήταν γεμάτα ζωή και υγιή λόγο κι αντίλογο (τουλάχιστον όσα κατάφερα να παρακολουθήσω μέσα στη δίνη των παρουσιάσεών μου). Σίγουρα, ήταν μια πολύ καλή παρουσία του εκδοτικού κόσμου φέτος στην Αρεοπαγείτου και μια άριστη ευκαιρία για επαφή του κοινού με το βιβλίο.
Στη Διεθνή Εκθεση Βιβλίου της Θεσσαλονίκης υπο τη διοργάνωση του ΕΚΕΒΙ δεν κατάφερα να πάω και φέτος (ήταν βλέπεις αυτή η μαγεύτρα η Τοσκάνη στη μέση!) Ακουσα διφορούμενα σχόλια απο τους εκδότες και απο τους συγγραφείς. Αλλοι εκτίμησαν ότι ήταν αρτιότερα οργανωμένη αυτή τη χρονιά, άλλοι κατέκριναν το γεγονός πως δεν υπήρξε αθρόα προσέλευση κόσμου. Ωστόσο, αυτός ο νεόδμητος θεσμός δεν επικεντρώνει απόλυτα το ενδιαφέρον του στις λιανικές πωλήσεις (υπάρχουν τόσα άλλα παζάρια του βιβλίου). Είναι μια πολιτική προσπάθεια να γίνει η Θεσσαλονίκη τόπος συνάντησης του κόσμου του βιβλίου απο τη Μεσόγειο ως τη χερσόνησο της Βαλκανίου.
Δεν ξέρω αν επιτεύχθηκε αυτός ο στόχος αλλά ακόμη και το γεγονός ότι τέθηκε στο χάρτη αποτελεί ελπιδοφόρο στοιχείο για την Ελληνική πολιτιστική πραγματικότητα. Κάποιοι είδαν επιτέλους την Ελλάδα ως εν δυνάμει παίχτη στο διαπλεκόμενο εκδοτικό παιχνίδι της περιοχής! Θεωρώ πως η χώρα μας με τέτοια ιστορία στον πολιτισμό, νομίμως διεκδικεί ένα ρόλο στη διεθνή λογοτεχνική σκηνή . Κι αν ακόμη η διεθνής έκθεση βιβλίου βρίσκεται σε νηπιακό στάδιο, δεν της αξίζουν αφορισμοί και κατηγόριες. Στο χέρι όλων μας είναι να προχωρήσουμε δυναμικά αυτή την υπόθεση που μας αφορά ως πολιτιστική μονάδα στο παγκόσμιο χωριό της κουλτούρας.
Και τώρα θα σας πισωγυρίσω στην παρουσίαση της Αθήνας για να καταθέσω τα λόγια της αγαπημένης φίλης Ιωάννας Κολοβού περί το ταπεινό μου βιβλίο. Είναι φροϋδικό το σύνδρομο να μιλάμε πάντα και επαναλαμβανόμενα για το ίδιο λατρεμένο θέμα της κοινής εμπειρίας:
ΨΗΛΑ ΤΑΚΟΥΝΙΑ ΓΙΑ ΠΑΝΤΑ
Της Ιουστίνης Φραγκούλη
Εκδόσεις ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ
Δια χειρός Ιωάννας Κολοβού
Κλαπ κλαπ χτυπούν τα ψεύτικα παιδικά τακούνια στους έρημους δρόμους της κωμόπολης. Κλαπ κλαπ, αντηχεί πιο δυνατά η ηχώ του κενού του καλοκαιριάτικου απομεσήμερου. Τα κορίτσια ενθουσιασμένα χτυπούν με ακόμα μεγαλύτερο και δυνατότερο σκέρτσο τα τακούνια, κάνοντας τα νεύρα της κοιμισμένης κωμόπολης κουρέλια.
Τικ τακ τικ τακ και το ρολόι της πόλης σημαίνει τρεις το μεσημέρι Ο χρόνος Σημαίνει, υπενθυμίζει. Μα εκείνες τον ξεχνούν. Είναι γιατί, είναι γνωστό, πως τα καλοκαιρινά μεσημέρια ο χρόνος στη Μεσόγειο σταματά, μένει ηδονικά αλλά και σαδιστικά ασάλευτος. Μοιάζει να σταματά . Κι εκείνες, προχωρούν πάνω στα παπούτσια τους νομίζοντας πως ακούν τους χτύπους των τακουνιών τους. Είναι όμως ο χρόνος που ακούγεται. Αυτός είναι που χτυπά πάνω στο γκαλντερίμι κατηφορίζοντας γλιστρώντας προς την εφηβεία και την ενηλικίωση. Αόρατος, ασάλευτος αδυσώπητος.
Είναι οι παιδικές μου φίλες, οι παιδικές φίλες της Ιουστίνης Φραγκούλη που ακροπατούν τα μεσημέρια. Η Τζούλια, η Νάνσυ, η Αθηνά, η Έμυ , η Μαρία η Καίτη, δραπέτευσαν από το βιβλίο της «Ψηλά Τακούνια για πάντα» που τόσο όμορφα τις είχαν φυλακίσει σαν σε χρυσή προθήκη οι εκδόσεις «Ελληνικά Γράμματα» και στοίχειωσαν για μέρες τις νύχτες μου. Γιατί με αυτά τα κορίτσια σαν να είχα δώσει κι εγώ ραντεβού –ναι, ναι,- το επιβεβαιώνει η συγγραφέας η Ιουστίνη Φραγκούλη στο βιβλίο της, είχαμε δώσει λοιπόν όλες όρκο να συναντηθούμε στη στροφή των 40, όταν θα φτάναμε σ’ αυτή τη μέση ηλικία που έμοιαζε τόσο μα τόσο μακρινή.
Στην ελληνική επαρχία της εφηβείας και της νιότης μας, δύο τινά μπορούσαν να συμβούν. Να νιώσεις πως είσαι στο κέντρο του κόσμου πως εκπροσωπείς τον ομφαλό της γης, ή να νιώσεις πως ακροπατείς στο περιθώριο. Στις παρυφές της ζωής και του κόσμου, μακριά από τη πρωτεύουσα που όλες την ονειρευόμασταν, σαν σε μια αιώνια γιορτή.
Εκεί στην επαρχία είναι που βιώσαμε την εφηβεία μας που [ποτέ δεν της αρκούσε το σήμερα. Εκεί είναι που βιώσαμε τα ματαιωμένα Κυριακάτικα πρωινά, τα ματαιωμένα καλοκαίρια, όπου όλο κάτι μεγάλο περιμένεις, όλο κάτι προσμένεις, είσαι σίγουρη πως έρχεται το πιάνεις στα χέρια σου, είναι απτό. Κι όμως εκείνο δεν έρχεται ποτέ. Είναι απλά ο χρόνος που έρχεται που γλιστράει μέσα από τα χέρια σου για να ξημερώσει η Δευτέρα. Και ζώντας τη μέρα της μαρμότας, πάλι είσαι σίγουρη πως αυτό δεν θα είναι για πάντα έτσι, πως κάτι άλλο, μεγάλο θα γίνει μια μέρα πως κάτι άλλο θα ξημερώσει. Τα κορίτσια κοιτούσαν τη θάλασσα κι ονειρεύονταν την πρωτεύουσα, τα πάρτι, τα ψηλά τακούνια που θα φορούσαν, τα όμορφα αγόρια που θα γνώριζαν…
Στο μεταξύ η Ελλάδα ταξίδευε…Τη δικτατορία την ακατανόητη για παιδιά προεφηβικής ηλικίας τη διαδέχτηκε η συγκεχυμένη μεταπολίτευση. Ο αχός του Πολυτεχνείου και των πρώτων πανηγυρισμών, της επιστροφής του Καραμανλή έφτανε αδύναμος στο νησί. Τα κορίτσια φτάνουν στη γιορτή της αποφοίτησης γεμάτα προσδοκίες. Κι εκεί είναι που η μοίρα επεμβαίνει. Ένας τραγικός θάνατος τις χωρίζει. Απομακρύνονται βιαστικά η μία από την άλλη. Η Τζούλια που ο θάνατος τη κεραυνοβολεί, φεύγει μακριά, στο Μόντρεαλ του Καναδά. Οι άλλες που πάνε να σπουδάσουν στην Αθήνα, στο Παρίσι πονάνε στη θύμησή της. Κι όλο αποφεύγουν να συναντηθούν μεταξύ τους. Κάποιος αδιόρατος πανικός τις καταλαμβάνει όταν σκέφτονται η μία την άλλη.
Στο μεταξύ ταξιδεύουν μέσα στον προσωπικό χωρόχρονό τους. Βιώνουν επαγγελματικές επιτυχίες, έρωτες, απορρίψεις, μεγάλες αποφάσεις ζωής, χαρές, απογοητεύσεις, πισωγυρίσματα. «Πάντοτε κάθε καλοκαίρι στην παρέα έπεφτε η ερώτηση για τη Τζούλια. Πού να χάθηκε η αξέχαστη συμμαθήτρια τους, τι να κάνει τώρα;» διαβάζουμε κάπου στο βιβλίο.
«Τελικά η φιλία των γυναικών γεννιέται τα χρόνια της ανιδιοτέλειας, φουντώνει με τη άνθιση των ορμονών, υποσιτίζεται τον καιρό του έρωτα, ανασταίνεται μετά το γάμο, αναβιώνει με την ωριμότητα. Δεν ξεχνιέται ποτέ όπως το ποδήλατο και κολύμπι.» Αυτό διαβάζουμε στο οπισθόφυλλο. Η Ιουστίνη έρχεται με αυτό το βιβλίο το γλυκόπικρο μέσα στην υπαρξιακή του αναζήτηση, να μας υπενθυμίσει πόσα λίγα πράγματα είναι πολύτιμα σ’ αυτόν τον κόσμο.
Ένα από αυτά είναι η φιλία. Η φιλία των γυναικών, κι ας φωνάζουν τα φτηνά περιοδικά με κάτι αναλύσεις στο πόδι, πως κάτι τέτοιο δεν υπάρχει. Η Αθηνά η ηρωίδα της συγγραφέως που έζησε χρόνια στο Παρίσι, το διατυπώνει πολύ χαρακτηριστικά: «Μπορεί ο γάμος της με τον Ιγνάθιο να ήταν ευτυχισμένος, μπορεί η σχέση τους να ήταν ουσιαστική και να μην είχε διαβρωθεί από το χρόνο, αλλά μετά τα τριάντα και τις δύο γέννες είχε συνειδητοποιήσει πως οι φιλενάδες της ήταν ο δυνατός κρίκος με την ιστορία της. Και μόνο τα ανόητα χαχανητά τους, τα χίλια δυο ανέκδοτα, τα ανώδυνα κουτσομπολιά, η ανταλλαγή πληροφοριών για τις ερωτικές επιδόσεις των αντρών τους δημιουργούσαν απόθεμα τρυφερών αναμνήσεων από τις οποίες αντλούσε υλικό και αισιοδοξία τις μέρες του χειμώνα, όταν η συννεφιά πλάκωνε τους ουρανούς του Παρισιού»
Τελικά οι φίλες τήρησαν τον όρκο τους. Συναντήθηκαν στη «στροφή των σαράντα». Με πρωτοβουλία της Τζούλιας που έκανε την έκπληξη., Σαν να επανήλθε στη ζωή, μετά από μια μεγάλη προσωπική οδύσσεια. Οι φίλες συναντιούνται
«αμήχανες» γράφει η Ιουστίνη «αλλά σημαδεμένες από τους ακατάλυτους δεσμούς της κοινής ιστορίας, οι έξι γυναίκες ξεδιπλώνουν τη ζωή τους αποκαλύπτοντας η μία στην άλλη όσα δεν τόλμησαν ποτέ να ξεστομίσουν» Και αποτιμούν η μία τη ζωή της άλλης. Εντάξει δεν ήρθαν όλα όπως τα σχεδίασαν. Κάθε άλλο. Ωστόσο είχαν η μία την άλλη, είχαν τη φιλία τους τα τραγούδια τους, τους χορούς τους, το ηδονικό τους λίκνισμα πάνω στα ψηλά τακούνια τους! Είχαν το κλειδί της χαράς. Εκείνο το κλειδί του πατρικού σπιτιού που Τζούλιας, που ο άνδρας της φρόντισε να το αποκτήσει ξανά. Μαζί με τις παιδικές κι εφηβικές μνήμες. Για πάντα…
Με την Ιουστίνη μας ένωσε μια φιλία στην τρίτη δεκαετία της ζωής μας. Δεν ήταν μια φιλία παιδική. ‘Ήταν όμως τα κοινά βιώματα που τη στήριξαν.. Η επαρχιακή κωμόπολη, η ταξική προέλευση, η ζεστασιά μιας άρρηκτα δεμένης οικογένειας, το σύνδρομο της άριστης μαθήτριας. Αναγνωρίσαμε αμέσως η μία την άλλη. Έμελλε να μας ενώσει μια μοίρα τραγική τόσο ίδια και για τις δυο μας, που κανονικά ανθρώπινος νους δεν μπορεί να τη συλλάβει στο πραγματικό μέγεθός της, Ούτε να την αντέξει. Κι όμως την αντέχει... Δεν ξέρω αν μετά από αυτές τις δύο παράλληλες τραγωδίες δεθήκαμε περισσότερο. Ο πόνος είναι πάντα μοναχικός δεν μπορεί να μοιραστεί. Πολλές φορές όμως, ονειρεύομαι πως πορευόμαστε ταξιδεύοντας σφιχταγκαλιασμένες στο κενό. Ένα κενό μεταφυσικό. Πως ταξιδεύουμε στους αιώνια ανθισμένους λειμώνες, εκεί που υπάρχουν οι ψυχές των δύο αγαπημένων μας αδελφών…
Ιωάννα Κολοβού
Είχα αφήσει το Μόντρεαλ καταχωμένο και κοιμισμένο στη λευκάδα του χιονιού του. Πήγα στην Αθήνα, όπου συνάντησα την άνοιξη των εσπεριδοειδών. Πέταξε η καρδιά μου σαν τις πεταλούδες που ζυγώνουν για να σπείρουν την ευγονία των ανθισμένων λουλουδιών στη φύση. Υστερα ο δρόμος με οδήγησε στην Τοσκάνη των απαλών λόφων, όπου οι κάμποι άγγιζαν την ωτοστράτα ακουμπώντας την ευφορία τους στην άκρη του αδηφάγου ματιού μου. Γέμισα την ψυχή μου με τόσες εικόνες που πίστευα πως ήμουν χορτασμένη απο ομορφιά ανατολής, απο λαμπράδα Ευρώπης.
Κι όμως όταν επέστρεψα στο Μόντρεαλ, ο ανεμοστρόβιλος του ανθισμένου Μάη με συνεπήρε. Ακυρώθηκαν θαρρείς όλες οι διαφορετικές άνοιξες που μόλις είχα γευθεί. Κι ανέβηκα στο ποδήλατο τριγυρνώντας στους δρόμους με τις καταπράσινες αλέες, τα πλούσια γρασίδια , τα πολύχρωμα λουλούδια τα στοιχημένα στους κήπους με απόλυτη αρμονία. Οι τουλίπες, ρόζ, κόκκινες, κίτρινες, δίχρωμες, οι πανσέδες ταπεινοί και παράτολμοι , οι πασχαλιές και τα νυχτολούλουδα να χύνουν αρώματα μοναδικά. Ενιωσα μια διαφορετική ανάταση στα φυλλοκάρδια μου.
Το Σαββατοκύριακο της άφιξης ανεβήκαμε με τον Αλεξανδρίνο στο βουνό. Η λίμνη που είχα αφήσει ένα μήνα πριν ακίνητη και παγερή, είχε μεταμορφωθεί σε γαλάζια αλλάζοντας αποχρώσεις στο κάθε φύσημα του ανέμου, ανάλογα με τη φορά που έπαιρναν τα έλατα καθώς έγερναν πάνω της. Δεν το σκέφτηκα δεύτερη φορά, έβαλα το μαγιό και κολύμπησα σ΄αυτή την αγκαλιά του γλυκού νερού που μοιάζει να χαϊδεύει όλο το σώμα με χέρι μαγικό.
Ετσι έκανα το πρώτο μπάνιο μου, όχι βουτώντας στο γαλάζιο Ιόνιο της Λευκάδας μου αλλά στο μπλέ της λίμνης Ρεϊμόντ.
Ομως παρασύρθηκα πάλι απο τις άνοιξες- με έχουν αποπροσανατολίσει εντελώς φέτος- ενώ θάθελα να σταθώ στις δυο εκθέσεις ελληνικού βιβλίου, που έτυχαν αυτή την εποχή στην Ελλάδα. Η πρώτη της Αθήνας με τα περίπτερα των εκδοτικών οίκων απλωμένα στο φρύδι της Ακρόπολης επί της Αρεοπαγείτου ήταν πραγματική απόλαυση, καθώς ο κόσμος κυριολεκτικά πλημμύρισε τον τόπο αγοράζοντας τα αγαπημένα του βιβλία. Βέβαια, παρά το εκπληκτικό τοπίο θα πρέπει να σημειώσω ότι ο χώρος ήταν εξαιρετικά μικρός για τον κόσμο που συγκεντρωνόταν κάθε απόγευμα και ιδιαίτερα τα Σαββατοκύριακα. Το σκηνικό γινόταν πνιγηρό τις ώρες της μεγάλης προσέλευσης. Τα πάνελς των συζητήσεων ήταν γεμάτα ζωή και υγιή λόγο κι αντίλογο (τουλάχιστον όσα κατάφερα να παρακολουθήσω μέσα στη δίνη των παρουσιάσεών μου). Σίγουρα, ήταν μια πολύ καλή παρουσία του εκδοτικού κόσμου φέτος στην Αρεοπαγείτου και μια άριστη ευκαιρία για επαφή του κοινού με το βιβλίο.
Στη Διεθνή Εκθεση Βιβλίου της Θεσσαλονίκης υπο τη διοργάνωση του ΕΚΕΒΙ δεν κατάφερα να πάω και φέτος (ήταν βλέπεις αυτή η μαγεύτρα η Τοσκάνη στη μέση!) Ακουσα διφορούμενα σχόλια απο τους εκδότες και απο τους συγγραφείς. Αλλοι εκτίμησαν ότι ήταν αρτιότερα οργανωμένη αυτή τη χρονιά, άλλοι κατέκριναν το γεγονός πως δεν υπήρξε αθρόα προσέλευση κόσμου. Ωστόσο, αυτός ο νεόδμητος θεσμός δεν επικεντρώνει απόλυτα το ενδιαφέρον του στις λιανικές πωλήσεις (υπάρχουν τόσα άλλα παζάρια του βιβλίου). Είναι μια πολιτική προσπάθεια να γίνει η Θεσσαλονίκη τόπος συνάντησης του κόσμου του βιβλίου απο τη Μεσόγειο ως τη χερσόνησο της Βαλκανίου.
Δεν ξέρω αν επιτεύχθηκε αυτός ο στόχος αλλά ακόμη και το γεγονός ότι τέθηκε στο χάρτη αποτελεί ελπιδοφόρο στοιχείο για την Ελληνική πολιτιστική πραγματικότητα. Κάποιοι είδαν επιτέλους την Ελλάδα ως εν δυνάμει παίχτη στο διαπλεκόμενο εκδοτικό παιχνίδι της περιοχής! Θεωρώ πως η χώρα μας με τέτοια ιστορία στον πολιτισμό, νομίμως διεκδικεί ένα ρόλο στη διεθνή λογοτεχνική σκηνή . Κι αν ακόμη η διεθνής έκθεση βιβλίου βρίσκεται σε νηπιακό στάδιο, δεν της αξίζουν αφορισμοί και κατηγόριες. Στο χέρι όλων μας είναι να προχωρήσουμε δυναμικά αυτή την υπόθεση που μας αφορά ως πολιτιστική μονάδα στο παγκόσμιο χωριό της κουλτούρας.
Και τώρα θα σας πισωγυρίσω στην παρουσίαση της Αθήνας για να καταθέσω τα λόγια της αγαπημένης φίλης Ιωάννας Κολοβού περί το ταπεινό μου βιβλίο. Είναι φροϋδικό το σύνδρομο να μιλάμε πάντα και επαναλαμβανόμενα για το ίδιο λατρεμένο θέμα της κοινής εμπειρίας:
ΨΗΛΑ ΤΑΚΟΥΝΙΑ ΓΙΑ ΠΑΝΤΑ
Της Ιουστίνης Φραγκούλη
Εκδόσεις ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ
Δια χειρός Ιωάννας Κολοβού
Κλαπ κλαπ χτυπούν τα ψεύτικα παιδικά τακούνια στους έρημους δρόμους της κωμόπολης. Κλαπ κλαπ, αντηχεί πιο δυνατά η ηχώ του κενού του καλοκαιριάτικου απομεσήμερου. Τα κορίτσια ενθουσιασμένα χτυπούν με ακόμα μεγαλύτερο και δυνατότερο σκέρτσο τα τακούνια, κάνοντας τα νεύρα της κοιμισμένης κωμόπολης κουρέλια.
Τικ τακ τικ τακ και το ρολόι της πόλης σημαίνει τρεις το μεσημέρι Ο χρόνος Σημαίνει, υπενθυμίζει. Μα εκείνες τον ξεχνούν. Είναι γιατί, είναι γνωστό, πως τα καλοκαιρινά μεσημέρια ο χρόνος στη Μεσόγειο σταματά, μένει ηδονικά αλλά και σαδιστικά ασάλευτος. Μοιάζει να σταματά . Κι εκείνες, προχωρούν πάνω στα παπούτσια τους νομίζοντας πως ακούν τους χτύπους των τακουνιών τους. Είναι όμως ο χρόνος που ακούγεται. Αυτός είναι που χτυπά πάνω στο γκαλντερίμι κατηφορίζοντας γλιστρώντας προς την εφηβεία και την ενηλικίωση. Αόρατος, ασάλευτος αδυσώπητος.
Είναι οι παιδικές μου φίλες, οι παιδικές φίλες της Ιουστίνης Φραγκούλη που ακροπατούν τα μεσημέρια. Η Τζούλια, η Νάνσυ, η Αθηνά, η Έμυ , η Μαρία η Καίτη, δραπέτευσαν από το βιβλίο της «Ψηλά Τακούνια για πάντα» που τόσο όμορφα τις είχαν φυλακίσει σαν σε χρυσή προθήκη οι εκδόσεις «Ελληνικά Γράμματα» και στοίχειωσαν για μέρες τις νύχτες μου. Γιατί με αυτά τα κορίτσια σαν να είχα δώσει κι εγώ ραντεβού –ναι, ναι,- το επιβεβαιώνει η συγγραφέας η Ιουστίνη Φραγκούλη στο βιβλίο της, είχαμε δώσει λοιπόν όλες όρκο να συναντηθούμε στη στροφή των 40, όταν θα φτάναμε σ’ αυτή τη μέση ηλικία που έμοιαζε τόσο μα τόσο μακρινή.
Στην ελληνική επαρχία της εφηβείας και της νιότης μας, δύο τινά μπορούσαν να συμβούν. Να νιώσεις πως είσαι στο κέντρο του κόσμου πως εκπροσωπείς τον ομφαλό της γης, ή να νιώσεις πως ακροπατείς στο περιθώριο. Στις παρυφές της ζωής και του κόσμου, μακριά από τη πρωτεύουσα που όλες την ονειρευόμασταν, σαν σε μια αιώνια γιορτή.
Εκεί στην επαρχία είναι που βιώσαμε την εφηβεία μας που [ποτέ δεν της αρκούσε το σήμερα. Εκεί είναι που βιώσαμε τα ματαιωμένα Κυριακάτικα πρωινά, τα ματαιωμένα καλοκαίρια, όπου όλο κάτι μεγάλο περιμένεις, όλο κάτι προσμένεις, είσαι σίγουρη πως έρχεται το πιάνεις στα χέρια σου, είναι απτό. Κι όμως εκείνο δεν έρχεται ποτέ. Είναι απλά ο χρόνος που έρχεται που γλιστράει μέσα από τα χέρια σου για να ξημερώσει η Δευτέρα. Και ζώντας τη μέρα της μαρμότας, πάλι είσαι σίγουρη πως αυτό δεν θα είναι για πάντα έτσι, πως κάτι άλλο, μεγάλο θα γίνει μια μέρα πως κάτι άλλο θα ξημερώσει. Τα κορίτσια κοιτούσαν τη θάλασσα κι ονειρεύονταν την πρωτεύουσα, τα πάρτι, τα ψηλά τακούνια που θα φορούσαν, τα όμορφα αγόρια που θα γνώριζαν…
Στο μεταξύ η Ελλάδα ταξίδευε…Τη δικτατορία την ακατανόητη για παιδιά προεφηβικής ηλικίας τη διαδέχτηκε η συγκεχυμένη μεταπολίτευση. Ο αχός του Πολυτεχνείου και των πρώτων πανηγυρισμών, της επιστροφής του Καραμανλή έφτανε αδύναμος στο νησί. Τα κορίτσια φτάνουν στη γιορτή της αποφοίτησης γεμάτα προσδοκίες. Κι εκεί είναι που η μοίρα επεμβαίνει. Ένας τραγικός θάνατος τις χωρίζει. Απομακρύνονται βιαστικά η μία από την άλλη. Η Τζούλια που ο θάνατος τη κεραυνοβολεί, φεύγει μακριά, στο Μόντρεαλ του Καναδά. Οι άλλες που πάνε να σπουδάσουν στην Αθήνα, στο Παρίσι πονάνε στη θύμησή της. Κι όλο αποφεύγουν να συναντηθούν μεταξύ τους. Κάποιος αδιόρατος πανικός τις καταλαμβάνει όταν σκέφτονται η μία την άλλη.
Στο μεταξύ ταξιδεύουν μέσα στον προσωπικό χωρόχρονό τους. Βιώνουν επαγγελματικές επιτυχίες, έρωτες, απορρίψεις, μεγάλες αποφάσεις ζωής, χαρές, απογοητεύσεις, πισωγυρίσματα. «Πάντοτε κάθε καλοκαίρι στην παρέα έπεφτε η ερώτηση για τη Τζούλια. Πού να χάθηκε η αξέχαστη συμμαθήτρια τους, τι να κάνει τώρα;» διαβάζουμε κάπου στο βιβλίο.
«Τελικά η φιλία των γυναικών γεννιέται τα χρόνια της ανιδιοτέλειας, φουντώνει με τη άνθιση των ορμονών, υποσιτίζεται τον καιρό του έρωτα, ανασταίνεται μετά το γάμο, αναβιώνει με την ωριμότητα. Δεν ξεχνιέται ποτέ όπως το ποδήλατο και κολύμπι.» Αυτό διαβάζουμε στο οπισθόφυλλο. Η Ιουστίνη έρχεται με αυτό το βιβλίο το γλυκόπικρο μέσα στην υπαρξιακή του αναζήτηση, να μας υπενθυμίσει πόσα λίγα πράγματα είναι πολύτιμα σ’ αυτόν τον κόσμο.
Ένα από αυτά είναι η φιλία. Η φιλία των γυναικών, κι ας φωνάζουν τα φτηνά περιοδικά με κάτι αναλύσεις στο πόδι, πως κάτι τέτοιο δεν υπάρχει. Η Αθηνά η ηρωίδα της συγγραφέως που έζησε χρόνια στο Παρίσι, το διατυπώνει πολύ χαρακτηριστικά: «Μπορεί ο γάμος της με τον Ιγνάθιο να ήταν ευτυχισμένος, μπορεί η σχέση τους να ήταν ουσιαστική και να μην είχε διαβρωθεί από το χρόνο, αλλά μετά τα τριάντα και τις δύο γέννες είχε συνειδητοποιήσει πως οι φιλενάδες της ήταν ο δυνατός κρίκος με την ιστορία της. Και μόνο τα ανόητα χαχανητά τους, τα χίλια δυο ανέκδοτα, τα ανώδυνα κουτσομπολιά, η ανταλλαγή πληροφοριών για τις ερωτικές επιδόσεις των αντρών τους δημιουργούσαν απόθεμα τρυφερών αναμνήσεων από τις οποίες αντλούσε υλικό και αισιοδοξία τις μέρες του χειμώνα, όταν η συννεφιά πλάκωνε τους ουρανούς του Παρισιού»
Τελικά οι φίλες τήρησαν τον όρκο τους. Συναντήθηκαν στη «στροφή των σαράντα». Με πρωτοβουλία της Τζούλιας που έκανε την έκπληξη., Σαν να επανήλθε στη ζωή, μετά από μια μεγάλη προσωπική οδύσσεια. Οι φίλες συναντιούνται
«αμήχανες» γράφει η Ιουστίνη «αλλά σημαδεμένες από τους ακατάλυτους δεσμούς της κοινής ιστορίας, οι έξι γυναίκες ξεδιπλώνουν τη ζωή τους αποκαλύπτοντας η μία στην άλλη όσα δεν τόλμησαν ποτέ να ξεστομίσουν» Και αποτιμούν η μία τη ζωή της άλλης. Εντάξει δεν ήρθαν όλα όπως τα σχεδίασαν. Κάθε άλλο. Ωστόσο είχαν η μία την άλλη, είχαν τη φιλία τους τα τραγούδια τους, τους χορούς τους, το ηδονικό τους λίκνισμα πάνω στα ψηλά τακούνια τους! Είχαν το κλειδί της χαράς. Εκείνο το κλειδί του πατρικού σπιτιού που Τζούλιας, που ο άνδρας της φρόντισε να το αποκτήσει ξανά. Μαζί με τις παιδικές κι εφηβικές μνήμες. Για πάντα…
Με την Ιουστίνη μας ένωσε μια φιλία στην τρίτη δεκαετία της ζωής μας. Δεν ήταν μια φιλία παιδική. ‘Ήταν όμως τα κοινά βιώματα που τη στήριξαν.. Η επαρχιακή κωμόπολη, η ταξική προέλευση, η ζεστασιά μιας άρρηκτα δεμένης οικογένειας, το σύνδρομο της άριστης μαθήτριας. Αναγνωρίσαμε αμέσως η μία την άλλη. Έμελλε να μας ενώσει μια μοίρα τραγική τόσο ίδια και για τις δυο μας, που κανονικά ανθρώπινος νους δεν μπορεί να τη συλλάβει στο πραγματικό μέγεθός της, Ούτε να την αντέξει. Κι όμως την αντέχει... Δεν ξέρω αν μετά από αυτές τις δύο παράλληλες τραγωδίες δεθήκαμε περισσότερο. Ο πόνος είναι πάντα μοναχικός δεν μπορεί να μοιραστεί. Πολλές φορές όμως, ονειρεύομαι πως πορευόμαστε ταξιδεύοντας σφιχταγκαλιασμένες στο κενό. Ένα κενό μεταφυσικό. Πως ταξιδεύουμε στους αιώνια ανθισμένους λειμώνες, εκεί που υπάρχουν οι ψυχές των δύο αγαπημένων μας αδελφών…
Ιωάννα Κολοβού
Saturday, May 19, 2007
Για Θεσσαλονίκη-Αθήνα
Της Ιουστίνης Φραγκούλη
Πάντοτε ήθελα να διανθίζω την κουβέντα μου με αποφθέγματα μεγάλων σοφών ή λογοτεχνών του κόσμου αλλά η αδεξιότητα της μνήμης μου με αφόπλιζε διαρκώς. Και οπισθοχωρούσα όταν έπρεπε να αναζητήσω τα κείμενά τους (καταχωμένα στις βιβλιοθήκες μου) για να τα εντάξω στο λόγο μου. Ετσι έμενα συνεχώς ανοχύρωτη πόλη, επιστρατεύοντας μονίμως και διαρκώς τον αυθορμητισμό μου.
Ωστόσο, δύο αγαπημένοι φίλοι , διακεκριμένοι ερευνητές του φιλολογικού κόσμου ήρθαν να καλύψουν αυτό το κενό στις παρουσιάσεις του βιβλίου εν Αθήναις και εν Θεσσαλονίκη. Ο καθηγητής μου δρ. Σπύρος Βρεττός πριν κάνει την εγκάρσια τομή των Ψηλών Τακουνιών στην Αθήνα (με την αναγωγή στο υπαρξιακό ερώτημα του έργου) απάντησε στην ερώτηση του τί εστί λογοτεχνία μέσα απο τους λόγους των πιό σπουδαίων θεωρητικών της παγκόσμιας μυθοπλαστικής γραφής.
Και η δρ. Βιβή Βρεττού, που ασχολείται για τρίτη φορά διεξοδικά με το ταπεινό βιβλίο μου, κι εκείνη χάραξε τα ερωτήματα της δομής, της γλώσσας, της ιστορίας, του κοινωνικού συμβολισμού, της μεταφεμινιστικής πραγματικότητας του μυθιστορήματος μέσα απο αποσπάσματα παγκόσμια καταξιωμένων εργατών του λόγου. Ενιωσα προνομιούχα και δυνατή, καθώς το έργο μου εμπλουτίσθηκε απο μια σπάνιου ύψους βιβλιογραφία. Γεύθηκα την απόλυτη καταξίωση ως συγγραφέας απο τα κείμενα των διδακτόρων της φιλολογίας, που έδρασαν ως ερευνητές με οπλοστάσιο την άρτια επιστημονική τους κατάρτιση.
Η Αθήνα με γέμισε χαρά γιατί ο τόπος του Ελευθερουδάκη ήταν γεμάτος απο κόσμο που ήρθε να συναντήσει εμένα και το βιβλίο μου με μια διάθεση απόλυτα αγαπητική. Απο τον πατέρα μου ως τον πεθερό μου ως τον σύζυγό μου μέχρι τις πιό αγαπημένες μου φίλες, ξαδέλφες, συμμαθήτριες, συναδέλφισσες , βρέθηκαν εκεί για να ρίξουν ένα ρούχο στη γυμνή πλάτη της συγγραφικής μου υπόστασης.
Γιατί αυτό τελικά εξυπηρετούν οι παρουσιάσεις, προσφέρουν μια ζεστασιά στον συγγραφέα που παρουσιάζει ανοχύρωτος και γυμνός το δημιούργημά του. Οι παρουσιάσεις δεν αποτελούν τομή στο λογοτεχνικό στερέωμα , αλλά μια συναισθηματική όαση για το δημιουργό.
Η αγαπημένη φίλη των πρώτων επαγγελματικών χρόνων, διακεκριμένη δημοσιογράφος Ιωάννα Κολοβού μετέφερε την συναισθηματική έκρηξη που της προκάλεσαν οι αναφορές στη μνήμη της γυναικείας ύπαρξης μέσα απο το συμβολισμό των Ψηλών Τακουνιών. Μίλησε συγκινησιακά για μάς τα κορίτσια που ενηλικιωθήκαμε μεταδικτατορικά βουτώντας στα ίδια ακριβώς βιώματα. Η Ιωάννα έβαλε τον κοινό παρονομαστή της θηλυπρέπειας φορώντας για πρώτη φορά μετά απο χρόνια Ψηλά Τακούνια.
Ο νεότερος φίλος και ποιητής Βασίλης Ρούβαλης, ο οποίος έχει μια σπάνια δραστηριότητα στο χώρο της ευασθητοποίησης του κοινού για την ποίηση με τις εξαιρετικές εκδηλώσεις της http://www.poema.eu/ αναφέρθηκε στην πολύπλευρη σύνθεση της γυναικείας φιλίας και τις συνιστώσες του μυθιστορηματικού καμβά μου. Στόλισε το έργο μου με μια δαντέλα φτιαγμένη απο ακριβά υλικά.
Ο σπάνιος φίλος, δημοσιογράφος, συγγραφέας , βουλευτής Δημήτρης Κωνσταντάρας εστίασε την προσοχή του στην ταπεινότητά μου , καθώς φαίνεται πως διέψευσα τις προσδοκίες του όταν εγκατέλειψα την πρώτη γραμμή της δημοσιογραφικής μάχης για να έρθω στο Μόντρεαλ της συναισθηματικής ασφάλειας και του γάμου. Ομως, Δημήτρη, τούτη η ησυχία του νέου τόπου μάς έφερε κοντά ως συγγραφείς ξαναδίνοντας στην πρώτη ύλη της φιλίας μας νέα πνοή χωρίς κομφορισμούς και κοσμικές εξαρτήσεις.
Ο Πέτρος Κουναλάκης, εξαιρετικός φίλος και απόλυτα συνειδητοποιημένος για τον κοινωνικό χρονοχώρο, μίλησε λακωνικά για την ταύτιση των βιωματικών αποσταγμάτων της μνήμης ανάμεσα στους μικρούς τόπους, Λευκάδα-Κρήτη. Αγαπημένος συνομιλητής της Κωνσταντίνας βιάστηκε να δώσει το λόγο σε μένα μαντεύοντας πως η βραδυά θα ήταν αφιερωμένη στην απουσία της. Ομως, η εκδήλωση έγινε πεδίο των σκιών, που άφησαν η αδελφή μου αλλά και η φίλη μου Λίλη Κομίνη με τις ξαφνικές αναχωρήσεις τους.
Η Σοφίκα Ελευθερουδάκη μπήκε στη ζωή μου όταν έφευγε η Κωνσταντίνα, γι αυτό το καλωσόρισμά της εκείνο το βράδυ στο φιλόξενο βιβλιοπωλείο της ήταν ό,τι πολυτιμότερο μπορούσα να ελπίσω. Σε ευχαριστώ καλή μου.
Υστερα ήρθε η Θεσσαλονίκη των πολλαπλών συγκινήσεων. Εκεί με περίμενε ο εκπληκτικός διευθυντής των Ελληνικών Γραμμάτων Γιώργος Στάμος, που με πήρε κυριολεκτικά απο το χέρι για να με τριγυρίσει σε όλες τις τηλεοπτικές και ραδιοφωνικές εκπομπές της απόλυτης πόλης. Ξεχωρίζω την παρουσία μου στη ραδιοφωνική εκπομπή του Αλέξανδρου Τριανταφυλλίδη, επειδή μάς συνδέει η κοινή συναισθηματική βάση της ομογένειας του Καναδά, μια κι έχει ασχοληθεί τα μάλα με τον Ελληνισμό του Τορόντο στις δύσκολες στιγμές της πάλης του για το Σκοπιανό. Ολοι οι συνάδελφοι στη «νύμφη του Θερμαϊκού» με τίμησαν με τις καίριες ερωτήσεις τους για το βιβλίο αλλά και για την υπόστασή μου ως ενεργού μέλους του Απόδημου Ελληνισμού.
Το απόγευμα της παρουσίασης με τη θάλασσα να απλώνεται μπροστά απο το εκπληκτικό βιβλιοπωλείο Ελευθερουδάκης της Θεσσαλονίκης ήταν ένα απόγειο συγκίνησης και έξαρσης.
Ο σύλλογος Λευκαδίων στο πλευρό μου με τον πρόεδρο Χριστόφορο Στυλλίδη να έχει πετύχει την υπέροχη συμμετοχή του κόσμου, που ήρθε όχι για να παρευρεθεί σε κοσμικότητες αλλά για να χαρεί μαζί μου τη δημιουργία. Ο Πέτρος Γαργάνης με την εμπεριστατωμένη κριτική του χάρισε στο μυθιστόρημα μια ευρηματική τοποθέτηση στο μεθοδολογικό χώρο της βιβλιοκριτικής, η Βιβή Κοψιδά-Βρεττού έθεσε τα μνημειώδη ερωτήματα απαντώντας με αποσπάσματα απο το βιβλίο και η Φωτεινή Χαραλαμπίδου-Λογοθέτη διάβασε με τη θεατρική φωνή της ένα απόσπασμα απο το μυθιστόρημα εκβιάζοντας ποταμούς δακρύων.
Βρέθηκαν εκεί όσοι με αγαπούσαν αλλά και η φίλη της μητέρας μου η κυρία Βεντεράντα που με ακολουθεί απο τα βαφτίσια μου, όπως είπε. Αλλά η έκπληξη ήταν η παρουσία της συμμαθήτριας Νίκης Κροκίδη, που τη θυμάμαι απο τα σχολικά χρόνια να καταθέτει τα αισθήματά της σε ποιήματα. Είχα να τη δώ 30 χρόνια κι όμως έμεινε αιώνια νέα με ένα τεράστιο στραφτερό χαμόγελο να γεμίζει το πρόσωπο και τις ζωές των άλλων.
Η Νίκη προκάλεσε την έκπληξη στο φιλόξενο τραπέζι που παρέθεσε ο σύλλογος Λευκαδίων για χάρη μας. Αυτή η αεικίνητη γυναίκα σοφίστηκε να φτιάξει μια τούρτα που στην επιφάνειά της έφερε την ασπρόμαυρη φωτογραφία των συμμαθητριών του Λυκείου Θηλέων Λευκάδας,αυτήν που τραβήχτηκε εκείνες τις ελπιδοφόρες μέρες της αποφοίτησης γύρω στο 1977 και αποτέλεσε της βάση της μυθοπλασίας των Ψηλών Τακουνιών . Σε ευχαριστώ γλυκειά μου!
ΥΓ. Για το ταξίδι των παρουσιάσεων σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη ήθελα να ευχαριστήσω όλα τα παιδιά των Ελληνικών Γραμμάτων με επίκεντρο την Αννέτα Βασιλειάδου στην Αθήνα και το Γιώργο Στάμο στη Θεσσαλονίκη.
Ηθελα επίσης να σημειώσω την παρουσία των φίλων βουλευτών Ευάγγελου Βενιζέλου, Γρηγόρη Νιώτη, Ρόζας Βρεττού και του φιλότεχνου Λευκάδιου βουλευτή Ξενοφώντα Βεργίνη (Αθήνα) και του κ. Μαγκριώτη (Θεσσαλονίκη). Χίλια ευχαριστώ στον π. Δημοσθένη Παπακωστόπουλο για την παρουσία του πλάι στον πατέρα μου.
Αγαπητικά ευχαριστώ στον πρόεδρο της Εταιρείας Ελλήνων Συγγραφέων και φίλο Θανάση Βαλτινό, τον πανεπιστημιακό καθηγητή Σπύρο Φλογαϊτη καθώς και στον εκδότη του περιοδικού «Δέκατα» Ντίνο Σιώτη.
Εξαιρετικά ευχαριστήρια στη Χρυσούλα Καββαδά που βρέθηκε στη Θεσσαλονίκη περαστική και τίμησε την παρουσίαση του βιβλίου καθώς και την Αννα Κοψιδά -Βλάχου και τον Κώστα Βλάχο, που έκαναν ειδικό ταξίδι απο τη Λευκάδα για να βρεθούν στη χαρά μου.
Ευχαριστώ όλους και όλες που με τίμησαν με την παρουσία και την αγάπη τους στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη. Κι αν παρέλειψα κάποια ονόματα ας μην παρεξηγηθώ. Η συγκίνηση των ημερών δεν έχει δώσει ακόμη χώρο και χρόνο στην αλάθητη ταξινόμηση της μνήμης.
Friday, May 11, 2007
Συγκίνηση σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη
Της Ιουστίνης Φραγκούλη
Σκηνές απίστευτης συγκίνησης έζησα στις παρουσιάσεις του βιβλίου μου σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη. Ξεχωριστοί άνθρωποι ήρθαν απο παντού να με αγκαλιάσουν και να μου ευχηθούν «καλοτάξιδο» για το καινούριο μου μυθιστόρημα.
Οι σκηνές, οι λόγοι, τα δάκρυα, τα γέλια δεν περιγράφονται. Οι λέξεις είναι φτωχές για να χωρέσουν όλα τα συναισθήματα των ημερών. Η οικογένειά μου απο το Κακαβουλέικο και το Φραγκουλέικο έδωσε το παρόν, αλλά και οι συμμαθήτριές μου ήταν εξαιρετικά εκεί για χάρη μου αλλά και για χάρη του βιβλίου. Θα ξεχωρίσω στην Αθήνα τη Μαριάννα Καρφάκη που ήρθε ειδική διαδρομή απο τη Λευκάδα. Και θα εστιάσω την προσοχή στη Νίκη Κροκίδη της Θεσσαλονίκης, την οποία ξανασυνάντησα μετά απο 30 ολόκληρα χρόνια. Δεν θ’ αφήσω απέξω τη Νανά Μελά ούτε την Αγγελική Σπηλιά ούτε τη Σία Καμινάρη, που ξέρουν να τιμούν τα κοινά βιώματα.
Τέλος, θα αναφερθώ στους αγαπημένους φιλολόγους Βιβή και Σπύρο Βρεττό, που έκαναν ανάπαυλα απο την εςπιστημονική τους έρευνα για να συμμετάσχουν στα ταξίδια των παρουσιάσεων αλλά και να καταθέσουν τη βαρύνουσα κρίση τους για το βιβλίο μου.
Για του λόγου το αληθές παραθέτω την ομιλία μου στην Θεσσαλονίκη, όπου αφιέρωσα εξαιρετικά τη βραδυά στη μάννα μου του πένθους και της απώλειας. Επειδή αύριο γιορτάζουν οι μητέρες!
Θεσσαλονίκη των Αποδήμων
Με μεγάλη συγκίνηση βρίσκομαι απόψε ανάμεσά σας να καταθέσω το βιβλίο μου «Ψηλά Τακούνια Για Πάντα» στη Θεσσαλονίκη του Απόδημου Ελληνισμού, την πρωτεύουσα των ξενητεμένων όπου γής. Ευχαριστώ το σύλλογο Λευκαδίων και ιδιαίτερα τον πρόεδρο κ. Συλλίδη που με εφηβικό ενθουσιασμό οργάνωσε τη σημερινή παρουσίαση. Ευχαριστώ το Γιώργο Λογοθέτη και τη Φωτεινή Χαραλαμπίδου που άνοιξαν το δρόμο προς το Σύλλογό σας, το σύλλογό μας. Ευχαριστώ τη Βιβή Κοψιδά-Βρεττού και τον αγαπημένο φιλόλογό μας Σπύρο Βρεττό για την συμπαράσταση σ’ αυτό το μυθιστόρημα, για το χρόνο και την αγάπη που επένδυσαν στο ταπεινό μου έργο.
Η επιλογή του τόπου σας για την παρουσίαση εμπεριείχε απ΄αρχής αυτό τον ιδιαίτερο συμβολισμό, που βαραίνει μέσα μου εξαιρετικά καθώς στην ωριμότητά μου έγινα πολίτης του Μόντρεαλ. Η εμπειρία των δύο πατρίδων άνοιξε νέους ορίζοντες στη σκέψη και τη στάση της ζωής μου, όμως κατέληξα στη διαπίστωση πως η ύπαρξή μου πλέον ορίζεται οριστικά και αμετάκλητα απο το λήμμα μετέωρος.
Με τούτη την αυτοκριτική πριν απο λίγα χρόνια, άρχισα να σκαλίζω εκεί μακριά τις αναμνήσεις, που ανακατεύονταν γλυκά με τις εμπειρίες της μικρής πατρίδας μου. Τα μαθητικά χρόνια, οι φίλες και συμμαθήτριες απο τις γειτονιές της Λευκάδας, οι φίλες της ενηλικίωσης και της καριέρας μπήκαν στη βιτρίνα της καθημερινότητάς μου εκβιάζοντας μια θέση στη μυθοπλασία.
Ηταν κι αυτή η απομάκρυνση στο Μόντρεαλ της ησυχίας. Η δυσκολία να συναλλαγώ με τις εκεί γυναίκες λόγω διαφοράς νοοτροπίας αλλά και έλλειψης κοινών βιωμάτων, οδήγησε σε μια ακάθεκτη επίθεση της μνήμης. Γυρνούσαν διαρκώς στο μυαλό μου τα κρυφτούλια στη γειτονιά, οι μαθητικές ποδιές μας, η καταπίεση της εφηβείας, η απελευθέρωση με την επιτυχία στο Πανεπιστήμιο, οι μεταδικτατορικές συνθήκες της ενηλικίωσης. Ολα ανακατεύονταν γλυκόπικρα καθορίζοντας το πλαίσιο αλλά και το υλικό του νέου μυθιστορήματος.
Ετσι μπήκα στο ταξίδι των γυναικών με κύριο υπόβαθρο τον ήχο των Τακουνιών ως συμβολο της βιασύνης να μεγαλώσουμε , ως παράγωγο της ενηλικίωσης, ως φετίχ της απόλυτης και διηνεκούς θηλυκότητας. Ηταν κι η ξαφνική φυγή της αδελφής μου Κωνσταντίνας που προκάλεσε ένα έγκαυμα ψυχής αναζητώντας επίμονα και βασανιστικά μια λυτρωτική διαδρομή.
Σε τούτο το μυθιστορηματικό ταξίδι έφερα κοντά τους δύο τόπους μου, τη δύση μου και την ανατολή μου. Προσπάθησα να μεταγγίσω την ομορφιά της νέας πατρίδας, βουτώντας ωστόσο διαρκώς το πινέλλο στα χρώματα της δικής μου. Η επιλογή της συνάντησης των πρωταγωνιστριών στο Μόντρεαλ έγινε με σκοπό να χωρέσουν οι δύο κόσμοι μου στη γραφή. Ελπίζω να πέτυχα αυτή τη χημεία που λειτουργεί μέσα μου αρμονικά έστω κι αν αιωρούμαι ανάμεσα στο δίπολο Ελλάδα-Καναδάς.
Ηθελα να σάς ευχαριστήσω που βρίσκετε απόψε στη χαρά μου. Και να σάς πώ ότι τούτη η βραδυά είναι αφιερωμένη εξαιρετικά στη μάννα μου για τη γιορτή της την Κυριακή, Επειδή πλάστηκε να πονάει σ’ αυτή την απόλυτη σχέση: Ως παιδί χάνοντας τη μάννα της βίαια και ξαφνικά και ως μητέρα θάβοντας το στερνοπαίδι της στα αδηφάγα σπλάγχνα της γής.
Κι ακόμη κλείνοντας θέλω να σάς χιλιοευχαριστήσω που δώσατε στη μυθοπλασία μου σάρκα και οστά , φέρνοντας κοντά μου μετά απο 30 χρόνια την αγαπημένη συμμαθήτρια Νίκη Κροκίδη, πραγματοποιώντας εκείνη την πολυπόθητη συνάντηση των συμμαθητριών!
Σας ευχαριστώ
Σκηνές απίστευτης συγκίνησης έζησα στις παρουσιάσεις του βιβλίου μου σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη. Ξεχωριστοί άνθρωποι ήρθαν απο παντού να με αγκαλιάσουν και να μου ευχηθούν «καλοτάξιδο» για το καινούριο μου μυθιστόρημα.
Οι σκηνές, οι λόγοι, τα δάκρυα, τα γέλια δεν περιγράφονται. Οι λέξεις είναι φτωχές για να χωρέσουν όλα τα συναισθήματα των ημερών. Η οικογένειά μου απο το Κακαβουλέικο και το Φραγκουλέικο έδωσε το παρόν, αλλά και οι συμμαθήτριές μου ήταν εξαιρετικά εκεί για χάρη μου αλλά και για χάρη του βιβλίου. Θα ξεχωρίσω στην Αθήνα τη Μαριάννα Καρφάκη που ήρθε ειδική διαδρομή απο τη Λευκάδα. Και θα εστιάσω την προσοχή στη Νίκη Κροκίδη της Θεσσαλονίκης, την οποία ξανασυνάντησα μετά απο 30 ολόκληρα χρόνια. Δεν θ’ αφήσω απέξω τη Νανά Μελά ούτε την Αγγελική Σπηλιά ούτε τη Σία Καμινάρη, που ξέρουν να τιμούν τα κοινά βιώματα.
Τέλος, θα αναφερθώ στους αγαπημένους φιλολόγους Βιβή και Σπύρο Βρεττό, που έκαναν ανάπαυλα απο την εςπιστημονική τους έρευνα για να συμμετάσχουν στα ταξίδια των παρουσιάσεων αλλά και να καταθέσουν τη βαρύνουσα κρίση τους για το βιβλίο μου.
Για του λόγου το αληθές παραθέτω την ομιλία μου στην Θεσσαλονίκη, όπου αφιέρωσα εξαιρετικά τη βραδυά στη μάννα μου του πένθους και της απώλειας. Επειδή αύριο γιορτάζουν οι μητέρες!
Θεσσαλονίκη των Αποδήμων
Με μεγάλη συγκίνηση βρίσκομαι απόψε ανάμεσά σας να καταθέσω το βιβλίο μου «Ψηλά Τακούνια Για Πάντα» στη Θεσσαλονίκη του Απόδημου Ελληνισμού, την πρωτεύουσα των ξενητεμένων όπου γής. Ευχαριστώ το σύλλογο Λευκαδίων και ιδιαίτερα τον πρόεδρο κ. Συλλίδη που με εφηβικό ενθουσιασμό οργάνωσε τη σημερινή παρουσίαση. Ευχαριστώ το Γιώργο Λογοθέτη και τη Φωτεινή Χαραλαμπίδου που άνοιξαν το δρόμο προς το Σύλλογό σας, το σύλλογό μας. Ευχαριστώ τη Βιβή Κοψιδά-Βρεττού και τον αγαπημένο φιλόλογό μας Σπύρο Βρεττό για την συμπαράσταση σ’ αυτό το μυθιστόρημα, για το χρόνο και την αγάπη που επένδυσαν στο ταπεινό μου έργο.
Η επιλογή του τόπου σας για την παρουσίαση εμπεριείχε απ΄αρχής αυτό τον ιδιαίτερο συμβολισμό, που βαραίνει μέσα μου εξαιρετικά καθώς στην ωριμότητά μου έγινα πολίτης του Μόντρεαλ. Η εμπειρία των δύο πατρίδων άνοιξε νέους ορίζοντες στη σκέψη και τη στάση της ζωής μου, όμως κατέληξα στη διαπίστωση πως η ύπαρξή μου πλέον ορίζεται οριστικά και αμετάκλητα απο το λήμμα μετέωρος.
Με τούτη την αυτοκριτική πριν απο λίγα χρόνια, άρχισα να σκαλίζω εκεί μακριά τις αναμνήσεις, που ανακατεύονταν γλυκά με τις εμπειρίες της μικρής πατρίδας μου. Τα μαθητικά χρόνια, οι φίλες και συμμαθήτριες απο τις γειτονιές της Λευκάδας, οι φίλες της ενηλικίωσης και της καριέρας μπήκαν στη βιτρίνα της καθημερινότητάς μου εκβιάζοντας μια θέση στη μυθοπλασία.
Ηταν κι αυτή η απομάκρυνση στο Μόντρεαλ της ησυχίας. Η δυσκολία να συναλλαγώ με τις εκεί γυναίκες λόγω διαφοράς νοοτροπίας αλλά και έλλειψης κοινών βιωμάτων, οδήγησε σε μια ακάθεκτη επίθεση της μνήμης. Γυρνούσαν διαρκώς στο μυαλό μου τα κρυφτούλια στη γειτονιά, οι μαθητικές ποδιές μας, η καταπίεση της εφηβείας, η απελευθέρωση με την επιτυχία στο Πανεπιστήμιο, οι μεταδικτατορικές συνθήκες της ενηλικίωσης. Ολα ανακατεύονταν γλυκόπικρα καθορίζοντας το πλαίσιο αλλά και το υλικό του νέου μυθιστορήματος.
Ετσι μπήκα στο ταξίδι των γυναικών με κύριο υπόβαθρο τον ήχο των Τακουνιών ως συμβολο της βιασύνης να μεγαλώσουμε , ως παράγωγο της ενηλικίωσης, ως φετίχ της απόλυτης και διηνεκούς θηλυκότητας. Ηταν κι η ξαφνική φυγή της αδελφής μου Κωνσταντίνας που προκάλεσε ένα έγκαυμα ψυχής αναζητώντας επίμονα και βασανιστικά μια λυτρωτική διαδρομή.
Σε τούτο το μυθιστορηματικό ταξίδι έφερα κοντά τους δύο τόπους μου, τη δύση μου και την ανατολή μου. Προσπάθησα να μεταγγίσω την ομορφιά της νέας πατρίδας, βουτώντας ωστόσο διαρκώς το πινέλλο στα χρώματα της δικής μου. Η επιλογή της συνάντησης των πρωταγωνιστριών στο Μόντρεαλ έγινε με σκοπό να χωρέσουν οι δύο κόσμοι μου στη γραφή. Ελπίζω να πέτυχα αυτή τη χημεία που λειτουργεί μέσα μου αρμονικά έστω κι αν αιωρούμαι ανάμεσα στο δίπολο Ελλάδα-Καναδάς.
Ηθελα να σάς ευχαριστήσω που βρίσκετε απόψε στη χαρά μου. Και να σάς πώ ότι τούτη η βραδυά είναι αφιερωμένη εξαιρετικά στη μάννα μου για τη γιορτή της την Κυριακή, Επειδή πλάστηκε να πονάει σ’ αυτή την απόλυτη σχέση: Ως παιδί χάνοντας τη μάννα της βίαια και ξαφνικά και ως μητέρα θάβοντας το στερνοπαίδι της στα αδηφάγα σπλάγχνα της γής.
Κι ακόμη κλείνοντας θέλω να σάς χιλιοευχαριστήσω που δώσατε στη μυθοπλασία μου σάρκα και οστά , φέρνοντας κοντά μου μετά απο 30 χρόνια την αγαπημένη συμμαθήτρια Νίκη Κροκίδη, πραγματοποιώντας εκείνη την πολυπόθητη συνάντηση των συμμαθητριών!
Σας ευχαριστώ
Wednesday, May 9, 2007
Sunday, May 6, 2007
Η εφηβεία των 50
Είχα χρόνια να δώ το συνάδελφο Νίκο Λαγκαδινό. Από τότε που δουλεύαμε και οι δυό στην ΕΡΤ. Απο κείνα τα χρόνια της απόλυτης αθωότητας, που τίποτε δεν προμήνυε τους δύσκολους χρόνους της ευημερίας.
Τον συνάντησα λοιπόν Μακρόθεν μέσα στην ιστόσφαιρα , μέσα απο τα κείμενα και τις φωτογραφίες που καταθέτει καθημερινά με τη φόρα του αιώνιου έφηβου στο διαδίκτυο της απεραντοσύνης. Ο Νίκος Λαγκαδινός μέσα στην ανομβρία της συναδελφικής αποστασιοποίησης, ήταν απο τους ελάχιστους που άπλωσε το χέρι στο άκουσμα της έκδοσης του καινούριου βιβλίου μου. Ηταν απο τους λιγοστούς δημοσιογράφους που ενθουσιάστηκαν με την κυκλοφορία του κι ας μην τόχε διαβάσει ακόμη. Πόση γενναιοδωρία και λεβεντιά θέλει τούτη η κίνηση!
Υστερα, εδώ στην Αθήνα της άνοιξης, συναντηθήκαμε στο καφέ των συγγραφέων, το Φίλιον, και ανταλλάξαμε χίλιους δυό λόγους για τα τεκταινόμενα στο χώρο του βιβλίου και του θεάτρου και της τέχνης γενικότερα. Χαρίσαμε ο ένας στον άλλον τα έργα μας για να αλληλοανιχνευτούμε πέρα απο την προφορικότητα του λόγου μας.
«Καλύτερα Τύψεις Παρά Απωθημένα» (Εκδόσεις Αγκυρα) διακηρύσσει ο αιώνια νέος Νίκος Λαγκαδινός σε ένα βιβλίο, που αναπαράγει σκηνές απο την ανδρική εφηβεία των 50 και κάτι. Μέσα απο τις σπονδυλωτές ιστορίες περνούν οι ζωές, οι χαρές, οι αποκοτιές, οι ήττες των ανδρών που ενηλικιώθηκαν στη δικτατορία και ωρίμασαν κατα τη μεταπολιτευτική εποχή. Μέσα απο τις 200 σελίδες ακτινογραφούνται οι ψυχισμοί, οι τύψεις και τα απωθημένα του αρσενικού πληθυσμού της Ελλάδας, που μεγάλωσε με όνειρα αλλά συντρίφτηκε πάνω στη ματαίωσή τους.
Ο δικολάβος Μιχάλης, πετυχημένος κουστουμάτος, εραστής βορείων προαστείων, κλεπταποδόχος της οικογενειακής ευτυχίας, φτάνει στα άκρα σκοτώνοντας κατα λάθος τη λαθραία φιλενάδα του.
Ο Γρατσουνιάς πισωγυρίζει στα παιδικά χρόνια της δικτατορίας όταν πήγε καρφωτός στην ασφάλεια για αριστερά φρονήματα. Η ατμόσφαιρα ,η ιδιοτυπία της γλώσσας, μεταφέρονται αυτούσια με ένα τρόπο που δε γίνεται νοσταλγικός.
Ο Βαγγέλης απο το Δουβλίνο των σπουδών προσγειώνεται στην Αθήνα της επαγγελματικής σταθερότητας , όπου στήνει το μπαράκι των αναστεναγμών προσπαθώντας να μαζέψει τους παλιούς φίλους.
Ο Γρηγόρης είναι παθιασμένος με τον Βίμ Βέντερς. Ζεί και μιλάει μόνο για τις ταινίες του στο πλαίσιο μιας επαναλαμβανόμενης καθημερινότητας. Εγκατελείπει τη δικηγορία , σπίτι, οικογένεια για μια θεατρίνα που τελικά το σκάει με νεότερο και ωραιότερο. Ενα αυτοκινητιστικό ατύχημα τον λυτρώνει απο την ύπαρξη και την τυραννία της ύπαρξής του.
Κι ο κεντρικός ήρωας του βιβλίου ξεσπαθώνει σε πρώτο πρόσωπο, κάνοντας αναγωγές στο Λόρκα , στο θέατρο, στο σινεμά που αγάπησε. Σε μια κυνική και ταυτόχρονα λυρική αφήγηση δίνει το στίγμα του, ερωτεύεται αργά και καθυστερημένα. Μέσα απο την ελαφρότητα των πολλών σχέσεων καταλήγει στη μονοπρόσωπη αγάπη για τη Ναυσικά.
Ανάμεσα στις βιωματικές σκέψεις και τους λόγους του συγγραφέα περνάει η Θεσσαλονίκη των φοιτητικών χρόνων, η θεατρική μεταλλαγή της μεταπολιτευτικής Ελλάδας, η αποθέωση του Λόρκα, του Λόρκα και αμετανόητα του Λόρκα. Περνούν οι απολιθωμένες γυναίκες των 50 και κάτι, αυτές που έχασαν το στόχο για χάρη του αγώνα.
Ο ήρωας ανδρώνεται αναζητώντας επι ματαίω τα όνειρα που χάθηκαν στη συνθήκη της ευτέλειας. Η φτήνεια της δημοσιογραφίας, ο εκμαυλισμός του υπουργείου πολιτισμού, η αναισθησία της εξουσίας, η απαξίωση των αξιών είναι το σταθερό τοπίο μέσα στο οποίο ξετυλίγεται η αυτοκριτική του. Και η Ναυσικά, που θα μπορούσε να μετουσιώσει την παρακμή σε λουλούδιασμα, κι αυτή θύμα της συμβατικότητας πέφτει, επιφέροντας την τελική ακύρωση των πόθων του πρωταγωνιστή-αφηγητή.
Ολο το βιβλίο είναι γραμμένο με πολύ πειστικούς διαλόγους αναδεικνύοντας τη θεατρική παιδεία του Νίκου Λαγκαδινού. Ο συγγραφέας, συνεπής στην εντιμότητα αλλά και με το καταπληκτικό απόθεμα των γνώσεων, κλείνει το έργο του με μια ενδελεχή και τεκμηριωμένη αναφορά στις πηγές των οποίων έκανε χρήση κατά τη γραφή.
Ενας απολογισμός για ώριμους αναγνώστες που ξεπερνάει την επιφάνεια αποκαλύπτοντας τα πολλαπλά θυλάκια του εσωτερικού αναβρασμού. Χαίρομαι που ξανασυνάντησα το Νίκο μέσα απο το βιβλίο του!
Τον συνάντησα λοιπόν Μακρόθεν μέσα στην ιστόσφαιρα , μέσα απο τα κείμενα και τις φωτογραφίες που καταθέτει καθημερινά με τη φόρα του αιώνιου έφηβου στο διαδίκτυο της απεραντοσύνης. Ο Νίκος Λαγκαδινός μέσα στην ανομβρία της συναδελφικής αποστασιοποίησης, ήταν απο τους ελάχιστους που άπλωσε το χέρι στο άκουσμα της έκδοσης του καινούριου βιβλίου μου. Ηταν απο τους λιγοστούς δημοσιογράφους που ενθουσιάστηκαν με την κυκλοφορία του κι ας μην τόχε διαβάσει ακόμη. Πόση γενναιοδωρία και λεβεντιά θέλει τούτη η κίνηση!
Υστερα, εδώ στην Αθήνα της άνοιξης, συναντηθήκαμε στο καφέ των συγγραφέων, το Φίλιον, και ανταλλάξαμε χίλιους δυό λόγους για τα τεκταινόμενα στο χώρο του βιβλίου και του θεάτρου και της τέχνης γενικότερα. Χαρίσαμε ο ένας στον άλλον τα έργα μας για να αλληλοανιχνευτούμε πέρα απο την προφορικότητα του λόγου μας.
«Καλύτερα Τύψεις Παρά Απωθημένα» (Εκδόσεις Αγκυρα) διακηρύσσει ο αιώνια νέος Νίκος Λαγκαδινός σε ένα βιβλίο, που αναπαράγει σκηνές απο την ανδρική εφηβεία των 50 και κάτι. Μέσα απο τις σπονδυλωτές ιστορίες περνούν οι ζωές, οι χαρές, οι αποκοτιές, οι ήττες των ανδρών που ενηλικιώθηκαν στη δικτατορία και ωρίμασαν κατα τη μεταπολιτευτική εποχή. Μέσα απο τις 200 σελίδες ακτινογραφούνται οι ψυχισμοί, οι τύψεις και τα απωθημένα του αρσενικού πληθυσμού της Ελλάδας, που μεγάλωσε με όνειρα αλλά συντρίφτηκε πάνω στη ματαίωσή τους.
Ο δικολάβος Μιχάλης, πετυχημένος κουστουμάτος, εραστής βορείων προαστείων, κλεπταποδόχος της οικογενειακής ευτυχίας, φτάνει στα άκρα σκοτώνοντας κατα λάθος τη λαθραία φιλενάδα του.
Ο Γρατσουνιάς πισωγυρίζει στα παιδικά χρόνια της δικτατορίας όταν πήγε καρφωτός στην ασφάλεια για αριστερά φρονήματα. Η ατμόσφαιρα ,η ιδιοτυπία της γλώσσας, μεταφέρονται αυτούσια με ένα τρόπο που δε γίνεται νοσταλγικός.
Ο Βαγγέλης απο το Δουβλίνο των σπουδών προσγειώνεται στην Αθήνα της επαγγελματικής σταθερότητας , όπου στήνει το μπαράκι των αναστεναγμών προσπαθώντας να μαζέψει τους παλιούς φίλους.
Ο Γρηγόρης είναι παθιασμένος με τον Βίμ Βέντερς. Ζεί και μιλάει μόνο για τις ταινίες του στο πλαίσιο μιας επαναλαμβανόμενης καθημερινότητας. Εγκατελείπει τη δικηγορία , σπίτι, οικογένεια για μια θεατρίνα που τελικά το σκάει με νεότερο και ωραιότερο. Ενα αυτοκινητιστικό ατύχημα τον λυτρώνει απο την ύπαρξη και την τυραννία της ύπαρξής του.
Κι ο κεντρικός ήρωας του βιβλίου ξεσπαθώνει σε πρώτο πρόσωπο, κάνοντας αναγωγές στο Λόρκα , στο θέατρο, στο σινεμά που αγάπησε. Σε μια κυνική και ταυτόχρονα λυρική αφήγηση δίνει το στίγμα του, ερωτεύεται αργά και καθυστερημένα. Μέσα απο την ελαφρότητα των πολλών σχέσεων καταλήγει στη μονοπρόσωπη αγάπη για τη Ναυσικά.
Ανάμεσα στις βιωματικές σκέψεις και τους λόγους του συγγραφέα περνάει η Θεσσαλονίκη των φοιτητικών χρόνων, η θεατρική μεταλλαγή της μεταπολιτευτικής Ελλάδας, η αποθέωση του Λόρκα, του Λόρκα και αμετανόητα του Λόρκα. Περνούν οι απολιθωμένες γυναίκες των 50 και κάτι, αυτές που έχασαν το στόχο για χάρη του αγώνα.
Ο ήρωας ανδρώνεται αναζητώντας επι ματαίω τα όνειρα που χάθηκαν στη συνθήκη της ευτέλειας. Η φτήνεια της δημοσιογραφίας, ο εκμαυλισμός του υπουργείου πολιτισμού, η αναισθησία της εξουσίας, η απαξίωση των αξιών είναι το σταθερό τοπίο μέσα στο οποίο ξετυλίγεται η αυτοκριτική του. Και η Ναυσικά, που θα μπορούσε να μετουσιώσει την παρακμή σε λουλούδιασμα, κι αυτή θύμα της συμβατικότητας πέφτει, επιφέροντας την τελική ακύρωση των πόθων του πρωταγωνιστή-αφηγητή.
Ολο το βιβλίο είναι γραμμένο με πολύ πειστικούς διαλόγους αναδεικνύοντας τη θεατρική παιδεία του Νίκου Λαγκαδινού. Ο συγγραφέας, συνεπής στην εντιμότητα αλλά και με το καταπληκτικό απόθεμα των γνώσεων, κλείνει το έργο του με μια ενδελεχή και τεκμηριωμένη αναφορά στις πηγές των οποίων έκανε χρήση κατά τη γραφή.
Ενας απολογισμός για ώριμους αναγνώστες που ξεπερνάει την επιφάνεια αποκαλύπτοντας τα πολλαπλά θυλάκια του εσωτερικού αναβρασμού. Χαίρομαι που ξανασυνάντησα το Νίκο μέσα απο το βιβλίο του!
Wednesday, May 2, 2007
Subscribe to:
Posts (Atom)