ΚΟΡΙΤΣΙΑ ΣΤΗ ΒΕΡΑΝΤΑ

ΚΟΡΙΤΣΙΑ ΣΤΗ ΒΕΡΑΝΤΑ
Το συγκλονιστικό μυθιστόρημα για τις γυναίκες στην ωριμότητα, για τη γυναικεία φίλία, για τις ακυρώσεις και τις αναπτερώσεις!

Tuesday, March 3, 2009

Ενα κόκκινο φουστάνι στο Παρίσι

Εν αναμονή της μεγάλης φυγής στο Παρίσι

Αφιερωμένο εξαιρετικά στο Δεσποινάριον που εκτοξεύει πυραύλους αντί να κόβει βόλτες στην Πλάς Βαντόμ μαζί μου

(απο το βιβλίο Στις Αγορές του Κόσμου- εκδόσεις Ελληνικά Γράμματα)


Της Ιουστίνης Φραγκούλη



Ούτε που θα το πίστευε αν της τόλεγαν τότε στη γειτονιά πως μια μέρα θα τριουμφάριζε στα Παρίσια! Θεέ μου, πόσο φώς σ’ αυτή την πόλη. Καλά τη λένε πόλη του φωτός! Δε χορταίνει να ρουφάει εικόνες, ζεί ένα παραλήρημα χαράς η Ζωή της Νεάπολης. Τόσα χρόνια σκυμμένη πάνω από τις βελονιές δεν είχε προλάβει να φανταστεί πως υπήρχε άλλος τόπος έξω απ’το στενό σοκάκι της. Και κάποια ταξιδάκια στην Αθήνα, στο ποδάρι τάκανε για ν’ αγοράσει υφάσματα από την Αιόλου, κλωστές και κουμπιά από του Καλυβιώτη στην Ερμού. Εμπαινε στο λεωφορείο, έτρεχε, έκανε τις αγορές της, έβλεπε δυό μέρες τ’ αδέρφια της και πίσω ολοταχώς στη στρούγκα της γιατί περίμεναν οι πρόβες, βλέπεις.

Τούτο το ταξίδι ήρθε τελείως ξαφνικά. Της το χάρισε η κόρη της που καλοπαντρεύτηκε καπετάνιο με μπόλικα λεφτά και γενναιόδωρη ψυχή. Καλότυχη κοπέλα, αλλά τ’ αξίζει όλα τα μεγαλεία και περισσότερα ακόμη. Ο Θεός να την έχει καλά!

-Πατέρα θέλαμε να κάνουμε ένα δώρο στη μάννα και σε σένα. Σάς αγοράσαμε μια οργανωμένη εκδρομή για δύο στο Παρίσι. Με τις υγείες σας!, τους ανακοίνωσε με ένα βλέμμα όλο χαμόγελο το Πάσχα που είχε έρθει απ’ την πρωτεύουσα για να το περάσουνε όλοι μαζί οικογενειακώς.

Σα να τον χτύπησε κεραυνός τον Λάμπη. Τινάχτηκε νευριασμένος από την καρέκλα του, έτοιμος για καυγά:

-Τί Παρίσια και κουραφέξαλα μάς λές, παιδί μου; Εμείς δεν έχουμε βγεί απ’ το τσόφλι μας τόσα χρόνια, τώρα στα γεράματα θα κάνουμε τουρισμούς; Ασε μας στην ησυχία μας.

Τον έκοψε η κεραυνοβόλα ματιά της Ζωής. Πώς φέρεται έτσι στο κορίτσι τους ο άξεστος; Τόσα χρόνια δεν είχε πεί ένα γλυκό λόγο σαν πατέρας, δούλευε στην οικοδομή κι ακούμπαγε το βδομαδιάτικο στο τραπέζι κάθε Σαββάτο. Μέχρις εκεί, δεν ήξερε ούτε ποιά πρόοδο έκαναν τα παιδιά στο σχολείο, ούτε αν της έφτανε το μεροκάματο για να βγάλει πέρα με το σπίτι. Τόσα χρόνια αδιάφορος, με μόνο σημείο αναφοράς τον καφενέ του Μηνά, όπου έπαιζε χαρτιά μέσα στους καπνούς και τα τσιγάρα μέχρις αργά τη νύχτα. Τελευταίος έφευγε πάντα και με σκυμμένο το κεφάλι έφτανε στο σπίτι, όπου επικρατούσε η ησυχία του ύπνου.

Τέτοια ζωή, πού να τη φανταζόταν η Ζωίτσα! Σαν κοριτσόπουλο πού νάβαζε ο νούς της πως θα παντρευόταν για να παγιδευτεί σ’ έναν αγώνα δρόμου να τα προλάβει όλα, μαγειριό, μοδιστρική, καθαριότητα, παιδιά, ψώνια... Και τις νύχτες, όταν ήθελε αυτός, να τού υποκύπτει!

Αλλοιώς ξεκίνησε τα όνειρά της. Η Ζωίτσα έμαθε μοδιστρική γιατί ήταν η μόνη διέξοδος στην αδιέξοδη φτώχεια της πολυμελούς οικογένειας. Από 12 χρονών λεπτοκαμωμένη και τρυφερή ροβολούσε απ’ τη Νεάπολη στην αγορά όπου είχε το επιτελικό σχολείο της μοδιστρικής της η κυρά-Τασία. Εκείνη μάζευε όλα τα κοριτσόπουλα που θέλανε να μάθουνε την τέχνη, τις μυούσε στα γενικά: πατρόν, στρίφωμα, καρύκωμα, γαζί. Οταν πρωτοκάθησε η Ζωίτσα στη Singer ένιωσε ένα απόλυτο δέος. Σα να κατάκτησε το μεγαλύτερο στόχο. Τόσα χρόνια σα μαθήτρια την έτριβε και τη γυάλιζε, τη γρασσάριζε αλλά δεν είχε δικαίωμα να τη χρησιμοποιήσει. Αυτό ανήκε μόνο στην αυθεντία της δασκάλας της.

Επί χρόνια η κυρά-Τασία τόχε σύστημα και δεν άφηνε τα κορίτσια να κάνουν ούτε πρόβα στις κυρίες! Μόνο τις έστελνε στα σπίτια με τα φουστάνια στις διάφανες τσελατίνες να παίρνουν κανένα χαρτζιλίκι. Αυτή ήταν η μόνη παραχώρηση στις μοδιστρούλες της που θα παραλάβαιναν τη σκυτάλη αύριο.

Της Ζωίτσας της άρεσε η ιεροτελεστία της ραφτικής. Απολάμβανε τις όμορφες πελάτισσες που έβγαζαν μικρές άναρθρες κραυγές όταν τις τσίμπαγε κατά λάθος η καρφίτσα, τόσο τσαχπίνες και χαριτωμένες. Και μισούσε τις χοντροκομμένες γυναίκες που δεν εύρισκαν χαρά στα ρούχα γιατί τίποτε δεν ταίριαζε στα κακοχτισμένα κορμιά τους.

Τη συνέπαιρνε τούτη η διαδικασία, όπου ένα άψυχο ύφασμα μεταμορφωνόταν σε φανταχτερό φουστάνι στολίζοντας το γυναικείο σώμα, αναδεικνύοντας τις χάρες του στήθους, προβάλλοντας ή κρύβοντας τις γάμπες κατά μόδα ή κατά περίσταση. Η μοδιστρική ήταν ο απόλυτος βωμός της θηλυκότητας κι αυτή η σκέψη την ευχαριστούσε τη μαθητευόμενη μοδίστρα.

Κι ύστερα η Ζωίτσα τρελλαινόταν για τα περιοδικά της μόδας. Δε χόρταινε τα φιγουρίνια, όπως τάλεγαν τότε. Βέβαια, κυκλοφορούσαν τότε μόνο περιοδικά με σχέδια και πατρόν. Αλλά εκείνη που το μάτι της έπαιζε κι έπιανε τα μυστικά στον αέρα, έπαιρνε ιδέες για σχέδια, για χρώματα, για υφάσματα. Οταν επιτέλους απογαλακτίστηκε από την κυρά-Τασία κι άνοιξε το δικό της μοδιστράδικο στο σπίτι του άντρα της, έδειξε το μοναδικό ταλέντο της στο σχέδιο και τη δημιουργία. Οι πελάτισσές της έμεναν ευχαριστημένες για τις ιδέες, την πρωτοτυπία της αλλά και για την προσεγμένη της ραφή.

Τα καμάρωνε τα φουστάνια η Ζωή στις λιγοστές βόλτες στην αγορά της πόλης της. Εβλεπε τις πελάτισσες ντυμένες στα ταγιέρ και στα φορέματα τα καμωμένα απ’ τα χεράκια της κι αγαλλιαζόταν σα να τα φορούσε η ίδια. Πού χρόνος για να φτιάξει τέτοια κομμάτια για τον εαυτό της! Κάτι ρόμπες φορούσε ολημερίς για να μη γεμίζει κλωστές, κι όταν έβγαινε καμιά φορά τις Κυριακές τα βράδυα (πάντα χωρίς το Λάμπη, εννοείται) μια φούστα και μια μπλούζα ήταν αρκετά!

Τώρα λοιπόν βρίσκεται στο Παρίσι με το Λάμπη, που σιχτιρίζει από καιρό γι’ αυτό το ταξίδι. Αντί να χαίρεται που επιτέλους ξέφυγε από τον καφενέ και την καπνούρα, όλο παραπονιέται για το άχρηστο έξοδο, δώρο λέει της κόρης προς τη μάννα της.

-Τί τα θέλαμε εμείς τα Παρίσια, μουρμουράει και ξαναμουρμουράει κάθε φορά που αναγκάζεται να μπεί στο τουριστικό λεωφορείο να δεί το μάτι του κάτι καινούριο!

Εκείνη τον αφήνει να λέει ό, τι του καπνίσει. Τί; κουβέντες θ’ ανοίξει τώρα; Τόσo έχει κλείσει το στόμα της στην αδιαφορία του, στην ασλπαχνιά του. Δεν θα της το χαλάσει το ταξίδι της ο κακορίζικος. Ασε που τους βάλανε σε διπλό κρεβάτι σ’ ενα στενό δωμάτιο του ξενοδοχείου. Είχε ξεχάσει και τον ήχο του ροχαλητού του τόσα χρόνια που έχει να κοιμηθεί μαζί του!

Το μάτι της δε χόρταινε τον Πύργο του Αϊφελ. Σχεδόν σ’ όποιο σημείο του Παρισιού κι αν βρισκόντανε, ξεπρόβαλλε η κορυφή του. Από κοντά ήταν ένα κτίσμα από σίδερο -δεν την ενθουσίασε!- αλλά από μακριά φάνταζε μεγαλείο! Προπάντων τη νύχτα που τον φώτιζαν με μπλέ και κόκκινα και άσπρα φώτα! Ηταν φαντασμαγορικό το θέαμα.

Είδαν και τα ανάκτορα του Λούβρου απ’ έξω βέβαια, γιατί ο Λάμπης ούτε ν’ ακούσει για επίσκεψη στο Μουσείο! Ευτυχώς, όταν το υπόλοιπο γκρούπ ήταν μέσα, εκείνη είχε την προνοητικότητα να φέρει δύο σάντουιτς, τουλάχιστον να περάσουν την ώρα τους τρώγοντας. Τον άφησε να κάθεται στα πεζούλια κι εκείνη περιπλανήθηκε να χαζέψει τα στολίσματα του μεγαλεπήβολου κτίσματος, έστω κι από μακριά. Ενιωσε πως ζούσε σ’ένα παραμύθι!

Σταμάτησε το λεωφορείο και κατέβηκαν στη Γέφυρα του Τσάρου Αλέξανδρου του Γ΄, όπως εξήγησε η ξεναγός. Αυτά τα φανάρια πάνω στα γλυπτά, η ατέλειωτη ομορφιά της καμπυλωτής γέφυρας την ταξίδεψαν σε όσα είχε διαβάσει για την περίοπτη πόλη. «Νά, γιατί τόπανε Παρίσι! Για τούτα και για κείνα!» μονολόγησε και γέλασε με τον εαυτό της.

Σήμερα τους άφησαν στα Ηλύσια Πεδία, τη λεωφόρο με τις αλέες των δέντρων και τους μεγάλους οίκους μόδας. Τους έδωσαν καιρό να χαζέψουν, να δούν τα μεγαλεία της γαλλικής ότ κουτύρ. Αυτά τα ελάχιστα γαλλικά κατάφερε ν’αποστηθίσει εξ ακοής. Την ότ κουτύρ, την υψηλή ραπτική. Ενιωθε πεπερασμένη μπροστά στους μεγάλους μέτρ της μόδας καθώς το μάτι της περιπλανιόταν στις εκθαμβωτικές βιτρίνες με τις μακριές τουαλέτες, τις στολισμένες με πέρλες και χάντρες.

Δεν τον άφησε να έρθει το γρουσούζη μαζί της σήμερα. Τού πρότεινε να περάσει τη μέρα του σ’ ένα καφέ-ταμπάκ δίπλα από το ξενοδοχείο. Κι έτσι εκείνη απολάμβανε όσα μονάχα από περιοδικά είχε την ευκαιρία να θαυμάσει σ’ ολάκερη τη ζωή της.

Κοιτάζεται στα καλογυαλισμένα τζάμια που λάμπουν σαν καθρέφτες. Είναι ταπεινά κι άχρωμα τα ρούχα της αλλά θα το τολμήσει. Η Ζωή χτυπάει το κουδούνι της πόρτας του οίκου Chanel. Της ανοίγει μια κομψευόμενη δεσποινίς με ψηλά τακούνια. Ολο το μαγαζί αναδύει ένα άρωμα από το κλασικο Νο 5. Νομίζει πως ζεί μιά φαντασίωση. Εκείνη η ταπεινή μοδιστρούλα μέσα στο μαγαζί που έχτισε η μυθική Κοκό Σανέλ! Θεέ μου, τί πληρότητα!

Την κοιτάζουν με καχυποψία οι πωλήτριες, μάλλον δεν τους γυαλίζει το μάτι για πελάτισσα. Ομως, η Ζωή έχει αέρα. Πλησιάζει τις κρεμάστρες όπου είναι τοποθετημένα με στίλ τα ρούχα τα στολισμένα με περίτεχνα κουμπιά, κορδέλες και τούλια.

Τρέμει το χέρι της καθώς αγγίζει τα λεπτά υφάσματα. Ξεκρεμάει μια μεταξωτή τουαλέτα καμωμένη από κόκκινο σιφόν. Το έμπειρο μάτι της ξεχωρίζει μια ατέλεια στη ραφή, που αναστατώνει το αέρινο ύφαμα. Μιά τόση δά μικρή ατέλεια κι όμως τη νιώθει σα μαχαιριά στις προσδοκίες της. Εδώ στο ναό της μόδας, στο αντικείμενο του ονείρου της, το τέλειο φόρεμα κρύβει κακοτεχνία και μάλιστα τόσο οφθαλμοφανή! Ρίχνει μια ματιά στην τιμή για να ολοκληρώσει τη διαδικασία της αγοραστικής εξερεύνησης: $5990 ευρώ, παρακαλώ.

Ευχαριστεί με μια κίνηση του κεφαλιού την πωλήτρια κι εκείνη την οδηγεί στην έξοδο. Τής δίνει της Ζωής κι ένα συνοδευτικό φυλλάδιο του οίκου Chanel. Θα το κρατήσει σαν ανάμνηση από την μεγάλη εμπειρία.

Βγαίνει με μια καρδιά βαρύτερη κι από το βήμα της! Ενα τόσο ασήμαντο λάθος χάλασε τη διάθεσή της. Η τελειότητα βρίσκεται στην ψυχή σου, μάτια μου, μονολογεί. Ενα μοναχικό δάκρυ κυλάει από τα μάτια της. Σήμερα αυτή η ασήμαντη μοδιστρούλα άγγιξε την κορυφή των προσδοκιών της κι ένιωσε προδομένη από μια ελάχιστη κακοτεχνία σ’ ενα κόκκινο φουστάνι. Τόση πορεία ανηφοριάς για την κάθετη πτώση!

Δεν βλέπει την ώρα να μπεί στο τουριστικό λεωφορείο να φτάσει στο ξενοδοχείο. Ο Λάμπης θα την έχει πεθυμήσει. Είναι το μόνο οικείο της πρόσωπο σ’ αυτή την πόλη του φωτός. Κι εκείνη -παράξενο!- τον αναζητά τώρα. Σα να χαίρεται στη σκέψη πως απόψε θα κοιμηθεί μαζί του. Την πλήγωσε βλέπεις η μέρα. Οι βιτρίνες της λεωφόρου ακύρωσαν τα όνειρά που έχτιζε μια ζωή ξεφυλλίζοντας τα φιγουρίνια και υποτάσσοντας τα υφάσματα στις βελονιές της!

16 comments:

Αστοριανή said...

Μάγισσά μου, εσύ!
Ιουστίνη μου,
Με ξενάγησες ομαλά και χαριτωμένα στο Παρίσι, του οποίου μόνο στο αεροδρόμιο εχω σταματησει για αλλαγή πτήσεων...
κι όχι μόνο αυτό, εκεί που είχα τόσο καλή ιδέα για την Γαλλική... μυτούλα,... μου την διέλυσαν οι αγενέστετοι υπάλληλοι, οι οποίοι με κοιτούσαν αφ' υψηλού διότι τους μιλούσα αγγλιστί!!!
12.56 ΑΜ... καλά ξυπνητούρια...
χιόνι και πάλι χιόνι, στην ολόλευκη Ν.Υ.,
Υιώτα

Justine's Blog said...

Αγαπημένη ξενύχτισσα,
Εσύ τώρα που ανακάλυψες το κομπιούτερ δεν ζείς με το μάτι στην περιρρέουσα ατμόσφαιρα. Οπότε καλύτερα με χιόνι για να έχεις δικαιολογία.
Το Παρίσι είναι ονειρεμένο,μακάρι να πάτε μια φορά με το Δημήτρη σου. Θα το ερωτευτείς.
Ξέρω, θα μου πείς πως μόνο για την Ελλάδα περισσεύει χρόνος, αλλά μια φορά σε ένα στοπ όβερ.
Πολλά φιλιά στη χιονισμένη πόλη σας. Εδώ έχουμε ήλιο αλλά ψόφο.

La Gigi said...

οι ιστορίες των αγορών σου Ιουστινάκι είναι όλες καταπληκτικές!
φιλακια

Justine's Blog said...

Αγαπημένο μου κοριτσάκι του Βεβέ,
Παθάινω κατάθλιψη στη σκέψη πως δεν θα σε δώ εν Αθήναις, αλλά σε καλώ Σάββατο 21 Μαρτίου σε πάρτυ που οργανώνω στο Κλεινόν Αστυ.
Μου έχεις λείψει, αλλά χαίρομαι που πέρασες καλά με τη φιλενάδα σου. Πόσο δροσερά είσατε τα κορίτσια!
Απίστευτα όμορφες με τα γυαλιά ηλίου και τους σκούφους σας.
Φιλιά

δεσποιναριον said...

Μακιαααααααααααααα!!!! Ιουστινακι σ' ευχαριστω παρα πολυ. Στο Παρισι εχω παει επανηλειμμενα και το λιγωτερο που μπορω να πω ειναι οτι το λετρευω. ΣΤην καρδια μου εχει τη δευτερη θεση μετα την Αθηνα. Το εχω περπατησει παντου. Δε βαριεμαι ποτε. Ειναι και η .. γαλλικη παιδεια και το συνεχες γλου γλου με τις σορρελες του σχολειου και τα σχολικα βιβλια που προλειαναν το εδαφος για αυτη την αγαπη. Απο το φωμπουρ Σαιντ Ονορε μεχρι το καρτιε λατεν και το Μαραι, το Παρισι με θελει και το θελω. Ουτε στην Αθηνα για μια βδομαδα το Πασχα που ελεγα, δεν θα μπορεσω. Πηζω, χτες βραδυ μεχρι τις 2 δουλεια, μεχρι που κοντεψε να μου πεσει το λαπτοπ απο το.. λαπ.
Σημερα ξεμπερδεψα νωρις. Φιλακια και παλι σ' ευχαριστω πολυ.

δεσποιναριον said...

Φυσικα το ειχα ξαναδιαβασει, αλλα οταν ειναι αφιερβμενο ακουγεται και διαβαζεται πιο γλυκα.

Justine's Blog said...

Δεσποινάκι,

Πρέπει να πάμε κάποτε στο Παρίσι τα κορίτσια, οι intrenational darlings. Η Μελισσούλα, εσύ και η αφεντιά μου να περπατήσουμε με τα τακουνάκια στα πλακόστρωτα.
Να βρεθεί μια κοινή ημερομηνία για τις χάριτες, ναι;
Πάντως, το Μελισσάκι μας έρχεται στη Βόρεια Αμερική, τάμαθες;
Δεν κολλάει πουθενά!

Η αφιέρωση με ειλικρινή αγάπη

La Gigi said...

Ιουστινάκι τώρα που δεσμεύτηκε η Χίλαρι ότι θα καταργήσει τη βίζα, μπορώ να σου πω ότι θα πετάγομαι ΝΥ για ΣΚ :)
για τις 21 δε μπορώ να σου υποσχεθώ γιατί θα είμαι το προηγούμενο ΣΚ στην Αθήνα αλλά ξέρεις πως είμαι.. όλα μπορούν να συμβούν!!
φιλάκια

Justine's Blog said...

Καλά ,
σε περιμένουμε στη Βόρεια Αμερική ως international darling! Τί τσάμπα τάχεις τα παράσημα;Τρέμε Χίλλαρυ!
Φιλάκια

pylaros said...

Πω! πω! καλέ τι κατεβατό είναι αυτό αγαπητή μου Ιουστίνη! Μας ξενάγησες στην Γαλλική κουλτούρα, και στο Chanel 5, θα έλεγα και Soir de pari σε βαθύ μπλε μπουκαλάκι, πάνε πάντα μαζί, ασφαλώς το Soir πιο φτηνό.
Μετά από την εκπλήρωση των ονείρων μένει πάντα ένα άδειο σημείο και θέλεις να γυρίσεις στα περασμένα, σα να λες μωρέ τούτο ήτανε;
Πάντα ο Γάλλος είναι κατά κάποιο τρόπο εθνικιστής, όταν δεν μιλάς τη γλώσσα του, σε φέρνει σε δύσκολη θέση. Στη βόρεια Γαλλία έχω πάει πολλές φορές, Le Havre, Rouen, Dunkerque, μια φορά με παρέα αφού καθίσαμε σε ταβέρνα, με κρασάκι και φαγητό, η συνεννόηση γινόταν στα Ισπανικά, όταν τους είπαμε ότι θα πληρώσουμε το λογαριασμό σε δολάρια, ε! τι να πω αρνήθηκαν να μας σερβίρουν. Αυτό βεβαίως πριν πολλά χρόνια.
Χαιρετισμούς από την παγωμένη Νέα Υόρκη

Γαβριήλ

betty said...

Ιουστίνη καλή σου μέρα (και νύχτα!). Η μοδιστρική πάντοτε ασκούσε μια γοητεία στη φαντασία μου. Ως μαθήτρια σχεδίαζα και ρούχα :) μου έκανε εντύπωση η περιγραφή του κειμένου σου που πραγματικά μας μεταδίδει τη συγκίνηση του δημιουργού για τα υλικά μέσα που χρησιμοποιεί...

panathinaeos said...

καλη διασκεδαση στο Παρισι! και καλες αγορες!

Justine's Blog said...

Αγαπητέ Γαβρίλη,
Α! Η Βόρεια Γαλλία, η Βρετάννη και η Νορμανδία είναι εξαιρετικής ομορφιάς. Σεντ Μαλό, ένα απο τα σπουδαιότερα και γραφικότερα λιμάνια της περιοχής,με συναρπάζει η θυμησή του.
Απο εκεί απέπλευσε ο Ζακ Καρτιέ να κατακτήσει τον Καναδά.
Πάντως, τα αρωματα του Παρισιού είναι εκπληκτικά, ποτέ δεν ξέρω ποιό καινούριο να διαλέξω.
Οσο για την έλλειψη ευγένειας απέναντι στους μη ομιλούντες γαλλικά, νομίζουν ακόμη πως είναι αυτοκρατορία και οι ξένοι είναι αφρικάνοι ή Κεμπεκιώτες!!!
Καλή σου μέρα απο ένα Μόντρεαλ ήλιου με δόντια. Αλλά απο αύριο βροχούλες και ζεστούλες εδώ...

Justine's Blog said...

Μπέτυ αγαπημένη,
Εσύ που αγάπάς τη μαγειρική, αναγνωρίζεις τη λατρεία των ανθρώπων για τα υλικά. Κι αφού λάτρεψες τη μοδιστρική και φαντασιώθηκες κάποτε να γίνεις σχεδιάστρια, φαντάζομαι πως θα τρέφεις ανάλογο θαυμασμό για τα υφάσματα.
Εμένα βάλεμε μπροστά σε τόπια να χαϊδεύω και να χαζέύω και πάρε μου... τα βιβλία.
Καλή σου μέρα, δεν έχω καταλάβει τί γίνεται στο μπλόγκ σου, ποιός είναι ο Ναυαρίνος γι αυτό δεν αφήνω σχόλια.
Φιλιά με ήλιο και κρύο

Justine's Blog said...

Παναθήναιε,
Μετα τις αγορές θα έρθω στην Αθήνα για νηστοφαγεία. Θα με ξεναγήσεις στα ψαράδικα ;;;
Καλή σου μέρα όταν ξυπνάς

betty said...

Iουστίνη μου γλυκειά θα κάνω τις συστάσεις. Σε καταλαβαίνω απόλυτα γιατί κι εγώ έτσι αισθάνομαι με τα ηλεκτρονικά πρόσωπα τα οποία συναντώ...Ο navarino-s είναι συμπατριώτης και φίλος της Ελένης Τσαμαδού κι έχει και συγγραφικό ταλέντο. Τον έχουμε συναντήσει στα πάτρια εδάφη μας κι είναι πολύ ευγενικός και χαριτωμένος άνθρωπος. Μας βοηθάει πολύ με τις αναρτήσεις του τον τελευταίο καιρό που είτε η cook είτε εγώ δεν γράφουμε :) Πολλούς χαιρετισμούς :)