”Ο
Κωστάγγελος, ο μεγαλύτερος της φαμίλιας είχε ήδη αποδημήσει στην Αθήνα. Αφού
ξεκαθάρισε με τον εαυτό του και με τους γονείς του πως δεν ήταν για γράμματα,
πήρε των ομματιών του για τη μεγάλη πολιτεία πλάθοντας όνειρα να γυρίσει πίσω
μια μέρα πετυχημένος επιχειρηματίας. Είχε πιάσει δουλειά σε σουβλατζίδικο και
καπνιζόταν το παιδί τις νύχτες για το μεροκάματο. Ομως, δεν παραπονιόταν ούτε
ζητούσε απ’ την οικογένεια βοήθεια. Είχε αναδειχθεί σε βιοπαλαιστή που γνώριζε
το παραμύθι της αυστοσυντήρησης και τις ευθύνες που του αναλογούσαν. Η μάννα
του δεν έβγαζε πέρα τον καημό πως ο πρωτότοκός της είχε φύγει για τα ξένα. Τον
αποζητούσε βουβά τις νύχτες όταν καθόταν συλλογισμένη μπροστά στο τζάκι. Αλλά
δεν έλεγε τίποτε για να μη προκαλεί άσκοπες συζητήσεις. Μόνο προσευχόταν
σιωπηλά να τον έχει καλά ο Θεός τον αγαπημένο της.
Κι
ύστερα όταν ο Κωστάγγελος τηλεφωνούσε κάθε εβδομάδα, έτρεχαν όλοι στη μαύρη
τηλεφωνική συσκευή Siemens να τον
ακούσουν. Ηταν ένα μικρό πανηγύρι για το σπίτι. Και ονειρεύονταν να πάνε μια
μέρα στην Αθήνα κι αυτά, να κλείσουν τους λογαριασμούς τους με το χωριό και το
πατρικό χώμα. “
Αυτό είναι ένα απόσπασμα
από το πρώτο μου μυθιστόρημα με τίτλο «ΠΕΤΑΕΙ,ΠΕΤΑΕΙ ΤΟ ΣΥΝΝΕΦΟ», που το έγραψα
το 2003 βασισμένο στα απομνημονεύματα του μακαριστού παππού μου παπα-Κώστα
Κακαβούλη.
Ο πρωταγωνιστής σε αυτές
τις δύο παραγράφους, ο επονομαζόμενος για τη μυθοπλασία Κωστάγγελος, ήταν ο πρώτος μου εξάδελφος Κώστας Κακαβούλης
του Μήτσου ή Κωτσομήτσος, ο οποίος έφυγε Παρασκευή 6 Σεπτεμβρίου 2024 δίχως
να προλάβει να μας αποχαιρετήσει εμάς τα ξαδέρφια του που μεγαλώσαμε μαζί οργώνοντας
τις αυλές του Μπαγανάτου στο χωριό Σύβρος όπου είχε ξεμείνει μόνο η δική του
οικογένεια.
Έτσι θρηνήσαμε τον
πρόωρο χαμό του Κώστα Κακαβούλη, του μεγαλύτερου γιού του θείου Μήτσου. Ο θείος
Μήτσος ήταν το μόνο από τα 8 ορφανα απο μητέρα παιδιά του μακαριστού παπα-Κώστα
Κακαβούλη, ο οποίος έμεινε στο Σύβρο υπηρετώντας την πατρική γή. Ήταν το καμάρι
του παππού μας και μάς μάζευε όλα τα παιδιά και τα εγγόνια στην μεγάλη και
χαρούμενη αυλή του Μπαγανάτου , όπου γιορτάζαμε το γενέθλιον της Παναγίας στις
8 Σεπτέμβρίου στο παραδοσιακό πανηγύρι του Σύβρου.
Ο Κωτσομήτσος μας μαζί με τα τρία αδέλφια του , τη Ντίνα
(μας έφυγε κι εκείνη πρόωρα), τον Πάνο (ζεί στη Λευκάδα) και το Νιόνιο (ζεί
στην Καλιφόρνια της Αμερικής) είχε κληρονομήσει
τα γαλαζοπράσινα μάτια και την ολόλευκη κακαβουλέικη επιδερμίδα. Τα γράμματα
δεν του άρεσαν κι έτσι από16 χρονών βρέθηκε στη σκληρή βιοπάλη της Αθήνας.
Ανέβηκε στην πρωτεύουσα αμούστακο παλικάρι κι έπιασε
δουλειά σαν ψήστης σε σουβλατζίδικο. Δύσκολη δουλειά μα καλοπληρωμένη.
Στον ζυγό της βιοπάλης δέθηκε για πάντα, υποταγμένος στην
κοινωνική συνθήκη χωρίς ποτέ να διαμαρτύρεται για όσα δύσκολα του επιφύλαξε η
ζωή του.
Με αποκαλούσε χαίδευτικά ‘ξαδερφούλα’ και ποτέ μα ποτέ
δεν έλειψε από τις παρουσιάσεις των βιβλίων μου. Ήταν περήφανος για τις γραφές
μου και για όλα όσα όμορφα έδεναν τα εγγόνια του παπα-Κώστα Κακαβούλη.
Ποτέ δεν διαμαρτυρήθηκε για τις ατέλειωτες ώρες της
βάναυσης δουλειάς του και όταν τον έβλεπες άνοιγε η καρδιά σου με την καλοσύνη
του και με το αβίαστο αληθινό χαμόγελό του. Ήταν ταπεινός οδοιπόρος μιας ζωής
που στο διάβα της είχε πολλά αγκάθια.
Ο Κωτσομήτσος μας αφήνει πίσω του την αγαπημένη του
σύζυγο Γιώτα και τον υπέροχο μοναχογιό του Δημήτρη Κακαβούλη που του έδωσε μόνο
χαρές. Πετυχημένος ως μηχανικός στο επάγγελμά του και σπουδαίος οικογενειάρχης
με δυό κοριτσάκια και μια όμορφη γυναίκα, ο Δημήτρης χάρισε στον πατέρα του τις
πιό όμορφες στιγμές της ζωής του.
Έφυγε χωρίς να μας πει ένα αντίο ο Κωστσομήτσος του
Σύβρου μας. Έφυγε γερμένος από το βάρος του καρκίνου θυσία κι αυτός στο βωμό
της παλιααρρώστιας.
Ποτέ δεν θα σε ξεχάσω λατρεμένε μου ξάδελφε, ήρεμη
δύναμη, αγωνιστή, βιοπαλαιστή, λαμπρό αυτόφωτο αστέρι του Κακαβουλέικου.
Να δώσεις χαιρετίσματα στην Πεταλούδα, στην αδελφή σου τη
Ντίνα, στο Λιτσί, στον Κωτσοπάτσο μας.Μαζευτήκατε μια ολάκερη γειτονιά εκεί
πάνω.
Και να τους πεις πως εμείς τους αγαπάμε και ούτε μια
στιγμή δεν τους ξεχνάμε. Όπως δεν θα σε ξεχάσουμε κι εσένα αγαπημένε μας!
Ώσπου να ξανασυναντηθούμε!
Η ξαδερφούλα σου
Ιουστίνη
No comments:
Post a Comment