ΚΟΡΙΤΣΙΑ ΣΤΗ ΒΕΡΑΝΤΑ

ΚΟΡΙΤΣΙΑ ΣΤΗ ΒΕΡΑΝΤΑ
Το συγκλονιστικό μυθιστόρημα για τις γυναίκες στην ωριμότητα, για τη γυναικεία φίλία, για τις ακυρώσεις και τις αναπτερώσεις!

Tuesday, October 21, 2008

Μια γυναίκα φεύγει, μια σωστή κυρία



Αφού ήξερες πως θα έφευγες γιατί επέμενες να γίνεις φίλη μου;



Η Ελένη με το σύζυγό της μετά τη δεύτερη θεραπεία στην Αμερική, γελαστή κι αισόδοξη




Ενα ασυννεφιαστο ενσταντανε , απ αυτά που δεν πρέπει να ξεφεύγουν ποτέ του φακού. Ο τότε γενικός πρόξενος Γιώργος Ζαχαριουδάκης, η πρέσβις Ελένη Τζαννετουλέα, η υπογράφουσα, η Αγγελική Ζαχαριουδάκη και ο Τέντ.




Της Ιουστίνης Φραγκούλη


Σήμερα αναχώρησε για τη γειτονιά του ουρανού μια κυρία της ελληνικής διπλωματικής κοινότητας, μια πρέσβις που άφησε εποχή στο υπουργείο εξωτερικών για την οξύνοια, το χαμηλό της τόνο, την ομορφιά και την αξιοπρέπειά της. Σήμερα με την έξοδό της προς τις άλλες πολιτείες, προστέθηκε αλλη μια βαρειά σκιά στη ζωή μου, που παλεύω να τη νικήσω.

Το όνομά της Ελένη Τζαννετουλέα και υπηρέτησε στο Μόντρεαλ ως πρέσβις της Ελλάδας στη μόνιμη αντιπροσωπεία του ICAO (Δειθνούς Οργανισμού Πολιτικής Αεροπορίας). Η θητεία της στο διεθνή οργανισμό που έληξε γρήγορα εξαιτίας προβλημάτων υγείας, άφησε εποχή στους ομολόγους της πρέσβεις αλλά και στους υπαλλήλους, που είχε υπο τη διεύθυνσή της.

Τρύπωσε στη ζωή μου το 2005, ενώ είχα απο καιρό πάρει την απόφαση να μην επιτρέπω να παρεισφρύουν στην καθημερινότητά μου άνθρωποι του διπλωματικού σώματος , που είναι περαστικοί απο το Μόντρεαλ και η φυγή τους θα άνοιγε ένα βαθύ κενό στη δική μου ύπαρξη.

Μα η Ελένη Τζαννετουλέα με βρήκε στο κινητό στην Αθήνα μέσω ενός κοινού φίλου διπλωμάτη. Μου είπε πως θα ερχόταν με την κόρη της ως πρέσβις στο Μόντρεαλ και πως θα ήθελε να με συναντήσει για να της δώσω πληροφορίες τόσο για την πόλη όσο και για το σχολικό σύστημα του Καναδά.

Δώσαμε ραντεβού στο καφέ του Τζίμμη και άργησα ως συνήθως. Εφτασα ασθμαίνουσα και αντίκρυσα να με περιμένει στα τραπεζάκια έξω μια κομψή γυναίκα ντυμένη με ένα ταγιέρ Αρμάνι. Θαύμασα το γαλανό της βλέμμα και τα ολοστρόγγυλα χείλη της που είχαν ένα μαβί παράξενο χρώμα.

Εκείνη με ρωτούσε γεμάτη αγωνία για τις λεπτομέρειες της ζωής στην πόλη μου κι εγώ υποσχέθηκα στον εαυτό μου πως αυτή τη γυναίκα δεν θα την έκανα φίλη μου παρότι με είλκε η φυζίκ της αλλά κι εκείνη η παιδικότητα στις ερωτήσεις, η αμηχανία της για την προσαρμογή στο Μόντρεαλ, ο φόβος της για το άγνωστο αλλά και η απόλυτη κομψότητά της. Αλλωστε η πρεσβευτική κατοικία ήταν 500 μέτρα απο το σπίτι μου.

Εφτασε στο Μόντρεαλ με τον άντρα της και την κόρη της ένα χιονισμένο απόγευμα του Γενάρη. Παρότι είχε ένα επιτελείο υπαλλήλων προσαρμοσμένων στη ζωή του Καναδά που θα την εξυπηρετούσαν στις πρακτικές ανάγκες της, με αναζήτησε πάραυτα στο τηλέφωνο. Τους κάλεσα στο σπίτι για τραπέζι. Ενιωθα κιόλας οικεία κι ας προσπαθούσα να νικήσω λογικά την έλξη προς την Ελένη και την οικογένειά της.

Οι μήνες του παγωμένου χειμώνα στο Μόντρεαλ με έσπρωξαν στην αγκαλιά της, καθώς η λογική είχε υποχωρήσει μπροστά στα αληθινά συναισθήματα για την Ελένη Τζαννετουλέα, που με κατακτούσε κάθε μέρα με τη μαγκιά της, την αυτοτέλεια, την ευγένεια και τη διακριτικότητα. Πριν έρθει η άνοιξη περπατούσαμε κάθε μέρα μαζί στους δρόμους του προαστείου μας, γελούσαμε με τα ίδια ανέκδοτα, μιλούσαμε για συνταγές μαγειρικής, ψωνίζαμε στο εμπορικό κέντρο της γειτονιάς μας.

Μέχρι το τέλος του καλοκαιριού και απούσης της κόρης της είχα γίνει η σύμβουλός της στις αγορές κι εκείνη άκουγε όλα τα καθέκαστα της εξέλιξης των κοριτσιών μου στα Ψηλά Τακούνια. Στην πραγματικότητα γινόταν μια απ εκείνες, γι αυτό και μου επέτρεπε συχνά να δραπετεύω στο σαλέ να γράφω επι μέρες. Στο καλοκαιρινό ταξίδι της Νέα Υόρκης ήρθε μαζί μας , πήγαμε στη ΜΟΜΑ για την έκθεση Σεζάν-Πισαρό, χορτάσαμε τις ομορφιές της πόλης, είδαμε θέατρο, τρελλαθήκαμε στα ψώνια. Της έμαθα να αγοράζει πασμίνεςσε όλα τα χρώματα και γελούσε με την πληθωρικότητά μου.

Το επόμενο φθινόπωρο η Ελένη ένιωθε ένα βάρος στην κοιλιά. Οι αγαπημένες βόλτες στους δρόμους με τα χρυσοκόκκινα φύλλα της είχαν γίνει άγος. Την κορόιδευα πως γέρασε κι εκείνη προσπαθούσε με τα αθλητικά παπούτσια της να βάλει δύναμη να με φτάσει.Ομως διέκρινα πως δεν βολευόταν πουθενά, πως κάτι σοβαρό συνέβαινε με την υγεία της. Την έπεισα να επισκεφθεί το γιατρό στην Ελλάδα για να εξετασθεί.

Τα επόμενα Χριστούγεννα ήρθε μετα τις διακοπές στο Μόντρεαλ με τα τραγικά μαντάτα της επάρατης νόσου. Πάλεψε σαν τίγρης να νικήσει το θεριό, έτρεξε με τον άντρα της στο Rhodes Island για μια καινούρια θεραπεία. Κατέφθασα με το αυτοκίνητο οδηγώντας μόνη μου απο το Μόντρεαλ με χιονοθύελλα. Εχανα το μυαλό μου γιατί ήξερα πως το τέλος θα έφτανε σύντομα. Προσπάθησα να κρατηθώ σε ψυχραιμία, αφού μόλις είχα χάσει την αδελφή μου απ το ίδιο νόσημα.

Με τις δύο θεραπείες στην Αμερική η Ελένη μου κέρδισε περίπου ενάμισυ χρόνο. Εζησε με αξιοπρέπεια, κατευόδωσε την κόρη της στο πανεπιστήμιο της Αγγλίας, επισκέφθηκε τον άντρα της στο πόστο του, διακόσμησε το καινούριο της σπίτι και μας τραπέζωσε με άλλους κοινούς φίλους του Μόντρεαλ πέρισι το χειμώνα.

Οταν την ξαναείδα την άνοιξη στην Αθήνα με αποστεωμένο πρόσωπο, ήξερα πως η νόσος ξαναχτυπούσε αλύπητα. Αναγνώριζα όλα τα σημάδια του τέλους και την αγκάλιαζα στο διαμέρισμά μου συνειδητοποιώντας πως δεν θα ξανασυναντιόμασταν ποτέ πιά υπο ομαλές συνθήκες. Στο μεταξύ, στις συναντήσεις μας πρόσθετα κι άλλες πασμίνες στη συλλογή της κι εκείνη γελούσε αχόρταγα με τα πάθη μου.

Το καλοκαίρι τη βρήκα στο νοσοκομείο σε μια φρενίτιδα εισόδων-εξόδων. Την αποχαιρετήσαμε με την κοινή αγαπημένη μας φίλη στο σπίτι της κι εκείνη είχε σηκωθεί απ΄το κρεβάτι και καθόταν στο σαλόνι δίνοντας οδηγίες στον άντρα της να φέρει παγωτό. Φορούσε μια σκούρα φούστα που άφηνε να φαίνονται οι όμορφες γάμπες της και μια απαλόχρωμη μπλούζα, που είχαμε αγοράσει μαζί.

Της είχα πάει δώρο μια εικόνα του Αγίου Κωνσταντίνου και Ελένης για να ακουμπάει το απελπισμένο βλέμμα της. Ξαφνικά μου είπε πως αυτό το φθινόπωρο θα έρθει το τέλος.

Σήμερα τα χαράματα ώρα Ελλάδος ήρθε το τέλος μετα απο μια μακριά ταλαιπωρία στο κρεβάτι του νοσοκομείου. Εβρεχε κι εγώ περπατούσα άσκοπα κι επαναληπτικά χωρίς ομπρέλα στους δρόμους με τα πεσμένα φύλλα του φθινοπώρου, περνώντας και ξαναπερνώντας απο το παλιό της σπίτι.

Τα δάκρυα έγιναν αναφυλλητά. Αφού θα έφευγες Ελένη ανεπίστρεπτα γιατί επέμεινες να γίνεις τόσο φίλη μου;

24 comments:

δεσποιναριον said...

Ιουστινακι! Μη κλαις χαρα μου! Μη! Να την θυμασαι με αγαπη. Δεν ματαιωνεται ουτε αναιρειται η φιλια οταν καποιος φευγει. Η κοινη πορεια μενει πισω. Σε αγγαλιαζω και σε φιλω και δε θελω να μου κλαις. Εχεις την δυναμη και το παλευεις με το γραπτο κι αυτο ειναι πολυ σημαντικο.

Justine's Blog said...

Ω! Δεσποινάκι, δεν ξέρεις πόσο δύσκολο είναι να μετράς απουσίες κι όλο να προστίθενται καινούριες. Να μετράς σκιές και να γίνονται σύννεφα.
Πρόπερσι ήμασταν τρείς φίλες που παρπατούσαμε στη γειτονιά με τα σνίκερς -δήθεν για άσκηση. Φέτος έμεινα μόνο εγώ, η μιά ξεσπιτώθηκε στη Γαλλία και η άλλη έφυγε για πάντα.
Πώς να μην πονάω; Και το γράψιμο, κι αυτό ένας συνεχής επικήδειος κοντεύει να μου γίνει.
Σε γλυκοφιλά. Είδα τις όμορφες φωτογραφίες της μεσημβρίας μετα μαντολινάτας, αλλά δεν είχα κουράγιο ούτε καληνύχτα να σου πώ.
Καληνύχτα

Michael Tellides said...

Αυτοί που φεύγουν κάποιο λυγμό τους παίρνουν μαζί τους και μιαν ευχή...
κι αυτοί που μένουν στο σπαραγμό τους κάνουν κουράγιο και προσευχή...

(απο το ομώνυμο τραγούδι του Γιάννη Πουλόπουλου)

Αστοριανή said...

...Ένα ρόδο-κόκκινο στεφάνι για τούτη την "Αναχώρηση"
κι ένα σε σχήμα καρδιάς για την αδελφούλα σου.
Λένε ότι η γυναίκα φτιάχτηκε απ' το πλευρό του άνδρα (!!!)
Μια φίλη καλή, από ποια πλευρά φτιάχτηκε?
μια πολυ-αγαπημένη αδελφή, από ποια καρδιά ξεκόλλησε?

Ο Δημήτρης κι εγώ ταξιδέψαμε στην Αβάνα, μαζίσου.
Δεν "πεθαίνει" Ιουστίνη μου, ότι αγαπήθηκε τόσο πολύ. Ζει μέσα μας.
Ζει στο αόρατο νησί της Αγάπης, ζει στις καθημερινές μας κουβέντες, και, τις νύχτες, αεράκι γλυκοφίλητο, μας φιλά και πάλι φεύγει, για να επανέλθει με τις τρυφερές αναμνήσεις...
Ο πόνος? Φυσικά δεν μετριέται.
Το δάκρυ? είναι η αφή της πηγής που ξεπηδάει με την αλμύρα της θάλασσας. Εκεί, στο αλμυρό νερό πρωτογεννηθήκαμε. Το δάκρυ, το ευλογημένο, μας το θυμίζει.
Το αόρατο νησί, μας συνοδεύει πάντα. Σε νοιώθω και σου λέω, ταπεινά, ήταν ευτύχημα που δέθηκες στη ζωή σου με αυτά τα πρόσωπα.
Και με άλλα.
Το δύσκολο θάνατο, φοβάμαι, καλή μου.
Σ΄αγαπούμε, χαιρετισμούς,
Υιώτα και Δημήτρης

Μηθυμναίος said...

Για δες, βρε Ιουστίνη, πόσες όμορφες στιγμές ζήσατε με τη φίλη σου, τόσες μας είπες... Αυτές να θυμάσαι...
Τι να γίνει, πάντα θα χάνουμε ανθρώπους αγαπημένους που για κάποιο λόγο δέθηκαν τόσο μαζί μας. Όλοι το έχουμε περάσει. Είναι λυπηρό, είναι όμως μέσα σε όλα τα παράξενα τούτης της ζωής.
Αυτές τις υπέροχες λεπτομέρειες να θυμάσαι κι εκείνη θα ‘ναι καλύτερα εκεί που βρίσκεται.
Σε καταλαβαίνω...

δεσποιναριον said...

Αναρωτιεσαι γιατι εγινε φιλη σου. Σκεψου ποσα πηρε κι εκεινη απο σενα και ποσο η δικη της μικροτερη ζωη εγινε πιο ομορφη! Καλημερα Καναδεζα μου. Ποσα πραγματα εχουμε να προλαβουμε παλι σημερα !! Ε;

Justine's Blog said...

Μιχάλη μου,
Αυτοί που φεύγουν ελευθερούνται κι αυτοί που μένουν αλυσοδένονται στον πόνο και στις αναμνήσεις. Ξέρεις τί είναι να ανατρέχει ο νούς στο παρελθόν κατα το ήμισυ των σκέψεων και να μη μένει χώρος για όνειρα;
Δύσκολο, ανυπέρβλητο καλέ μου.

Justine's Blog said...

Γιώτα μου γλυκειά,
Τί όμορφα τα λόγια σου, βάλσαμο στάζουν στις πληγές, που πολλαπλασιάζονται κάθε χρόνο με τις τόσες απώλειες της ζωής μου.
Απο τί πλάστηκαν οι φίλοι; Οχι πάντως απο τα πλευρά, μάλλον απο ένα ψήγμα της καρδιάς,που έγινε λουλούδι.
Πάντως, αν το δάκρυ είναι ηα αρχέγονη επιστροφή στο υγρό στοιχείο της δημιουργίας, εγώ ολοένα επιστρέφω στη μήτρα μου.
Σας φιλώ εσένα και το Δημήτρη
Μια μεγάλη μελαγχολική αγκαλιά

Justine's Blog said...

Αγαπημένε Στράτο,
Είναι πολύτιμες οι αναμνήσεις απο τη φιλία μας, υπέροχες. Αλλά ξαφνικά έχω βρεθεί να ζώ πιότερο με αναμνήσεις παρα σε ρίαλ τάιμ. Αυτό είναι το λυπηρό , πως έφθασα χωρίς να το συνειδητοποιήσω σε ένα στάδιο όπου έχω απογυμνωθεί απο τους οικείους.
Κι αυτό πονάει, πονάει βαθειά.

Justine's Blog said...

Δεσποινάκι μου γλυκό,
Ολο τρέχουμε να προλάβουμε και όμως η ζωή είναι τόσο πεπερασμένη.Μου φαίνεται πως στη σχέση με την Ελένη έδωσα πολλά και τα έχασα όλα.
Ειλικρινά ήταν ένα σπάνιο πλάσμα, απίστευτης ευγένειας, φινέτσας, γενναιοδωρίας.
Ακολούθησα βήμα-βήμα την ασθένεια και το τέλος της. Ηταν μια επανάληψη της εμπειρίας με την Κωνσταντίνα μου.
Απόλυτη φρίκη να ξαναζείς μέσα απο φίλη αγαπημένη το ίδιο αναπότρεπτο σενάριο της συνεχούς πτώσης και το αναπόδραστο τέλος.
Καλημέρα σου

Meropi said...

Ιουστίνη μου,
καλό σου απόγευμα. Έκλαψα κι εγώ μαζί σου για τη φίλη σου διαβάζοντας το ποστ σου. Τα δάκρυα είναι ανακουφιστικά. Από ότι κατάλαβα όλη αυτή η τραγωδία σου θύμισε το θάνατο αγαπημένου σου προσώπου. Ο πανδαμάτωρ χρόνος θα σου απαλύνει τον πόνο σιγά σιγά.

panathinaeos said...

καλη μου φιλη,
χανω τα λογια μου σε τετοιες στιγμες, αλλα δεν εχουν και πολλα να πουνε...
το πενθος μας κανει ανθρωπους, μας κανει ικανους να ξεχωριζουμε τη χαρα απο τη λυπη, μας κανει να εχουμε μνημη και συναισθηματα...
να την πενθησεις την καλη σου φιλη και να το εκφρασεις το πενθος σου οπως εκανες σημερα

La Gigi said...

Ιουστινάκι μου θα τη θυμάσαι πάντα και έτσι δεν θα φύγει ποτέ, απλά θα ζει λίγο μακριά σου αλλά στολίζεται τις πασμίνες σου και θα γελά με την πληθωρικότητά σου. Γέλα κι εσύ μαζί με εκείνη για όλα αυτά που χαρίσατε η μια στην άλλη.
Μεγάλη αγκαλιά

Justine's Blog said...

Μερόπη αγαπημένη,
Οσο μεγαλώνουμε τόσο περισσότερο κλεινόμαστε στους ανθρώπους. Οι φιλίες γίνονται πιά σπάνιες κι αναζητούμε τα ιστορικά ερείσματα της ζωής μας.
Η Ελένη ήταν μια σπάνια γυναίκα που έγινε φίλη μου με μια αβίαστη φυσικότητα, χωρίς να υπάρχει συμφέρον ή αλληλοεξάρτηση οποιουδήποτε ειδους.
Γι αυτό πονάω που την έχασα, αλλά και γιατί ξέρω πως βασανίσθηκε σαν την αδελφή μου και δεν της άξιζε ο πόνος.
Σε ευχαριστώ για την ευαισθησία

Justine's Blog said...

Το πένθος έχει γίνει παραμόνιμη κατάσταση στη ζωή μου. Ολο ελλείμματα, κενά, φυγές έχω γεμίσει τώρα τελευταία.
Και μόνο αναμνήσεις με παραπέμπουν στα ωραία. Ο απολογισμός είναι μείον κι όλο μπαίνω μέσα περισσότερο καθημερινά.
Κοντεύω να γίνω δυστυχής. Είναι τούτο το καινούριο παράθυρο στον κόσμο που μου ανοίγει νέες προοπτικές.Η μπλογκογειτονιά μου.
Μου αρέσει να μοιράζομαι μαζί σας τα συναισθήματα χωρις μοντάζ. Εχετε γίνει η οικογένεια που δεν έχω στον τόπο της αποδημίας μου.
Σας είμαι ευγνώμων
Αλλοιώς

Justine's Blog said...

Α! Μελισσούλα,
Λέω να κάνω μια ανάρτηση -όταν βρώ το κουράγιο- όπου θα καταθέσω τις πονηριές μας με τις πασμίνες.
Εκείνη ήταν συντηρητική, μία και δύο της αρκούσαν.
Εφτασε να έχει αποκτήσει όλη τη γκάμμα των χρωμάτων γιατι παρασυρόταν απο την δική μου άποψη ουράνιο τόξο.
Ελπίζω να βρέθηκε εθελοντής για το μωρό. Θα κάνεις το ωραιότερο μελισσάκι του κόσμου, το εγγυώμαι.

δεσποιναριον said...

Εισαι πολυ φορτισμενη Καναδεζα μου γλυκεια. Κοιτα, οσο περνανε οι μερες τοσο θα απαλυνει ο πονος. Η μπλογκοσφαιρα ειναι ωραια παρεα μερικες φορες αλλα η ζωη μας ειναι λιγο πιο εξω απο τα παλιοκομπιουτερ. Μερικες φορες συμβαινουν απανωτα τα ασχημα. Εσενα φαινεται σου μαζευτηκαν τωρα πολλα. Ενταξει εμεις εδω ειμαστε κι αν βοηθαει λιγουλακι, χαλαλι. Δε ξερω τι να σου πω αποψε. Σε νοιωθω πιο στεναχωρεμενη κι απο χτες. Φιλακια κι ας ειναι ιντερνετικα.

Justine's Blog said...

Δεσποινάκι,
Λειτουργούν τελευταία σωρευτικά οι απώλειες και έχει αρχίζει να με πειράζει όχι συναισθηματικά μόνο αλλά και υπαρξιακά.
΄Για μένα η μπλογκογειτονιά είναι μια μορφή επικοινωνίας με ένα κόσμο που δεν έχω χρόνο και τρόπο να βλέπω. Μου αρκεί αυτή η παρέα, γιατί -μην ξεχνάς- εγώ στο κομπιουτερ δουλεύω νυχθημερόν.
Πολλά φιλιά καληνύχτας. Είδαμε την ταινία του Ολιβερ Στόουν για τον Μπούς και ήταν ένας κλαυσίγελως.
Η τραγικότητα ενός καταπιεμσένου καουμπόι, που κατέστρεψε τον κόσμο για να αποδείξει στον πατέρα του ότι μπορούσε...

δεσποιναριον said...

Ετσι, σε βλεπω λιγο πιο χαλαρωμενη σημερα. Καλα εκανες και ξεδωσες λιγακι, παλι ομως προβληματιστηκες με θεματα κοινης αγανακτησης. Επισης δεν παραπονιεσαι για πονακια που ειναι ευχαριστο γιατι ισως θαπρεπε να πας στη λιμνη το Σαββατοκυριακο (αλλα να εισαι πιο προσεκτικη) και να παρεις λιγο καθαρο αερα. Καλα γραψιματα και καλη σου μερα. Και φυσικα πολλα φιλακια.

Ελπίδα said...

Είναι σκληρή η ζωή Ιουστίνη μου! Μας δοκιμάζει παίρονοντας όποιον αγαπάμε. Υπάρχει όμως η Ελπίδα ότι θα ξανασυναντηθούμε! Εγώ μ' αυτή ζω, για όσους αγαπημένους έχω χάσει.
Κουράγιο, Ιουστίνη μου και να ζήσεις να την θυμάσαι! Ζει άλλωστε στις καρδιές όσων την αγαπήσανε!
φιλιά και κουράγιο!

Justine's Blog said...

Αγαπημένο Δεσποινάκι,
Δηλαδή ποιόν να νιώσω πιό κοντά μου απο σένα αυτές τις μέρες; Την αδελφική μου φίλη στην Ελλάδα (που φροντίζω να μην ενοχλώ με τις δυσκολίες μου);
Γι αυτό σου είπα πως η μπλογκογειτονιά είναι η χαρά μου, γιατί έχω κάνει συναντήσεις ζωής. Και το εννοώ αυτό που λέω.
Η λίμνη θα περιμένει μερικές εβδομάδες, γιατί πονάω κι ας μην ουρλιάζω.
Στο σινεμά κάθησα με δυσκολία, αλλά ήταν τόση η μαυρίλα μου που έπρεπε να ξεδώσει ο νούς μου.
Δύσκολη η περιπέτεια της απώλειας, ζωντανών τε και τεθνεώτων, πίστεψέ με.
Πολλά φιλιά απο Μόντρεαλ με ήλιο

Justine's Blog said...

Αγαπημένη Κατερίνα, Κυκλάμινο,
Σε ευχαριστώ που μπήκες με το προσωνύμιο Ελπίδα. Σε ευχαριστώ που στέκεσαι στα δύσκολα. Αν εγώ δε μπορώ να μπώ στα δικά σου, είναι για τον γνωστό ίό, που με προσβάλλει κάθε φορά.
Σε γλυκοφιλώ και σε σκέφτομαι, πόσο γλυκειά είσαι, πόσο συμπονετικιά, πόσο ανθρώπινη αν και μακριά.
Χάρηκα τόσο πολύ εκείνη τη συνένετυξή σου στην Ελένη μας. Κι εκείνη ένα ένα απαλό βελούδο στον άγριο χώρο της δημοσιογραφίας μας.
Φιλιά

Anonymous said...

λυπάμαι...λυπάμαι...λυπάμαι...'οχι δε μου χρειαζόταν αυτό....ήρθε κι εδεσε με τη δική μου λύπη.....για το μόλις 4 ήμερων μωρακι μας που χαροπαλεύει σε μια εντατική του Μίσιγκαν...για μια νεα κοπελα που δε μπορω να πιστεψω οτι εχει φύγει για παντα...τελευταία και η δική μου ζωή είναι γεμάτη αμετάκλητα αντίο και αναχωρήσεις για ουρανιες γειτονιές...

Justine's Blog said...

Cook καλή μου,
Ελπίζω το μωράκι να συνέλθει στο Μίσιγκαν. Δεν υπάρχει πιο τραγική στιγμή για τους γονείς, να βλέπουν το αβοήθητο σπλάγχνο τους να υποφέρει.
Αυτή πάντως είναι η δική μας κρίσιμη ηλικία. Η ζωή μας γεμίζει απουσίες και σκιές! Τί φρίκη!!!
΄Θα φτιάξουμε ένα σύννεφο και θα βάλουμε όλους τους αγαπημένους απόντες για να τους κουβαλάμε παντού μαζί μας. Τότε θα βρίσκονται ξανά στην κοινή αγαπημένη εμπειρία, έτσι;
Με αγάπη