ΚΟΡΙΤΣΙΑ ΣΤΗ ΒΕΡΑΝΤΑ

ΚΟΡΙΤΣΙΑ ΣΤΗ ΒΕΡΑΝΤΑ
Το συγκλονιστικό μυθιστόρημα για τις γυναίκες στην ωριμότητα, για τη γυναικεία φίλία, για τις ακυρώσεις και τις αναπτερώσεις!

Thursday, December 5, 2013

Η γιορτή του Πατερούλη και ο θείος παπα-Νίκος


 Θ θείος παπα-Νίκος σε οικογενειακό πορτρέτο
Ο θείος παπα-Νίκος, ο παππούς ο παπα-Κώστας και ο πατερούλης στο Σύβρο
Σούχω  ξαναγράψει για τη γιορτή του πατερούλη, μα εσύ ρωτάς και ξαναρωτάς σαν να μην έχεις ακούσει πως ΄του Αγίου Νικολάου γιορτάζαμε διπλή γιορτή στο σπίτι, τον πατερούλη παπα-Νίκο Φραγκούλη και τον θείο παπα-Νίκο Κακαβούλη , πολυαγαπημένο αδελφό της μαμάς.

Και οι προετοιμασίες άρχιζαν από εβδομάδες, το σπίτι τόγλειφε η μαμά στο καθάρισμα, έστρωνε τα χαλιά απ΄άκρη σ΄άκρη, στόλιζε τα βελούδινα τραπεζομάντηλα. Γυάλιζε τα μαχαιροπήρουνα και κολάριζε τις αραχνοϋφαντες πετσετούλες του γλυκού, τις κεντημένες με καρσάνικη βελονιά.  Γέμιζε με σοκολατάκια τις φοντανιέρες κι έβγαζε από τη σερβάντα τα λικεράκια για τις κυρίες.

Και τρείς ημέρες πριν έφτιαχνε τα γλυκα γιορτής με βιτάμ, νηστήσιμα καθώς ήταν το Σαραντάημερο και στα παπαδόσπιτα δεν επιτρεπόταν τα παραπάνω και τα εκτός του νόμου. Τις ίδιες προετοιμασίες έκανε και η θεία Δήμητρα για τη γιορτή του θειου Παπανίκου, που έμενε με την οικογένειά του στα Περιβόλια, τότε σχεδόν έξω από την πόλη.

Θέλω να σου πώ για το θείο Παπα-Νίκο πως ήτανε ο πιό αγαπημένος μου θείος. Τον αγαπούσα μέχρι τον ουρανό και ήξερα πως κι η μαμά τον λάτρευε και τούδινε κρυφά πίτες και άλλα απαγορευμένα, καθώς ήταν εύσωμος και κανονικά έπρεπε να προσέχει. Αλλά ο θείος παπα-Νίκος ερχόταν τα απογεύματα στο σπίτι μας κι εκεί δοκίμαζε  ό,τι ήθελε, υπερβαίνοντας τους κανόνες.

Κι εγώ έμαθα να ψήνω ελληνικό καφέ με καϊμάκι, ένα γλυκύ βραστό ήθελε τα απογεύματα περνώντας από το σπίτι μας πριν πάει για τον Εσπερινό  στο Μητροπολιτικό Ναό, όπου ήταν ιερατικός Προϊστάμενος.

Ο θείος παπα-Νίκος ήταν καλλονός, όμορφος, με δύο μαύρα βελούδινα μάτια, ίσια μύτη κι ένα υπέροχο παράστημα . Ετριζε ο τόπος καθώς περνούσε από τη γειτονιά ανεμίζοντας τα ράσα του. Και χτυπούσε το ηλεκτρικό κουδούνι μας παρατεταμένα για να αναγνωρίσουμε πως ήταν εκείνος.

Ετρεχα κουτρουβαλώντας τις σκάλες για να του ανοίξω, να τον θαυμάσω , να χωθώ πρώτη στην αγκαλιά του . Να πιάσω κουβέντα μαζί του πριν κατέβει η μαμά κι αρχίζουν τα σοβαρά, τα άδηλα και κρύφια μεταξύ τους. Γιατί πρέπει να σου πώ ότι ο θείος παπα-Νίκος και η μαμά είχαν πολλά μυστικά και δεν επιτρεπόταν να κρυφακούσω.

Ο θείος παπα-Νίκος δεν ήταν ένας απλός ιερωμένος που εκτελούσε το χρέος του. Ηταν ένα πλάσμα  με μια τεράστια καρδιά, ήταν άνθρωπος των ανθρώπων. Εδινε προσωπικά του χρήματα σε φτωχές οικογένειες, κρυφοπλήρωνε τα μαθήματα ακορντεόν του φίλου μου, τα μαθήματα αγγλικών της φιλενάδας μου κι αν κάποιος από το χωριό κατέβαινε και του ζητούσε δανεικά, άνοιγε το πορτοφόλι και το άδειαζε.

Ο θείος παπα-Νίκος μου έκανε πολλές χάρες που δεν τις ήξεραν τα άλλα παιδιά της οικογένειας, μόνο η μαμά κι εκείνος. Αγόραζε ολόκληρες λογοτεχνικές σειρές για τα παιδιά του, αλλά τις άφηνε πρώτα στο σπίτι μας για να τις διαβάσω εγώ η βιβλιοφάγος. Και ποτέ δεν με κοροιδευε που στο δημοτικό διάβαζα λογοτεχνία, ενώ τα άλλα παιδιά έπαιζαν ανέμελα στα περιβόλια.

Και πάντα δάκρυζε με τις απαγγελίες μου στο Κατηχητικό και με έπαιρνε και με σήκωνε αγκαλιά και με στροβίλιζε όταν ήμουν μικρή, πολύ μικρή σαν κουκκίδα.

Υστερα, όταν ήμουν στο δεύτερο έτος ο θείος αρρώστησε βαρεια και αμετάκλητα. Κι όμως το χαμόγελο δεν έφυγε από τα χείλη του κι ας ήξερε πως βάδιζε στο τέλος. Τον θυμάμαι στη βεράντα του σπιτιού του αλλοιωμένο από τον οίκτερο να γελάει με εκείνο το γάργαρο γέλιο της αγάπης.

Η μαμά έκλαιγε για εφτα χρόνια κάθε μέρα αφότου πέθανε ο θείος παπα-Νίκος. Κι εγώ δεν συνήλθα απ΄αυτό το πένθος, που όμως δεν ήταν το πρώτο στην οικογένεια ούτε το τελευταίο.

Η αναχώρηση του θείου παπα-Νίκου εκείνο τον Αύγουστο του 1981 ήταν μια τραγική απόληξη ζωής. Ποτέ κανείς  δεν πήρε τη θέση του στην καρδιά μου, που μάτωσε από τον πόνο. Η βαρειά σκιά της απουσίας του επικάθισε στην ύπαρξή μου για πάντα.
Τώρα τον συναντώ στο νεκροταφείο μαζί με τους άλλους  αγαπημένους μου απόντες. Κι όταν βλέπω τη φωτογραφία του στο μικρό εικονοστάσι, αναθυμάμαι τη μέρα της γιορτής του. Γιατί ο θείος παπα-Νίκος περνούσε μετά τη συλλειτουργία με τον πατερούλη μου από το σπίτι μας να δοκιμάσει της μαμάς το γλυκό. Και να ευχηθεί Χρόνια Πολλά σκορπώντας εκείνο το λαχταριστό του γέλιο.

Τζουστινάκι

4 comments:

Μηθυμναίος said...

Πολύχρονος και πάντα με υγεία!

Να τον χαίρεσαι, φίλη μου!

Justine's Blog said...

Σε ευχαριστώ πολυαγαπημένο μου πλάσμα!

Αστοριανή said...

Χρόνια πολλά και γερά.
Να είναι πάντα μαζί σας.

Με όλη μας την αγάπη,
Υιώτα
και Δημήτρης,
ΝΥ

Justine's Blog said...

Σε ευχαριστώ για τις ευχές σου γλυκειά μου Γιώτα. Φιλιά στο Δημήτρη και την οικογενεια!