ΚΟΡΙΤΣΙΑ ΣΤΗ ΒΕΡΑΝΤΑ

ΚΟΡΙΤΣΙΑ ΣΤΗ ΒΕΡΑΝΤΑ
Το συγκλονιστικό μυθιστόρημα για τις γυναίκες στην ωριμότητα, για τη γυναικεία φίλία, για τις ακυρώσεις και τις αναπτερώσεις!

Tuesday, September 2, 2025

Τυμβωρύχος και ζημιωμένος

 


Τυμβωρύχος και ζημιωμένος

Της Ιουστίνης Φραγκούλη-Αργύρη

Σας αφηγούμαι τις ιστορίες του Μαστρογιάννη, αδερφού της πατρικής γιαγιάς Κωνσταντίας από την Εγκλουβή, όπως μας τις αφηγόταν ο ίδιος και όπως μου τις μετέφερε πρόσφατα ο γιός του Κώστας Κοντογιώργης.

Ο Μαστρογιάννης δεν ήταν ποτέ από τους τύπους που έκαναν σχέδια. Ήταν μικρόσωμος, σβέλτος, με μάτια που γυάλιζαν σαν να είχαν δει περισσότερα απ’ όσα άντεχε η ψυχή του. Το 34, έφτασε στην Αθήνα σκαστός σε μπαούλο με τοτραίνο.  Το σακάκι του ξεσκισμένο, η όψη του ελεεινή και η καρδιά του βαριά απ’ τη Θεσσαλονίκη. Ο λόγος; Η όμορφη  παντρεμένη που αγάπησε αλλά τον απείλησε ο άντρας της με μαχαίρι στο ζωνάρι. Η ιστορία του συνεχίζεται στην Αθήνα, όπου έμπλεξε με διάφορους περίεργους τύπους.

Στην Αθήνα, η ζωή δεν του χαμογέλασε. Του έδειξε τα δόντια της. Έμπλεξε με τύπους που μιλούσαν ψιθυριστά και έκαναν δουλειές που δεν γράφονται σε χαρτί. Ένα βράδυ, σε ένα υπόγειο με μυρωδιά τσιγαρίλας και υγρασίας, του είπαν για μια πλούσια Αθηναία που πέθανε. Την έθαψαν μόλις στη Ραφήνα, μακριά απ’ τα φώτα της πόλης. Ήταν λέει θαμμένη με τα χρυσαφικά της.

«Εσύ, Μαστρογιάννη, είσαι μικρόσωμος. Θα χωθείς στον τάφο. Θα της βγάλεις τα χρυσαφικά. Και θα βγεις σαν κύριος.»

Έτρεμε. Δεν ήταν για πεθαμένους. Μα τα λεφτά ήταν πολλά. Και η παρέα δεν δεχόταν "όχι".

Το βράδυ, πήδηξαν τη μάντρα του νεκροταφείου σαν σκιές. Με σκοινιά τον κατέβασαν στον φρεσκοσκαμμένο τάφο. Η κάσα της γυναίκας ήταν απο μαόνι ολοσκάλιστη, την άνοιξε τρέμοντας. Η πεθαμένη με το πρόσωπο παγωμένο, ένας χρυσός κολιές στο στήθος  και τα δάχτυλα στολισμένα με χρυσάφι. Ο Μαστρογιάννης έκλεισε τα μάτια και άρχισε να τα βγάζει ένα-ένα.

«Τα δόντια της να βγάλεις!» του φώναξαν από πάνω.

«Δεν μπορώ...» ψιθύρισε. «Δεν μπορώ να το κάνω αυτό».

Τα ανέβασαν με ένα καλάθι. Μα όταν τελείωσε, δεν του έριξαν το σκοινί. Είχαν θυμώσει οι κουτσαβάκηδες που δεν της είχε βγάλει τα χρυσά δόντια.

Αφησαν το Μαστρογιάννη εκεί.

Εκείνος έτρεμε αλλά άκουγε γέλια. Ξερά, σκληρά, σαν να μην ήταν άνθρωποι από πάνω, αλλά κάτι άλλο.

«Άντε, καληνύχτα, τυμβωρύχε!»του είπαν.

Η φωνή τους απομακρύνθηκε. Τα βήματα χάθηκαν. Και τότε, η σιωπή έγινε απόλυτη.

Ο Μαστρογιάννης έμεινε ακίνητος. Ο αέρας στον τάφο ήταν βαρύς, βουτηγμένος στο φρέσκο χώμα και το θάνατο. Η γυναίκα δίπλα του, με τα μάτια κλειστά, έμοιαζε να ακούει. Να περιμένει.

Τα χέρια του έτρεμαν. Έκανε να πιάσει το χείλος του τάφου, μα το χώμα γλιστρούσε. Ξαναδοκίμασε. Έσκαβε με τα νύχια, με τα δάχτυλα ματωμένα, με το σώμα του να τρέμει από φόβο και κρύο.

Κάθε φορά που ακουμπούσε το σώμα της γυναίκας για στήριγμα, ένιωθε σαν να τον τραβούσε πίσω. Σαν να μην ήθελε να φύγει.

«Δεν είμαι εγώ ο κλέφτης...» ψιθύρισε. «Εγώ απλώς... με ανάγκασαν...»

Μα η νύχτα δεν συγχωρούσε.

Έσκαβε για να δημιουργήσει ένα ανάχωμα.

Έσπρωχνε. Το χώμα έπεφτε πάνω του. Η ανάσα του γινόταν κοφτή. Τα μάτια του έβλεπαν σκιές που δεν υπήρχαν.

Και τότε, ένα φως. Όχι ουράνιο. Ήταν το πρώτο φως της αυγής, που έσκιζε τη νύχτα σαν μαχαίρι.

Με μια κραυγή που δεν ήταν ανθρώπινη, αλλά ζώου που παλεύει για τη ζωή του, ο Μαστρογιάννης σκαρφάλωσε. Τα χέρια του έπιασαν το χείλος. Το σώμα του σύρθηκε έξω. ¨Ηταν γεμάτος υγρό χώμα και μυρωδιά θανάτου. Έπεσε λιωμένος από την προσπάθεια παραδίπλα κι έκλαψε πικρά για την κατάντια του.

Για λίγο δεν κουνήθηκε.

Μετά σηκώθηκε.

Και έτρεξε.

Τα πόδια του δεν τον υπάκουαν, μα η ψυχή του τον έσπρωχνε. Πήδηξε τη μάντρα, έφτασε στον δρόμο. Και δεν γύρισε πίσω.

Έτρεχε προς την Αθήνα με το φόβο να τον κυνηγάει.

Από τότε, κάθε βράδυ, έβλεπε τη γυναίκα. Στεκόταν στην άκρη του κρεβατιού του, με τα δάχτυλα γυμνά και το στόμα της μισάνοιχτο. Δεν μιλούσε. Μόνο κοιτούσε.

Και ο Μαστρογιάννης, όσο κι αν άλλαξε γειτονιές, δουλειές, ακόμα και όνομα, δεν ξέφυγε ποτέ απ’ τη Ραφήνα. Γιατί η σκιά της γυναίκας δεν ήθελε τα χρυσαφικά της πίσω. Ήθελε να του θυμίζει πως μερικά πράγματα δεν τα κλέβεις. Είναι ιερά!

 

 

 

 

No comments: