Της Ιουστίνης Φραγκούλη
Οταν στεγνώνεις μέσα σου απο αντοχές κι ελπίδες τότε ανατρέχεις στις αναμνήσεις της παιδικής ηλικίας, τότε που τίποτε δεν σκίαζε τον ορίζοντα.
Ετσι παραμονές Πρωτοχρονιάς με έπιασε αυτή η γλυκειά νοσταλγία των παιδικών χρόνων στη Λευκάδα και είπα να τη μεταφέρω στο χαρτί για να ανανήψω απο την αμηχανία των ημερών.
Μόλις έκλειναν τα σχολεία για τις Χριστουγεννιάτικες διακοπές, μας έπαιρνε ο πατέρας μου απο το χέρι και μας πήγαινε στην Κεντρική Αγορά της Λευκάδας για να διαλέξουμε το παιχνίδι που θα θέλαμε να μας φέρει ο Αη Βασίλης. Τότε υπήρχαν μόνο τα παιχνιδαδικα του Κορομηλαίου και το χαρτοβιβλιοπωλείο Δελλαπόρτα που έφερνε διάφορα πιο μοδάτα παιχνίδια.
Εμείς οι τρείς, στεκόμασταν επι ώρες με μεγάλη περισυλλογή μπροστά απο τα παιχνίδια του Κορομηλαίου κυρίως και προσπαθούσαμε να αποφασίσουμε ποιό μας άρεσε αλλά και θα μπορούσε να χωρέσει στο σάκο του Αη Βασίλη. Ο αδερφός μας διάλεγε απαρρεγκλήτως ένα αυτοκίνητο (ανατρεπόμενο φορτηγό ή εκσκαφέα ή τρακτέρ κατα προτίμηση) κι εμείς αναλόγως με τα κέφια διαλέγαμε κούκλες, σερβίτσια τσαγιού ή και επιπλάκια για το κουκλόσπιτό μας.
Ολες τις μέρες αναρρωτιόμουν αν ο Αη Βασίλης θα περνούσε απο του Κορομηλαίου να βάλει τα δώρα μας στη σακκούλα του. Με έτρωγε κυριολεκτικά η αγωνία μέχρι να έρθουν τα χαράματα της Πρωτοχρονιάς να βρούμε έξω απο τα δωμάτιά μας τα τυλιγμένα σε ωραία φανταχτερά χαρτιά κουτιά τους. Μπορώ να πώ ότι ζάλιζα τον αδελφό μου με τις ερωτήσεις καθώς η μικρή μου αδελφή δεν ήταν σε θέση να με βοηθήσει με τις απορίες μου.
Στο μεταξύ, οργανωνόμασταν στη γειτονιά με τα παιδιά για να μάθουμε απταίστως τα κάλαντα «Αγιος Βασίλης έρχεται απο την Καισσαρείαν...» να τα τραγουδήσουμε για να εισπράξουμε τον οβολόν, που θα τον επενδύαμε πάντοτε σε ένα τόπι για να παίζουμε τα μήλα τις μέρες της άνοιξης.
Παραμονή οι Λευκαδίτες παίζανε στις πράσινες τσόχες και κατα τις πρωινές ώρες έκαναν πάρτυ στους δρόμους αναποδογυρίζοντας ντενεκέδες και βανδαλίζοντας επι παντός επιστητού σε εξωτερικό χώρο. Το πρωί η πόλη ήταν λεηλατημένη απο την παραφορά της νύχτας.
Ανήμερα Πρωτοχρονιά, βρίσκαμε κάτω απο το μαξιλάρι το μποναμά μας απο τους γονείς. Μετα πηγαίναμε στο ξωκκλήσι του Αγίου Βασιλείου στην παλιά πόλη κι εγώ δεν κρατιόμουν απο την έκσταση του δώρου μου. Ηθελα επειγόντως να γυρίσουμε πίσω στο σπίτι να κλειστώ στο δωμάτιό μου με το νεο παιχνίδι μου να το απολαύσω. Και δεν ήθελα να μοιραστώ με κανένα αυτή την προσωπική χαρά μου.
Ομως οι συνθήκες άλλα κέλευαν. Με το που τέλειωνε η λειτουργία περίμενε έξω η Φιλαρμονική της Λευκάδας να παίξει το «Πάει ο Παλιός ο Χρόνος». Τότε η φούρια μου εξέπνεε, καθώς μου άρεσε να ακούω τα πρωτοχρονιάτικα τραγούδια μέσα απο τα πνευστά και τα κρουστά της Φιλαρμονικής μας.
Μετα τρέχαμε κυριολεκτικά στο σπίτι να ανοίξουμε την κεντρική είσοδο και να σπάσπουμε το ρόδι για Καλή Χρονιά και Ευημερία. Και ώσπου να τελειώσει αυτή η ιεροτελεστία, νάτην πάλι η Φιλαρμονική περνούσε απο τις γειτονιές να παίξει τα τραγούδια του Νέου Ετους. Παιδιά απο διάφορες γειτονιές ακολουθούσαν τους ήχους της μουσικής και γινόταν ένα μεγάλο πανηγύρι στους δρόμους της πόλης.
Εγώ είχα ιερό καθήκον να κάνω ποδαρικό στην κυρά-Λόπη που καθόταν ακριβώς απέναντι και ήταν η πιό αρχόντισσα γυναίκα της γειτονιάς. Ενώ δεν μας επέτρεπαν να πάμε ανήμερα σε άλλα σπίτια οι γονείς, υπήρχε συμφωνία να κάνω ποδαρικό στο σπιτικό των Λογοθεταίων. Κι αυτοί με γέμιζαν με ρόδια και κουραμπιέδες και καλούδια και τον πρώτο ξένον οβολόν του μποναμά.
Το μεσημέρι τελικά ξεμοναχιαζόμουν με το παιχνίδι μου, όπου εύρισκα ελεύθερο χώρο κι αφού όλοι είχαν πέσει για σιέστα. Το έπαιζα, το χάιδευα και υποσχόμουν στον εαυτό μου πως δεν θα το άφηνα να κακοπέσει και να μπεί στην κούτα με τα χαλασμένα μισά παιχνίδια μας.
Το απόγευμα πηγαίναμε στο περιβόλι στα ξαδέρφια μας τα Κακαβουλάκια κι εκεί μας έδιναν μποναμάδες οι γονείς τους κι οι δικοί μας έδιναν σ΄αυτά. Εμείς τα Φραγκουλάκια είχαμε την τύχη να παίρνουμε διπλό μποναμά επειδή η θεία Δήμητρα ήταν δασκάλα και μας έδινε κάτι έξτρα απο το μισθό της επιπλέον απο εκείνο το θείου παπα-Νίκου.
Κατα τις 7 έκανα ποδαρικό στο δεσποτικό , στο σπίτι της νονάς Ιουστίνης και του μακαριστού μητροπολίτη Δωρόθεου. Η νονά με γέμιζε γλυκά κι ένα κρυφό μποναμά. Κι ο νονός-έτσι τον έλεγα- μου έδινε ένα μεγάλο κολλαριστό κατοστάρικο, το οποίο κράδαινα με έπαρση στα υπόλοιπα ξαδέρφια. Ισως ο Νιόνιος μας να έπαιρνε κι αυτός το ανάλογο κατοστάρικο γιατί είχαμε τους ίδιους νονούς, αλλά ποτέ δεν καταδεχόταν να ανταγωνιστεί μαζί μας στους μποναμάδες γιατί ήταν μεγαλύτερος και σοβαρότερος απο εμάς.
Το βράδυ κοιμόμασταν με την Κωνσταντίνα πάντοτε αγκαλιά με το δώρο του Αη Βασίλη, ώσπου κάποιο χρόνο αργότερα ο μεγαλύτερος αδελφός μας διέλυσε την αυταπάτη αποκαλύπτοντας πως ο πατέρας τελικά είναι αυτός που τοποθετεί τα δώρα έξω απο τα δωμάτιά μας. Παρόλο που δεν ήθελα να πιστέψω τα λόγια του, ποτέ πιά δεν ξανακοιμήθηκα με δώρο αγκαλιά. Κι απ την επόμενη χρονιά διάλεγα κανονικά και φωναχτά το παιχνίδι μου ενώπιον του πατέρα δηλώνοντας σιωπηρά πως ήξερα! Κι όμως πόσο καλύτερα θάταν να μην είχα μάθει το μυστικό που αποδόμησε την παιδική μου αθωότητα!
Ευτυχισμένος ο Καινούριος Χρόνος σε όλους , με υγεία, χαρά και δημιουργικότητα!
«Aπ’ όσα έκαμα κι απ’ όσα είπα να μη ζητήσουνε να βρουν ποιός ήμουν». (Κωνσταντίνος Καβάφης)
Tuesday, December 30, 2008
Sunday, December 28, 2008
Γυάλινη Νέα Υόρκη
Οι Αρχαιολόγοι του Μέλλοντος Τί Θα Βρούν απο τη Σύγχρονη Πομπηϊα...
Απο το σημερινό ένθετο της εφημερίδας Εθνος, όπου 21 συγγραφείς γράφουν με θέμα "Οι Αρχαιολόγοι του Μέλλοντος Τί Θα Βρούν απο τη Σύγχρονη Πομπηϊα" σε ενορχήστρωση Ελένης Γκίκα-Αλεφ.
Την ευχαριστώ για την τιμή και της αφιερώνω το κείμενο με την ευχή ο Νέος Χρόνος να τη βρεί στις εξοχές, "να μη φοβάται κάπως και να μην κρυώνει λίγο" γιατί κάποιοι την αγαπούμε με γνησιότητα!
Γυάλινη Νέα Υόρκη
Της Ιουστίνης Φραγκούλη-Αργύρη
Κοιμόταν ανήσυχη, πλημμυρισμένη στον ιδρώτα.Ολη τη νύχτα έβλεπε εφιάλτες. Ηταν εκείνη η διαφήμιση με τις πολικές αρκούδες στο CNN, που έδειχνε την απελπισία τους στο Βόρειο Πόλο των λυωμένων πάγων. Τα δυό λευκά κήτη ήταν αξιοθρήνητα στη στέππα, όπου τριγυρνούσαν νηστικά, αποκομμένα απο τη συνήθη ροή της ζωής τους.
Ηταν και η άλλη είδηση πως ο κυβερνήτης των Μαλβίδων αγόρασε έκταση για να μετακομίσουν τα νησιά, όταν κάποτε στο άμεσο μέλλον, η επιφάνεια της θάλασσας θα ανέβαινε πάνω απο εκείνη της ξηράς τους κι έτσι θα βυθιζόνταν απο τη μανία ενός τσουναμιού οι άνθρωποι και οι δημιουργίες τους.
Δεν τόχε πάρει σοβαρά όλο αυτό το θέμα της οικολογικής καταστροφής, έτσι όπως ήταν βολεμένη στο πολυτελές διαμέρισμα του Μανχάτταν, με θέα το Πάρκο και το Μπόουτ Χάουζ. Η ζωή της κυλούσε με τρελλούς ρυθμούς ανάμεσα στη δικηγορική φίρμα, όπου η ίδια ανελισσόταν διαρκώς με την ικανότητά της και στα Σαββατοκύριακα, όπου έκανε τζόγκινκγ στο Πάρκο. Ενιωθε τυχερή που ζούσε τους δύο διαφορετικούς ρυθμούς της καθημερινότητάς της τόσο έντονα, φαινόταν νάχει σχεδόν κατακτήσει το όνειρο του 21ου αιώνα.
Ξαφνικά κουνήθηκε το κτίριό της σαν απο σεισμό. Κι όμως σεισμός δε συμβαίνει σε τούτο το νησί του γρανίτη, πρόλαβε να σκεφτεί. Ο πολυέλαιος άρχισε να κινείται με παραφορά , η μεγάλη πλάσμα τηλεόραση με την πεντακάθαρη οθόνη γλυστρούσε απο τον τοίχο όπου ήταν καρφωμένη, η συλλογή με τα βάζα της Costa Boda σωριαζόταν στο έδαφος. Η ίδια ζαλίστηκε απ’ τη δόνηση, έπεσε κάτω στο πάτωμα που κλονιζόταν απ΄αυτή την παράλογη δύναμη.
Αυτό είναι το τέλος συλλογίστηκε, ένα ανεξήγητο τέλος. Κι εγώ θα πεθάνω εδώ στο πολυτελές διαμέρισμα ενός γυάλινου πύργου που σωριάζεται. Ολοι θα χαθούν κάτω απο την κομματιασμένη μάζα του γυαλιού . Η Νέα Υόρκη της επιτυχίας μου θα καταρρεύσει , τίποτε δεν θ΄απομείνει ανέγγιχτο καθώς τα χιλιάδες θραύσματα θα σκορπιστούν στον αέρα . Το τέλος έρχεται με ένα τεράστιο κρότο. Τα σπίτια είναι απο γυαλί, το θέαμα προβαλλεται σε γυαλί, τα βάζα είναι γυάλινα.
Μα πώς έγινε κι όλος ο κόσμος μας χτίστηκε πάνω σε γυαλί; Και πώς απατηθήκαμε ότι ο γρανίτης δεν θα υποστεί ρήγμα; Πώς συνέβη και οικοδομήσαμε τις ζωές μας πίσω απο φιμέ τζάμια για να βλέπουμε και να μη μας θωρούνε; Πώς σηκώσαμε τείχη κι αυτά γυάλινα με τους απέναντι; Πώς ανυψώσαμε θηρία στον ορίζοντα,που σχίζουν τον ουρανό κόβοντάς τον σε φέτες;
Η βοή εντεινόταν όλο και περισσότερο, Εκλεισε τ΄αυτιά της για να προστατευθεί απ’ τον θόρυβο των πολλαπλών θραύσεων. Η τελευταία της σκέψη ήταν πως τίποτε δε θάμενε να θυμίζει την αλαζονία της πόλης στην ακμή της. Η λάβα δε θα πέτρωνε ανθρώπους στην καθημερινότητά τους, η δόνηση θα διέλυε τις τελευταίες αυταπάτες πως κάποτε εδώ υπήρξε ένας πολιτισμός. Α! το γυαλί τόσο αστραφτερό και τόσο εύθραυστο!
Απο το σημερινό ένθετο της εφημερίδας Εθνος, όπου 21 συγγραφείς γράφουν με θέμα "Οι Αρχαιολόγοι του Μέλλοντος Τί Θα Βρούν απο τη Σύγχρονη Πομπηϊα" σε ενορχήστρωση Ελένης Γκίκα-Αλεφ.
Την ευχαριστώ για την τιμή και της αφιερώνω το κείμενο με την ευχή ο Νέος Χρόνος να τη βρεί στις εξοχές, "να μη φοβάται κάπως και να μην κρυώνει λίγο" γιατί κάποιοι την αγαπούμε με γνησιότητα!
Γυάλινη Νέα Υόρκη
Της Ιουστίνης Φραγκούλη-Αργύρη
Κοιμόταν ανήσυχη, πλημμυρισμένη στον ιδρώτα.Ολη τη νύχτα έβλεπε εφιάλτες. Ηταν εκείνη η διαφήμιση με τις πολικές αρκούδες στο CNN, που έδειχνε την απελπισία τους στο Βόρειο Πόλο των λυωμένων πάγων. Τα δυό λευκά κήτη ήταν αξιοθρήνητα στη στέππα, όπου τριγυρνούσαν νηστικά, αποκομμένα απο τη συνήθη ροή της ζωής τους.
Ηταν και η άλλη είδηση πως ο κυβερνήτης των Μαλβίδων αγόρασε έκταση για να μετακομίσουν τα νησιά, όταν κάποτε στο άμεσο μέλλον, η επιφάνεια της θάλασσας θα ανέβαινε πάνω απο εκείνη της ξηράς τους κι έτσι θα βυθιζόνταν απο τη μανία ενός τσουναμιού οι άνθρωποι και οι δημιουργίες τους.
Δεν τόχε πάρει σοβαρά όλο αυτό το θέμα της οικολογικής καταστροφής, έτσι όπως ήταν βολεμένη στο πολυτελές διαμέρισμα του Μανχάτταν, με θέα το Πάρκο και το Μπόουτ Χάουζ. Η ζωή της κυλούσε με τρελλούς ρυθμούς ανάμεσα στη δικηγορική φίρμα, όπου η ίδια ανελισσόταν διαρκώς με την ικανότητά της και στα Σαββατοκύριακα, όπου έκανε τζόγκινκγ στο Πάρκο. Ενιωθε τυχερή που ζούσε τους δύο διαφορετικούς ρυθμούς της καθημερινότητάς της τόσο έντονα, φαινόταν νάχει σχεδόν κατακτήσει το όνειρο του 21ου αιώνα.
Ξαφνικά κουνήθηκε το κτίριό της σαν απο σεισμό. Κι όμως σεισμός δε συμβαίνει σε τούτο το νησί του γρανίτη, πρόλαβε να σκεφτεί. Ο πολυέλαιος άρχισε να κινείται με παραφορά , η μεγάλη πλάσμα τηλεόραση με την πεντακάθαρη οθόνη γλυστρούσε απο τον τοίχο όπου ήταν καρφωμένη, η συλλογή με τα βάζα της Costa Boda σωριαζόταν στο έδαφος. Η ίδια ζαλίστηκε απ’ τη δόνηση, έπεσε κάτω στο πάτωμα που κλονιζόταν απ΄αυτή την παράλογη δύναμη.
Αυτό είναι το τέλος συλλογίστηκε, ένα ανεξήγητο τέλος. Κι εγώ θα πεθάνω εδώ στο πολυτελές διαμέρισμα ενός γυάλινου πύργου που σωριάζεται. Ολοι θα χαθούν κάτω απο την κομματιασμένη μάζα του γυαλιού . Η Νέα Υόρκη της επιτυχίας μου θα καταρρεύσει , τίποτε δεν θ΄απομείνει ανέγγιχτο καθώς τα χιλιάδες θραύσματα θα σκορπιστούν στον αέρα . Το τέλος έρχεται με ένα τεράστιο κρότο. Τα σπίτια είναι απο γυαλί, το θέαμα προβαλλεται σε γυαλί, τα βάζα είναι γυάλινα.
Μα πώς έγινε κι όλος ο κόσμος μας χτίστηκε πάνω σε γυαλί; Και πώς απατηθήκαμε ότι ο γρανίτης δεν θα υποστεί ρήγμα; Πώς συνέβη και οικοδομήσαμε τις ζωές μας πίσω απο φιμέ τζάμια για να βλέπουμε και να μη μας θωρούνε; Πώς σηκώσαμε τείχη κι αυτά γυάλινα με τους απέναντι; Πώς ανυψώσαμε θηρία στον ορίζοντα,που σχίζουν τον ουρανό κόβοντάς τον σε φέτες;
Η βοή εντεινόταν όλο και περισσότερο, Εκλεισε τ΄αυτιά της για να προστατευθεί απ’ τον θόρυβο των πολλαπλών θραύσεων. Η τελευταία της σκέψη ήταν πως τίποτε δε θάμενε να θυμίζει την αλαζονία της πόλης στην ακμή της. Η λάβα δε θα πέτρωνε ανθρώπους στην καθημερινότητά τους, η δόνηση θα διέλυε τις τελευταίες αυταπάτες πως κάποτε εδώ υπήρξε ένας πολιτισμός. Α! το γυαλί τόσο αστραφτερό και τόσο εύθραυστο!
Saturday, December 20, 2008
Καλωσορίσατε στα Χριστούγεννά μας!
Αγαπημένοι μου μπλογκογείτονες,
Είπα αυτά τα Χριστούγεννα να σας καλέσω στο σπιτικό του βουνού για να περάσουμε μαζί τη θεϊκή αλλά δύσκολη παρέκκλιση απ΄τη ρουτίνα. Θέλω να σας φέρω στην ησυχία του χιονιού μου, να μοιραστούμε μαζί τις όμορφες εικόνες του Βορρά, που αποτελεί το απόλυτο σκηνικό για τις μέρες των Γιορτών.
Βγάλτε τις μπότες και τα πανωφόρια , καθείστε αναπαυτικά στο σαλονάκι μας και σερβιριστείτε ένα πορτό με φυστικάκια του Κεμπέκ. Η μήπως προτιμάτε ένα λικέρ τα κορίτσια;
-Παναθήναιε, μην κρίνετε αυστηρά τα μεζεδάκια μου. Πιτούλες με λουκάνικα (χωρίς παστουρμά!)και λίγο κις λορέν απο τα μέρη μας. Η μήπως ένα κομμάτι τουρτιέρ (πίτα του Κεμπέκ με άγριο κυνήγι)
-Δεσποινάριον, καθείστε στον κινέζικο καναπέ μας. Δεν είναι αναπαυτικός όσο θάπρεπε, αλλά ανήκει στην ιστορία του σπιτιού και δεν τον αλλάξαμε. Τί; να πάιξεις στο πιάνο τη Σονάτα Υπο το Σεληνόφως; Αβεκ πλεσίρ, μαντάμ. Κι ένα ορντεβράκι θα πάρεις; Σε παρακαλώ, είναι απο το Γκασγκόνι, το ωραιότερο του κόσμου!
-Μελισσούλα΄, ένα σοκολατάκι με φραμπουάζ αλά Κεμπέκ; Ελα τώρα, μή σκέφτεσαι τις θερμίδες, μια φορά το χρόνο έρχονται Χριστούγεννα. Θέλεις μόνο να κοιτάζεις τη φωτιά, αρκετό χιόνι έχεις στην Ελβετία; Εντάξει, μείνε μπροστά στο τζάκι να χουχουλίζεις μικρή μου
-Αλεφάκι μου, πώς να σε περιποιηθώ; Α! θα σε πάω κάτω στη βιβλιοθήκη να χορτάσεις με το μάτι τόνους απο βιβλία! Τί, ένα χυμό απο κράνμπερι; Μόνο αυτό; Και όλα τα βιβλία του Αλπμέρ Καμύ στην πρώτη τους έκδοση; Και τα γράμματα του Βίκτωρα Ουγκό στην Αντέλ;
-Κυκλάμινο, θα βγείς στο μπαλκόνι να δείς τη θέα; Τα χιόνια να σκεπάζουν την πλαγιά, τα έλατα και τη λίμνη; Μόνο να φορέσεις το παλτό, κασκόλ και μπότες για να μην κρυώσεις. Εξω κάνει -20
-Στράτο, Αλεξάνδρα , αγαπημένοι μου. Να σας προσφέρω ένα φοντανάκι απο την πατρίδα; Λατρεύετε το χιόνι; Να περπατήσουμε όλοι μαζί μετά στη λίμνη. Ενα λικεράκι τριαντάφυλλο για την Αλεξάνδρα κι ένα κονιάκ για σένα Στράτο.
-Γιώτα Αστοριανή, πώς να σε ευχαριστήσω με το Δημήτρη σου; Σας αρκεί η ζεστή φλόγα του τζακιού; Καθείστε τότε και πάρτε απο ένα μελομακάρονο. Μου τα έδωσε η μαμά στη Λευκάδα. Παρακαλώ, παρακαλώ.
-Γαβριήλ, τί όμορφες οι φωτογραφίες που έφερες απο την προ Κάστρο Κούβα.Θεέ μου θα μου αναστατώσεις τους επισκέπτες που ήρθαν για Χριστουγεννιάτικο τοπίο. Κρύψε τις πάραυτα. Τί; Μια γουλιά κόκκινο κρασί; Αυτό μόνο; Μου φαίνεται έχω ένα Κτήμα Χατζημιχάλη, ένα λεπτό.
-Μαγείρισσα αγαπημένη μου, δεν έπρεπε να φέρεις τόσα καλούδια , να φορτωθείς Χριστουγεννιάτικα. Πόσες συνταγές εφηύρες δηλαδή αυτές τις Γιορτές; Με κάνεις να νιώθω άβολα.
-Λένα Μαντά, είσαι τόσο πληθωρική όσο και στη γραφή σου. Γι αυτό σε λατρεύει το αναγνωστικό κοινό, επειδή γίνεσαι δική τους. Ενα ντραμπουί με πάγο; Αμέσως. Μην αρνηθείς τις λιχουδιές μας,σε παρακαλώ.
-Ντία μου, Ντία μου , αυτό κι αν ηταν έκπληξη! Να έρθεις απο το καυτό κλίμα στο παγωμένο Μόντρεαλ. Να ντυθείς ζεστά γιατί θα βγούμε έξω για βόλτα στη λίμνη και θα παγώσεις . Εδώ δεν είναι ψέυτικα τα χιόνια! Ενα κουραμπιεδάκι με μύγδαλα όλάκερα απο τη θεία Ελισάβετ; Νάι;
-Αγγελικούλα μου, Εαρινή και αισιόδοξη, είδες τί ήλιο έβγαλε για σένα στο βουνό μου; Και η Ρωμιοσύνη παίζει ολοένα στο πικάπ. Ακούς; Τον ποιητή σου τον λατρεύω , δηλαδή είμαστε μπολιασμένοι με την επική του ποίηση. Πόσο περήφανη είμαι που φέτος θα συνδιοργανώσεις τους πολλαπλούς γιορτασμούςτου. Ενα ουζάκι να μεθύσεις; Μετ' ευχαριστήσεως!
-Μερόπη μου, σ΄ευχαριστώ που με τιμάς με την παρουσία σου. Είσαι πολύτιμη και γνήσια. Σου υπόσχομαι θα σε πάω παντού στα βουνά και στην πόλη μου. Σου έχω ετοιμάσει σημειωματάκι να τα καταγράψεις όλα με το νί και με το σίγμα. Θα φάς λουκουμάδες με μέλι απο το Αθάνι Λευκάδας; Ευτυχώς, που υπάρχει και η πατρίδα μου με τα βιολογικά της προϊόντα!
-Θύμιε αγαπημένε, άφησες την οικογένεια και ήρθες; Καλώς ήρθες καλέ μου. Μου θυμίζεις τα ομορφότερα χρόνια της νιότης μου. Τί να σε κεράσω; Το ποτό της αιωνιότητας, αυτό θα σου προσφέρω. Βλέπεις τις πεταλούδες στα παράθυρα; Είναι η μικρή μας Κωσνταντίνα.
-Μάικλ,Χρήστο, Μαρία, αφήστε τις δουλειές και τα αμπαλαρίσματα. Ελάτε να παίξουμε χιονοπόλεμο με τους μπλογκογείτονες αυτά τα Χριστούγεννα. Θα πιείτε εγγνόγκ; Το έφτιαξε ο φίλος μου ο Ρός με γάλα, αυγά και λικέρ. Είναι το χριστουγεννιάτικο λικέρ. Να σας προσφέρω μπακλαβάδες βουτηγμένους στη σοκολάτα απο το Πινακτίλυ μας; Θα ξετρελλαθείτε απο τη γέυση τους!
-Νίκο Λαγκαδινέ πολυαγαπημένε, πέρνα πέρνα μέσα στο σπιτικό μας. Ξέρω πως θέλεις να βουτήξεις κατευθείαν στη βιβλιοθήκη, μα στάσου να σου προσφέρω ένα πορτό με λίγο πανετόνε απο τους Ιταλούς φίλους. Καλώς μας ώρισες, συγγνώμη που ξεχάστηκα να καταθέσω στη γιορτή σου, αλλά ήμουν στη Λευκάδα ξέρεις.
-Φωτεινούλα μου, μα μη βγαίνεις έξω στο μπαλκόνι χωρίς πανωφόρι. Θα φωτογραφίσεις αχόρταγα, το χιόνι δε χάνεται, ούτε η λίμνη, ούτε τα έλατα. Ενα κομματάκι κις λορέν για να δοκιμάσεις τις νοστιμιές μας εδώ στο γαλλικό Κεμπέκ; Και λίγο λικεράκι μπέιλις με πάγο; Ναι;
- Μπάμπη μου, έλα πέρνα μέσα. Δεν έχω τσικουδιά, αλλά μόνο ιταλική γκράπα. Να σου την προσφέρω με λουκάνικα βουτηγμένα στο άρωμα του πορτοκαλιού, που φτιάχνει με μαεστρία ο συμπατριώτης σου. Στην υγειά μας και να σε βλέπω και εν Αθήναις. Χρόνια Πολλα αγαπημένε μου φίλε, σύντεκνε.
Ελάτε κι εσείς που δεν σας κάλεσα ονομαστικά, το σπίτι μου είναι μια αγκαλιά ανοιχτή για όλους σας. Σας λατρεύω και σας ευχαριστώ έναν-έναν που μοιράζεστε μαζί μου τις ιδέες , τις εντυπώσεις, τις χαρές και τις πίκρες μου.
΄
Χρόνια Πολλά
Καλά Χριστούγεννα
Παράξενες Γιορτές
Παράξενες γιορτές
Της Ιουστίνης Φραγκούλη
Ηρθα στο Μόντρεαλ κανονικά συνετριμμένη απο τα γεγονότα της Αθήνας, που με ξένισαν αφενός για την αγριότητά τους και αφετέρου για το ετερόκλητον του πλήθους. Ακόμη μέχρι σήμερα δε μπορώ να αποτιμήσω την κατάσταση ούτε να κάνω πρόβλεψη για το άμεσο μέλλον στην πατρίδα.
Διαβάζω τις αιτιάσεις του καθηγητού Πολιτικών Επιστημών στο Πάντειο κ. Κοντογεώργη, πως η έκρηξη προέκυψε απο συσσωρευμένο θυμό για τη λειτουργία ενός κράτους που τοποθετεί τα πολιτικά και οικονομικά συμφέροντα κάποιων πάνω απο το γενικό συμφέρον. Ο καθηγητής Γιώργος Κοντογεώργης επιπλέον επισημαίνει ότι η αστυνομία είναι λίγη για να τηρήσει την τάξη, αφού οι περισσότεροι αστυνομικοί είναι φύλακες προσωπικοτήτων.
Ενα είναι σίγουρο:πως η αυθαιρεσία του αστυνομικού που αφήρεσε αναίτια της ζωή ενός έφηβου πυροδοτώντας ένα κίνημα διμαρτυρίας, ίσως νάγινε και αντικείμενο εκμετάλλευσης απο τους συνήθεις ύποπτους. Πάντως, όταν οι φασαρίες καταλλαγιάσουν, το σπίτι θα μείνει ορφανό απο το αγόρι και η μάννα θ΄αγκαλιάζει τις φωτογραφίες του. Αυτός θα είναι ο σκληρός απολογισμός της αυθαιρεσίας.
Ηρθα, λοιπόν, στο Μόντρεαλ να ακουμπήσω στην ειρηνική ζωή μου, που σκεπάζεται απο την ησυχία του χιονιού. Κι ενώ θα περίμενα να ηρεμήσω απο τις έντονες και τραυματικές εντυπώσεις των ημερών,ξαφνικά όλες μου οι αισιόδοξες αντιστάσεις κάμθηκαν απο τον καταιγισμό των διεθνών ειδήσεων που προβλέπουν δυσοίωνες προοπτικές για την οικονομία του κόσμου.
Στην Αμερική χάνονται 3000 σπίτια την ημέρα, τουτέστιν ισάριθμες οικογένειες βγαίνουν κυριολεκτικά στο δρόμο δημιουργώντας στρατιές νεόπτωχων. Οι αυτοκινητοβιομηχανίες απειλούνται να κλείσουν αφήνοντας άνεργους εκατοντάδες χιλιάδες εργατών. Οι μικρότερες επιχειρήσεις δεν αντέχουν στην διακοπή των δανείων τους απο τις τράπεζες και κηρύσσουν η μια μετα την άλλη πτώχευση.
Το ντόμινο της παραλυσίας του καπιταλιστικού συστήματος με τις παράπλευρες απώλειες είναι ήδη γεγονός. Οι φιλανθρωπικοί οργανισμοί που μέχρι χθές δεν δεχόνταν ρούχα και παιχνίδια, ξαφνικά εκλιπαρούν για ο,τιδήποτε περίσσευμα προαιρείται ο πολίτης. Εκατοντάδες χιλιάδες παιδιά στη Βόρεια Αμερική φέτος δεν θα λάβουν δώρα απο τον Αη Βασίλη τους.
Σ’ ενα ρεπορτάζ του CNN άκουσα μια δημοσιογράφο να διαβάζει το πιο συγκινητικό γράμμα ενός 6χρονου παιδιού στον Αη Βασίλη: «Αγαπητέ μου Σάντα, σε παρακαλώ φέρε δώρα στους γονείς μου και τον αδελφό μου γιατί δεν έχω χρήματα να τους αγοράσω. Δεν πειράζει, μη φέρεις τίποτε σε μένα.»
Η ατμόσφαιρα μυρίζει ανέχεια και φτώχεια αυτά τα Χριστούγεννα. Ακόμη και οι στολισμοί είναι λιγότερο εντυπωσιακοί στα εμπορικά κέντρα τούτες τις γιορτές. Ο καταναλωτικός πολιτισμός μοιάζει να κάμπτεται απο τις περιστάσεις. Η λαμπρότητα και οι φαμφαρισμοί των ημερών έχουν υποχωρήσει αισθητά.
Στο μεταξύ, στην Αθήνα οι διαδηλωτές έχουν κάψει το Χριστουγεννιάτικο δέντρο, έχουν σπάσει με βιαιότητα τις βιτρίνες , έχουν χαλάσει την εικόνα της ανενόχλητης καταναλωτικής ευωχίας. Και ο δήμαρχος επιμένει να φέρει πίσω τις γιορτές σε μια πόλη, που αιμορραγεί απο τις πληγές της βίας.
Ισως, αυτά τα Χριστούγεννα εμείς οι πολίτες του κόσμου θα πρέπει να αναλογιστούμε ποιοί είμαστε και πού οδεύουμε. Το αισιόδοξο μήνυμα της Γέννησης του Χριστού, που έχει απο καιρό υποχωρήσει μπροστά στην καταναλωτική φρενίτιδα, τους χορούς, τα στολίσματα και τα δώρα, ίσως να αποτελέσει αφορμή για σκέψεις.
Αυτές τις παράξενες γιορτές, που τίποτε δεν είναι όπως χθές, χρειαζόμαστε πνευματική άνωση, ψυχολογική στήριξη,έναν αέρα αισιοδοξίας.Και ποιός να μας τα δώσει αυτά, όταν η εκκλησία και η πολιτεία ταλανίζονται απο σκάνδαλα; Οταν το ίδιο το καπιταλιστικό σύστημα έχει προδοθεί απο τους πάπες του;
Μάλλον θα πρέπει να αναζητήσουμε την ομορφιά της προσωπικής αλήθειας μας για να σταθούμε δυνατοί απέναντι στα σημεία των καιρών, που θα σκληραίνουν όσο βαθαίνει η οικονομική και πολιτική κρίση παγκοσμίως.
Καλά Χριστούγεννα όπως και νάχει.
Της Ιουστίνης Φραγκούλη
Ηρθα στο Μόντρεαλ κανονικά συνετριμμένη απο τα γεγονότα της Αθήνας, που με ξένισαν αφενός για την αγριότητά τους και αφετέρου για το ετερόκλητον του πλήθους. Ακόμη μέχρι σήμερα δε μπορώ να αποτιμήσω την κατάσταση ούτε να κάνω πρόβλεψη για το άμεσο μέλλον στην πατρίδα.
Διαβάζω τις αιτιάσεις του καθηγητού Πολιτικών Επιστημών στο Πάντειο κ. Κοντογεώργη, πως η έκρηξη προέκυψε απο συσσωρευμένο θυμό για τη λειτουργία ενός κράτους που τοποθετεί τα πολιτικά και οικονομικά συμφέροντα κάποιων πάνω απο το γενικό συμφέρον. Ο καθηγητής Γιώργος Κοντογεώργης επιπλέον επισημαίνει ότι η αστυνομία είναι λίγη για να τηρήσει την τάξη, αφού οι περισσότεροι αστυνομικοί είναι φύλακες προσωπικοτήτων.
Ενα είναι σίγουρο:πως η αυθαιρεσία του αστυνομικού που αφήρεσε αναίτια της ζωή ενός έφηβου πυροδοτώντας ένα κίνημα διμαρτυρίας, ίσως νάγινε και αντικείμενο εκμετάλλευσης απο τους συνήθεις ύποπτους. Πάντως, όταν οι φασαρίες καταλλαγιάσουν, το σπίτι θα μείνει ορφανό απο το αγόρι και η μάννα θ΄αγκαλιάζει τις φωτογραφίες του. Αυτός θα είναι ο σκληρός απολογισμός της αυθαιρεσίας.
Ηρθα, λοιπόν, στο Μόντρεαλ να ακουμπήσω στην ειρηνική ζωή μου, που σκεπάζεται απο την ησυχία του χιονιού. Κι ενώ θα περίμενα να ηρεμήσω απο τις έντονες και τραυματικές εντυπώσεις των ημερών,ξαφνικά όλες μου οι αισιόδοξες αντιστάσεις κάμθηκαν απο τον καταιγισμό των διεθνών ειδήσεων που προβλέπουν δυσοίωνες προοπτικές για την οικονομία του κόσμου.
Στην Αμερική χάνονται 3000 σπίτια την ημέρα, τουτέστιν ισάριθμες οικογένειες βγαίνουν κυριολεκτικά στο δρόμο δημιουργώντας στρατιές νεόπτωχων. Οι αυτοκινητοβιομηχανίες απειλούνται να κλείσουν αφήνοντας άνεργους εκατοντάδες χιλιάδες εργατών. Οι μικρότερες επιχειρήσεις δεν αντέχουν στην διακοπή των δανείων τους απο τις τράπεζες και κηρύσσουν η μια μετα την άλλη πτώχευση.
Το ντόμινο της παραλυσίας του καπιταλιστικού συστήματος με τις παράπλευρες απώλειες είναι ήδη γεγονός. Οι φιλανθρωπικοί οργανισμοί που μέχρι χθές δεν δεχόνταν ρούχα και παιχνίδια, ξαφνικά εκλιπαρούν για ο,τιδήποτε περίσσευμα προαιρείται ο πολίτης. Εκατοντάδες χιλιάδες παιδιά στη Βόρεια Αμερική φέτος δεν θα λάβουν δώρα απο τον Αη Βασίλη τους.
Σ’ ενα ρεπορτάζ του CNN άκουσα μια δημοσιογράφο να διαβάζει το πιο συγκινητικό γράμμα ενός 6χρονου παιδιού στον Αη Βασίλη: «Αγαπητέ μου Σάντα, σε παρακαλώ φέρε δώρα στους γονείς μου και τον αδελφό μου γιατί δεν έχω χρήματα να τους αγοράσω. Δεν πειράζει, μη φέρεις τίποτε σε μένα.»
Η ατμόσφαιρα μυρίζει ανέχεια και φτώχεια αυτά τα Χριστούγεννα. Ακόμη και οι στολισμοί είναι λιγότερο εντυπωσιακοί στα εμπορικά κέντρα τούτες τις γιορτές. Ο καταναλωτικός πολιτισμός μοιάζει να κάμπτεται απο τις περιστάσεις. Η λαμπρότητα και οι φαμφαρισμοί των ημερών έχουν υποχωρήσει αισθητά.
Στο μεταξύ, στην Αθήνα οι διαδηλωτές έχουν κάψει το Χριστουγεννιάτικο δέντρο, έχουν σπάσει με βιαιότητα τις βιτρίνες , έχουν χαλάσει την εικόνα της ανενόχλητης καταναλωτικής ευωχίας. Και ο δήμαρχος επιμένει να φέρει πίσω τις γιορτές σε μια πόλη, που αιμορραγεί απο τις πληγές της βίας.
Ισως, αυτά τα Χριστούγεννα εμείς οι πολίτες του κόσμου θα πρέπει να αναλογιστούμε ποιοί είμαστε και πού οδεύουμε. Το αισιόδοξο μήνυμα της Γέννησης του Χριστού, που έχει απο καιρό υποχωρήσει μπροστά στην καταναλωτική φρενίτιδα, τους χορούς, τα στολίσματα και τα δώρα, ίσως να αποτελέσει αφορμή για σκέψεις.
Αυτές τις παράξενες γιορτές, που τίποτε δεν είναι όπως χθές, χρειαζόμαστε πνευματική άνωση, ψυχολογική στήριξη,έναν αέρα αισιοδοξίας.Και ποιός να μας τα δώσει αυτά, όταν η εκκλησία και η πολιτεία ταλανίζονται απο σκάνδαλα; Οταν το ίδιο το καπιταλιστικό σύστημα έχει προδοθεί απο τους πάπες του;
Μάλλον θα πρέπει να αναζητήσουμε την ομορφιά της προσωπικής αλήθειας μας για να σταθούμε δυνατοί απέναντι στα σημεία των καιρών, που θα σκληραίνουν όσο βαθαίνει η οικονομική και πολιτική κρίση παγκοσμίως.
Καλά Χριστούγεννα όπως και νάχει.
Friday, December 19, 2008
Η γνησιότητα του αγώνα
Αφιερωμένο εξαιρετικά στο επαναστατημένο Μελισσάκι για να καταλάβει τη διαφορά της γνησιότητας απο τα δήθεν
Το κείμενο μου έστειλε η αγαπημένη φίλη μου Ιωάννα Κολοβού, επίσημη βιογράφος του Μίκη Θεοδωράκη και την ευχαριστώ πολύ
ΟΙ «ΜΠΑΤΣΟΙ» (Εφημερίδα ΤΑ ΝΕΑ 18.12.2008)
Όταν πρόκειται για εθνικούς, κοινωνικούς ή ιδεολογικούς αγώνες, το μίσος είναι αναπόφευκτο, γεννιέται αυθόρμητα. Θα πρέπει όμως τουλάχιστον να κατευθύνεται προς τη σωστή κατεύθυνση.
Σήμερα παρατηρώ ότι το μίσος των μαθητών ακολουθεί ένα μονόδρομο με στόχο τους αστυνομικούς, γεγονός που κατά τη γνώμη μου τους αποπροσανατολίζει στην αναζήτηση των αληθινών συνθηκών που τους οδήγησαν στη σημερινή θέση τους μέσα στο σχολείο και μέσα στην κοινωνία. Ενώ θα πρέπει να βρουν τα αληθινά αίτια και να αποκαλύψουν τους αληθινούς ενόχους και τους πραγματικούς λόγους για όσα γίνονται γύρω τους και γενικώτερα γύρω μας, στη χώρα μας και στην οικουμένη. Έτσι μοιάζει σαν κάποιοι να τους έβαλαν παρωπίδες, ώστε η οργή τους να διοχευτευθεί σε μια ομάδα συνανθρώπων μας, τους αστυνομικούς, που όταν δεν λειτουργούν σωστά, είναι απλά πιόνια του Συστήματος, που ΑΥΤΟ είναι υπόλογο για όλα, δηλαδή για την Παιδεία αλλά και για κάθε τι που αφορά τη λειτουργία της κοινωνίας, του κράτους και των υπηρεσιών του.
Και αναφέρω εδώ το παράδειγμα της γενιάς του 1-1-4 που όσον αφορά την Παιδεία έθεσε ως στόχο το 15% του Κρατικού Προϋπολογισμού. Είδαν δηλαδή οι νέοι της εποχής εκείνης την βασική αιτία για τα χάλια της Παιδείας μας, δηλαδή το οικονομικό.
Από κει και πέρα παρ’ ό,τι τότε η ελληνική αστυνομία είχε μια καθαρά φασιστική νοοτροπία και οι εκδηλώσεις βίας σε σύγκριση με το σήμερα ήταν εκατό φορές πιο πολλές και σοβαρές από πλευράς μαζικότητας και βιαιότητας (τα νοσοκομεία ήταν γεμάτα από νέους τραυματισμένους από την αστυνομική βία της εποχής), οι πρωτοπόροι νέοι εκείνης της εποχής, βασικά φοιτητές, μπορούσαν να δουν ελεύθερα, σφαιρικά και σε βάθος. Έτσι με το 1-1-4 έθεταν ως πρώτο καθήκον τους την υπεράσπιση του Συντάγματος, δηλαδή της ελευθερίας, της δημοκρατίας και των ατομικών δικαιωμάτων. Χτυπούσαν στην καρδιά της την αντιδραστική εξουσία (θρόνο, αστυνομοκρατία, Αμερικανοκρατία). Πάλευαν για την Κύπρο και αγωνίζονταν μαζικά για την Ειρήνη. Είχαν δηλαδή μπροστά τους ανοιχτούς ορίζοντες για ό,τι πραγματικά συνέβαινε στην χώρα τους αλλά και πέρα από τη χώρα τους. Ήταν άτομα ολοκληρωμένα και ελεύθερα, αν και τότε υπήρχαν όπως και σήμερα πονηρά «κέντρα» που προσπαθούσαν να περιορίσουν την οργή τους και να την διοχετεύσουν μόνο σε ένα λούκι, για τις δικές τους επιδιώξεις. Με μια λέξη να τους αποπροσανατολίσουν, όπως γίνεται τώρα.
Και για να πάω και πιο πέρα, εμείς οι νέοι της Εθνικής Αντίστασης και του Εμφυλίου, όπου οι χωροφύλακες και η αστυνομία ήταν απέναντί μας με όπλα που ξερνούσαν ομαδικό θάνατο, είχαμε την ψυχική και πνευματική δύναμη να βλέπουμε ότι σε πολλές περιπτώσεις αυτοί που σήμερα αποκαλούνται περιφρονητικά «μπάτσοι» ήταν παιδιά σαν κι εμάς παρασυρμένα από την θύελλα των γεγονότων να κάνουν πράξεις που δεν ήθελαν. Δεν γενικεύαμε. Αντίθετα μπορούσαμε ακόμα και μέσα στις πιο κρίσιμες για μας συνθήκες να δούμε ότι δεν είναι το ίδιο όλοι και ότι ο πραγματικός ένοχος ήταν η Εξουσία, που είχε κατορθώσει να μας τυλίξει στα δίχτυα της, που έσταζαν αίμα και μίσος αδελφού προς αδελφό. Και πολλοί είχαν τότε ακόμα τη δύναμη να φωνάζουν μπροστά στο εκτελεστικό απόσπασμα πριν σκοτωθούν «Αδέρφια, πεθαίνουμε και για τη δική σας ευτυχία».
Αναγκάστηκα να γράψω αυτό το σημείωμα με αφορμή κάποια εκπομπή με αγόρια και κορίτσια 15-16 ετών, που μιλούσαν στο ίδιο ακριβώς μοτίβο, λες και κάποια αόρατη δύναμη να είχε κατευθύνει την οργή, το μίσος και την σκέψη τους μόνο προς ένα στόχο. Και μάλιστα σε μια εποχή πολύπλοκη, όπου ο κόσμος έχει μικρύνει και το έξω μπερδεύεται με το μέσα και γίνονται όλα ένα κουβάρι. Πώς θα φτάσουμε έτσι στην ΑΙΤΙΑ του Κακού; Και πώς, αν δεν γνωρίζουμε τις πραγματικές αιτίες της κρίσης, θα μπορέσουμε να βρούμε τις λύσεις που πρέπει;
Και για να γυρίσω στα τελευταία γεγονότα, ο βίαιος θάνατος ενός παιδιού αποτελεί μια μεγάλη τραγωδία. Πρώτα για τη μάνα του, τον πατέρα του, τα αδέλφια του αλλά και για όλους τους νέους και τις νέες, για όλους εμάς, για όλη την κοινωνία. Ο θύτης είναι ένας αστυνομικός. Όμως αυτό δεν σημαίνει ότι όλοι οι σημερινοί αστυνομικοί είναι θύτες. Κάτι τέτοιο όχι μόνο δεν είναι αληθινό αλλά είναι και άδικο. Και μιλάει κάποιος που γνωρίζει πολύ καλά τι θα πει αστυνομία.
Γι’ αυτό θα πρέπει να αποφεύγουμε τις γενικεύσεις, γιατί έτσι οδηγούμε τους νέους σε λάθος δρόμο. Τους κρύβουμε το δάσος της πραγματικότητας με το δέντρο μιας εικονικής πραγματικότητας.
Θα ήθελα να μπορούσα να απευθυνθώ στους σημερινούς νέους και να τους πω: Κλείστε τα αυτιά σας στις γλοιώδεις κολακείες όσων προσπαθούν ουσιαστικά να εκτονώσουν την οργή και την ενέργειά σας σε ψεύτικους στόχους απομακρύνοντάς σας από τους πραγματικούς. «Αυτούς» εξυπηρετεί να τρώμε τις σάρκες μας στρεφόμενοι ο ένας κατά του άλλου. Ο στόχος όμως δεν είναι βέβαια αυτός που έχει το μαγαζί στο κέντρο της Αθήνας και βγάζει από αυτό το ψωμί του, τα φάρμακά του, τη μόρφωση του παιδιού του, όπως οι δικοί σας γονείς. Στα Ιουλιανά, μια από τις πιο ταραγμένες εποχές της ιστορίας μας, η νεολαία κατέβαινε κατά δεκάδες χιλιάδες στους δρόμους και ποτέ δεν είχαμε την παραμικρή καταστροφή, αν και θρηνούσαμε δύο νεκρούς, τον Λαμπράκη και τον Πέτρουλα, που σκοτώθηκαν αγωνιζόμενοι για ένα καλύτερο αύριο. Περιφρουρούσαμε τον αγώνα μας και γ’ αυτό ποτέ δεν έγινε τίποτα, δεν αφήσαμε εμείς να γίνει τίποτα που να τον αμαυρώνει.
Και συγχρόνως η γενιά αυτή δημιουργούσε. Ίσως ποτέ άλλοτε στη νεότερη ιστορία μας δεν είχαμε τόσα έργα σε όλους τους τομείς, ποίηση, λογοτεχνία, μουσική, σε όλες τις τέχνες, που έγιναν όπλο του αγώνα της νεολαίας, από ανθρώπους νέους που αγωνιζόταν και δημιουργούσαν.
ΒΓΑΛΤΕ ΤΙΣ ΚΟΥΚΟΥΛΕΣ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΚΟΥΚΟΥΛΟΦΟΡΟΥΣ. Μην τους επιτρέπετε να στιγματίζουν τον αγώνα σας. Τι θα πει «κουκούλα»; Ο πραγματικός αγωνιστής και επαναστάτης ούτε ντρέπεται ούτε φοβάται να δείξει το πρόσωπό του. Μην αφήνετε να σπιλώνουν τη μνήμη του Αλέξανδρου συνδέοντας το πρόσωπό του και το όνομά του με εικόνες φρίκης. Είναι σαν να τον σκοτώνουν για άλλη μια φορά.
ΑΝΟΙΞΤΕ ΔΡΟΜΟΥΣ. Αντισταθείτε στα εύκολα που τόσο ύπουλα βάζουν μπροστά σας προσπαθώντας να σας ξεγελάσουν ότι είναι δήθεν δικές σας επιλογές. Πάρτε τη ζωή στα χέρια σας και προχωρήστε μπροστά.
ΘΕΤΙΚΑ ΚΑΙ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΑ!
Αθήνα, 17.12.2008
Μίκης Θεοδωράκης
Το κείμενο μου έστειλε η αγαπημένη φίλη μου Ιωάννα Κολοβού, επίσημη βιογράφος του Μίκη Θεοδωράκη και την ευχαριστώ πολύ
ΟΙ «ΜΠΑΤΣΟΙ» (Εφημερίδα ΤΑ ΝΕΑ 18.12.2008)
Όταν πρόκειται για εθνικούς, κοινωνικούς ή ιδεολογικούς αγώνες, το μίσος είναι αναπόφευκτο, γεννιέται αυθόρμητα. Θα πρέπει όμως τουλάχιστον να κατευθύνεται προς τη σωστή κατεύθυνση.
Σήμερα παρατηρώ ότι το μίσος των μαθητών ακολουθεί ένα μονόδρομο με στόχο τους αστυνομικούς, γεγονός που κατά τη γνώμη μου τους αποπροσανατολίζει στην αναζήτηση των αληθινών συνθηκών που τους οδήγησαν στη σημερινή θέση τους μέσα στο σχολείο και μέσα στην κοινωνία. Ενώ θα πρέπει να βρουν τα αληθινά αίτια και να αποκαλύψουν τους αληθινούς ενόχους και τους πραγματικούς λόγους για όσα γίνονται γύρω τους και γενικώτερα γύρω μας, στη χώρα μας και στην οικουμένη. Έτσι μοιάζει σαν κάποιοι να τους έβαλαν παρωπίδες, ώστε η οργή τους να διοχευτευθεί σε μια ομάδα συνανθρώπων μας, τους αστυνομικούς, που όταν δεν λειτουργούν σωστά, είναι απλά πιόνια του Συστήματος, που ΑΥΤΟ είναι υπόλογο για όλα, δηλαδή για την Παιδεία αλλά και για κάθε τι που αφορά τη λειτουργία της κοινωνίας, του κράτους και των υπηρεσιών του.
Και αναφέρω εδώ το παράδειγμα της γενιάς του 1-1-4 που όσον αφορά την Παιδεία έθεσε ως στόχο το 15% του Κρατικού Προϋπολογισμού. Είδαν δηλαδή οι νέοι της εποχής εκείνης την βασική αιτία για τα χάλια της Παιδείας μας, δηλαδή το οικονομικό.
Από κει και πέρα παρ’ ό,τι τότε η ελληνική αστυνομία είχε μια καθαρά φασιστική νοοτροπία και οι εκδηλώσεις βίας σε σύγκριση με το σήμερα ήταν εκατό φορές πιο πολλές και σοβαρές από πλευράς μαζικότητας και βιαιότητας (τα νοσοκομεία ήταν γεμάτα από νέους τραυματισμένους από την αστυνομική βία της εποχής), οι πρωτοπόροι νέοι εκείνης της εποχής, βασικά φοιτητές, μπορούσαν να δουν ελεύθερα, σφαιρικά και σε βάθος. Έτσι με το 1-1-4 έθεταν ως πρώτο καθήκον τους την υπεράσπιση του Συντάγματος, δηλαδή της ελευθερίας, της δημοκρατίας και των ατομικών δικαιωμάτων. Χτυπούσαν στην καρδιά της την αντιδραστική εξουσία (θρόνο, αστυνομοκρατία, Αμερικανοκρατία). Πάλευαν για την Κύπρο και αγωνίζονταν μαζικά για την Ειρήνη. Είχαν δηλαδή μπροστά τους ανοιχτούς ορίζοντες για ό,τι πραγματικά συνέβαινε στην χώρα τους αλλά και πέρα από τη χώρα τους. Ήταν άτομα ολοκληρωμένα και ελεύθερα, αν και τότε υπήρχαν όπως και σήμερα πονηρά «κέντρα» που προσπαθούσαν να περιορίσουν την οργή τους και να την διοχετεύσουν μόνο σε ένα λούκι, για τις δικές τους επιδιώξεις. Με μια λέξη να τους αποπροσανατολίσουν, όπως γίνεται τώρα.
Και για να πάω και πιο πέρα, εμείς οι νέοι της Εθνικής Αντίστασης και του Εμφυλίου, όπου οι χωροφύλακες και η αστυνομία ήταν απέναντί μας με όπλα που ξερνούσαν ομαδικό θάνατο, είχαμε την ψυχική και πνευματική δύναμη να βλέπουμε ότι σε πολλές περιπτώσεις αυτοί που σήμερα αποκαλούνται περιφρονητικά «μπάτσοι» ήταν παιδιά σαν κι εμάς παρασυρμένα από την θύελλα των γεγονότων να κάνουν πράξεις που δεν ήθελαν. Δεν γενικεύαμε. Αντίθετα μπορούσαμε ακόμα και μέσα στις πιο κρίσιμες για μας συνθήκες να δούμε ότι δεν είναι το ίδιο όλοι και ότι ο πραγματικός ένοχος ήταν η Εξουσία, που είχε κατορθώσει να μας τυλίξει στα δίχτυα της, που έσταζαν αίμα και μίσος αδελφού προς αδελφό. Και πολλοί είχαν τότε ακόμα τη δύναμη να φωνάζουν μπροστά στο εκτελεστικό απόσπασμα πριν σκοτωθούν «Αδέρφια, πεθαίνουμε και για τη δική σας ευτυχία».
Αναγκάστηκα να γράψω αυτό το σημείωμα με αφορμή κάποια εκπομπή με αγόρια και κορίτσια 15-16 ετών, που μιλούσαν στο ίδιο ακριβώς μοτίβο, λες και κάποια αόρατη δύναμη να είχε κατευθύνει την οργή, το μίσος και την σκέψη τους μόνο προς ένα στόχο. Και μάλιστα σε μια εποχή πολύπλοκη, όπου ο κόσμος έχει μικρύνει και το έξω μπερδεύεται με το μέσα και γίνονται όλα ένα κουβάρι. Πώς θα φτάσουμε έτσι στην ΑΙΤΙΑ του Κακού; Και πώς, αν δεν γνωρίζουμε τις πραγματικές αιτίες της κρίσης, θα μπορέσουμε να βρούμε τις λύσεις που πρέπει;
Και για να γυρίσω στα τελευταία γεγονότα, ο βίαιος θάνατος ενός παιδιού αποτελεί μια μεγάλη τραγωδία. Πρώτα για τη μάνα του, τον πατέρα του, τα αδέλφια του αλλά και για όλους τους νέους και τις νέες, για όλους εμάς, για όλη την κοινωνία. Ο θύτης είναι ένας αστυνομικός. Όμως αυτό δεν σημαίνει ότι όλοι οι σημερινοί αστυνομικοί είναι θύτες. Κάτι τέτοιο όχι μόνο δεν είναι αληθινό αλλά είναι και άδικο. Και μιλάει κάποιος που γνωρίζει πολύ καλά τι θα πει αστυνομία.
Γι’ αυτό θα πρέπει να αποφεύγουμε τις γενικεύσεις, γιατί έτσι οδηγούμε τους νέους σε λάθος δρόμο. Τους κρύβουμε το δάσος της πραγματικότητας με το δέντρο μιας εικονικής πραγματικότητας.
Θα ήθελα να μπορούσα να απευθυνθώ στους σημερινούς νέους και να τους πω: Κλείστε τα αυτιά σας στις γλοιώδεις κολακείες όσων προσπαθούν ουσιαστικά να εκτονώσουν την οργή και την ενέργειά σας σε ψεύτικους στόχους απομακρύνοντάς σας από τους πραγματικούς. «Αυτούς» εξυπηρετεί να τρώμε τις σάρκες μας στρεφόμενοι ο ένας κατά του άλλου. Ο στόχος όμως δεν είναι βέβαια αυτός που έχει το μαγαζί στο κέντρο της Αθήνας και βγάζει από αυτό το ψωμί του, τα φάρμακά του, τη μόρφωση του παιδιού του, όπως οι δικοί σας γονείς. Στα Ιουλιανά, μια από τις πιο ταραγμένες εποχές της ιστορίας μας, η νεολαία κατέβαινε κατά δεκάδες χιλιάδες στους δρόμους και ποτέ δεν είχαμε την παραμικρή καταστροφή, αν και θρηνούσαμε δύο νεκρούς, τον Λαμπράκη και τον Πέτρουλα, που σκοτώθηκαν αγωνιζόμενοι για ένα καλύτερο αύριο. Περιφρουρούσαμε τον αγώνα μας και γ’ αυτό ποτέ δεν έγινε τίποτα, δεν αφήσαμε εμείς να γίνει τίποτα που να τον αμαυρώνει.
Και συγχρόνως η γενιά αυτή δημιουργούσε. Ίσως ποτέ άλλοτε στη νεότερη ιστορία μας δεν είχαμε τόσα έργα σε όλους τους τομείς, ποίηση, λογοτεχνία, μουσική, σε όλες τις τέχνες, που έγιναν όπλο του αγώνα της νεολαίας, από ανθρώπους νέους που αγωνιζόταν και δημιουργούσαν.
ΒΓΑΛΤΕ ΤΙΣ ΚΟΥΚΟΥΛΕΣ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΚΟΥΚΟΥΛΟΦΟΡΟΥΣ. Μην τους επιτρέπετε να στιγματίζουν τον αγώνα σας. Τι θα πει «κουκούλα»; Ο πραγματικός αγωνιστής και επαναστάτης ούτε ντρέπεται ούτε φοβάται να δείξει το πρόσωπό του. Μην αφήνετε να σπιλώνουν τη μνήμη του Αλέξανδρου συνδέοντας το πρόσωπό του και το όνομά του με εικόνες φρίκης. Είναι σαν να τον σκοτώνουν για άλλη μια φορά.
ΑΝΟΙΞΤΕ ΔΡΟΜΟΥΣ. Αντισταθείτε στα εύκολα που τόσο ύπουλα βάζουν μπροστά σας προσπαθώντας να σας ξεγελάσουν ότι είναι δήθεν δικές σας επιλογές. Πάρτε τη ζωή στα χέρια σας και προχωρήστε μπροστά.
ΘΕΤΙΚΑ ΚΑΙ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΑ!
Αθήνα, 17.12.2008
Μίκης Θεοδωράκης
Tuesday, December 16, 2008
Οταν η Αβάνα με βρήκε στο χιονισμένο μου τοπίο
Σήμερα το Αλεφ- η κατα κόσμον κριτικός λογοτεχνίας Ελένη Γκίκα μου έκανε ένα αγαπητικό δώρο. Ανάρτησε το κείμενο για το Ημερολόγιο Αβάνας, που τόσο γενναιόδωρα είχε καταθέσει στο Κυριακάτικο Εθνος αρχές του φθινοπώρου.
Την Αλεφ την είδα στο χάπενινγκ του νηπιακού σταθμού των Νουβάντα , αλλά είχα προλάβει να βρεθώ μαζί της λίγο νωρίτερα σε μια παρουσίαση βιβλίου όπου κατέθεσε την καλοβαλμένη εμπεριστατωμένη κριτική της.
Τα κορίτσια ξεφύγαμε απο το πλήθος της γιορτής μετα το πέρας της παρουσίασης και πήγαμε κατα προτροπή της Ελένης στο υπέροχο και κλασικό εστιατόριο Ιντεάλ της Πανεπιστημίου, που δεν έχει αλλάξει την κουζίνα του απο τα φοιτητικά μου χρόνια. Αψογη ελληνική κουζίνα με αέρα Λευκάδας καθώς το κλασικό αθηναϊκο εστιατόριο ανήκει στους αδελφούςΒλασσόπουλους απο τον Αγιο Πέτρο.
Απολαύσαμε χορταράκια , σαλάτες και μοναδικά πιάτα, που συνδυάζουν την κοσμολίτικη ελαφριά μεσογειακή κουζίνα με τις ελληνικές γεύσεις. Προσωπικά καταβροχθισα ένα απίθανο γαλακτομπούρεκο (η μεγάλη αμαρτία του ταξιδιού μου) και η Ελένη απόλαυσε μια γαλλικού στύλ κρέμ μπρουλέ.
Μιλήσαμε για όλα και προπάντων για τα λογοτεχνικά δρώμενα της χώρας μας. Εκείνη είχε ένα αγαπητικό λόγο για όλα τα κείμενα που περιέρχονται στην ανάγνωσή της. Κι επιτέλους έχει την ελευθερία, το θάρρος και τη μαγκιά να δηλώνει πως δεν διαβάζει βιβλία που δεν της αρέσουν. Και επιλέγει να παρουσιάζει στις στήλες της βιβλία που αγάπησε αναδεικνύνοντας τις αρετές τους.
Αυτή είναι η Ελένη Γκίκα , μια μεγάλη αγκαλιά για τους Ελληνες λογοτέχνες. Σπάνια στη λογοτεχνική αγορά, αδέκαστη απο τους συσχετισμούς και την έπαρση (που θα μπορούσε να γεννήσει η φύση της δουλειάς της). Συγκρίνοντάς το μεγαλείο της με το γένος άλλων κριτικών, καταθέτω τον ταπεινό θαυμασμό μου για εκείνη. Και νιώθω πως στην εποχή μας, όπου όλα παίζονται στο βωμό των εντυπώσεων, υπάρχουν ακόμη άνθρωποι που λατρεύουν τα κείμενα και τα βιβλία και τους συγγραφείς. Και προσπαθούν να τα αποτιμήσουν στο μέγιστο δυνατόν.
Είμαι τυχερή που σε γνωρίζω όλο και περισσότερο Ελένη, που τυχαίνω της δικής σου κριτικής. Είμαστε τυχεροί όλοι οι συγγραφείς, που υπάρχει μια μεγάλη αγκαλιά για μάς στην Αθήνα. Κι όταν καταθέτεις τις δικές σου συγγραφές, εκεί αναγνωρίζω το βάθος και τον πλούτο της καρδιάς και του μυαλού σου.
Σε ευχαριστώ.
Ιουστίνη
Την Αλεφ την είδα στο χάπενινγκ του νηπιακού σταθμού των Νουβάντα , αλλά είχα προλάβει να βρεθώ μαζί της λίγο νωρίτερα σε μια παρουσίαση βιβλίου όπου κατέθεσε την καλοβαλμένη εμπεριστατωμένη κριτική της.
Τα κορίτσια ξεφύγαμε απο το πλήθος της γιορτής μετα το πέρας της παρουσίασης και πήγαμε κατα προτροπή της Ελένης στο υπέροχο και κλασικό εστιατόριο Ιντεάλ της Πανεπιστημίου, που δεν έχει αλλάξει την κουζίνα του απο τα φοιτητικά μου χρόνια. Αψογη ελληνική κουζίνα με αέρα Λευκάδας καθώς το κλασικό αθηναϊκο εστιατόριο ανήκει στους αδελφούςΒλασσόπουλους απο τον Αγιο Πέτρο.
Απολαύσαμε χορταράκια , σαλάτες και μοναδικά πιάτα, που συνδυάζουν την κοσμολίτικη ελαφριά μεσογειακή κουζίνα με τις ελληνικές γεύσεις. Προσωπικά καταβροχθισα ένα απίθανο γαλακτομπούρεκο (η μεγάλη αμαρτία του ταξιδιού μου) και η Ελένη απόλαυσε μια γαλλικού στύλ κρέμ μπρουλέ.
Μιλήσαμε για όλα και προπάντων για τα λογοτεχνικά δρώμενα της χώρας μας. Εκείνη είχε ένα αγαπητικό λόγο για όλα τα κείμενα που περιέρχονται στην ανάγνωσή της. Κι επιτέλους έχει την ελευθερία, το θάρρος και τη μαγκιά να δηλώνει πως δεν διαβάζει βιβλία που δεν της αρέσουν. Και επιλέγει να παρουσιάζει στις στήλες της βιβλία που αγάπησε αναδεικνύνοντας τις αρετές τους.
Αυτή είναι η Ελένη Γκίκα , μια μεγάλη αγκαλιά για τους Ελληνες λογοτέχνες. Σπάνια στη λογοτεχνική αγορά, αδέκαστη απο τους συσχετισμούς και την έπαρση (που θα μπορούσε να γεννήσει η φύση της δουλειάς της). Συγκρίνοντάς το μεγαλείο της με το γένος άλλων κριτικών, καταθέτω τον ταπεινό θαυμασμό μου για εκείνη. Και νιώθω πως στην εποχή μας, όπου όλα παίζονται στο βωμό των εντυπώσεων, υπάρχουν ακόμη άνθρωποι που λατρεύουν τα κείμενα και τα βιβλία και τους συγγραφείς. Και προσπαθούν να τα αποτιμήσουν στο μέγιστο δυνατόν.
Είμαι τυχερή που σε γνωρίζω όλο και περισσότερο Ελένη, που τυχαίνω της δικής σου κριτικής. Είμαστε τυχεροί όλοι οι συγγραφείς, που υπάρχει μια μεγάλη αγκαλιά για μάς στην Αθήνα. Κι όταν καταθέτεις τις δικές σου συγγραφές, εκεί αναγνωρίζω το βάθος και τον πλούτο της καρδιάς και του μυαλού σου.
Σε ευχαριστώ.
Ιουστίνη
Tuesday, December 9, 2008
Ανεξήγητες ταραχές
Της Ιουστίνης Φραγκούλη
Βρισκόμουν στη Λευκάδα όταν ξέσπασαν οι ταραχές στην Αθήνα και παραμένει αδιευκρίνιστο στο νού μου πώς ακριβώς συνέβηκε ο θάνατος του 15χρονου Αλέξανδρου. Περισσότερο με απασχολεί το πώς βρέθηκε ο Αλέξανδρος στο χώρο των Εξαρχείων, καθώς όλοι μιλούν για ένα παιδί της αστικής τάξης, που δεν έδειχνε να είναι οπαδός της βίας και της αναρχίας.
Απο το Σάββατο τη νύχτα η Αθήνα, η Θεσσαλονίκη, η Πάτρα και όλες οι μεγάλες πόλεις έγιναν έρμαια κάποιων ομάδων διαμαρτυρόμενων, που άλλοι τους καταγράφουν ως κουκουλοφόρους κι άλλοι ως απηυδησμένους διαδηλωτές.
Η επιστροφή μου στην Αθήνα με έφερε αντιμέτωπη με την ωμή βία στους δρόμους της πόλης. Το διαμέρισμά μας επι της λεωφόρου Βασ. Κωνσταντίνου είχε πνιγεί απο τα δακρυγόνα των αστυνομικών ή και των διαδηλωτών. Αγριεμένοι νεαροί κυκλοφορούσαν στους δρόμους σπάζοντας τζάμια και πετώντας κάδους σκουπιδιών στη μέση της λεωφόρου. Κάποιοι έβγαλαν πυροσβεστήρες σκορπίζοντας δηλητήριο στην ατμόσφαιρα.
Στην πόλη ούρλιαζαν τα πυροσβεστικά οχήματα, τα αστυνομικά και τα ασθενοφόρα που έτρεχαν σε διάφορα σημεία της κρίσης. Παρακαλουθούσα τηλεόραση και παρατηρούσα πως υπήρχαν ομάδες αστυνομικών με ασπίδες και γκλόμπς στους χώρους των διαδηλωτών. Οι κουκουλοφόροι- μια ομάδα δηλαδή- έκαιγαν ανενόχλητοι, έσπαζαν τζάμια, πετούσαν πέτρες με μανία και οι αστυνομικοί ήταν αμέτοχοι στην καταστροφή. Οταν ξέφευγε κανένας νεαρός έπεφταν πάνω του όλοι οι αστυνομικοί σαπίζοντάς τον με τα γκλόμπς.
Στο μεταξύ γενικευόταν η ανταρσία , ενώ η κυβέρνηση δήλωνε απουσία. Το έλλειμμα του οργανωμένου κράτους ήταν ολοφάνερο. Στη Θεσσαλονίκη, την Πάτρα, τα Χανιά και τις μεγάλες πόλεις ανεξέλεγκτοι νεαροί άναβαν φωτιές στα καταστήματα, κατέστρεφαν τις περιουσίες του κόσμου προκαλώντας τη δημόσια οργή.
Η κηδεία του νεαρού Αλέξανδρου προσήλκυσε τεράστια πλήθη μαθητών και καθηγητών.Το βουβό κλάμμα της μητέρας του καθώς και τα λόγια της ότι καμιά υποδειγματική τιμωρία δεν μπορεί να ξαναφέρει πίσω το παιδί της, ήταν η αξιοπρεπέστερη στιγμή της όλης τραγωδίας.
Οι άναρχοι διαδηλωτές έκαψαν το μεγάλο χριστουγεννιάτικο δέντρο στην πλατεία Συντάγματος, προσθέτοντας πένθος στο ήδη πένθιμο σκηνικό της πρωτεύουσας. Η πλατεία Συντάγματος, η οδός Πανεπιστημίου, η λεωφόρος Συγγρού, τα Εξάρχεια, θύμιζαν σήμερα πυρπολημένο τόπο. Ο φόβος ήταν ζωγραφισμένος στα μάτια των πολιτών, που έμοιαζαν απορημένοι με τα γεγονότα.
Τί ήταν αυτή η έκρηξη ανα τις πόλεις της Ελλάδας; Οργή λαού για τον άδικο θάνατο του Αλέξανδρου; Προσπάθεια για αποσταθεροποίηση της χώρας; Και απο ποιά κέντρα οργανωμένη; Μια ευκαιρία για πολιτική αντιπαράθεση εναντίον μιας κυβέρνησης που παραπαίει μέσα στα σκάνδαλα και τις καταχρήσεις;
Προσωπικά δεν μπορώ να εξάγω συμπεράσματα, γιατί όλη αυτή κινητοποίηση απ΄άκρη σ΄άκρη της Ελλάδας, μου φαίνεται πολύ οργανωμένη για να προέρχεται απο τις ομάδες απλών κουκουλοφόρων ή απο έκρηξη νεανικής οργής. Και η καταστροφή της περιουσίας των ανθρώπων ή των συμβόλων του πολιτισμού μας, κι αυτή δεν μου μοιάζει για κίνημα διαμαρτυρίας.
Μετράω και ξαναμετράω τα δεδομένα και δε μου βγαίνει η εξίσωση. Πάντως, ένα είναι σίγουρο, πως πολιτικοί και δημοσιογράφοι ασελγούν στη μνήμη του Αλέξανδρου χρησιμοποιώντας τον ως αιτιατόν για να πούν ο καθένας τα ασυνάρτητα δικά του. Γίνονται ενοχλητικοί με τη δοκησισοφία τους και με την έπαρση του ξερολισμού τους για μια φορά ακόμη.
Παρα τις προειδοποιήσεις σήμερα υπό ηλιόλουστο ουρανό περπάτησα στην Αθήνα της καταστροφής. Και πέρασα απο τη λαμπερή Ακρόπολη να μου γιατρέψει τις πληγές της αηδίας για το ανύπαρκτο κράτος και της δυσπιστίας για τους ανερμάτιστους πολίτες του. Ευτυχώς που εκείνη εξακολουθεί να λάμπει απείραχτη απο τις κατευθυνόμενες επιθέσεις στο κλεινόν άστυ!
Βρισκόμουν στη Λευκάδα όταν ξέσπασαν οι ταραχές στην Αθήνα και παραμένει αδιευκρίνιστο στο νού μου πώς ακριβώς συνέβηκε ο θάνατος του 15χρονου Αλέξανδρου. Περισσότερο με απασχολεί το πώς βρέθηκε ο Αλέξανδρος στο χώρο των Εξαρχείων, καθώς όλοι μιλούν για ένα παιδί της αστικής τάξης, που δεν έδειχνε να είναι οπαδός της βίας και της αναρχίας.
Απο το Σάββατο τη νύχτα η Αθήνα, η Θεσσαλονίκη, η Πάτρα και όλες οι μεγάλες πόλεις έγιναν έρμαια κάποιων ομάδων διαμαρτυρόμενων, που άλλοι τους καταγράφουν ως κουκουλοφόρους κι άλλοι ως απηυδησμένους διαδηλωτές.
Η επιστροφή μου στην Αθήνα με έφερε αντιμέτωπη με την ωμή βία στους δρόμους της πόλης. Το διαμέρισμά μας επι της λεωφόρου Βασ. Κωνσταντίνου είχε πνιγεί απο τα δακρυγόνα των αστυνομικών ή και των διαδηλωτών. Αγριεμένοι νεαροί κυκλοφορούσαν στους δρόμους σπάζοντας τζάμια και πετώντας κάδους σκουπιδιών στη μέση της λεωφόρου. Κάποιοι έβγαλαν πυροσβεστήρες σκορπίζοντας δηλητήριο στην ατμόσφαιρα.
Στην πόλη ούρλιαζαν τα πυροσβεστικά οχήματα, τα αστυνομικά και τα ασθενοφόρα που έτρεχαν σε διάφορα σημεία της κρίσης. Παρακαλουθούσα τηλεόραση και παρατηρούσα πως υπήρχαν ομάδες αστυνομικών με ασπίδες και γκλόμπς στους χώρους των διαδηλωτών. Οι κουκουλοφόροι- μια ομάδα δηλαδή- έκαιγαν ανενόχλητοι, έσπαζαν τζάμια, πετούσαν πέτρες με μανία και οι αστυνομικοί ήταν αμέτοχοι στην καταστροφή. Οταν ξέφευγε κανένας νεαρός έπεφταν πάνω του όλοι οι αστυνομικοί σαπίζοντάς τον με τα γκλόμπς.
Στο μεταξύ γενικευόταν η ανταρσία , ενώ η κυβέρνηση δήλωνε απουσία. Το έλλειμμα του οργανωμένου κράτους ήταν ολοφάνερο. Στη Θεσσαλονίκη, την Πάτρα, τα Χανιά και τις μεγάλες πόλεις ανεξέλεγκτοι νεαροί άναβαν φωτιές στα καταστήματα, κατέστρεφαν τις περιουσίες του κόσμου προκαλώντας τη δημόσια οργή.
Η κηδεία του νεαρού Αλέξανδρου προσήλκυσε τεράστια πλήθη μαθητών και καθηγητών.Το βουβό κλάμμα της μητέρας του καθώς και τα λόγια της ότι καμιά υποδειγματική τιμωρία δεν μπορεί να ξαναφέρει πίσω το παιδί της, ήταν η αξιοπρεπέστερη στιγμή της όλης τραγωδίας.
Οι άναρχοι διαδηλωτές έκαψαν το μεγάλο χριστουγεννιάτικο δέντρο στην πλατεία Συντάγματος, προσθέτοντας πένθος στο ήδη πένθιμο σκηνικό της πρωτεύουσας. Η πλατεία Συντάγματος, η οδός Πανεπιστημίου, η λεωφόρος Συγγρού, τα Εξάρχεια, θύμιζαν σήμερα πυρπολημένο τόπο. Ο φόβος ήταν ζωγραφισμένος στα μάτια των πολιτών, που έμοιαζαν απορημένοι με τα γεγονότα.
Τί ήταν αυτή η έκρηξη ανα τις πόλεις της Ελλάδας; Οργή λαού για τον άδικο θάνατο του Αλέξανδρου; Προσπάθεια για αποσταθεροποίηση της χώρας; Και απο ποιά κέντρα οργανωμένη; Μια ευκαιρία για πολιτική αντιπαράθεση εναντίον μιας κυβέρνησης που παραπαίει μέσα στα σκάνδαλα και τις καταχρήσεις;
Προσωπικά δεν μπορώ να εξάγω συμπεράσματα, γιατί όλη αυτή κινητοποίηση απ΄άκρη σ΄άκρη της Ελλάδας, μου φαίνεται πολύ οργανωμένη για να προέρχεται απο τις ομάδες απλών κουκουλοφόρων ή απο έκρηξη νεανικής οργής. Και η καταστροφή της περιουσίας των ανθρώπων ή των συμβόλων του πολιτισμού μας, κι αυτή δεν μου μοιάζει για κίνημα διαμαρτυρίας.
Μετράω και ξαναμετράω τα δεδομένα και δε μου βγαίνει η εξίσωση. Πάντως, ένα είναι σίγουρο, πως πολιτικοί και δημοσιογράφοι ασελγούν στη μνήμη του Αλέξανδρου χρησιμοποιώντας τον ως αιτιατόν για να πούν ο καθένας τα ασυνάρτητα δικά του. Γίνονται ενοχλητικοί με τη δοκησισοφία τους και με την έπαρση του ξερολισμού τους για μια φορά ακόμη.
Παρα τις προειδοποιήσεις σήμερα υπό ηλιόλουστο ουρανό περπάτησα στην Αθήνα της καταστροφής. Και πέρασα απο τη λαμπερή Ακρόπολη να μου γιατρέψει τις πληγές της αηδίας για το ανύπαρκτο κράτος και της δυσπιστίας για τους ανερμάτιστους πολίτες του. Ευτυχώς που εκείνη εξακολουθεί να λάμπει απείραχτη απο τις κατευθυνόμενες επιθέσεις στο κλεινόν άστυ!
Sunday, December 7, 2008
Η γιορτή του πατερούλη
Ο παιδικός μου φίλος πατήρ Ιωάννης Λάζαρης, ο σεβασμιότατος μητροπολίτης Λευκάδος και Ιθάκης κ. Θεόφιλος και ο πατερούλης παπα-Νίκος Φραγκούλης
Ο Τέντ, ο πατήρ Ιωάννης και ο σεβασμιότατος κ. Θεόφιλος
Ο σεβασμιότατος κ. Θεόφιλος, ο πατερούλης και ο ανηψιός μας Γιώργος,απόφοιτος ιερατικής σχολής
Θα ήθελα να έγραφα μια έκθεση με θέμα: "Ποιά ήταν η πιό ευτυχισμένη μέρα των παιδικών μου χρόνων» και κάπως έτσι θα το πήγαινα.
Η πιό χαρούμενη μέρα των παιδικών και νεανικών μου χρόνων ήταν η γιορτή του πατέρα μου παπα-Νικόλα Φραγκούλη. Η μαμά ετοίμαζε απο μήνα το σπιτικό μας, έστρωνε τα χειμωνιάτικα χαλιά στη Λευκάδα, που άρχιζε να χειμωνιάζει. Το σαλόνι λαμποκοπούσε απο καθαριότητα περιμένοντας τους καλεσμένους.
Επι μια εβδομάδα η μαμά ετοίμαζε τα νηστήσιμα γλυκά της γιορτής, μπακλαβάδες ρολό χωρίς βούτυρο και λευκαδίτικη λαδόπιτα και παρέτασσε τα λικεράκια για τις κυρίες των επισκέψεων στην ξύλινη σερβάντα.
Η Κωνσταντίνα κι εγώ ράβαμε τα γιορτινά φουστάνια μας (και για τα Χριστούγεννα επι τη ευκαιρία) στην επίσημη μοδίστρα μας τη δεσποινίδα Τσία και κλέβαμε ώρες απο το σχολείο για να ετοιμασθούμε να σερβίρουμε τους καλεσμένους.
Απο το σπίτι μας περνούσαν ορδές ενοριτών, που ερχόνταν με τα ποτά τους ή τα γλυκάκια τους να ευχηθούν στον εφημέριό τους. Η μικρή μου αδελφή κι εγώ ανάλαφρες σερβίραμε πρώτα τα σοκολατάκια. Μετα το πρώτο πεντάλεπτο ρωτούσαμε αν θάθελαν να πιούν κάτι. Οι ντελικάτες κυρίες έπαιρναν ένα λικεράκι και οι σκληρότεροι κύριοι προτιμούσαν το βερμουτάκι της εποχής με ξηρούς καρπούς.
Οι κυρίες συνήθως αρνούνταν να φάνε γλυκό- είχαν βλέπεις τόσες επισκέψεις απόψε στην πόλη!- και το προτιμούσαν τυλιγμένο στο σελοφάν. Και οι κύριοι αρνούνταν ακόμη και να το πάρουν στο σελοφάν (δεν ήταν τόσο αντρικό στύλ!)
Τότε εμείς τρέχαμε να φέρουμε το δίσκο με τα τυλιγμένα γλυκά ( τα είχαμε τυλίξει τα κορίτσια με τόση αγάπη και τόση πολυλογία τα βράδυα μετα το διάβασμα). Ημασταν τόσο ευτυχισμένες που βοηθούσαμε τη μαμά στη γιορτή του πατέρα, που γινόταν τόσο ευτυχισμένος με τον κόσμο και τα πηγαινέλα.
Εμείς τα κορίτσια μετρούσαμε τους καλεσμένους και βγάζαμε τη σούμα μετα το πέρας της γιορτής. Κι ο αδελφός μας κορόιδευε και ζητούσε άδεια να φάει κι άλλα κι άλλα γλυκά και σοκολατάκια, αφού η βραδυά το επέτρεπε λόγω πανηγύρεως. Ετρωγε και τα δικά μας μέσα στη γενική αναμπουμπούλα.
Στα φοιτητικά μας χρόνια πάντοτε γυρνούσαμε στη Λευκάδα για να συμμετέχουμε στη γιορτή του πατέρα. Κι όταν η Κωνσταντίνα έφυγε, έκλεισε το κεφάλαιο γιορτή απο το σπιτικό μας.
Φέτος, βρεθήκαμε στη γιορτή του πατέρα παπα-Νίκου στη Λευκάδα. Δεν δεχθήκαμε επισκέψεις, μόνο το νέο μητροπολίτη Λευκάδος και Ιθάκης Θεόφιλο που ήρθε μετα του πατρός Ιωάννη να μας ευχηθούν με καθαρή καρδιά . Ο πατέρας μου ευχαριστήθηκε τις παρουσίες και η μητέρα μου δάκρυζε κάθε λεπτό. Μετά πήγαμε στην Κωνσταντίνα να της πούμε ένα αγαπητικό χαιρετισμό.
Ελπίζω να ξαναβρεθώ και του χρόνου στη γιορτή του πατέρα μου. Εξακολουθεί να είναι η πιό γλυκειά μέρα μου κι ας τη βαραίνει η σκιά της απουσίας. Εύχομαι να αξιώνομαι να βρίσκω τον πατερούλη και τη μαννούλα καλά έστω και υπο το πέπλο του αιώνιου πένθους μας.
Ιουστίνη
Wednesday, December 3, 2008
Καληνύχτα Μαργαρίτα
Τη γνώρισα μέσα απο την πένθιμη λογοτεχνία της. Και τη λάτρεψα μέσα απο την ταπεινή ανθρώπινη παραδοχή της πως έπασχε απο κατάθλιψη, μια ψυχική ασθένεια-ταμπού για τους Ελληνες.
Η Μαργαρίτα Καραπάνου έφυγε και πέταξε προς τα ουράνια απελευθερώνοντας τον εαυτό της που αλυσοδέθηκε απο τις κρίσεις της κατάθλιψης σε μια ζωή φοβική. Η μεγάλη ελληνίδα λογοτέχνις απαλλάχθηκε ταυτόχρονα απο την οδυνηρή και επαναλαμβανόμενη αναφορά προς τη μητέρα της, επίσης εξαιρετική συγγραφέα Μαργαρίτα Λυμπεράκη.
Θα πίστευε κανείς πως ήταν ευλογημένη να ζήσει απο τα μικράτα της τη μεταπολεμική λογοτεχνική σκηνή στην άνθισή της: Αθήνα-Παρίσι. Κι όμως αυτή η εμπειρία έγινε η θηλειά στο λαιμό της ευαίσθητης γυναίκας πηγαινοφέρνοντάς την στα άδυτα της καταθλιπτικής νέυρωσης.
Τώρα εκείνη έφυγε αφήνοντας πίσω της ένα λογοτεχνικό θησαυρό για του νεότερους Ελληνες αλλά και μια παρακαταθήκη βοήθειας για τους πάσχοντες απο τη μανιοκατάθλιψη.
Καληνύχτα Μαργαρίτα, θα σε σκεφτόμαστε με αγάπη, αυτήν που τόσο απελπισμένα αναζήτησες στη ζωή σου.
Ιουστίνη Φραγκούλη
Η Αλεφ-Ελένη Γκίκα έχει γράψει ένα καταπληκτικό αφιέρωμα για τη Μαργαρίτα Καραπάνου
Ενα βιογραφικό της απο την εφημερίδα ΤΟ ΕΘΝΟΣ
«Ο Θεός ήτανε κουρασμένος». Ηταν η πρώτη φράση του «Υπνοβάτη», του καλύτερου βιβλίου της Μαργαρίτας Καραπάνου και ενός από τα σημαντικότερα μυθιστορήματα της σύγχρονης ελληνικής πεζογραφίας. Η Μαργαρίτα Καραπάνου, μία μελαγχολική και ιδιότυπη συγγραφέας, με έντονα τα ψυχολογικά και ψυχαναλυτικά στοιχεία στο έργο της, σιώπησε.
Αφησε χθες την τελευταία της πνοή στην εντατική του Γενικού Κρατικού Νοσοκομείου της Αθήνας, σε ηλικία 62 ετών, από εγκεφαλικό. Εισήχθη στο νοσοκομείο με σοβαρά επιβαρημένους τους πνεύμονές της.
Μία κοσμοπολίτισσα, μία όμορφη γυναίκα, μία φανατική καπνίστρια, με μία σχέση πάθους, ίσως και μίσους, με τη μητέρα της, την επίσης συγγραφέα Μαργαρίτα Λυμπεράκη, ήταν η Μαργαρίτα Καραπάνου.
«Επιθυμία για επιθυμίες. Η Ελλάδα. Και έπειτα να σταθώ στα πόδια μου μόνη μου. Να με ανακαλύψω για να με χάσω. Ποτέ δεν με ανακάλυψα για να με χάσω, να μπορέσω να με ξεχάσω, δηλαδή να αντικρύσω και να αγαπήσω τους άλλους», γράφει το '67, σε ηλικία μόλις 21 ετών.
Το διαβάζουμε στο τελευταίο της βιβλίο «Η ζωή είναι αγρίως απίθανη» που κυκλοφόρησε, πριν μπει στην εντατική, από την «Ωκεανίδα».
Εδώ η Καραπάνου σαν μια τελευταία κατάθεση δημοσιοποιεί τα ημερολόγια που κρατούσε επί 20 χρόνια μεταξύ '59 και '79 (από 13-33 ετών) από το Παρίσι, όπου ζούσε με τη μητέρα της μέχρι να γράψει τον «Υπνοβάτη».
Επίσης, λίγες ημέρες πριν από το τέλος, η Καραπάνου έβγαλε στο φως και τις επιστολές της μητέρας της προς αυτήν (εκδόσεις Καστανιώτη). Η κηδεία της θα γίνει την Παρασκευή, στο Α' Νεκροταφείο, γύρω στις 3 το μεσημέρι (η ώρα δεν έχει ορισθεί ακόμη ακριβώς).
Η Μαργαρίτα Καραπάνου γεννήθηκε στην Αθήνα το 1946. Μεγάλωσε στην Ελλάδα και στη Γαλλία, όπου ακολούθησε τη μητέρα της, συγγραφέα Μαργαρίτα Λυμπεράκη, σε ηλικία 13 ετών.
Σπούδασε κινηματογράφο στο Παρίσι και εργάστηκε ως νηπιαγωγός στην Αθήνα.
Εκανε έναν σύντομο γάμο. Τα πρώτα βιβλία της «Η Κασσάνδρα και ο Λύκος», «Ο υπνοβάτης» και το «Rien ne va plus» εκδόθηκαν στην Ελλάδα και μεταφράστηκαν στις ΗΠΑ, Γαλλία, Αγγλία, Σουηδία, Ισραήλ, Γερμανία, Ολλανδία και Ιταλία.
Σημαντικοί συγγραφείς, όπως ο Τζον Απνταϊκ τη συγκρίνουν με τον Προυστ, τον Κοζίνσκι, τον Κάρολ, τον Μπέκετ και τον Κάφκα. Μάλιστα ο Απνταϊκ σε επιστολή του συμπληρώνει: «Εσείς όμως έχετε βρει εδώ (Η Κασσάνδρα και ο Λύκος) μιαν αλήθεια, που κανένας απ' αυτούς τους τρεις συγγραφείς δεν έπιασε».
«Ο Υπνοβάτης» τιμήθηκε το 1988, στο Παρίσι, με το «Βραβείο του καλύτερου ξένου μυθιστορήματος», βραβείο που έχει δοθεί σε συγγραφείς όπως ο Λόρενς Ντάρελ, ο Μπόρχες, ο Μάρκες και άλλοι.
Η Μαργαρίτα Καραπάνου έγραψε ακόμα τα έργα «Ναι», «Lee και Lou», «Μαμά», «Μήπως;».
Η Μαργαρίτα Καραπάνου έφυγε και πέταξε προς τα ουράνια απελευθερώνοντας τον εαυτό της που αλυσοδέθηκε απο τις κρίσεις της κατάθλιψης σε μια ζωή φοβική. Η μεγάλη ελληνίδα λογοτέχνις απαλλάχθηκε ταυτόχρονα απο την οδυνηρή και επαναλαμβανόμενη αναφορά προς τη μητέρα της, επίσης εξαιρετική συγγραφέα Μαργαρίτα Λυμπεράκη.
Θα πίστευε κανείς πως ήταν ευλογημένη να ζήσει απο τα μικράτα της τη μεταπολεμική λογοτεχνική σκηνή στην άνθισή της: Αθήνα-Παρίσι. Κι όμως αυτή η εμπειρία έγινε η θηλειά στο λαιμό της ευαίσθητης γυναίκας πηγαινοφέρνοντάς την στα άδυτα της καταθλιπτικής νέυρωσης.
Τώρα εκείνη έφυγε αφήνοντας πίσω της ένα λογοτεχνικό θησαυρό για του νεότερους Ελληνες αλλά και μια παρακαταθήκη βοήθειας για τους πάσχοντες απο τη μανιοκατάθλιψη.
Καληνύχτα Μαργαρίτα, θα σε σκεφτόμαστε με αγάπη, αυτήν που τόσο απελπισμένα αναζήτησες στη ζωή σου.
Ιουστίνη Φραγκούλη
Η Αλεφ-Ελένη Γκίκα έχει γράψει ένα καταπληκτικό αφιέρωμα για τη Μαργαρίτα Καραπάνου
Ενα βιογραφικό της απο την εφημερίδα ΤΟ ΕΘΝΟΣ
«Ο Θεός ήτανε κουρασμένος». Ηταν η πρώτη φράση του «Υπνοβάτη», του καλύτερου βιβλίου της Μαργαρίτας Καραπάνου και ενός από τα σημαντικότερα μυθιστορήματα της σύγχρονης ελληνικής πεζογραφίας. Η Μαργαρίτα Καραπάνου, μία μελαγχολική και ιδιότυπη συγγραφέας, με έντονα τα ψυχολογικά και ψυχαναλυτικά στοιχεία στο έργο της, σιώπησε.
Αφησε χθες την τελευταία της πνοή στην εντατική του Γενικού Κρατικού Νοσοκομείου της Αθήνας, σε ηλικία 62 ετών, από εγκεφαλικό. Εισήχθη στο νοσοκομείο με σοβαρά επιβαρημένους τους πνεύμονές της.
Μία κοσμοπολίτισσα, μία όμορφη γυναίκα, μία φανατική καπνίστρια, με μία σχέση πάθους, ίσως και μίσους, με τη μητέρα της, την επίσης συγγραφέα Μαργαρίτα Λυμπεράκη, ήταν η Μαργαρίτα Καραπάνου.
«Επιθυμία για επιθυμίες. Η Ελλάδα. Και έπειτα να σταθώ στα πόδια μου μόνη μου. Να με ανακαλύψω για να με χάσω. Ποτέ δεν με ανακάλυψα για να με χάσω, να μπορέσω να με ξεχάσω, δηλαδή να αντικρύσω και να αγαπήσω τους άλλους», γράφει το '67, σε ηλικία μόλις 21 ετών.
Το διαβάζουμε στο τελευταίο της βιβλίο «Η ζωή είναι αγρίως απίθανη» που κυκλοφόρησε, πριν μπει στην εντατική, από την «Ωκεανίδα».
Εδώ η Καραπάνου σαν μια τελευταία κατάθεση δημοσιοποιεί τα ημερολόγια που κρατούσε επί 20 χρόνια μεταξύ '59 και '79 (από 13-33 ετών) από το Παρίσι, όπου ζούσε με τη μητέρα της μέχρι να γράψει τον «Υπνοβάτη».
Επίσης, λίγες ημέρες πριν από το τέλος, η Καραπάνου έβγαλε στο φως και τις επιστολές της μητέρας της προς αυτήν (εκδόσεις Καστανιώτη). Η κηδεία της θα γίνει την Παρασκευή, στο Α' Νεκροταφείο, γύρω στις 3 το μεσημέρι (η ώρα δεν έχει ορισθεί ακόμη ακριβώς).
Η Μαργαρίτα Καραπάνου γεννήθηκε στην Αθήνα το 1946. Μεγάλωσε στην Ελλάδα και στη Γαλλία, όπου ακολούθησε τη μητέρα της, συγγραφέα Μαργαρίτα Λυμπεράκη, σε ηλικία 13 ετών.
Σπούδασε κινηματογράφο στο Παρίσι και εργάστηκε ως νηπιαγωγός στην Αθήνα.
Εκανε έναν σύντομο γάμο. Τα πρώτα βιβλία της «Η Κασσάνδρα και ο Λύκος», «Ο υπνοβάτης» και το «Rien ne va plus» εκδόθηκαν στην Ελλάδα και μεταφράστηκαν στις ΗΠΑ, Γαλλία, Αγγλία, Σουηδία, Ισραήλ, Γερμανία, Ολλανδία και Ιταλία.
Σημαντικοί συγγραφείς, όπως ο Τζον Απνταϊκ τη συγκρίνουν με τον Προυστ, τον Κοζίνσκι, τον Κάρολ, τον Μπέκετ και τον Κάφκα. Μάλιστα ο Απνταϊκ σε επιστολή του συμπληρώνει: «Εσείς όμως έχετε βρει εδώ (Η Κασσάνδρα και ο Λύκος) μιαν αλήθεια, που κανένας απ' αυτούς τους τρεις συγγραφείς δεν έπιασε».
«Ο Υπνοβάτης» τιμήθηκε το 1988, στο Παρίσι, με το «Βραβείο του καλύτερου ξένου μυθιστορήματος», βραβείο που έχει δοθεί σε συγγραφείς όπως ο Λόρενς Ντάρελ, ο Μπόρχες, ο Μάρκες και άλλοι.
Η Μαργαρίτα Καραπάνου έγραψε ακόμα τα έργα «Ναι», «Lee και Lou», «Μαμά», «Μήπως;».
Sunday, November 30, 2008
Ο υγρός χρόνος ενός Σαββάτου
Της Ιουστίνης Φραγκούλη
Ξύπνησα αργά το Σάββατο σε μια Αθήνα υγρή απο τη βροχούλα. Είχα συνεννοηθεί να βρεθούμε με τη συνάδελφο Ελένη Γκίκα και την Αγγελική Κώττη στη χριστουγεννιάτικη φωτογράφιση του Εθνους για τα βιβλία, που θα γινόταν σε ένα παιδικό σταθμό στο κέντρο της Αθήνας.
Ημουν βαρειά απο τον καιρό, αλλά και γεμάτη περιέργεια για το πώς θα εξελισσόταν το απόγευμα σε ένα βρεφονηπαικό σταθμό. Ομως η βιάση μου να δώ την Ελένη και την Αγγελικούλα ήταν μεγαλύτερη απο τις ενστάσεις μου.
Ετσι, έφτασα με το αδιάβροχο και την ομπρέλα εν μέση Ιπποκράτους και Λασκάρεως σε ένα νεοκλασσικό κτίριο , που μου έκοψε την ανάσα απο την αρχοντιά του. Μπήκα μέσα και με υποδέχτηκε η Ελένη με το βελούδινο βλέμμα και την απερντοσύνη της καρδιάς της. Ηδη το βλέμμα μου περιπλανιόταν στο ψηλοτάβανο χόλ το στολισμένο με τα παλιά αθηναϊκια πλακάκια, ενώ οι πλουμιστοί πολυέλαιοι καθώς και τα έντονα χρώματα στους τοίχους με είχαν απορροφήσει.
Οι δύο οικοδεσπότες του παιδικού σταθμού, ο Γιάννης και η Ντανιέλα ήρθαν να με καλωσορίσουν μετα τις συστάσεις της Ελένης. Με αληθινά χαμόγελα στα χείλη (απ΄αυτά που σπανίζουν στις μέρες μας) κατέκτησαν αμέσως την καρδιά μου. Η Αγγελική ωραιότερη και κομψότερη απο ποτέ με ένα πλατύ ανοιχτό γέλιο με αγκάλιασε μετα απο πολλά χρόνια. Και πιο δίπλα ο Αύγουστος Κορτώ με το ατημέλητο στυλάκι, έμοιαζε να ανήκει στους μόνιμους θαμώνες αυτού του παιδικού σταθμού.
Στη μεγάλη αίθουσα τη στολισμένη με το Χριστουγεννιάτικο δέντρο είχαν απλωθεί τα βιβλία για τις γιορτές και ο φωτογράφος του Εθνους προσπαθούσε να πείσει τα πιτσιρίκια να χαμογελάσουν για να τους τραβήξει όμορφες φωτογραφίες. Αλλα έτρεχαν απο δώ, άλλα έπαιζαν απο κεί, γινόταν μια γλυκειά ζούγκλα. Η μόνη που υπάκουε σε κάθε κέλευσμα ήταν η Νεφέλη, η κόρη των ιδιοκτητών Γιάννη και Ντανιέλλας, που παρα τα τρία χρόνια της έμοιαζε να νιώθει την ευθύνη της οικοδεσποσύνης της.
Για τη Νεφέλη είχα ακούσει πολλά απο τη νονά της την Ελένη, αλλά η προσωπικότητά της ήταν πάνω απο τις περιγραφές. Εντυπωσιασκή με το αστράς (απο το άστρα) φούξια φουστάνι της, παρα την κούραση , μοίραζε χαμόγελα και υπομονή στο χώρο. Είναι απο αυτά τα παιδιά, που πατούν στα ποδαράκια τους με ολάκερες τις πατουσίτσες τους, που ακούνε και σέβονται την παρέα. Συνεννοήσιμη και γλυκειά, ώριμη και συνεργάσιμη, με κατέκτησε με την ηρεμία της και την αγόγγυστη υπομονή της.
Η πληθωρική Τασία, μόνιμη Νταρντανιάν της Ελένης, ήταν αυτή που με έπεισε να συνεχίσω το απόγευμα με την παρέα (παρόλο που περίμενα επισκέψεις στο σπίτι) στον πολυχώρο της Αγκυρας.Αλλο που δεν ήθελα να ψηθώ για να συναντήσω την Αναστασία Παπαδημητρίου και την οικογένειά της, οικοδεσπότες των πιό ωραίων σαββατιάτικων πρωινών στο κέντρο της Αθήνας.
Η Αναστασία μας περιποιήθηκε με τα χεράκια της μαμάς, προσφέροντας καλούδια που εκείνη είχε μαγειρέψει με τα πιό αγνά υλικά. Κι απάνω στην άιθουσα εκδηλώσεων η ορχήστρα του Ναχμία άρχισε να παίζει τραγούδια του Σουγιούλ, κομμάτια νοσταλγικά που παρέπεμπαν σε μια εποχή νομπιλιτάς αισθημάτων και τρόπων, που πιά δεν υπάρχει στις μέρες μας.
Το υγρό Σαββατιάτικο απογευματάκι γέμισε απο σπιτικές γεύσεις, όμορφες κουβέντες, μελωδικές μουσικές και κοριτσίστικη παρέα. Τις φίλησα μια-μια , την Ελένη, την Αγγελική , την Αναστασία, την Τασία και έφυγα ανώρως για να συναντήσω τους επισκέπτες μου. Τί ωραία να ξανασμίγεις με φίλους, να γνωρίζεις καινούριους ανθρώπους, που ξέρεις πως έκανες κλίκ εκεί στις πολύχρωμες αίθουσες ενός παιδικού σταθμού!
Η Ελένη Γκίκα-Αλεφ και ο Αύγουστος Κορτώ καταδιασκέδασαν τα καθικάκια του υπέροχου παιδικού σταθμού, που έχει υψηλή αισθητική σε όλους του χώρους
Η Αγγελική Κώττη, ο Γιάννης, και η Ντανιέλα με τον Αύγουστο Κορτώ περιβάλλουν τη Νεφέλη σε τρυφερό στιγμιότυπο με τη νονά της Αλεφ.Στην άκρη η Τασία της Ελένης.
Η ιδια οικογενειακή φωτογραφία τραβηγμένη αυτή τη φορά απο την Αγγελική Κώττη, γνωστή και ως Εαρινή Συμφωνία
Ξύπνησα αργά το Σάββατο σε μια Αθήνα υγρή απο τη βροχούλα. Είχα συνεννοηθεί να βρεθούμε με τη συνάδελφο Ελένη Γκίκα και την Αγγελική Κώττη στη χριστουγεννιάτικη φωτογράφιση του Εθνους για τα βιβλία, που θα γινόταν σε ένα παιδικό σταθμό στο κέντρο της Αθήνας.
Ημουν βαρειά απο τον καιρό, αλλά και γεμάτη περιέργεια για το πώς θα εξελισσόταν το απόγευμα σε ένα βρεφονηπαικό σταθμό. Ομως η βιάση μου να δώ την Ελένη και την Αγγελικούλα ήταν μεγαλύτερη απο τις ενστάσεις μου.
Ετσι, έφτασα με το αδιάβροχο και την ομπρέλα εν μέση Ιπποκράτους και Λασκάρεως σε ένα νεοκλασσικό κτίριο , που μου έκοψε την ανάσα απο την αρχοντιά του. Μπήκα μέσα και με υποδέχτηκε η Ελένη με το βελούδινο βλέμμα και την απερντοσύνη της καρδιάς της. Ηδη το βλέμμα μου περιπλανιόταν στο ψηλοτάβανο χόλ το στολισμένο με τα παλιά αθηναϊκια πλακάκια, ενώ οι πλουμιστοί πολυέλαιοι καθώς και τα έντονα χρώματα στους τοίχους με είχαν απορροφήσει.
Οι δύο οικοδεσπότες του παιδικού σταθμού, ο Γιάννης και η Ντανιέλα ήρθαν να με καλωσορίσουν μετα τις συστάσεις της Ελένης. Με αληθινά χαμόγελα στα χείλη (απ΄αυτά που σπανίζουν στις μέρες μας) κατέκτησαν αμέσως την καρδιά μου. Η Αγγελική ωραιότερη και κομψότερη απο ποτέ με ένα πλατύ ανοιχτό γέλιο με αγκάλιασε μετα απο πολλά χρόνια. Και πιο δίπλα ο Αύγουστος Κορτώ με το ατημέλητο στυλάκι, έμοιαζε να ανήκει στους μόνιμους θαμώνες αυτού του παιδικού σταθμού.
Στη μεγάλη αίθουσα τη στολισμένη με το Χριστουγεννιάτικο δέντρο είχαν απλωθεί τα βιβλία για τις γιορτές και ο φωτογράφος του Εθνους προσπαθούσε να πείσει τα πιτσιρίκια να χαμογελάσουν για να τους τραβήξει όμορφες φωτογραφίες. Αλλα έτρεχαν απο δώ, άλλα έπαιζαν απο κεί, γινόταν μια γλυκειά ζούγκλα. Η μόνη που υπάκουε σε κάθε κέλευσμα ήταν η Νεφέλη, η κόρη των ιδιοκτητών Γιάννη και Ντανιέλλας, που παρα τα τρία χρόνια της έμοιαζε να νιώθει την ευθύνη της οικοδεσποσύνης της.
Για τη Νεφέλη είχα ακούσει πολλά απο τη νονά της την Ελένη, αλλά η προσωπικότητά της ήταν πάνω απο τις περιγραφές. Εντυπωσιασκή με το αστράς (απο το άστρα) φούξια φουστάνι της, παρα την κούραση , μοίραζε χαμόγελα και υπομονή στο χώρο. Είναι απο αυτά τα παιδιά, που πατούν στα ποδαράκια τους με ολάκερες τις πατουσίτσες τους, που ακούνε και σέβονται την παρέα. Συνεννοήσιμη και γλυκειά, ώριμη και συνεργάσιμη, με κατέκτησε με την ηρεμία της και την αγόγγυστη υπομονή της.
Η πληθωρική Τασία, μόνιμη Νταρντανιάν της Ελένης, ήταν αυτή που με έπεισε να συνεχίσω το απόγευμα με την παρέα (παρόλο που περίμενα επισκέψεις στο σπίτι) στον πολυχώρο της Αγκυρας.Αλλο που δεν ήθελα να ψηθώ για να συναντήσω την Αναστασία Παπαδημητρίου και την οικογένειά της, οικοδεσπότες των πιό ωραίων σαββατιάτικων πρωινών στο κέντρο της Αθήνας.
Η Αναστασία μας περιποιήθηκε με τα χεράκια της μαμάς, προσφέροντας καλούδια που εκείνη είχε μαγειρέψει με τα πιό αγνά υλικά. Κι απάνω στην άιθουσα εκδηλώσεων η ορχήστρα του Ναχμία άρχισε να παίζει τραγούδια του Σουγιούλ, κομμάτια νοσταλγικά που παρέπεμπαν σε μια εποχή νομπιλιτάς αισθημάτων και τρόπων, που πιά δεν υπάρχει στις μέρες μας.
Το υγρό Σαββατιάτικο απογευματάκι γέμισε απο σπιτικές γεύσεις, όμορφες κουβέντες, μελωδικές μουσικές και κοριτσίστικη παρέα. Τις φίλησα μια-μια , την Ελένη, την Αγγελική , την Αναστασία, την Τασία και έφυγα ανώρως για να συναντήσω τους επισκέπτες μου. Τί ωραία να ξανασμίγεις με φίλους, να γνωρίζεις καινούριους ανθρώπους, που ξέρεις πως έκανες κλίκ εκεί στις πολύχρωμες αίθουσες ενός παιδικού σταθμού!
Η Ελένη Γκίκα-Αλεφ και ο Αύγουστος Κορτώ καταδιασκέδασαν τα καθικάκια του υπέροχου παιδικού σταθμού, που έχει υψηλή αισθητική σε όλους του χώρους
Η Αγγελική Κώττη, ο Γιάννης, και η Ντανιέλα με τον Αύγουστο Κορτώ περιβάλλουν τη Νεφέλη σε τρυφερό στιγμιότυπο με τη νονά της Αλεφ.Στην άκρη η Τασία της Ελένης.
Η ιδια οικογενειακή φωτογραφία τραβηγμένη αυτή τη φορά απο την Αγγελική Κώττη, γνωστή και ως Εαρινή Συμφωνία
Monday, November 24, 2008
Γιώτα και Γαβριήλ, δυό λογοτέχνες της Αμερικάνικης Διασποράς
Της Ιουστίνης Φραγκούλη
Τους γνώρισα στην Αστόρια, όπου ήμουν προσκεκλημένη συγγραφέας της πολυεθνικής έκθεσης βιβλίου τον περασμένο Οκτώβρη. Και ήρθαν εκεί μετα απο ειδοποίηση του φίλου Στράτου Δουκάκη (τί υπέροχος σύνδεσμος ο Μηθυμναίος μας!) να γνωριστούμε απο κοντά και να τα πούμε ως λογοτέχνες της Διασποράς.
Τον Γαβριήλ Παναγιωσούλη τον ήξερα ήδη απο το βιβλίο του Αχ! Νάξερα και με είχε εντυπωσιάσει απο τότε η αφηγηματική του δεινότητα αλλά και η εμπειρική καταγραφή του βιωματικού πεδίου του με ένα τρόπο ναίφ γι αυτό και γνήσιο.Στην έκθεση κατέφθασε με τον πλούτο των πολλών βιβλίων του.
Η Γιώτα Στρατή ήρθε με τον άνδρα της Δημήτρη και μου έφερε τα υπέροχα μικρά βιβλιαράκια της. Αρχόντισσα πραγματική στο λόγο και στη σκέψη. Μια κυρία των Ελληνικών Γραμμάτων, που αν ζούσε στην πατρίδα θα γνώριζε μεγάλης αποδοχής.
Διάβασα τα θεατρικά της έργα «Ο καταποντισμός της Αρχαίας Ελίκης», « Σαπφώ η Λέσβια Ιέρεια της Αγάπης» , «Συριανές Αγάπες» καθώς και την ποιητική της συλλογή «Εννέα Εντολές και Μια Αγέννητη». Εμεινα εκστατική με το βάθος των γνώσεων, την υπέροχη ιστορική της διαδρομή στα αρχαιοελληνικά κείμενα, την αναψηλάφηση των συμβολισμών μέσα απο τις αιώνιες ρήσεις. Κι ακόμη με το λυρισμό των ποιημάτων της, την αισιόδοξη ματιά της αλλά και το σαρκαστικό χιούμορ της στην κωμωδία «Συριανές Αγάπες»
Η Γιώτα Στρατή με μια βαθειά και ουσιαστική γνώση των αρχαιοελληνικών κειμένων αλλά και της ελληνικής γλώσσας στην υψηλότερη διάστασή της με έκανε ν΄αναρρωτιέμαι πώς τέτοια αληθινά ταλέντα χάνοται στη λήθη και την μακρότητα της ξενης γής. Πρόκειται για μια λογοτένιδα, άξια σύζυγο και μητέρα, που έκανε άξονα ζωής της συγγραφή αντλώντας τα θέματά της απο τις πιό αυθεντικές στιγμές του ελληνικού πολιτισμού και της γλώσσας μας.
Και το κυριότερο, μέσα απο την τριβή της με την ομογένεια της Αμερικής προσπάθησε να μεταφέρει αυτή την αιώνια δάδα του ελληνικού πνεύματος στη νέα γενιά των Ελλήνων προσαρμόζοντας τα περισσότερα έργα της σε θεατρικές παραστάσεις. Εργο μεγάλο και αναξιολόγητο σε όλες του τις διαστάσεις απο τις ντόπιες αρχές της ομογένειας ή απο τα Ελληνικά υπουργεία Πολτισμού και Παιδείας, είμαι σίγουρη.
Ο Γαβριήλ Παναγιωσούλης απο την άλλη δεν διακρίνεται για τη βαθειά γνώση του περι ελληνικού λόγου. Οταν μου παρέδωσε κάποια απο τα βιβλία του, μου ζήτησε να παραβλέψω τυχόν ανορθογραφίες με ένα σεμνό και γλυκό τρόπο.
Ομως μέσα απο τα πεζά κείμενά του στα βιβλία «Στέλιος ο Ελληνας», «Ο Αστροναύτης των Τροπικών», «Ο καθρέφτης και η ομίχλη» προκύπτει ένα αληθινό αφηγηματικό ταλέντο, που μεταφέρει σε εικόνες τον πλούτο των εμπειριών της περιπλάνησης του ναυτικού αλλά και του μετανάστη του μαγικού νοτιοαμερικάνικου νότου.
Ο Γαβριήλ Παναγιωσούλης συνθέτει εικόνες υγρές, πένθιμες, γιορταστικές σαν αυτές του Μάρκες με μια ιδιαίτερα απλή αλλά παραστατική γραφή, που εμβάλλει στην ατμόσφαιρα της Νότιας Αμερικής τον ανυποψίαστο αναγνώστη.
Η θάλασσα, οι γυναίκες, ο εφήμερος έρωτας, οι ναυτικοί και οι συνευρέσεις τους αποτελούν αγαπημένα του θέματα. Αλλά και η νοσταλγία για την πατρίδα Κεφαλλονιά , η αδικία της οικογένειας, η αλύπητη γραφειοκρατία της πατρίδας, η αβόλευτη ζωή του μετανάστη, η διαρκής οδύσσεια στς χώρες του κόσμου, τα συναπαντήματα με πατριώτες και άλλους ολότελα ξένους είναι τα λιμάνια της λογοτεχνικής αναζήτησης.
Ο Γαβριήλ Παναγιωσούλης αβέβαιος για τη γλωσσική αρτιότητα, δίνει έμφαση στις εικόνες, τα συναισθήματα, αυτοβιογραφούμενος στα περισσότερα κείμενα. Ισως γι αυτό ο λόγος του να είναι τόσο διαυγής χωρίς προσπόιηση καμιά. Ισως γι αυτό η λογοτεχνική ιστορία θα τον κατατάξει στους ασυμβίβαστους μοναχικούς ταξιδευτές της πένας.
Πάντως, τόσο η σοφιστικέ γλώσσα της Γιώτας Στρατή που πατάει γερά στα κλασικά στερεότυπα του ελληνικού λόγου, όσο και η αφηγηματική μαεστρία του Γαβριήλ Παναγιωσούλη, μου κράτησαν υπέροχη συντροφιά στις μελαγχολικές φθινοπωρινές μέρες του Μόντρεαλ.
Αγαπητοί λογοτέχνες της Αμερικάνικης Διασποράς είμαι ευτυχής που σας γνώρισα κι ευτυχέστερη που σας διάβασα λέξη-λέξη, σελίδα-σελίδα.
Τους γνώρισα στην Αστόρια, όπου ήμουν προσκεκλημένη συγγραφέας της πολυεθνικής έκθεσης βιβλίου τον περασμένο Οκτώβρη. Και ήρθαν εκεί μετα απο ειδοποίηση του φίλου Στράτου Δουκάκη (τί υπέροχος σύνδεσμος ο Μηθυμναίος μας!) να γνωριστούμε απο κοντά και να τα πούμε ως λογοτέχνες της Διασποράς.
Τον Γαβριήλ Παναγιωσούλη τον ήξερα ήδη απο το βιβλίο του Αχ! Νάξερα και με είχε εντυπωσιάσει απο τότε η αφηγηματική του δεινότητα αλλά και η εμπειρική καταγραφή του βιωματικού πεδίου του με ένα τρόπο ναίφ γι αυτό και γνήσιο.Στην έκθεση κατέφθασε με τον πλούτο των πολλών βιβλίων του.
Η Γιώτα Στρατή ήρθε με τον άνδρα της Δημήτρη και μου έφερε τα υπέροχα μικρά βιβλιαράκια της. Αρχόντισσα πραγματική στο λόγο και στη σκέψη. Μια κυρία των Ελληνικών Γραμμάτων, που αν ζούσε στην πατρίδα θα γνώριζε μεγάλης αποδοχής.
Διάβασα τα θεατρικά της έργα «Ο καταποντισμός της Αρχαίας Ελίκης», « Σαπφώ η Λέσβια Ιέρεια της Αγάπης» , «Συριανές Αγάπες» καθώς και την ποιητική της συλλογή «Εννέα Εντολές και Μια Αγέννητη». Εμεινα εκστατική με το βάθος των γνώσεων, την υπέροχη ιστορική της διαδρομή στα αρχαιοελληνικά κείμενα, την αναψηλάφηση των συμβολισμών μέσα απο τις αιώνιες ρήσεις. Κι ακόμη με το λυρισμό των ποιημάτων της, την αισιόδοξη ματιά της αλλά και το σαρκαστικό χιούμορ της στην κωμωδία «Συριανές Αγάπες»
Η Γιώτα Στρατή με μια βαθειά και ουσιαστική γνώση των αρχαιοελληνικών κειμένων αλλά και της ελληνικής γλώσσας στην υψηλότερη διάστασή της με έκανε ν΄αναρρωτιέμαι πώς τέτοια αληθινά ταλέντα χάνοται στη λήθη και την μακρότητα της ξενης γής. Πρόκειται για μια λογοτένιδα, άξια σύζυγο και μητέρα, που έκανε άξονα ζωής της συγγραφή αντλώντας τα θέματά της απο τις πιό αυθεντικές στιγμές του ελληνικού πολιτισμού και της γλώσσας μας.
Και το κυριότερο, μέσα απο την τριβή της με την ομογένεια της Αμερικής προσπάθησε να μεταφέρει αυτή την αιώνια δάδα του ελληνικού πνεύματος στη νέα γενιά των Ελλήνων προσαρμόζοντας τα περισσότερα έργα της σε θεατρικές παραστάσεις. Εργο μεγάλο και αναξιολόγητο σε όλες του τις διαστάσεις απο τις ντόπιες αρχές της ομογένειας ή απο τα Ελληνικά υπουργεία Πολτισμού και Παιδείας, είμαι σίγουρη.
Ο Γαβριήλ Παναγιωσούλης απο την άλλη δεν διακρίνεται για τη βαθειά γνώση του περι ελληνικού λόγου. Οταν μου παρέδωσε κάποια απο τα βιβλία του, μου ζήτησε να παραβλέψω τυχόν ανορθογραφίες με ένα σεμνό και γλυκό τρόπο.
Ομως μέσα απο τα πεζά κείμενά του στα βιβλία «Στέλιος ο Ελληνας», «Ο Αστροναύτης των Τροπικών», «Ο καθρέφτης και η ομίχλη» προκύπτει ένα αληθινό αφηγηματικό ταλέντο, που μεταφέρει σε εικόνες τον πλούτο των εμπειριών της περιπλάνησης του ναυτικού αλλά και του μετανάστη του μαγικού νοτιοαμερικάνικου νότου.
Ο Γαβριήλ Παναγιωσούλης συνθέτει εικόνες υγρές, πένθιμες, γιορταστικές σαν αυτές του Μάρκες με μια ιδιαίτερα απλή αλλά παραστατική γραφή, που εμβάλλει στην ατμόσφαιρα της Νότιας Αμερικής τον ανυποψίαστο αναγνώστη.
Η θάλασσα, οι γυναίκες, ο εφήμερος έρωτας, οι ναυτικοί και οι συνευρέσεις τους αποτελούν αγαπημένα του θέματα. Αλλά και η νοσταλγία για την πατρίδα Κεφαλλονιά , η αδικία της οικογένειας, η αλύπητη γραφειοκρατία της πατρίδας, η αβόλευτη ζωή του μετανάστη, η διαρκής οδύσσεια στς χώρες του κόσμου, τα συναπαντήματα με πατριώτες και άλλους ολότελα ξένους είναι τα λιμάνια της λογοτεχνικής αναζήτησης.
Ο Γαβριήλ Παναγιωσούλης αβέβαιος για τη γλωσσική αρτιότητα, δίνει έμφαση στις εικόνες, τα συναισθήματα, αυτοβιογραφούμενος στα περισσότερα κείμενα. Ισως γι αυτό ο λόγος του να είναι τόσο διαυγής χωρίς προσπόιηση καμιά. Ισως γι αυτό η λογοτεχνική ιστορία θα τον κατατάξει στους ασυμβίβαστους μοναχικούς ταξιδευτές της πένας.
Πάντως, τόσο η σοφιστικέ γλώσσα της Γιώτας Στρατή που πατάει γερά στα κλασικά στερεότυπα του ελληνικού λόγου, όσο και η αφηγηματική μαεστρία του Γαβριήλ Παναγιωσούλη, μου κράτησαν υπέροχη συντροφιά στις μελαγχολικές φθινοπωρινές μέρες του Μόντρεαλ.
Αγαπητοί λογοτέχνες της Αμερικάνικης Διασποράς είμαι ευτυχής που σας γνώρισα κι ευτυχέστερη που σας διάβασα λέξη-λέξη, σελίδα-σελίδα.
Ομορφα μυαλά!
Αφιερωμένο εξαιρετικά στη φίλη μου Κατερίνα-Κυκλάμινο Βουνού για την ονομαστική της εορτή.
Χρόνια πολλά να σε χαιρόμαστε όλοι στη μπλογκογειτονιά
Της Ιουστίνης Φραγκούλη-Αργύρη
«Αμες δε γεσόμεθα πολλώ κάρρονες». Αυτό ήταν το εμπειρικό σύνθημα των αρχαίων Σπαρτιατών και η μόρφωση των παιδιών ασποσκοπούσε στο να κατακτήσουν μια νίκη στη ζωή και στη μάχη για να αναδειχνούν πολύ καλύτεροι απο τους γονείς τους.
Ομως, φαίνεται πως και στη σύγχρονη πραγματικότητα μπορεί να ισχύσει αυτό, αν τα παιδιά βρίσκονται στο κατάλληλο περιβάλλον υπο την κατάλληλη καθοδήγηση. Απόδειξη αυτού του στόχου είναι η πρόσφατη επιτυχία του Νίτιαν Ναϊρ, ο οποίος με ένα επιστημονικό πείραμα στα 17 του χρόνια κατόρθωσε να αναδειχθεί σε έναν απο τους έξι φιναλίστ του επιστημονικού διαγωνισμού της εταιρείας Siemens απ΄άκρη σ΄άκρη της Αμερικής.
Ναί, ο Νίτυαν, γιός των πρωτοπόρων φυσικών, καθηγητών στο Πανεπιστήμιο της Νεας Υόρκης Δήμητρας Καράμπαλη και του ινδικής καταγωγής συζύγου της Παραμέσουραν Ναϊρ, κέρδισε με την πειραματική του πρόταση για την μικροοπτική, την κατάταξη στα έξι πιό δυνατά μυαλά της Αμερικής, όταν παρέδωσε στον παναμερικάνικο διαγωνισμό μια λύση για τα λέιζερ που περιλαμβάνει και ένα νέο μαθηματικό τύπο.
Ο Νίτυαν Ναίρ απο το σχολείο Hastings-on-Hudson της Νέας Υόρκης κέρδισε το ατομικό βραβείο στον επιστημονικό διαγωνισμό της Siemens ανάμεσα σε χιλιάδες όμορφα μυαλά της Αμερικής καθώς εφηύρε ένα πρωτότυπο τρόπο να λύσει ένα μαθηματικό τύπο που διευκολύνει την επιστήμη της οπτικής.
Ο Dr. Stephen Garoff, επικεφαλής του Τμήματος Φυσικής του Carnegie Mellon University παραδίδοντάς του τον έπαινο ανάμεσα στους έξι φιναλίστ είπε χαρακτηριστικά : «Η επιστημονική εργασία του κυρίου Ναϊρ ήταν εξόχως ενδιαφέρουσα καθώς απέδειξε την ανεξαρτησία του, την πνευματική του περιέργεια και τη βαθειά του γνώση για ένα τέτοιο περίπλοκο φαινόμενο».
Ο Νίτυαν κάτοικος Λευκάδας τα καλοκαίρια, φίλος του Αλέξανδρου και της υπέροχης παρέας των παιδιών μας, μεγάλωσε ανάμεσα στη Νέα Υόρκη και στο νησί μας. Φέτος παρέλειψε τις διακοπές για να συγκεντρωθεί στο στόχο του, το επιστημονικό πείραμα που του χάρισε την κορυφαία διάκριση.
Ο Νίτυαν με μαθηματικό και φυσικό νου σαν τους γονείς του ,υπήρξε ανάμεσα στους φιναλίστ του μαθηματικού διαγωνισμού της Νέας Υόρκης το 2008, ενώ είναι ο πρόεδρος στο τμήμα Μαθηματικών του σχολείου του. Εχει εκλεγεί επίσης Γενικός Γραμματέας των Ηνωμένων Εθνών της περιοχής Westchester, ενός πολιτικού οργανισμού που αντιγράφει το μοντέλο των Ηνωμένων Εθνών, ενώ ταυτόχρονα έχει κερδίσει διακρίσεις και στον αθλητισμό.
Ο 17χρονος νεαρός με τη σκούρα επιδερμίδα και τα πράσινα μάτια της ελληνικής γενιάς του, είναι ένας σεμνός μαθητής με μεγάλο ενδιαφέρον για την επιστήμη. Με τον πατέρα και τη μάννα του απο μικρό παιδί συζητάει τα φυσικά φαινόμενα, τα οποία τον ενδιαφέρουν τα πλείστα. Ποτέ δε έπαιξε με στρατιωτάκια σαν τους συνομηλίκους του αλλά με τη φυσική , εντικείμενο έρευνας των γονιών του.
Κανείς στη Λευκάδα δεν περίμενε πως ο γιός της Δήμητρας θα ξεπερνούσε το δικό της λαμπρό μυαλό, που άφησε εποχή στα θρανία των σχολικών μας χρόνων. Κι όμως ήρθε αυτή η ανύποπτη στιγμή, που ο Νίτυαν Ναίρ απο τη γενιά της Δήμητρας Καράμπαλη, φαίνεται να γίνεται κάρρων των προσδοκιών της δικής μας γενιάς.
Είμαι περήφανη για την περηφάνεια της Δήμητρας που μεγαλώνει τα παιδιά της στον ξένο τόπο μεταφέροντάς τους τις αξίες της οικογένειας και της καταγωγής τους. Είμαι περήφανη που ο Νίτυαν διαθέτει ένα τόσο όμορφο μυαλό συνδυασμένο με μια μοναδική σεμνότητα!
Και εις ανώτερα κάρρων!
Χρόνια πολλά να σε χαιρόμαστε όλοι στη μπλογκογειτονιά
Της Ιουστίνης Φραγκούλη-Αργύρη
«Αμες δε γεσόμεθα πολλώ κάρρονες». Αυτό ήταν το εμπειρικό σύνθημα των αρχαίων Σπαρτιατών και η μόρφωση των παιδιών ασποσκοπούσε στο να κατακτήσουν μια νίκη στη ζωή και στη μάχη για να αναδειχνούν πολύ καλύτεροι απο τους γονείς τους.
Ομως, φαίνεται πως και στη σύγχρονη πραγματικότητα μπορεί να ισχύσει αυτό, αν τα παιδιά βρίσκονται στο κατάλληλο περιβάλλον υπο την κατάλληλη καθοδήγηση. Απόδειξη αυτού του στόχου είναι η πρόσφατη επιτυχία του Νίτιαν Ναϊρ, ο οποίος με ένα επιστημονικό πείραμα στα 17 του χρόνια κατόρθωσε να αναδειχθεί σε έναν απο τους έξι φιναλίστ του επιστημονικού διαγωνισμού της εταιρείας Siemens απ΄άκρη σ΄άκρη της Αμερικής.
Ναί, ο Νίτυαν, γιός των πρωτοπόρων φυσικών, καθηγητών στο Πανεπιστήμιο της Νεας Υόρκης Δήμητρας Καράμπαλη και του ινδικής καταγωγής συζύγου της Παραμέσουραν Ναϊρ, κέρδισε με την πειραματική του πρόταση για την μικροοπτική, την κατάταξη στα έξι πιό δυνατά μυαλά της Αμερικής, όταν παρέδωσε στον παναμερικάνικο διαγωνισμό μια λύση για τα λέιζερ που περιλαμβάνει και ένα νέο μαθηματικό τύπο.
Ο Νίτυαν Ναίρ απο το σχολείο Hastings-on-Hudson της Νέας Υόρκης κέρδισε το ατομικό βραβείο στον επιστημονικό διαγωνισμό της Siemens ανάμεσα σε χιλιάδες όμορφα μυαλά της Αμερικής καθώς εφηύρε ένα πρωτότυπο τρόπο να λύσει ένα μαθηματικό τύπο που διευκολύνει την επιστήμη της οπτικής.
Ο Dr. Stephen Garoff, επικεφαλής του Τμήματος Φυσικής του Carnegie Mellon University παραδίδοντάς του τον έπαινο ανάμεσα στους έξι φιναλίστ είπε χαρακτηριστικά : «Η επιστημονική εργασία του κυρίου Ναϊρ ήταν εξόχως ενδιαφέρουσα καθώς απέδειξε την ανεξαρτησία του, την πνευματική του περιέργεια και τη βαθειά του γνώση για ένα τέτοιο περίπλοκο φαινόμενο».
Ο Νίτυαν κάτοικος Λευκάδας τα καλοκαίρια, φίλος του Αλέξανδρου και της υπέροχης παρέας των παιδιών μας, μεγάλωσε ανάμεσα στη Νέα Υόρκη και στο νησί μας. Φέτος παρέλειψε τις διακοπές για να συγκεντρωθεί στο στόχο του, το επιστημονικό πείραμα που του χάρισε την κορυφαία διάκριση.
Ο Νίτυαν με μαθηματικό και φυσικό νου σαν τους γονείς του ,υπήρξε ανάμεσα στους φιναλίστ του μαθηματικού διαγωνισμού της Νέας Υόρκης το 2008, ενώ είναι ο πρόεδρος στο τμήμα Μαθηματικών του σχολείου του. Εχει εκλεγεί επίσης Γενικός Γραμματέας των Ηνωμένων Εθνών της περιοχής Westchester, ενός πολιτικού οργανισμού που αντιγράφει το μοντέλο των Ηνωμένων Εθνών, ενώ ταυτόχρονα έχει κερδίσει διακρίσεις και στον αθλητισμό.
Ο 17χρονος νεαρός με τη σκούρα επιδερμίδα και τα πράσινα μάτια της ελληνικής γενιάς του, είναι ένας σεμνός μαθητής με μεγάλο ενδιαφέρον για την επιστήμη. Με τον πατέρα και τη μάννα του απο μικρό παιδί συζητάει τα φυσικά φαινόμενα, τα οποία τον ενδιαφέρουν τα πλείστα. Ποτέ δε έπαιξε με στρατιωτάκια σαν τους συνομηλίκους του αλλά με τη φυσική , εντικείμενο έρευνας των γονιών του.
Κανείς στη Λευκάδα δεν περίμενε πως ο γιός της Δήμητρας θα ξεπερνούσε το δικό της λαμπρό μυαλό, που άφησε εποχή στα θρανία των σχολικών μας χρόνων. Κι όμως ήρθε αυτή η ανύποπτη στιγμή, που ο Νίτυαν Ναίρ απο τη γενιά της Δήμητρας Καράμπαλη, φαίνεται να γίνεται κάρρων των προσδοκιών της δικής μας γενιάς.
Είμαι περήφανη για την περηφάνεια της Δήμητρας που μεγαλώνει τα παιδιά της στον ξένο τόπο μεταφέροντάς τους τις αξίες της οικογένειας και της καταγωγής τους. Είμαι περήφανη που ο Νίτυαν διαθέτει ένα τόσο όμορφο μυαλό συνδυασμένο με μια μοναδική σεμνότητα!
Και εις ανώτερα κάρρων!
Το θαύμα των Ελληνοπαίδων του Μόντρεαλ
(φωτο-Μάικλ Τελλίδης)
Από αριστερά: Ο πρόεδρος και ιδρυτής της Orchestre Symphonique Pop de Montreal, Stephan Savaria, ο αφηγητής Μάκης Παπαγαβριήλ, η σοπράνο Μαρία Διαμαντή, ο τενόρος Δημήτρης Ηλίας, ο συνθέτης Γιάννης Γεωργαντέλης, η σοπράνο Μαριαλένα Σπίνουλα και μερικά από τα « καρναβαλάκια».
Της Ιουστίνης Φραγκούλη
Η σκηνή του Κοινοτικού Κέντρου της Ελληνικής Κοινότητας Μόντρεαλ πλημμύρισε απο παιδιά των ελληνόφωνων σχολείων «Σωκράτης», που τραγουδούσαν με πολύχρωμες μάσκες στα πρόσωπα «Το Παραμύθι των θαυμάτων και των τεράτων» σπέρνοντας κύματα περηφάνειας στη γενιά των πρώτων μεταναστών και παππούδων τους. Η παράσταση με τη συμμετοχή του Γενικού Προξενείου της Ελλάδας στο Μόντρεαλ και της Ελληνικής Κοινότητας Μόντρεαλ ήταν ένα μοναδικό πολιτιστικό γεγονός,που άφησε το στίγμα του στην ελληνοκαναδική κοινότητα για την αρτιότητα της παραγωγής και της παράστασης .
«Το Παραμύθι των θαυμάτων και των τεράτων» είναι μια μεγάλη ελληνο-καναδική συμπαραγωγή της Chroma Musika (Μόντρεαλ) και του μουσικού οίκου Φίλιππος Νάκας (Αθήνα)σε κείμενο του Μιχάλη Μακρόπουλου και μουσική και στίχους του Γιάννη Γεωργαντέλη.
40 Ελληνόπουλα της Παροικίας του Μόντρεαλ επιλέχθηκαν μετά από ακροάσεις για να σχηματίσουν την χορωδία που τραγουδάει στο cd μαζί με την Συμφωνική Ορχήστρα Ποπ του Μόντρεαλ.
Υπό την φωνητική καθοδήγηση της σοπράνο και σολίστ Μαρίας Διαμαντή και την διεύθυνση του τενόρου-σολίστα Δημήτρη Ηλία, τα μικρά αηδόνια είχαν την ευκαιρία να ανακαλύψουν τη μαγεία μιας συμφωνικής ορχήστρας και να διδαχθούν πώς ηχογραφείται ένα επαγγελματικό CD. Η ηχογράφηση και ψηφιακή μίξη του CD έγινε υπό την επίβλεψη του καθηγητή του Μουσικού Τμήματος του Πανεπιστημίου Concordia Δόκτορα Mark Corwin.
Στην Αθήνα πνοή στο βιβλίο έδωσε με την εικονογράφησή της η Ελληνοκαναδή Κατερίνα Βερούτσου ενώ αφηγείται ο Μάκης Παπαγαβρηίλ ο οποίος μαζί με τον συνθέτη και την σολίστ Μαριαλένα Σπίνουλα βρέθηκαν στο Μόντρεαλ για την παρουσίαση του βιβλίου.
Το παραμύθι
Αυτή δεν είναι μια πόλη σαν τις άλλες! Είναι η μαγική πόλη του καρναβαλιού, η πόλη του τρομερού Βασιλιά της Νύχτας, με τους δαίμονές του, και της καλοσυνάτης Βασίλισσας της Μέρας με τη στρατιά της από ζώα και πουλιά. Ο εντεκάχρονος Κώστας και η οχτάχρονη Αγγελική κατεβαίνουν με τους γονείς τους απ’ το χωριό, ντυμένοι με τις στολές που τους έχει φτιάξει η μητέρα τους. Όμως τους βλέπει ο Βασιλιάς της Νύχτας, που ζηλεύει τις στολές των παιδιών και στέλνει τους δαίμονές του να τα απαγάγουν για να τις κλέψει. Τα δυο παιδιά παλεύουν με θάρρος κι εξυπνάδα να γλιτώσουν. Θα τα καταφέρουν άραγε, σε τούτη τη θαυμαστή κι αστεία ιστορία τη γεμάτη περιπέτειες και μουσική;
Friday, November 21, 2008
Μπλογκοσυνάντηση στα ραδιοκύματα του Μόντρεαλ
Αφιερωμένο εξαιρετικά στο Δεσποινάκι που σήμερα γιορτάζει
Ο Μιχάλης είπε να απαθανατίσει την ιστορική στιγμή της μαγνητοφώνησης της εκπομπής στη μπλογκογειτονιά. Η φωτογραφία απατάει, γιατί στο στούντιο δεν είμαι μόνη αλλά με τους μακρινούς γείτονες και γειτόνισσες του βίρτουαλ μορίου.
Της Ιουστίνης
Χθές είχα την ιδιαίτερη χαρά και τιμή να συνευρεθώ στα ραδιοκύματα του CFMB με αγαπημένους μπλογκογείτονες. Είπα να φέρω εδώ στο Μόντρεαλ τους φίλους που έχω αποκτήσει στη διεθνή γειτονιά του ιστολογίου και πραγματικά η παρέα με αποζημίωσε.
Πρώτα μίλησα με το Στράτο Δουκάκη, παλιό γνώριμο απο ένα ταξίδι στη Βενεζουέλα, πρώην μετανάστη στη Βαλένθια και νύν παλινοστήσαντα στην πατρίδα. Ο Στράτος είναι ο άνθρωπος που ζεί κάθε στιγμή της Αθήνας και του Μόλυβου, που παρακολουθεί τα πολιτιστικά δρώμενα των τόπων τουμε γιορταστική λατρεία. Ακόμη και στο μπλόγκ του μεταφέρει αυτή την αίσθηση του προσωπικού του λυρισμού αλλά και της αγάπης προς την παρέα.
Υστερα ήρθε το πάρτυ με τις φιλενάδες της μπλογκογειτονιάς, το Δεσποινάριον και τη Μελισσούλα. Ο Μιχάλης Τελλίδης, διευθυντής του ελληνικού προγράμματος στο CFMB,κατόρθωσε μετα απο πολλές προσπάθειες να ρυθμίσει το θέμα του τηλεκόνφερανς κι έτσι βρεθήκαμε εμείς τα κορίτσια στον αέρα να λέμε τα δικά μας σα να μη μας έφτανε το ιστολόγιο , το μέιλ και όλες οι άλλες μορφές επικοινωνίας.
Η Μελισσούλα είχε πάρει το ναζιάρικο ύφος στη φωνή και ενώ βρισκόταν στην προετοιμασία για ένα ακόμη ταξιδάκι, χωμένη κυριολεκτικά στη βαλίτσα είπε πωςτο μπλόγκινγκ της έχει ανοίξει μια καινούρια γειτονιά στην πραγματική ζωή της. Παραδέχθηκε πως είναι η μόνη μορφή επικοινωνίας στο διαδίκτυο που καλλιεργεί τα ελληνικά της εκεί στη μακρινή Ελβετία του κρύου και της απομόνωσης.
Το σοβαρότατο Δεσποινάριο , που δέχθηκε καταιγισμό ευχών για τη σημερινή γιορτούλα του, με την Ερρικούκο της απο το χέρι (μόλις τον είχε φέρει απο το αεροδρόμιο) συμφώνησε πως το μπλόγκινγκ είναι η μορφή επικοινωνίας που της δίνει τη δυνατότητα να δουλεύει τα ελληνικά της στη μακρινή αμερικάνικη πρωτεύουσα. Είπε ακόμη ότι μπήκε στη μπλογκογειτονιά απο μια προσωπική ανάγκη να εκφράζεται αλλά τώρα την οδηγεί η ίδια η γειτονιά στη θεματολογία των αναρτήσεων.
Πάντως, όλες συμφωνήσαμε πως αυτή η κατάθεση της καθημερινότητας μέσα στη μπλογκογειτονιά, αυτός ο πρωινός καφές-πέρασμα, οι καληνύχτες, αυτή η ίδια η κουβέντα (βαρειά ή ελαφριά) είναι λυτρωτική και αποκαλυπτική μαζί. Τουλάχιστον εμάς τους μακρινούς, μας βάζει σ΄ενα ταξίδι επικοινωνίας με φίλους απο τα παλιά αλλά και με πολλούς καινούριους.
Η εκπομπή έχει μαγνητοφωνηθεί και θα παιχθεί την άλλη Πέμπτη στις 9 το βράδυ ώρα Μόντρεαλ απο το www.cfmb.ca, αλλά όταν μονταριστεί θα μπορέσετε να την ακούτε επαναλαμβανόμενα στα μπλόγκ των συμμετεχόντων.
Ο Μιχάλης είπε να απαθανατίσει την ιστορική στιγμή της μαγνητοφώνησης της εκπομπής στη μπλογκογειτονιά. Η φωτογραφία απατάει, γιατί στο στούντιο δεν είμαι μόνη αλλά με τους μακρινούς γείτονες και γειτόνισσες του βίρτουαλ μορίου.
Της Ιουστίνης
Χθές είχα την ιδιαίτερη χαρά και τιμή να συνευρεθώ στα ραδιοκύματα του CFMB με αγαπημένους μπλογκογείτονες. Είπα να φέρω εδώ στο Μόντρεαλ τους φίλους που έχω αποκτήσει στη διεθνή γειτονιά του ιστολογίου και πραγματικά η παρέα με αποζημίωσε.
Πρώτα μίλησα με το Στράτο Δουκάκη, παλιό γνώριμο απο ένα ταξίδι στη Βενεζουέλα, πρώην μετανάστη στη Βαλένθια και νύν παλινοστήσαντα στην πατρίδα. Ο Στράτος είναι ο άνθρωπος που ζεί κάθε στιγμή της Αθήνας και του Μόλυβου, που παρακολουθεί τα πολιτιστικά δρώμενα των τόπων τουμε γιορταστική λατρεία. Ακόμη και στο μπλόγκ του μεταφέρει αυτή την αίσθηση του προσωπικού του λυρισμού αλλά και της αγάπης προς την παρέα.
Υστερα ήρθε το πάρτυ με τις φιλενάδες της μπλογκογειτονιάς, το Δεσποινάριον και τη Μελισσούλα. Ο Μιχάλης Τελλίδης, διευθυντής του ελληνικού προγράμματος στο CFMB,κατόρθωσε μετα απο πολλές προσπάθειες να ρυθμίσει το θέμα του τηλεκόνφερανς κι έτσι βρεθήκαμε εμείς τα κορίτσια στον αέρα να λέμε τα δικά μας σα να μη μας έφτανε το ιστολόγιο , το μέιλ και όλες οι άλλες μορφές επικοινωνίας.
Η Μελισσούλα είχε πάρει το ναζιάρικο ύφος στη φωνή και ενώ βρισκόταν στην προετοιμασία για ένα ακόμη ταξιδάκι, χωμένη κυριολεκτικά στη βαλίτσα είπε πωςτο μπλόγκινγκ της έχει ανοίξει μια καινούρια γειτονιά στην πραγματική ζωή της. Παραδέχθηκε πως είναι η μόνη μορφή επικοινωνίας στο διαδίκτυο που καλλιεργεί τα ελληνικά της εκεί στη μακρινή Ελβετία του κρύου και της απομόνωσης.
Το σοβαρότατο Δεσποινάριο , που δέχθηκε καταιγισμό ευχών για τη σημερινή γιορτούλα του, με την Ερρικούκο της απο το χέρι (μόλις τον είχε φέρει απο το αεροδρόμιο) συμφώνησε πως το μπλόγκινγκ είναι η μορφή επικοινωνίας που της δίνει τη δυνατότητα να δουλεύει τα ελληνικά της στη μακρινή αμερικάνικη πρωτεύουσα. Είπε ακόμη ότι μπήκε στη μπλογκογειτονιά απο μια προσωπική ανάγκη να εκφράζεται αλλά τώρα την οδηγεί η ίδια η γειτονιά στη θεματολογία των αναρτήσεων.
Πάντως, όλες συμφωνήσαμε πως αυτή η κατάθεση της καθημερινότητας μέσα στη μπλογκογειτονιά, αυτός ο πρωινός καφές-πέρασμα, οι καληνύχτες, αυτή η ίδια η κουβέντα (βαρειά ή ελαφριά) είναι λυτρωτική και αποκαλυπτική μαζί. Τουλάχιστον εμάς τους μακρινούς, μας βάζει σ΄ενα ταξίδι επικοινωνίας με φίλους απο τα παλιά αλλά και με πολλούς καινούριους.
Η εκπομπή έχει μαγνητοφωνηθεί και θα παιχθεί την άλλη Πέμπτη στις 9 το βράδυ ώρα Μόντρεαλ απο το www.cfmb.ca, αλλά όταν μονταριστεί θα μπορέσετε να την ακούτε επαναλαμβανόμενα στα μπλόγκ των συμμετεχόντων.
Sunday, November 16, 2008
Κατερίνα Ιατροπούλου: Νεραϊδένια ζωγράφος
Της Ιουστίνης Φραγκούλη
Στη μνήμη του συναδέλφου Γιώργου Κοίλιαρη, που υπέκυψε στα τραύματα μιας ζωής επικίνδυνων ανταποκρίσεων απο το μέτωπο . Σε όλους αυτούς που αγαπήσαμε και μας εγκατέλειψαν ξαφνικά χωρίς κουβέντα.
Την Κατερίνα Καραγιάννη τη γνώρισα στην πρωτόλλεια εργασιακή μου σχέση με την εφημερίδα «Πρώτη», που βρισκόταν κάπου μακρυά στην Πατησίων με εκδότη τον πατέρα της Ηλέκτρας και σημερινό εκδότη μου στο "Ημερολόγιο Αβάνας" Χρήστο Καλογρίτσα.
Ημασταν μια ομάδα νεαρών δημοσιογράφων με όρεξη και ζέση για τη δουλειά, με πάθος και απόλυτη ειλικρίνεια μεταξύ μας, με τρελλό κέφι για πάρτυ και ξεφαντώματα μετα τις σκληρές ώρες του ρεπορτάζ. Ανάμεσά τους πολλοί γνωστοί και συμβιβασμένοι σήμερα μεγαλοδημοσιογράφοι, κάποιοι που έφυγαν ξαφνικά κι αναπάντεχα απο τη ζωή και άλλοι πιό ονειροπόλοι, που στράφηκαν στην τέχνη ή σε άλλες εναλλακτικές μορφές γραφής δίνοντας διέξοδο στα όνειρά τους.
Στην τελευταία κατηγορία ανήκει η Κατερίνα Καραγιάννη, που ξεκίνησε απο την ποίηση, μπήκε στη δημοσιογραφία και βγήκε νικήτρια, αναμετρώμενη με τον άγραφο μουσαμά της εικαστικής τέχνης.
Ηταν η ομορφότερη γυναίκα που είχα δεί ποτέ σε δημοσιογραφικά έδρανα. Ψηλή, χυμώδης, με σγουρά μαλλιά και δύο εκφραστικά μάτια, έκοβε την ανάσα των ανδρών συναδέλφων στο πέρασμά της. Αναστέναζε ολάκερη η Πρώτη όταν καθόταν στο γραφείο, αλλά εκείνη με την αφοπλιστική αφέλεια ενός παιδιού δεν φάνηκε ποτέ να συνειδητοποιεί το απόλυτο κάλλος της θηλυκότητάς της.
Γελούσε και σκόρπιζε το γάργαρο γέλιο της παντού. Δεν συναγωνιζόταν κανένα και τίποτα, ήταν ευχαριστημένη με την καθημερινότητα που κυλούσε στη γυναικεία σελίδα υπο τον τίτλο «Πέντε Γυναίκες Γράφουν» ( Αρτεμις Τζίτζη, Κατερίνα Καραγιάννη, Βίκη Σαντοριναίου, Σοφία Πατραμάνη και Ιουστίνη Φραγκούλη αν δεν με απατάει η μνήμη μου και η μνήμη της Κατερίνας!)
Τα Σαββατοκύριακα κυλούσανε μέσα σε εκδρομές- με κατεύθυνση προπάντων την αγαπημένη Λευκάδα- και η Κατερίνα αναδυόταν απο τη θάλασσα σαν Αφροδίτη των ονείρων. Στο νησί μου κατάφερε να σαγηνεύσει τους πάντες με την ομορφιά της και προπάντων με εκείνη την απίστευτη αθωότητά της.
Εκτοτε χαθήκαμε για τα καλά. Εμένα ο δρόμος με έφερε στο Μόντρεαλ κι εκείνη συνέχισε στην Αθήνα. Δεν είχα νέα της επι μια εικοσαετία τώρα. Και ξαφνικά ένα βράδυ έφθασε στο μέιλ μου ένα τρυφερό γράμμα απο την Κατερίνα Καραγιάννη-Ιατροπούλου που ξαναμπήκε δειλά στη ζωή μου για να μου θυμίσει την υπέροχη αθώα οικειότητα των νεανικών μας χρόνων.Η Κατερίνα Καραγιάννη έχει παντρευτεί το μεγάλο στιχουργό και ποιητή Δημήτρη Ιατρόπουλο , που έχει δώσει απο τα μεγαλύτερα αριστουργήματα στο έντεχνο ελληνικό τραγούδι.
Ετσι η Κατερίνα Ιατροπούλου ζεί στα Καλύβια Αττικής με τον αγαπημένο της κι εκτός απο τη στήλη των εικαστικών στην εφημερίδα Αρθρο, έχει εγκαταλείψει τη δημοσιογραφία της επιβίωσης. Η Κατερίνα έβαλε το νεραϊδένιο της ταλέντο στο πινέλλο και ζωγραφίζει σήμερα πανέμορφα έργα, που αναδίδουν αυτή τη δική της αισθαντική ματιά για τον κόσμο.
Δεν γνωρίζω περισσότερα για την πορεία της παρεκτός για μια έκθεση που έκανε πριν απο μερικά χρόνια στη γκαλερί Ζυγός, «Σαν μαγεμένο το μυαλό μου φτερουγίζει,» δανεισμένο από τον στίχο του κλασικού ρεμπέτικου του Δημήτρη Γκόγκου-Μπαγιαντέρα.
Φαινομενικά ανεικονικά, αλλά με άρτια σύνθεση και σφιχτή δομή που δείχνει την ωριμότητά της, τα έργα της χαρακτηρίζονται από μια έντονη ονειρική διάθεση. Η έκθεση πλαισιώνεται και από επιλεγμένα έργα που δείχνουν την πορεία της νέας ζωγράφου μέχρι την τωρινή της δουλειά», όπως αναφέρει η δημοσίευση.
Μου έστειλε κάποια απο τα έργα της , τα οποία μοιράζομαι μαζί σας σε φωτογραφίες, κι ενώ δεν είμαι εικαστικός, το ένστικτό μου με οδηγεί να διακρίνω στο έργο της μια γνησιότητα που αποπνέει αυτή η αιώνια αναζήτηση της αληθινής καλλιτέχνιδας.
Είμαι περήφανη και συγκινημένη που μια γυναίκα της δικής μου δημοσιογραφικής γενιάς ξέφυγε απο το ρεύμα, έκλεισε τ΄αυτιά της στις σειρήνες της τηλεόρασης και ζωγραφίζει στο μουσαμά όσα της λέει η ψυχή της, το πνεύμα της και το αλάθητο αισθητήριο της δημιουργικής της φύσης. Είμαι περήφανη που μια υπέροχη ζωγράφος είναι η χθεσινή και η σημερινή και η παντοτινή μου φίλη Κατερίνα Καραγιάννη- Ιατροπούλου.
Και οι διαρκείς και προστιθέμενες φυγές των κοινών φίλων μας ενώνουν, έτσι δεν είναι Κατερίνα;
Στη μνήμη του συναδέλφου Γιώργου Κοίλιαρη, που υπέκυψε στα τραύματα μιας ζωής επικίνδυνων ανταποκρίσεων απο το μέτωπο . Σε όλους αυτούς που αγαπήσαμε και μας εγκατέλειψαν ξαφνικά χωρίς κουβέντα.
Την Κατερίνα Καραγιάννη τη γνώρισα στην πρωτόλλεια εργασιακή μου σχέση με την εφημερίδα «Πρώτη», που βρισκόταν κάπου μακρυά στην Πατησίων με εκδότη τον πατέρα της Ηλέκτρας και σημερινό εκδότη μου στο "Ημερολόγιο Αβάνας" Χρήστο Καλογρίτσα.
Ημασταν μια ομάδα νεαρών δημοσιογράφων με όρεξη και ζέση για τη δουλειά, με πάθος και απόλυτη ειλικρίνεια μεταξύ μας, με τρελλό κέφι για πάρτυ και ξεφαντώματα μετα τις σκληρές ώρες του ρεπορτάζ. Ανάμεσά τους πολλοί γνωστοί και συμβιβασμένοι σήμερα μεγαλοδημοσιογράφοι, κάποιοι που έφυγαν ξαφνικά κι αναπάντεχα απο τη ζωή και άλλοι πιό ονειροπόλοι, που στράφηκαν στην τέχνη ή σε άλλες εναλλακτικές μορφές γραφής δίνοντας διέξοδο στα όνειρά τους.
Στην τελευταία κατηγορία ανήκει η Κατερίνα Καραγιάννη, που ξεκίνησε απο την ποίηση, μπήκε στη δημοσιογραφία και βγήκε νικήτρια, αναμετρώμενη με τον άγραφο μουσαμά της εικαστικής τέχνης.
Ηταν η ομορφότερη γυναίκα που είχα δεί ποτέ σε δημοσιογραφικά έδρανα. Ψηλή, χυμώδης, με σγουρά μαλλιά και δύο εκφραστικά μάτια, έκοβε την ανάσα των ανδρών συναδέλφων στο πέρασμά της. Αναστέναζε ολάκερη η Πρώτη όταν καθόταν στο γραφείο, αλλά εκείνη με την αφοπλιστική αφέλεια ενός παιδιού δεν φάνηκε ποτέ να συνειδητοποιεί το απόλυτο κάλλος της θηλυκότητάς της.
Γελούσε και σκόρπιζε το γάργαρο γέλιο της παντού. Δεν συναγωνιζόταν κανένα και τίποτα, ήταν ευχαριστημένη με την καθημερινότητα που κυλούσε στη γυναικεία σελίδα υπο τον τίτλο «Πέντε Γυναίκες Γράφουν» ( Αρτεμις Τζίτζη, Κατερίνα Καραγιάννη, Βίκη Σαντοριναίου, Σοφία Πατραμάνη και Ιουστίνη Φραγκούλη αν δεν με απατάει η μνήμη μου και η μνήμη της Κατερίνας!)
Τα Σαββατοκύριακα κυλούσανε μέσα σε εκδρομές- με κατεύθυνση προπάντων την αγαπημένη Λευκάδα- και η Κατερίνα αναδυόταν απο τη θάλασσα σαν Αφροδίτη των ονείρων. Στο νησί μου κατάφερε να σαγηνεύσει τους πάντες με την ομορφιά της και προπάντων με εκείνη την απίστευτη αθωότητά της.
Εκτοτε χαθήκαμε για τα καλά. Εμένα ο δρόμος με έφερε στο Μόντρεαλ κι εκείνη συνέχισε στην Αθήνα. Δεν είχα νέα της επι μια εικοσαετία τώρα. Και ξαφνικά ένα βράδυ έφθασε στο μέιλ μου ένα τρυφερό γράμμα απο την Κατερίνα Καραγιάννη-Ιατροπούλου που ξαναμπήκε δειλά στη ζωή μου για να μου θυμίσει την υπέροχη αθώα οικειότητα των νεανικών μας χρόνων.Η Κατερίνα Καραγιάννη έχει παντρευτεί το μεγάλο στιχουργό και ποιητή Δημήτρη Ιατρόπουλο , που έχει δώσει απο τα μεγαλύτερα αριστουργήματα στο έντεχνο ελληνικό τραγούδι.
Ετσι η Κατερίνα Ιατροπούλου ζεί στα Καλύβια Αττικής με τον αγαπημένο της κι εκτός απο τη στήλη των εικαστικών στην εφημερίδα Αρθρο, έχει εγκαταλείψει τη δημοσιογραφία της επιβίωσης. Η Κατερίνα έβαλε το νεραϊδένιο της ταλέντο στο πινέλλο και ζωγραφίζει σήμερα πανέμορφα έργα, που αναδίδουν αυτή τη δική της αισθαντική ματιά για τον κόσμο.
Δεν γνωρίζω περισσότερα για την πορεία της παρεκτός για μια έκθεση που έκανε πριν απο μερικά χρόνια στη γκαλερί Ζυγός, «Σαν μαγεμένο το μυαλό μου φτερουγίζει,» δανεισμένο από τον στίχο του κλασικού ρεμπέτικου του Δημήτρη Γκόγκου-Μπαγιαντέρα.
Φαινομενικά ανεικονικά, αλλά με άρτια σύνθεση και σφιχτή δομή που δείχνει την ωριμότητά της, τα έργα της χαρακτηρίζονται από μια έντονη ονειρική διάθεση. Η έκθεση πλαισιώνεται και από επιλεγμένα έργα που δείχνουν την πορεία της νέας ζωγράφου μέχρι την τωρινή της δουλειά», όπως αναφέρει η δημοσίευση.
Μου έστειλε κάποια απο τα έργα της , τα οποία μοιράζομαι μαζί σας σε φωτογραφίες, κι ενώ δεν είμαι εικαστικός, το ένστικτό μου με οδηγεί να διακρίνω στο έργο της μια γνησιότητα που αποπνέει αυτή η αιώνια αναζήτηση της αληθινής καλλιτέχνιδας.
Είμαι περήφανη και συγκινημένη που μια γυναίκα της δικής μου δημοσιογραφικής γενιάς ξέφυγε απο το ρεύμα, έκλεισε τ΄αυτιά της στις σειρήνες της τηλεόρασης και ζωγραφίζει στο μουσαμά όσα της λέει η ψυχή της, το πνεύμα της και το αλάθητο αισθητήριο της δημιουργικής της φύσης. Είμαι περήφανη που μια υπέροχη ζωγράφος είναι η χθεσινή και η σημερινή και η παντοτινή μου φίλη Κατερίνα Καραγιάννη- Ιατροπούλου.
Και οι διαρκείς και προστιθέμενες φυγές των κοινών φίλων μας ενώνουν, έτσι δεν είναι Κατερίνα;
Friday, November 14, 2008
James Ivory, ένας ρομαντικός του σινεμά
Αφιερωμένο στη Μελισσούλα των μοναχικών Σαββατοκύριακων
Της Ιουστίνης Φραγκούλη
Οπως δημοσιεύτηκε στο ΑΠΕ
Ενώ η Wall street κατρακυλούσε παρασύροντας τις αγορές του κόσμου στην πτώση του καπιταλισμού, ο μεγάλος αμερικανός σκηνοθέτης Τζέιμς Αϊβορυ χαλαρός και φρέσκος κατέφθασε στον 36ο όροφο του Rockefeller Center της 5ης λεωφόρου, όπου είχαμε συνάντηση για μια συνέντευξη εφ όλης της ύλης.
Εξω η πόλη κυριολεκτικά πνιγόταν απο τα άσχημα νέα για τις απανωτές πτωχεύσεις τραπεζών και χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, για την ψήφιση απο την αμερικάνικη γερουσία της κρατικοποίησης των συμβόλων του καπιταλισμού.
Κι ο Τζέιμς Αϊβορυ, απαλλαγμένος απο το βάρος της περιρρέουσας ατμόσφαιρας στα γραφεία της υπεροπολυτελούς δικηγορικής φίρμας Chadbourne & Parke LLP μου μιλούσε με πάθος για τους ήρωές του, για το παλιό καλό ελληνικό σινεμά με το Ντασέν και τη Μερκούρη, για το Μιχάλη Κακογιάννη και το μέγεθός του.
Ντυμένος με τζίν κι ένα σπόρ φθινοπωρινό πουλόβερ, φορώντας αθλητικά παπούτσια, έμοιαζε με έφηβο της αγγλικής εξοχής , Κι όμως είναι κιόλας 80 ετών κι ερχόταν με το μετρό απο το μινττάουν του Μανχάτταν σαν ένας κοινός πολίτης.
Εκεί στο κτίριο-σύμβολο του αμερικάνικου όνεριου , ο Τζέιμς Αιβορυ απαλά, αβίαστα, με τον πιο φυσικό τόνο στη φωνή του, μου έδωσε το στίγμα μιας ζωής: πώς πέρασε απο την αρχιτεκτονική στην κάμερα και μετά πίσω απ΄αυτήν δίνοντας στην έβδομη τέχνη αριστουργήματα όπως το Δωμάτιο με Θέα, Mr. and Mrs. Bridge, , Howards End, Remains of the day, White countess και 30 άλλα αριστουργήματα.
-Είστε γνωστός στον κόσμο της κινηματογραφίας σαν σκηνοθέτης που βασίζει τις ιστορίες του σε κλασικά λογοτεχνικά έργα. Γιατί προτιμάτε τη λογοτεχνία έναντι των κινηματογραφικών σεναρίων;
«Η αλήθεια είναι ότι αν δείτε την ιστορία του σινεμά, θα διαπιστώσετε πως πολλοί σκηνοθέτες αρέσκονται στο να αντλούν τα θέματα των ταινιών τους απο τη λογοτεχνία. Τα μυθιστορήματα προσφέρουν δυνατά τοπία ,έντονη ατμόσφαιρα , διαμορφωμένους χαρακτήρες που ιντριγκάρουν τον σκηνοθέτη. Πάντως, πολλές φορές έχω βασιστεί και σε κινηματογραφικά σενάρια αν η ιστορία είναι πειστική και ελκυστική ταυτόχρονα.»
-Ωστόσο, επιμένετε σε ρομαντικές ιστορίες με πολλή και πλούσια φωτογραφία...
«Μου αρέσει να κινηματογραφώ ιστορίες που βασίζονται σε δεθνείς χαρακτήρες, χαρακτήρες που έχουν μια αυτογνωσία. Οι αμερικάνικοι χαρακτήρες πάσχουν σοβαρά απο έλλειψη αυτογνωσίας. Πολλές φορές μου δίνουν σενάρια και τα απορρίπτω γιατί δεν είναι στα μέτρα των αληθινών ανθρώπων.»
-Είστε ένα συγγραφέας που διαλέγει σοφιστικέ,σημαντικούς και κυρίως θεατρικούς ηθοποιούς. Συνηθίζετε να χρησιμοποιείτε συχνά ηθοποιούς απο την αγγλική σκηνή. Υπάρχει διαφορά μεταξύ βρεταννικής και με την αμερικάνικης ηθοποιίας;
«Δεν υπάρχει διαφορά σε επίπεδο ταλέντου αλλά στο υπόβαθρο. Οι ηθοποιοί της Βρεταννίας έχουν παιδεία στο θέατρο, την τηλεόραση και το δράμα, ενώ οι αμερικανοί προέρχονται απο το Μπροντγουαίη και το Χόλλυγουντ με πολύ χορό και τραγούδι. Οι βρεταννοί έχουν πολύ ευρεία πείρα στην ηθοποιία, ενώ οι αμερικανοί περιορίζονται κυρίως στο μουσικό θέατρο.Και οι δύο σχολές ηθοποιών προσφέρουν εξαιρετική εκπαίδευση και καταπληκτικούς επαγγελματίες, καθεμιά στο είδος της.»
-Εσείς και ο συνεταίρος σας Ισμαήλ Μέρτσαντ αρχίσατε την κινηματογραφική καριέρα σας φτιάχνοντας ινδικά φίλμς.Πώς μπορέσατε και διαπεράσατε το Χόλλυγουντ;
«Ημουν ήδη καμεραμάν στο Χόλλυγουντ όταν πήγα στην Ινδία στα 31 μου. Ερωτεύτηκα το μέρος με την πρώτη ματιά.
Εκεί γνώρισα τον Ισμαήλ Μέρτσαντ που μου πρότεινε να κάνω ταινίες στη χώρα του. Ηταν τόσο δύσκολα όλα, γιατί το συνάλλαγμα ήταν περιορισμένο, τα υλικά σχεδόν ανύπαρκτα και δεν υπήρχαν μέσα να κινηματογραφίσεις. Ωστόσο, απο την αρχή οι ταινίες μας άρεσαν στο Χόλλυγουντ και είχαμε καλή και ευρεία διανομή στις ΗΠΑ. Δεν παραπονιέμαι, η πρόσβαση στο Χόλλυγουντ ποτέ δεν υπήρξε πρόβλημα»
- Πιστεύετε πως ο ανορθόδοξος τρόπος σας (εννοώ σε σχέση με το Χόλλυγουντ) ήταν ένα άλλοθι για το εμπορικό αμερικάνικο σινεμά;
«Οχι απαραίτητα. Σκεφθείτε πως είχαμε ζητήσει χρηματοδότηση για το Δωμάτιο με Θέα και το Χόλλυγουντ μας αρνήθηκε. Εμείς βρήκαμε εξωτερικούς επενδυτές και η ταινία μας έγινε μετά δεκτή απο την αμερικάνικη αγορά με μεγάλη εισπρακτική επιτυχία. Αλλά ο κόσμος αγάπησε το φίλμ επειδή αναζητάει αληθινά αισθήματα, αληθινούς χαρακτήρες.»
-Ο ρομαντισμός και η φωτογραφία είναι τα δυνατά στοιχεία στις ταινίες σας. Υπάρχει μέλλον γι αυτές τις αρετές στο σινεμά του σήμερα;
«Οι άνθρωποι αναζητούν τον έρωτα, την απογοήτευση, τη χαρά και τη λύπη. Λατρεύουν αυτό που τους δίνουμε απο τη δική μας οπτική. Φυσικά, η φωτογραφία που έχει εξελιχθεί ραγδαία με τα τρομερά ηλεκτρονικά μέσα, είναι μέρος της ζωής μας σήμερα. Τα παιδιά απο νωρίς εκπαιδεύονται στα μηχανήματα γι αυτό έχουμε τους καλύτερους καμεραμεν στις μέρες μας. Αρα η φωτογραφία παίζει και θα παίξει ακόμη σπουδαιότερο ρόλο στο σινεμά του 21ου αιώνα.»
-Στις ταινίες σας περνάτε απο την Ασιατική στη δυτική κουλτούρα με μια απίστευτη άνεση. Πώς μπορείτε να μεταφέρετε τα αισθήματα, την ατμόσφαιρα, ακόμη και τις συνθήκες απο τον ένα κόσμο στον άλλο με τέτοια ευκολία;
«Ναί, έχω κάνει ταινίες στις ΗΠΑ, την Ινδία, τη Γαλλία, την Αγγλία, τη Φλωρεντία, την Κίνα, την Αργεντινή... Το πάν για μένα είναι να γνωρίσω απο κοντά τον τόπο για να μπορέσω να δώσω την ατμόσφαιρά του. Δεν μου αρέσει να κινηματογραφώ σε άγνωστους τόπους, πρέπει να πατάω γερά στα πόδια μου, να γνωρίζω τη γλώσσα, τους ανθρώπους. Ξέρετε γύρισα ένα φίλμ στη Σαγκάη του 1930, αλλά δεν με ενόχλησε γιατί δεν ήταν η σημερινή πόλη που θάπρεπε να την ξέρω απέξω κι ανακατωτά.
Τώρα είμαι καταγοητευμένος με τη Ρωσία και θάθελα να γυρίσω ένα φίλμ εκεί, αλλά η έλλειψη επικοινωνίας λόγω της γλώσσας με τρομάζει.»
-Ποιό είναι το στοιχείο που σας ωθεί να κάνετε ένα φίλμ; Η ιστορία; Η ψυχολογία ; Η ηθοποιία ; Η φωτογραφία;
«Η ιστορία είναι αυτή που με ωθεί στο να γυρίσω μια ταινία. Η ατμόσφαιρα, το τοπίο, οι χαρακτήρες . Αν με αιχμαλωτίσουν τότε προχωράω. Και μου αρέσει πολύ ο αυτοσχεδιασμός.
Ξεκινάω μια ταινία χωρίς ακριβή πλάνα όπως κάνουν κάποιοι σκηνοθέτες. Εγώ φτιάχνομαι να φωτογραφίζω σκηνές να τις μεταφέρω στο φίλμ, να αναπαράγω μια εποχή, ένα σκηνικό.»
-Είστε οικείος με το ελληνικό σινεμά; Εχετε δεί ταινίες Ελλήνων σκηνοθετών;
«Ναι, βέβαια ήμουν καταγοητευμένος με τα φίλμ του Μιχάλη Κακογιάννη. Θυμάμαι πως πηγαίναμε σε ένα κινηματογράφο ονόματι Athena στο Μανχάτταν και βλεπαμε τη Στέλλα με τη Μελίνα Μερκούρη καθώς και τα φίλμ του Ζύλ Ντασέν που ήταν γυρισμένα στην Ελλάδα. Είχαν ένα δράμα μεγαλύτερο απο τη ζωη. Ηταν μια συνέχεια του νεορρελιστικού κινηματογράφου της εποχής και ήταν αληθινά ωραίος κινηματογράφος.»
-Απο τους σημερινούς Ελληνες σκηνοθέτες ποιόν θα ξεχωρίζατε;
«Σίγουρα το Θεόδωρο Αγγελόπουλο, του οποίου διανείμαμε και μια ταινία με την εταιρεία μας Merchant- Ivory. Είναι καλός σκηνοθέτης. Οι ταινίες του είναι μακριές, αργές αλλά έχουν ένα μεγαλείο. Μου αρέσει πολύ η κινηματογραφία του».
-Θα σας ενδιέφερε να γυρίσετε μια ταινία στην Ελλάδα;
«Ποτέ δεν έτυχε να το σκεφτώ γιατί η γλώσσα ήταν ανέκαθεν το εμπόδιο. Ισως ένα φίλμ βασισμένο σε ελληνικούς χαρακτήρες με φόντο την Ελλάδα αλλά στην αγγλική γλώσσα θα με ενδιέφερε. Αλλά σίγουρα όχι μια σκηνοθεσία στην ελληνική γλώσσα».
-Εχετε επισκεφθεί την Ελλάδα;
«Εζησα στην Ελλάδα για εξι μήνες γύρω στα μέσα της δεκαετίας του 50 καθώς δούλεψα ως αρχιτέκτονας σε μια αμερικάνικη εταιρεία κατασκευής γραφείων . Μαγεύτηκα απο τον τόπο. Εκτοτε δεν έχω ξαναπάει εκεί, η ζωή με έβγαλε σε άλλα ταξίδια.»
-Ετοιμάζετε κάποια καινούρια ταινία;
«Ναί, ετοιμάζω ένα γύρισμα στο Τέξας, όπου θα σκηνοθετήσω το έργο ενός αμερικανού συγγραφέα. Θα το μεταφέρουμε στο σινεμά απο το θέατρο.»
-Τί πιστεύετε εν τέλει για τον κινηματογράφο του Χόλλυγουντ σήμερα;
«Εχω να καταθέσω μια μεγάλη αρνητική κριτική. Χαίρομαι πολύ περισσότερο να βλέπω ξένες ταινίες μικρού προϋπολογισμού παρα τις παραγωγές του Χολλυγουντ.
Οι αμερικανοί σκηνοθέτες έχουν μεταφερθεί πέρα απο την αληθινότητα της ζωής. Πλέον παρακολουθώ ιαπωνικές, κινέζικες, ινδικές ταινίες, γιατί έχουν μια ανθρώπινη διάσταση. Παρόλα αυτά δεν απελπίζομαι. Μπορεί μια μέρα και το Χόλλυγουντ να επιστρέψει στο πραγματικό σινεμά. Σίγουρα, πάντως, το Χόλλυγουντ ξεχωρίζει ακόμη για τα εκπληκτικά ντοκυμαντέρ του.»
-
-.
Της Ιουστίνης Φραγκούλη
Οπως δημοσιεύτηκε στο ΑΠΕ
Ενώ η Wall street κατρακυλούσε παρασύροντας τις αγορές του κόσμου στην πτώση του καπιταλισμού, ο μεγάλος αμερικανός σκηνοθέτης Τζέιμς Αϊβορυ χαλαρός και φρέσκος κατέφθασε στον 36ο όροφο του Rockefeller Center της 5ης λεωφόρου, όπου είχαμε συνάντηση για μια συνέντευξη εφ όλης της ύλης.
Εξω η πόλη κυριολεκτικά πνιγόταν απο τα άσχημα νέα για τις απανωτές πτωχεύσεις τραπεζών και χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, για την ψήφιση απο την αμερικάνικη γερουσία της κρατικοποίησης των συμβόλων του καπιταλισμού.
Κι ο Τζέιμς Αϊβορυ, απαλλαγμένος απο το βάρος της περιρρέουσας ατμόσφαιρας στα γραφεία της υπεροπολυτελούς δικηγορικής φίρμας Chadbourne & Parke LLP μου μιλούσε με πάθος για τους ήρωές του, για το παλιό καλό ελληνικό σινεμά με το Ντασέν και τη Μερκούρη, για το Μιχάλη Κακογιάννη και το μέγεθός του.
Ντυμένος με τζίν κι ένα σπόρ φθινοπωρινό πουλόβερ, φορώντας αθλητικά παπούτσια, έμοιαζε με έφηβο της αγγλικής εξοχής , Κι όμως είναι κιόλας 80 ετών κι ερχόταν με το μετρό απο το μινττάουν του Μανχάτταν σαν ένας κοινός πολίτης.
Εκεί στο κτίριο-σύμβολο του αμερικάνικου όνεριου , ο Τζέιμς Αιβορυ απαλά, αβίαστα, με τον πιο φυσικό τόνο στη φωνή του, μου έδωσε το στίγμα μιας ζωής: πώς πέρασε απο την αρχιτεκτονική στην κάμερα και μετά πίσω απ΄αυτήν δίνοντας στην έβδομη τέχνη αριστουργήματα όπως το Δωμάτιο με Θέα, Mr. and Mrs. Bridge, , Howards End, Remains of the day, White countess και 30 άλλα αριστουργήματα.
-Είστε γνωστός στον κόσμο της κινηματογραφίας σαν σκηνοθέτης που βασίζει τις ιστορίες του σε κλασικά λογοτεχνικά έργα. Γιατί προτιμάτε τη λογοτεχνία έναντι των κινηματογραφικών σεναρίων;
«Η αλήθεια είναι ότι αν δείτε την ιστορία του σινεμά, θα διαπιστώσετε πως πολλοί σκηνοθέτες αρέσκονται στο να αντλούν τα θέματα των ταινιών τους απο τη λογοτεχνία. Τα μυθιστορήματα προσφέρουν δυνατά τοπία ,έντονη ατμόσφαιρα , διαμορφωμένους χαρακτήρες που ιντριγκάρουν τον σκηνοθέτη. Πάντως, πολλές φορές έχω βασιστεί και σε κινηματογραφικά σενάρια αν η ιστορία είναι πειστική και ελκυστική ταυτόχρονα.»
-Ωστόσο, επιμένετε σε ρομαντικές ιστορίες με πολλή και πλούσια φωτογραφία...
«Μου αρέσει να κινηματογραφώ ιστορίες που βασίζονται σε δεθνείς χαρακτήρες, χαρακτήρες που έχουν μια αυτογνωσία. Οι αμερικάνικοι χαρακτήρες πάσχουν σοβαρά απο έλλειψη αυτογνωσίας. Πολλές φορές μου δίνουν σενάρια και τα απορρίπτω γιατί δεν είναι στα μέτρα των αληθινών ανθρώπων.»
-Είστε ένα συγγραφέας που διαλέγει σοφιστικέ,σημαντικούς και κυρίως θεατρικούς ηθοποιούς. Συνηθίζετε να χρησιμοποιείτε συχνά ηθοποιούς απο την αγγλική σκηνή. Υπάρχει διαφορά μεταξύ βρεταννικής και με την αμερικάνικης ηθοποιίας;
«Δεν υπάρχει διαφορά σε επίπεδο ταλέντου αλλά στο υπόβαθρο. Οι ηθοποιοί της Βρεταννίας έχουν παιδεία στο θέατρο, την τηλεόραση και το δράμα, ενώ οι αμερικανοί προέρχονται απο το Μπροντγουαίη και το Χόλλυγουντ με πολύ χορό και τραγούδι. Οι βρεταννοί έχουν πολύ ευρεία πείρα στην ηθοποιία, ενώ οι αμερικανοί περιορίζονται κυρίως στο μουσικό θέατρο.Και οι δύο σχολές ηθοποιών προσφέρουν εξαιρετική εκπαίδευση και καταπληκτικούς επαγγελματίες, καθεμιά στο είδος της.»
-Εσείς και ο συνεταίρος σας Ισμαήλ Μέρτσαντ αρχίσατε την κινηματογραφική καριέρα σας φτιάχνοντας ινδικά φίλμς.Πώς μπορέσατε και διαπεράσατε το Χόλλυγουντ;
«Ημουν ήδη καμεραμάν στο Χόλλυγουντ όταν πήγα στην Ινδία στα 31 μου. Ερωτεύτηκα το μέρος με την πρώτη ματιά.
Εκεί γνώρισα τον Ισμαήλ Μέρτσαντ που μου πρότεινε να κάνω ταινίες στη χώρα του. Ηταν τόσο δύσκολα όλα, γιατί το συνάλλαγμα ήταν περιορισμένο, τα υλικά σχεδόν ανύπαρκτα και δεν υπήρχαν μέσα να κινηματογραφίσεις. Ωστόσο, απο την αρχή οι ταινίες μας άρεσαν στο Χόλλυγουντ και είχαμε καλή και ευρεία διανομή στις ΗΠΑ. Δεν παραπονιέμαι, η πρόσβαση στο Χόλλυγουντ ποτέ δεν υπήρξε πρόβλημα»
- Πιστεύετε πως ο ανορθόδοξος τρόπος σας (εννοώ σε σχέση με το Χόλλυγουντ) ήταν ένα άλλοθι για το εμπορικό αμερικάνικο σινεμά;
«Οχι απαραίτητα. Σκεφθείτε πως είχαμε ζητήσει χρηματοδότηση για το Δωμάτιο με Θέα και το Χόλλυγουντ μας αρνήθηκε. Εμείς βρήκαμε εξωτερικούς επενδυτές και η ταινία μας έγινε μετά δεκτή απο την αμερικάνικη αγορά με μεγάλη εισπρακτική επιτυχία. Αλλά ο κόσμος αγάπησε το φίλμ επειδή αναζητάει αληθινά αισθήματα, αληθινούς χαρακτήρες.»
-Ο ρομαντισμός και η φωτογραφία είναι τα δυνατά στοιχεία στις ταινίες σας. Υπάρχει μέλλον γι αυτές τις αρετές στο σινεμά του σήμερα;
«Οι άνθρωποι αναζητούν τον έρωτα, την απογοήτευση, τη χαρά και τη λύπη. Λατρεύουν αυτό που τους δίνουμε απο τη δική μας οπτική. Φυσικά, η φωτογραφία που έχει εξελιχθεί ραγδαία με τα τρομερά ηλεκτρονικά μέσα, είναι μέρος της ζωής μας σήμερα. Τα παιδιά απο νωρίς εκπαιδεύονται στα μηχανήματα γι αυτό έχουμε τους καλύτερους καμεραμεν στις μέρες μας. Αρα η φωτογραφία παίζει και θα παίξει ακόμη σπουδαιότερο ρόλο στο σινεμά του 21ου αιώνα.»
-Στις ταινίες σας περνάτε απο την Ασιατική στη δυτική κουλτούρα με μια απίστευτη άνεση. Πώς μπορείτε να μεταφέρετε τα αισθήματα, την ατμόσφαιρα, ακόμη και τις συνθήκες απο τον ένα κόσμο στον άλλο με τέτοια ευκολία;
«Ναί, έχω κάνει ταινίες στις ΗΠΑ, την Ινδία, τη Γαλλία, την Αγγλία, τη Φλωρεντία, την Κίνα, την Αργεντινή... Το πάν για μένα είναι να γνωρίσω απο κοντά τον τόπο για να μπορέσω να δώσω την ατμόσφαιρά του. Δεν μου αρέσει να κινηματογραφώ σε άγνωστους τόπους, πρέπει να πατάω γερά στα πόδια μου, να γνωρίζω τη γλώσσα, τους ανθρώπους. Ξέρετε γύρισα ένα φίλμ στη Σαγκάη του 1930, αλλά δεν με ενόχλησε γιατί δεν ήταν η σημερινή πόλη που θάπρεπε να την ξέρω απέξω κι ανακατωτά.
Τώρα είμαι καταγοητευμένος με τη Ρωσία και θάθελα να γυρίσω ένα φίλμ εκεί, αλλά η έλλειψη επικοινωνίας λόγω της γλώσσας με τρομάζει.»
-Ποιό είναι το στοιχείο που σας ωθεί να κάνετε ένα φίλμ; Η ιστορία; Η ψυχολογία ; Η ηθοποιία ; Η φωτογραφία;
«Η ιστορία είναι αυτή που με ωθεί στο να γυρίσω μια ταινία. Η ατμόσφαιρα, το τοπίο, οι χαρακτήρες . Αν με αιχμαλωτίσουν τότε προχωράω. Και μου αρέσει πολύ ο αυτοσχεδιασμός.
Ξεκινάω μια ταινία χωρίς ακριβή πλάνα όπως κάνουν κάποιοι σκηνοθέτες. Εγώ φτιάχνομαι να φωτογραφίζω σκηνές να τις μεταφέρω στο φίλμ, να αναπαράγω μια εποχή, ένα σκηνικό.»
-Είστε οικείος με το ελληνικό σινεμά; Εχετε δεί ταινίες Ελλήνων σκηνοθετών;
«Ναι, βέβαια ήμουν καταγοητευμένος με τα φίλμ του Μιχάλη Κακογιάννη. Θυμάμαι πως πηγαίναμε σε ένα κινηματογράφο ονόματι Athena στο Μανχάτταν και βλεπαμε τη Στέλλα με τη Μελίνα Μερκούρη καθώς και τα φίλμ του Ζύλ Ντασέν που ήταν γυρισμένα στην Ελλάδα. Είχαν ένα δράμα μεγαλύτερο απο τη ζωη. Ηταν μια συνέχεια του νεορρελιστικού κινηματογράφου της εποχής και ήταν αληθινά ωραίος κινηματογράφος.»
-Απο τους σημερινούς Ελληνες σκηνοθέτες ποιόν θα ξεχωρίζατε;
«Σίγουρα το Θεόδωρο Αγγελόπουλο, του οποίου διανείμαμε και μια ταινία με την εταιρεία μας Merchant- Ivory. Είναι καλός σκηνοθέτης. Οι ταινίες του είναι μακριές, αργές αλλά έχουν ένα μεγαλείο. Μου αρέσει πολύ η κινηματογραφία του».
-Θα σας ενδιέφερε να γυρίσετε μια ταινία στην Ελλάδα;
«Ποτέ δεν έτυχε να το σκεφτώ γιατί η γλώσσα ήταν ανέκαθεν το εμπόδιο. Ισως ένα φίλμ βασισμένο σε ελληνικούς χαρακτήρες με φόντο την Ελλάδα αλλά στην αγγλική γλώσσα θα με ενδιέφερε. Αλλά σίγουρα όχι μια σκηνοθεσία στην ελληνική γλώσσα».
-Εχετε επισκεφθεί την Ελλάδα;
«Εζησα στην Ελλάδα για εξι μήνες γύρω στα μέσα της δεκαετίας του 50 καθώς δούλεψα ως αρχιτέκτονας σε μια αμερικάνικη εταιρεία κατασκευής γραφείων . Μαγεύτηκα απο τον τόπο. Εκτοτε δεν έχω ξαναπάει εκεί, η ζωή με έβγαλε σε άλλα ταξίδια.»
-Ετοιμάζετε κάποια καινούρια ταινία;
«Ναί, ετοιμάζω ένα γύρισμα στο Τέξας, όπου θα σκηνοθετήσω το έργο ενός αμερικανού συγγραφέα. Θα το μεταφέρουμε στο σινεμά απο το θέατρο.»
-Τί πιστεύετε εν τέλει για τον κινηματογράφο του Χόλλυγουντ σήμερα;
«Εχω να καταθέσω μια μεγάλη αρνητική κριτική. Χαίρομαι πολύ περισσότερο να βλέπω ξένες ταινίες μικρού προϋπολογισμού παρα τις παραγωγές του Χολλυγουντ.
Οι αμερικανοί σκηνοθέτες έχουν μεταφερθεί πέρα απο την αληθινότητα της ζωής. Πλέον παρακολουθώ ιαπωνικές, κινέζικες, ινδικές ταινίες, γιατί έχουν μια ανθρώπινη διάσταση. Παρόλα αυτά δεν απελπίζομαι. Μπορεί μια μέρα και το Χόλλυγουντ να επιστρέψει στο πραγματικό σινεμά. Σίγουρα, πάντως, το Χόλλυγουντ ξεχωρίζει ακόμη για τα εκπληκτικά ντοκυμαντέρ του.»
-
-.
Tuesday, November 11, 2008
Αποχαιρετισμοί
Της Ιουστίνης Φραγκούλη
Απο την ώρα που εγκαταστάθηκα σε τούτη την ευλογημένη γή του Καναδά, βρίσκομαι μονίμως στη διαδικασία των αποχαιρετισμών. Αποχαιρετισμοί με την οικογένεια στην Ελλάδα, αποχαιρετισμοί με τους επισκέπτες εδώ στην ξένη. Οι λέξεις, αντίο, θα σας ξαναδούμε, ορεβουάρ, αριβερντέρτσι έχουν πληγώσει τη ζωή μου.
Ο Αλεξανδρίνος που ταξίδευε απο μικρός στην Ελλάδα, αποχαιρετώντας τους γονείς, τους παππουδογιαγιάδες, τους θείους, τις θείες, τους φίλους, τις φίλες εδώθεν κακείθεν είχε ενστικτώδικα εφεύρει τη λύση του μη αποχαιρετισμού. Κάθε φορά που έρχονταν οι φίλοι του στο σπίτι, τους καλοδεχόταν στην είσοδο κι όταν αποχωρούσαν εξακολουθούσε να παίζει με τα παιχνίδια του αρνούμενος να μπεί στη διαδικασία του αποχαιρετισμού. Η αυτοάμυνα είχε εφεύρει μια ασφαλιστική δικλείδα στην ψυχολογία του παιδιού. Κι εμείς που το εντοπίσαμε απο την πρώιμη ηλικία ποτέ δεν τον πιέσαμε να λέει αντίο, θα σας ξαναδώ.
Η ζωή μας γέμισε αποχαιρετισμούς, παροδικούς και μονιμότερους. Εχει γίνει σχεδόν ένας προσωπικός κατατρεγμός αυτή η διαρκής μετακίνηση των αγαπημένων ανθρώπων, τόσο που η καρδιά μου σφίγγεται στις προσκλήσεις των φέργουελ πάρτις.
Ωστόσο, προσποιηθήκαμε τους αδιάφορους, είπαμε απο μέσα μας πως αυτή δεξίωση θα ήταν μια γιορτή σαν όλες τις άλλες και κινήσαμε για την Οττάβα, όπου ο πρέσβης της Ελλάδας κ. Νίκος Μάτσης έδωσε δεξιωση προς τιμή του αποχωρούντος συμβούλου τύπου κ. Γιάννη Πετσίλα.
Ο Γιάννης Πετσίλας ήταν φίλος εξ Αθηνών όταν διορίστηκε στην πρεσβεία της Οττάβα. Ολα αυτά τα χρόνια συνεργαστήκαμε αγαστά, αλλά περισσότερο δεθήκαμε μέσα απο την καθοδήγησή του στη συγγραφική μου δραστηριότητα. Ο Γιάννης πρωτοείδε το χειρόγραφο του «Πετάει, Πετάει το Σύννεφο», διαβασε τις ιστορίες στις «Αγορές του Κόσμου», μελέτησε τα « Ψηλά Τακούνια Για Πάντα», ρούφηξε το «Ημερολόγιο Αβάνας». Ηταν εκεί παρών σε κάθε λογοτεχνική μου απόπειρα, να κατατάσσει συγκριτικά τα έργα μου ανάγοντάς σε παράλληλα πονήματα μεγάλων συγγραφέων. Ηταν εκεί να με ενθαρρύνει και να με πλοηγεί στην πέννα και τις αναζητήσεις των μεγάλων συγγραφικών ερωτημάτων.
Αργότερα στη ζωή του προστέθηκε η Λεϊλά Αργκούν, μια τουρκικής καταγωγής καναδέζα, υπάλληλος του υπουργείου δημόσιας τάξης του Καναδά. Λεπτή στους τρόπους, με καλλιτεχνική φύση, ήρθε να συμπληρώσει τη ζωή του Γιάννη. Μαζί δεθήκαμε σε ένα πνευματικό επίπεδο καθώς φιλοτέχνησε το εξώφυλλο του Ημερολόγιου Αβάνας , προσθέτοντας τη δική της οπτική στη βιωματική αφήγησή μου περι Αβάνας.
Τώρα ο Γιάννης και η Λεϊλά μετακομίζουν στην Ελλάδα, καθότι ολοκληρώθηκε η ευδόκιμος υπηρεσία του Γιάννη στην Οττάβα. Τώρα αδειάζει άλλη μια θέση στη ζωή μας κάποια Σαββατοκύριακα.
Θα μείνει πίσω η Γεωργία Μαριόλη, με την οποία έχω ανοίξει παρτίδες συνεργασίας αλλά και φιλίας λόγω του αμοιβαίου καλλιτεχνικού μας ενδιαφέροντος. Αλλά όσο σκέφτομαι και τη δική της μέρα του αποχαιρετισμού, αίφνης τρομάζω.
Η δεξίωση στην πρεσβευτική κατοικία της Οττάβα προς τιμή της αποχώρησης του Γιάννη και της Λεϊλά Πετσίλα με οικοδεσπότες τον πρέσβη κ. Μάτση και τη χαριτωμένη σύζυγό του Κάθρην ήταν μια ζεστή βραδυά γεμάτη αποχαιρετισμούς.Ολοι οι υπάλληλοι της ελληνικής πρεσβείας ήταν παρόντες, πολλοί πρέσβεις , διπλωματικοί υπάλληλοι, εκπρόσωποι της Ελληνικής Κοινότητας της Οττάβα και ένας ικανοποιητικός αριθμός δημοσιογράφων του καναδικού τύπου με τους οποίους συνεργάστηκε ο Γιάννης κατα την εξάχρονη θητεία του προωθώντας τις ελληνικές θέσεις.
Τώρα στη θέση του έρχεται ο Θεοδόσης Δημητρακόπουλος , φίλος επίσης και συνεργάτης απο τα ταξίδια στην Ουάσιγκτον, τη Νέα Υόρκη, απο τη συνεύρεση στη Βαλαωρίτου για ένα βιαστικό καφέ.
Εύχομαι νόστιμον ήμαρ στο Γιάννη και καλή προσαρμογή εν Ελλάδι στην αγαπημένη λεπτεπίλεπτη Λεϊλά .Θα τους σκέφτομαι και θα αναπολώ τα Σαββατόβραδα με την πολλή και δόκιμη κουβέντα περι λογοτεχνίας και τέχνης. Εύχομαι επίσης καλή προσαρμογή για τον Θεοδόση στην Οττάβα του καναλιού, των χιονιών και των τουλιπών. Δύο φίλοι φεύγουν , ένας έρχεται...
Οι τιμώμενοι και οι οικοδεσπότες στην έισοδο: Απο αριστερά ο Γιάννης και η Λεϊλά Πετσίλα και ο πρέσβης κ. Νικόλαος Μάτσης με τη σύζυγό του Κάθρην.
Ο Τέντ Αργύρης μετα της συζύγου του Αλβανού πρέσβη τα είπαν σε φιλικό τόνο με αναφορές στην αλβανική κοινότητα της Ελλάδας
Ο δέυτερος της Ελληνικής πρεσβείας στην Οττάβα Γιώργος Δογορίτης με την καναδή πρέσβη κα Αννα Αργύρη και τον αδελφό της Τέντ Αργύρη.
Η Γεωργία Μαριόλη απο το γραφείο τύπου της Ελληνικής πρεσβείας εν μέσω του αθρογράφου Harry Sterling και του επικεφαλής του γραφείου τύπου της ευρωπαϊκής αντιπροσωπείας Roy Christensen
Ενα χαριτωμένο στιγμιότυπο. Η κυρία Κάθριν Μάτση κρατάει αγκαλιά το σκυάλι του σπιτιού, που ήταν η μασκότ της βραδυάς
<
Απο την ώρα που εγκαταστάθηκα σε τούτη την ευλογημένη γή του Καναδά, βρίσκομαι μονίμως στη διαδικασία των αποχαιρετισμών. Αποχαιρετισμοί με την οικογένεια στην Ελλάδα, αποχαιρετισμοί με τους επισκέπτες εδώ στην ξένη. Οι λέξεις, αντίο, θα σας ξαναδούμε, ορεβουάρ, αριβερντέρτσι έχουν πληγώσει τη ζωή μου.
Ο Αλεξανδρίνος που ταξίδευε απο μικρός στην Ελλάδα, αποχαιρετώντας τους γονείς, τους παππουδογιαγιάδες, τους θείους, τις θείες, τους φίλους, τις φίλες εδώθεν κακείθεν είχε ενστικτώδικα εφεύρει τη λύση του μη αποχαιρετισμού. Κάθε φορά που έρχονταν οι φίλοι του στο σπίτι, τους καλοδεχόταν στην είσοδο κι όταν αποχωρούσαν εξακολουθούσε να παίζει με τα παιχνίδια του αρνούμενος να μπεί στη διαδικασία του αποχαιρετισμού. Η αυτοάμυνα είχε εφεύρει μια ασφαλιστική δικλείδα στην ψυχολογία του παιδιού. Κι εμείς που το εντοπίσαμε απο την πρώιμη ηλικία ποτέ δεν τον πιέσαμε να λέει αντίο, θα σας ξαναδώ.
Η ζωή μας γέμισε αποχαιρετισμούς, παροδικούς και μονιμότερους. Εχει γίνει σχεδόν ένας προσωπικός κατατρεγμός αυτή η διαρκής μετακίνηση των αγαπημένων ανθρώπων, τόσο που η καρδιά μου σφίγγεται στις προσκλήσεις των φέργουελ πάρτις.
Ωστόσο, προσποιηθήκαμε τους αδιάφορους, είπαμε απο μέσα μας πως αυτή δεξίωση θα ήταν μια γιορτή σαν όλες τις άλλες και κινήσαμε για την Οττάβα, όπου ο πρέσβης της Ελλάδας κ. Νίκος Μάτσης έδωσε δεξιωση προς τιμή του αποχωρούντος συμβούλου τύπου κ. Γιάννη Πετσίλα.
Ο Γιάννης Πετσίλας ήταν φίλος εξ Αθηνών όταν διορίστηκε στην πρεσβεία της Οττάβα. Ολα αυτά τα χρόνια συνεργαστήκαμε αγαστά, αλλά περισσότερο δεθήκαμε μέσα απο την καθοδήγησή του στη συγγραφική μου δραστηριότητα. Ο Γιάννης πρωτοείδε το χειρόγραφο του «Πετάει, Πετάει το Σύννεφο», διαβασε τις ιστορίες στις «Αγορές του Κόσμου», μελέτησε τα « Ψηλά Τακούνια Για Πάντα», ρούφηξε το «Ημερολόγιο Αβάνας». Ηταν εκεί παρών σε κάθε λογοτεχνική μου απόπειρα, να κατατάσσει συγκριτικά τα έργα μου ανάγοντάς σε παράλληλα πονήματα μεγάλων συγγραφέων. Ηταν εκεί να με ενθαρρύνει και να με πλοηγεί στην πέννα και τις αναζητήσεις των μεγάλων συγγραφικών ερωτημάτων.
Αργότερα στη ζωή του προστέθηκε η Λεϊλά Αργκούν, μια τουρκικής καταγωγής καναδέζα, υπάλληλος του υπουργείου δημόσιας τάξης του Καναδά. Λεπτή στους τρόπους, με καλλιτεχνική φύση, ήρθε να συμπληρώσει τη ζωή του Γιάννη. Μαζί δεθήκαμε σε ένα πνευματικό επίπεδο καθώς φιλοτέχνησε το εξώφυλλο του Ημερολόγιου Αβάνας , προσθέτοντας τη δική της οπτική στη βιωματική αφήγησή μου περι Αβάνας.
Τώρα ο Γιάννης και η Λεϊλά μετακομίζουν στην Ελλάδα, καθότι ολοκληρώθηκε η ευδόκιμος υπηρεσία του Γιάννη στην Οττάβα. Τώρα αδειάζει άλλη μια θέση στη ζωή μας κάποια Σαββατοκύριακα.
Θα μείνει πίσω η Γεωργία Μαριόλη, με την οποία έχω ανοίξει παρτίδες συνεργασίας αλλά και φιλίας λόγω του αμοιβαίου καλλιτεχνικού μας ενδιαφέροντος. Αλλά όσο σκέφτομαι και τη δική της μέρα του αποχαιρετισμού, αίφνης τρομάζω.
Η δεξίωση στην πρεσβευτική κατοικία της Οττάβα προς τιμή της αποχώρησης του Γιάννη και της Λεϊλά Πετσίλα με οικοδεσπότες τον πρέσβη κ. Μάτση και τη χαριτωμένη σύζυγό του Κάθρην ήταν μια ζεστή βραδυά γεμάτη αποχαιρετισμούς.Ολοι οι υπάλληλοι της ελληνικής πρεσβείας ήταν παρόντες, πολλοί πρέσβεις , διπλωματικοί υπάλληλοι, εκπρόσωποι της Ελληνικής Κοινότητας της Οττάβα και ένας ικανοποιητικός αριθμός δημοσιογράφων του καναδικού τύπου με τους οποίους συνεργάστηκε ο Γιάννης κατα την εξάχρονη θητεία του προωθώντας τις ελληνικές θέσεις.
Τώρα στη θέση του έρχεται ο Θεοδόσης Δημητρακόπουλος , φίλος επίσης και συνεργάτης απο τα ταξίδια στην Ουάσιγκτον, τη Νέα Υόρκη, απο τη συνεύρεση στη Βαλαωρίτου για ένα βιαστικό καφέ.
Εύχομαι νόστιμον ήμαρ στο Γιάννη και καλή προσαρμογή εν Ελλάδι στην αγαπημένη λεπτεπίλεπτη Λεϊλά .Θα τους σκέφτομαι και θα αναπολώ τα Σαββατόβραδα με την πολλή και δόκιμη κουβέντα περι λογοτεχνίας και τέχνης. Εύχομαι επίσης καλή προσαρμογή για τον Θεοδόση στην Οττάβα του καναλιού, των χιονιών και των τουλιπών. Δύο φίλοι φεύγουν , ένας έρχεται...
Οι τιμώμενοι και οι οικοδεσπότες στην έισοδο: Απο αριστερά ο Γιάννης και η Λεϊλά Πετσίλα και ο πρέσβης κ. Νικόλαος Μάτσης με τη σύζυγό του Κάθρην.
Ο Τέντ Αργύρης μετα της συζύγου του Αλβανού πρέσβη τα είπαν σε φιλικό τόνο με αναφορές στην αλβανική κοινότητα της Ελλάδας
Ο δέυτερος της Ελληνικής πρεσβείας στην Οττάβα Γιώργος Δογορίτης με την καναδή πρέσβη κα Αννα Αργύρη και τον αδελφό της Τέντ Αργύρη.
Η Γεωργία Μαριόλη απο το γραφείο τύπου της Ελληνικής πρεσβείας εν μέσω του αθρογράφου Harry Sterling και του επικεφαλής του γραφείου τύπου της ευρωπαϊκής αντιπροσωπείας Roy Christensen
Ενα χαριτωμένο στιγμιότυπο. Η κυρία Κάθριν Μάτση κρατάει αγκαλιά το σκυάλι του σπιτιού, που ήταν η μασκότ της βραδυάς
<
Saturday, November 8, 2008
Marc Raymond : Ενας μάγος του ξύλου
Της Ιουστίνης Φραγκούλη
Αφιερωμένο εξαιρετικά στον συνεργάτη μου Μιχάλη Τελλίδη για την ονομαστική του εορτή και στην αγαπημένη φιλενάδα της ζωής μου Αγγελική Σπηλιά.
Με αγάπη
Εμαθα να θαυμάζω τη γλυπτική απο τα αγάλματα της κλασσικής Ελληνικής αρχαιότητας. Γνώρισα πρώτα τη νατουραλιστική τελειότητα του Πραξιτέλη, την οποία έσερνα ακόμη και στα όνειρά μου σαν έφηβη και πολύ αργότερα την πρωτόγονη ελλειπτική γλυπτική του κυκλαδικού πολιτισμού.
Ετσι έγινα κοινωνός μιας τέχνης που απλώνεται στις τρείς διαστάσεις απαιτώντας απο τον καλλιτέχνη να φαντάζεται, να μεταφέρει στο χαρτί και μετά να πλάθει τα έργα του στο χώρο. Σήμερα συγκινούμαι με τα έργα του Ροντέν και του Μούρ, θαυμάζω ακόμη τις προτομές των ανδρών στα δασύλλια ή τα νεκροταφεία και χαϊδεύω με το βλέμμα μου τα μεγάλα έργα του Γιώργου Χουλιάρα στους κήπους της εξοχικής κατοικίας.
Ανάμεσα σ΄αυτές τις εμπειρίες έχουν τρυπώσει την τελευταία εισκοσαετία τα ξύλινα τοτέμ των Ινδιάνων εδώ στον τόπο της αποδημίας μου, αλλά και τα αφαιρετικά χειροποίητα ναϊφ ξυλόγλυπτα των Κουβανών. Η συλλογή μου αυξάνεται με τα χρόνια καθώς και η ανάγκη μου να βουτάω στη γλυπτική σαν μια προβολή της καλλιτεχνικής ανησυχίας μου στο χώρο που αντί να αμβλύνεται, ολοένα θεριεύει.
Οταν γνώρισα το σεμνό Μάρκ Ρεϊμόν, σύζυγο της Γεωργίας Μαριόλη η οποία εργάζεται αφοσιωμένα στο Γραφείο Τύπου της Ελληνικής Πρεσβείας στην Οττάβα, με είλξε η φύση της δουλειάς του. Ο Μάρκ Ρεϊμόν με καταγωγή απο την γαλλόφωνη Ελβετία είναι γλύπτης με ιδιαίτερο ενδιαφέρον στην γλυπτική του ξύλου. Σεμνός στους τρόπους και με μια γλυκειά εσωστρέφεια, ο Μάρκ με ξάφνιασε πραγματικά όταν ανακάλυψα την εποχή που σμίλευε σε ακέρια συμπαγή κομμάτια ξύλου ανθρώπινες φιγούρες αφαιρώντας τους τα νατουραλιστικά στοιχεία. Ο Μάρκ Ρεϊμόν έγινε αγαπημένος γιατί πέρασε σε άλλες φάσεις της σχέσης του με το ξύλο επικοινωνώντας την τέχνη του με μια διεισδυτική επιθετικότητα στην ακαθόριστη ατμόσφαιρα της σύγχρονης γλυπτικής.
Οπως διαβάζω στο βιογραφικό του, ο Μάρκ Ρεϊμόν είναι απόφοιτος της Ελβετικής Σχολής Γλυπτικής της Brienz.Μετά το πτυχίο του άνοιξε ατελιέ στην πόλη Saillon της Ελβετίας. Τα πρώτα χρόνια της καλλιτεχνικής ανίχνευσης στράφηκε στην ανθρώπινη φιγούρα πειραματιζόμενος σε διάφορα υλικά, απο την πέτρα, το μπετόν, το μπρούτζο και το ξύλο.
Ο Μάρκ ταξίδεψε πολύ στην Ευρώπη και την Αμερική. Στον περίπλου του βρέθηκε στην Κίνα το 1999-2000, όπου έμεινε 11 μήνες. Εκεί άλλαξε άποψη στην καλλιτεχική του αναζήτηση. Η απλότητα του μέσου και ο σεβασμός στο υλικό έγιναν επίκεντρο της νέας του εποχής. Τα νέα του εργαλεία θα είναι το τσεκούρι και το πριόνι. Ετσι φτιάχνει φιγούρες πληθωρικές και ακατέργαστες με έντονο το στοιχείο της αφηρημένης τέχνης.
Απο το 2005 ο Μάρκ αφοσιώνεται εντελώς στην αφηρημένη οπτική. Επίσης πειραματίζεται σε μια νέα τεχνική , το πάντρεμα του ξύλου και των συνθετικών απομιμήσεων του. Η εργασία του κυρίως στο χαρτί παίζει ανάμεσα στις σκιές και τα κενά. Ο Μαρκ αυτοαποκαλείται κατασκευαστής. Βλέπει την τέχνη του σαν ένα πείραμα που οδεύει σε ένα στόχο: την προσωπική έκφραση μέσα απο μια εσωτερική πραγματικότητα και τον αντίκτυπό της στην κοινωνία.
Η τέχνη στη γλυπτική του ξύλου έχει κάνει πολύ δημοφιλή τον Μάρκ Ρεϊμόν στην καναδική σκηνή της γλυπτικής. Ετσι είναι συχνά προσκεκλημένος να εκθέσει τα έργα του σε διάφορες γκαλερί ανα τη χώρα.Οπως μου γράφει ο ίδιος σε ένα σημείωμά του:
" Σμιλεύω κυρίως το ξύλο και το κόντρα πλακέ με μια τεχνική συγκόλλησης. Είμαι ένας κατασκευαστής που μου αρέσει να κόβω, να πριονίζω, να συνθέτω και να κολλάω. Μου αρέσει να δουλεύω με τα χέρια μου. Το κίνητρό μου είναι να να εκφράσω μια εσωτερική ανησυχία μου , ένα άγνωστο κόσμο που δεν μπορώ να τον πώ με τα λόγια. Η συνύφανση του όλου, η αναζήτηση μιας εσωτερικής έντασης, μιας συνύπαρξης στο χώρο, είναι το επίκεντρο των αναζητήσεών μου. Πώς να γίνει αυτά τα κομμάτια που βάζω μαζί να δώσουν ένα ενιαίο αδιαίρετο σύνολο;"
Αυτός είναι ο Μάρκ και αύριο θα πάω στην Οττάβα να τον συναντήσω με την υπέροχη γυναίκα του, να δώ όλες τις φάσεις της εργογραφίας του: απο την ανθρωποκεντρική δουλειά του μέχρι τα αφηρημένα σύνολα , σκαλισμένα με πάθος στο αέναο, υπέροχο ξύλο του Καναδά και της Ελβετίας. Ο Μάρκ δημιουργεί πρωτογενή τέχνη στην ξυλογλυπτική προσφέροντας απαντήσεις στο δικό του αγωνιώδες ερώτημα περι ύπαρξης του όλου στο σύμπαν!
Subscribe to:
Posts (Atom)